Site icon ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΗΛΙΟΥΠΟΛΕΩΣ

ΤΟ ΧΘΕΣ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΡΙΟ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ

Ελλάδα Ορθοδοξία

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΛΑΓΚΑΔΑ κ. ΙΩΑΝΝΟΥ

ΣΤΗΝ ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ  ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ 3-10 -2018

ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΧΘΕΣ  ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΡΙΟ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ,

ΜΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ»

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ † ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΚΑΤΡΑΜΑΔΟΥ

«Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι, Εὐχαριστῶ ἀπό καρδίας…διότι μοῦ ἀναθέσατε τήν ἀνάπτυξιν καί παρουσίασιν ἑνός τόσον σημαντικοῦ και ἀπολύτως ἐπικαίρου θέματος «Τό χθές, τό σήμερα καί τό αὔριο τοῦ τόπου μας, μία ἐκκλησιαστικοκοινωνική προσέγγιση».

«ΤΟ ΧΘΕΣ»

         Ὁ τόπος μας πλουσίως εὐλογημένος ἀπό τόν Ἅγιον Θεόν εἶναι γῆ μαρτύρων καί νεομαρτύρων τῆς πίστεως. Εἶναι γῆ ἡρώων τῆς πατρίδος. Ἁγιάσθηκε ἀπό τό αἷμα τῶν ὁσίων καί τῶν δικαίων, ἀπό τά δάκρυα τῶν πατέρων καί τῶν ἐν μετανοίᾳ διαβιούντων πατέρων καί ἀδελφῶν καί ἄλλων ταπεινῶν καί πλοϊκῶν ἀνθρώπων τῆς μαρτυρικῆς πατρίδος μας. Δέν εἶναι ὑπερβολή νά ποῦμε ὅτι τά «κόκκαλα τῶν Ἑλλήνων τά ἱερά» λευκαίνουν, ἁγιάζουν καί διαποτίζουν τήν Ἑλλάδα μέ τό λεπτόν ἄρωμα τῆς θυσίας τους, πού σάν αὔρα λεπτή καί ἀνέμου χάδι ἀγγίζει τίς καρδιές μας. Οἱ πατέρες ἔτσι ἐπορεύθησαν χθές εἰς τόν τόπον μας, μέ προσευχήν, ἄσκησιν ὑπομονήν, θυσίας καί σκληρούς ἀγῶνας διά τήν ἀτίμητον ἐλευθερίαν τῆς πατρίδος μας καί τήν διατήρησιν τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας ἀνοθεύτου καί ἀκεραίας. Ἄλλωστε, οἱ ἀγῶνες «διά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστιν τήν ἁγίαν καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερίαν» κατέγραψαν χρυσές σελίδες εἰς τήν ἱστορίαν αὐτοῦ τοῦ τόπου.

         Αὐτός δέ ὁ τόπος ἀντιμετώπισε ποικίλας ἐπιδρομάς αἱρετικῶν πού ἀπείλησαν τήν πνευματικήν ὑπόστασιν τῶν Ἑλλήνων, ἀλλά καί τήν βουλιμίαν ἐκείνων τῶν ἐχθρῶν πού ἐστόχευσαν εἰς τήν ἐδαφικήν ἀκεραιότητα τῆς μικρῆς εἰς ἔκτασιν πατρίδος μας ἀλλά μεγάλης εἰς πνεῦμα Ἑλλάδος. Ὁ τόπος μας, ἐδοκιμάσθη  καί ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας καί κατά παραχώρησιν τοῦ Θεοῦ ἔγινε ὅ,τι ἔγινε. Εἶναι συγκινητικόν ὅτι ὁ λαός ἐκράτησε εἰς τό ἀρτοφόριον τῆς καρδιᾶς του ἀξίες καί παραδόσεις, τίς ὁποῖες ἔκρινε ὅτι δέν ἀποτελοῦν μουσειακόν εἶδος πρός διατήρησιν ἀλλά πηγή ζωῆς καί ἐμπνεύσεως, ὄχι διά πιστήν ἀντιγραφήν ἀλλά διά δημιουργικήν παραγωγήν. Παρά τά ὅσα πέρασε ὁ τόπος εἰς τήν ἱστορικήν διαχρονίαν τοῦ παρελθόντος, κατόρθωσε νά κρατήσῃ ἀνόθευτον καί ἀνεξίτηλον τήν φυσιογνωμίαν, ὡς τόπου ἁγιότητος, ἀσκήσεως καί ὡς τόπου ἀνθίσεως τοῦ ἑλληνικοῦ, ἐν γένει, πνεύματος.

        Ἡ περιφρόνησις τῆς ἑλληνορθοδόξου παραδόσεως καί ἡ ἀπειλή ἀπό τήν εἰσαγωγήν νέων – ξενόφερτων ἠθῶν καί προτύπων ζωῆς

       Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς κρίνουμε ἀπαράδεκτον πᾶν ὅ,τι ἐπιχειρεῖ νά διαγράψῃ μέ μίαν μονοκονδυλιάν σήμερον εἰς τήν καθημερινότητα τοῦ λαοῦ μας τά ἑλληνορθόδοξα βιώματά του, ἤθη καί ἔθιμα, μέ τήν εἰσαγωγήν ἑνός νέου, ξενόφερτου τρόπου ζωῆς, ὁ ὁποῖος ὁδηγεῖ εἰς τήν ἀποκοπήν τοῦ λαοῦ μας ἀπό τίς ἑλληνορθόδοξες ρίζες του.

     Παρατηρεῖται, δηλαδή, μία περιφρόνησις τοῦ χθές καί μία πιστή ἀντιγραφή τοῦ δυτικοῦ τρόπου ζωῆς, ὁ ὁποῖος ἐμφορεῖται ἀπό παραφροσύνην καί ἔτσι δυστυχῶς στερεῖται τοῦ κάλλους τῆς Ἀνατολῆς. Δέν ἔχει, ὅμως, ὁ τόπος μας ἀνάγκην ἀπό τά πρότυπα τῆς παρακμιακῆς δυτικῆς κοινωνίας, τά ὁποῖα εἰς ἐπίπεδον κοινωνικῶν ἐφαρμογῶν ἔχουν ἐμφανῶς ἀποτύχει. Δέν μᾶς ἁρμόζουν, διότι ὅλα αὐτά δέν ἔχουν καμμίαν σχέσιν μέ τό μέτρον τῆς δικῆς μας παραδόσεως. Μᾶς ἀρκοῦν καί μᾶς περισσεύουν ὅλα ὅσα ἐλάβομεν ἀπό τό χθές τοῦ τόπου μας, διά νά ζήσωμεν καί νά εὐδοκιμήσωμεν μέ τήν χάριν τοῦ Θεοῦ καί τάς πρεσβείας τῶν ἁγίων μας.

      Τήν ἑλληνορθόδοξον πρότυπον ζωήν, ἡ ὁποία μόνον εἰς τήν φαντασίαν κάποιων καθίσταται ὡς πρός τήν οὐσιαστικήν πρόοδον τῆς ἀνθρωπότητος ἀσυμβίβαστος καί οὐτοπική ἤ καί παρωχημένη, αὐτήν κρατοῦμε καί αὐτήν προβάλλομεν και οφείλουμε να προβάλλομεν  πρός τούς ξένους.

       Εἶναι σημαντικόν νά κατανοήσωμεν ὅτι αὐτό πού συνθέτει τήν ἑνιαίαν πολιτιστικήν καί πνευματικήν παράδοσιν τοῦ τόπου, τοῦ Γένους καί τοῦ λαοῦ μας, εἶναι αὐτό τοῦτο πού ἀναζητεῖ ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος τῆς Δύσεως νά ἀνεύρῃ. Καί ἡμεῖς, πού εἴμεθα κάτοχοι τῶν ὑψηλῶν αὐτῶν ἀξιῶν, ἀντί νά προβάλλωμεν αὐτάς δεόντως, ἀπολαμβάνοντες πρῶτοι ὅλα αὐτά τά ἀγαθά καί εὐεργετικά ἀποτελέσματα εἰς τήν ζωήν μας, δυστυχῶς παραθεωροῦμεν αὐτόν τόν πνευματικόν πλοῦτον τοῦ παρελθόντος καί, ἀντί νά στηριχθῶμεν ἐπάνω εἰς αὐτήν τήν προοπτικήν διά τό σήμερον καί τό αὔριον, ἐπιτρέπομεν νά ἐνεργοῦν καί νά ἐπιδροῦν δυνάμεις, οἱ ὁποῖες ἀποσκοποῦν εἰς τό νά μᾶς ἀποκόψουν τελείως ἀπό τίς ρίζες τῆς πνευματικῆς μας παραδόσεως.

       Οἱ δυτικοευρωπαίοι ἀναντίρρητα ἔχουν πολλά νά μᾶς διδάξουν εἰς τομεῖς ὅπως ἡ οἰκονομία, ἡ τεχνολογία, ἡ κοινωνιολογία, ἀλλά τούς λείπει ἡ ἀλήθεια, τήν ὁποίαν κατέχουν νοθευμένην καί ἐπηρεασμένην ἀπό μίαν καθαρῶς ἐκκοσμικευμένην θεώρησιν καί ἀπό αὐτήν τήν ἄποψιν εἶναι πτωχοί καί πένητες. Δι’ ὅλα αὐτά τά δωρήματα τοῦ Θεοῦ καί τάς εὐλογίας τοῦ χθές μποροῦμε νά ἀναφωνήσωμεν μετά τοῦ ψαλμωδοῦ: «Τί ἀνταποδώσωμεν τῷ Κυρίῳ περί πάντων ὧν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν;».

            Εἶναι, ὅμως, ἀξιοσημείωτον νά ἐπισημάνωμεν τό γεγονός ὅτι ἡ ἐπιχειρουμένη ἀποσύνδεσίς μας ἀπό τό χθές τῆς παραδόσεως εἰς ὅλους τούς τομεῖς τοῦ κοινωνικοῦ βίου καί μέ ἐπίκεντρον ἐπικαιρότητος, σύν τοῖς ἄλλοις, τό θέμα τῆς παιδείας καί τῆς οικογενείας καί τά ὅσα προκύπτουν ἀπό τήν σπουδαιοτάτην αὐτήν διάστασιν τῆς πνευματικότητος πού χαρακτηρίζει τόν τόπον μας, εἶναι κάτι τό ὁποῖον ἀποσκοπεῖ μέ ξεκάθαρον τρόπον εἰς τήν ἀλλοτρίωσιν ὄχι μόνον τοῦ φρονήματος ἀλλά καί τῆς ταυτότητος τοῦ λαοῦ μας.  

Τό «σήμερα τοῦ τόπου μας»,

ὅλους μας προβληματίζει. Συνεχεῖς ἀνατροπαί εἰς ὅλας τάς πτυχάς τῆς ζωῆς. Ζοῦμε καθημερινῶς ἀπροβλέπτους δοκιμασίας, και οἰκονομικάς δυσκολίας. Οἱ ἐπιχειρήσεις ἡ μία μετά τήν ἄλλην κλείνουν, θεσμοί πού ἔθρεψαν γενεές ὁλόκληρες ἀμφισβητοῦνται καί δοκιμαζόνται, νομοσχέδια ψηφίζονται μέ συνοπτικάς διαδικασίας καί ἀκυρώνουν τά πάντα. Τά διαζύγια, οἱ συμβιώσεις μέ τά ὁμόφυλα ζευγάρια καί οἱ υἱοθεσίες ἀπό αὐτά παιδιῶν, ὅλα αὐτά ἐπιβάλλονται πλέον ὡς ἀποϊεροποιητικόν δεδομένον τῆς καθημερινότητος.

Ἀμφισβήτησις τῆς Ἐθνικῆς Ταυτότητος καί μεταναστευτικές ροές.

Ἡ ἀπειλή τῆς «Λιβανοποίησης» τῆς Πατρίδος μας

            Ἀπό τήν ἄλλην πλευράν, αἱ ποικίλαι ἀνατροπαί ἐπιδιώκουν τήν δημιουργίαν ἑνός κλίματος ἱσοπεδώσεως καί περιφρονήσεως τῶν πάντων. Παρατηροῦμεν νά ὑπάρχῃ ἡ ἀθέτησις πρός τήν σύνεσιν καί τό πατριωτικόν φρόνημα. Ὁ τίμιος βίος, ἡ ἠθική ζωή, ἡ ἐθνική ἐκπαίδευσις, ἡ αἰδώς, ἡ ἀρετή, κάθε ἔννοια πού ἀποτελεῖ δεδομένον πού μπορεῖ νά ἐξασφαλίσῃ εἰς ἕναν λαόν τήν ἐπιτυχῆ πορείαν του ἔναντι τῶν ἄλλων ἐθνῶν βλέπουμε νά κρίνωνται καί νά κατακρίνωνται ἀξιακῶς. Η Πατρίδα μας κατέστη, «ξέφραγο ἀμπέλι» καί μέ τόν λόγον αὐτόν δέν ἐννοοῦμεν μόνον τήν εὔκολην πρόσβασιν  ὅλων ἐκείνων πού ἀποτελοῦν τόν ἐμπερίστατον πληθυσμόν τῶν προσφύγων καί οἰκονομικῶν μεταναστῶν. Οἱ κατά πάντα συμπαθεῖς πρόσφυγες καί οἱ μετανάστες, ἐλεύθεροι ἤ σχεδόν ἐλεύθεροι, ἀνατρέπουν πολλά εἰς τόν τόπον μας. Δέν παρακαλοῦν πλέον ἀλλά ἀπαιτοῦν, ἐνῶ οἱ κάτοικοι τοῦ τόπου μας δικαίως διαμαρτύρονται διά τήν ἄδικον μεταχείρισιν. Καί εἶναι τραγικόν νά ἀκούωμεν τούς ἀνθρώπους νά λέγουν συχνά ὅτι «σέ λίγο θά νιώθουμε ξένοι εἰς τόν τόπον μας».

Τό πρόβλημα πού προκύπτει στά κοινωνικά δεδομένα ἀλλά καί στις ἐκκλησιαστικάς παραμέτρους τοῦ βίου μας εἶναι ὅτι ἡ χώρα μας ὁδηγεῖται εἰς ἕνα φαινόμενον, τό ὁποῖον καλεῖται «Λιβανοποίησις». Ὁ Λίβανος πού κατεκτήθη ἀπό Ρωμαίους, Βυζαντινούς καί Τούρκους μετετράπη εἰς γαλλικήν ἀποικίαν τό 1914. Τό 1944 ἔγινε ἀνεξάρτητον κράτος. Ἦτο ἡ μόνη χώρα εἰς τήν Μ. Ἀνατολήν, ὅπου οι Χριστιανοί  ἀποτελοῦσαν πλειοψηφίαν πάνω ἀπό τό 75% τοῦ συνολικοῦ πληθυσμοῦ. Ἡ χώρα αὐτή ἐξαιτίας τῆς πλειοψηφίας τοῦ χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ ἀνεπτύχθη ταχέως, δυτικοτρόπως, καί ἡ πρωτεύουσά της ἡ Βηρυττός ἐχαρακτηρίσθη ὡς τό «Παρίσι τῆς Μέσης Ἀνατολῆς». Λόγῳ τῆς πολιτικῆς τῶν ἀνοικτῶν συνόρων καί τῆς ἀνεκτικότητος τοῦ λαοῦ της, ἐδέχθη στά ἐδάφη της μουσουλμάνους μετανάστες, πρᾶξη πού ἐκ τῶν ὑστέρων ἀπεδείχθη καταστροφική διά τούς ἰδίους καί διά τήν χώραν των.

 Ἔτσι, εἰσέρρευσαν μουσουλμάνοι ἀπό τάς γύρω ἀραβικάς κυρίως χώρας πού ἐπέλεγαν τόν Λίβανον, διότι ἦτο ἀναπτυγμένος καί τούς ὑποδεχόταν μέ ἀγάπην. Αὐτοί ἔκαναν πολλά παιδιά καί σέ περίπου 30 χρόνια ἔγιναν πλειοψηφία καί οἱ χριστιανοί μειοψηφία εἰς τήν χώραν τους. Παρότι οἱ μουσουλμάνοι ἔγιναν πλειοψηφία, ὁ Λίβανος εἰς τά τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1970 ἐδέχθη καί τούς Παλαιστινίους, πού ἐξεδιώχθησαν ἀπό τήν Ἰορδανίαν, ὅταν ὁ Γιάσερ Ἀραφάτ προσεπάθησε νά ἀνατρέψῃ μέ πραξικόπημα τόν βασιλιά Χουσεΐν, ὁ ὁποῖος τούς κατέσφαξε (Μαῦρος Σεπτέμβρης). Αὐτοί εἰς σύντομον χρονικόν διάστημα ἑνώθησαν μέ τούς ὑπολοίπους Μουσουλμάνους τοῦ Λιβάνου καί ἐκήρυξαν τόν πόλεμον ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν τοῦ Λιβάνου (1975). Ὁ πόλεμος αὐτός εἶναι γνωστός ὡς ἐμφύλιος ἀλλά δέν ἔχει καμμίαν σχέσιν μέ ἐμφύλιον, διότι ἕνας ξένος λαός, πού τόν ἐδέχθησαν καί τόν ἐφιλοξένησαν εἰς τήν χώραν τους οἱ Χριστιανοί τοῦ Λιβάνου, ἐκήρυξε τόν πόλεμον ἐναντίον τους, ὅταν ἔγιναν πλειοψηφία καί ἔνιωσαν δυνατοί.

 Τήν περιόδον ἐκείνην οἱ Μουσουλμάνοι ἀπό τάς ἀραβικάς χῶρας τῆς Μ.  Ἀνατολῆς εἰσῆλθον εἰς Λίβανον διά νά βοηθήσουν τούς ὁμοθρήσκους τους καί κατέσφαξαν μαζί τούς Χριστιανούς. Τελικῶς, οἱ Μουσουλμάνοι ἐπέτυχαν τόν στόχον. Ὁ Λίβανος ἔπαψε νά εἶναι κατά τήν πληθυσμιακήν του σύνθεσιν Χριστιανική Χώρα. Σήμερον, οἱ Χριστιανοί  εἶναι λιγότεροι ἀπό τό 20% ἐπί συνολικοῦ πληθυσμοῦ. Ζοῦν μέ τόν φόβον τῶν Μουσουλμάνων καί ὅσοι μποροῦν νά φύγουν ἀπό τήν χώραν τους καί νά ἐγκατασταθοῦν εἰς οἱανδήποτε χώραν τῆς Δύσεως τό κάνουν μέ χαράν. Αὐτή ἡ πληθυσμιακή, θρησκευτική καί ἐθνολογική ἀνατροπή, πού συνετελέσθη εἰς τόν Λίβανον ὀνομάσθη εἰς τήν διεθνῆ ὁρολογίαν ὡς «Λιβανοποίησις».

Τό μεταναστευτικόν πρόβλημα πού ἀντιμετωπίζομεν εἰς τήν χώραν μας ἔχει πολλάς ὁμοιότητας μέ τήν περίπτωσιν τοῦ Λιβάνου. Ὅπως καί ἐκεῖ, ἔτσι καί ἐδῶ ψευδο-φιλάνθρωποι, ψευδο-προοδευτικοί ἀπαιτοῦν μαζί μέ τούς Μουσουλμάνους δικαιώματα. Ἡ πολιτική τοῦ ἀνοιχτοῦ προσκλητηρίου καί τῶν ἀνοιχτῶν συνόρων πού ἐνεκαινίασε ἡ ἐξωτερική πολιτική εἰς τήν χώραν μας, σε  συνδυασμόν μέ τήν οἰκονομικήν κατάρρευσιν καί τήν δημογραφικήν συρρίκνωσιν καί τήν φυγήν τῶν νέων καί δή τοῦ ἐπιστημονικοῦ μας προσωπικοῦ (brain drain), ὁδηγεῖ μέ μαθηματική ἀκρίβεια τήν Ἑλλάδα εἰς «λιβανοποίησιν», ἰσλαμοποίησιν καί ἐθνολογικόν ἀφανισμό.

Οι ἐπισημάνσεις αυτές  δέν ἀποτελοῦν κινδυνολογία ἀλλά προκύπτουν μέσα ἀπό τούς ἀριθμούς, μέσα ἀπό τάς καταγραφάς, μέσα ἀπό τό φαινόμενον ἐκεῖνον κατά τό ὁποῖον τά χωριά τῆς ὑπαίθρου ἐρημοῦνται. Ἄν δέν ἀναστραφῇ αὐτή ἡ κατάσταση σήμερον, τά ἑπόμενα 20 – 30 χρόνια οἱ Ἕλληνες θά ἀποτελοῦμεν μίαν γηρασμένην μειοψηφίαν καί οἱ Μουσουλμάνοι καί λοιποί ἔποικοι, νέοι εἰς τήν πλειοψηφίαν των, θά ἐπικρατήσουν πληθυσμιακῶς, πολιτικῶς καί κυριαρχικῶς. Θά δοῦμε στήν χώραν τοῦ Περικλέους, τοῦ Σωκράτους, τοῦ Πατροκοσμᾶ, τοῦ Παπαφλέσσα, τῶν Κυρίλλου καί Μεθοδίου, τοῦ Ἁγ. Δημητρίου, τῶν Πατέρων Πορφυρίου, Παϊσίου  Ἰακώβου κ.λ.π. νά κυριαρχῇ ἡ «σαρία» καί ἡ «μπούργκα». Ἔτσι, θά δικαιωθῇ ὁ πρώην Πρόεδρος τῆς Τουρκίας Τουργκούτ Ὀζάλ, ὁ ὁποῖος ἔλεγε ὅτι «δέν χρειάζεται νά κάνουμε πόλεμον μέ τήν Ἑλλάδα. Ἀρκεῖ νά τούς στείλουμε μερικά ἑκατομμύρια Μουσουλμάνους».          

 Αἱ 27 ἰσλαμικαί χῶραι αἱ ὁποῖαι εὑρίσκονται πέριξ τῆς πατρίδος μας εἶναι τόπος εἰς τόν ὁποῖον θά μποροῦσαν νά καταφύγουν τά μεταναστευτικά ρεύματα. Παρατηροῦμεν, ὅμως, ὅτι καί ἡ πολιτική τῆς Εὐρώπης διαφοροποιεῖται ἀλλά καί αἱ ἐπικρατοῦσαι συνθῆκαι διεθνῶς δέν ἐξασφαλίζουν τά συμφέροντα τοῦ τόπου μας. Καί δυστυχῶς, ἐκεῖνο πού ἀποτελεῖ πραγματικότητα εἶναι τό ἀπαράδεκτον νά ὁμιλοῦν ὅλοι σήμερον διά τά Σκόπια καί κανείς νά μήν ὁμιλεῖ διά τήν Ἑλλάδα. Ὅλοι νά ὁμιλοῦν διά δικαιώματα δῆθεν καταπιεζομένων μειονοτήτων καί κανείς νά μήν ὁμιλῇ διά τό πρόβλημα τῆς Κύπρου. Ὑπάρχει, δηλαδή, διεθνῶς μία διαφορετική τοποθέτησις ὡς πρός τήν ἀντιμετώπισιν θεμελιωδῶν ουσιαστικῶν ἰδικῶν μας ἐθνικῶν θεμάτων.   

Τό «σήμερα» στόν τόπον εἶναι γεμάτον ἀπό δυσοιώνους προβλέψεις, γεμάτο ἀπό ἐπισημάνσεις τάς ὁποίας διαπιστώνουμε καθημερινῶς νά καθίστανται περισσότερον προβληματικαί καί ὀδυνηραί. Ἡ Ἐκκλησία  συνεχῶς εὐγενικῶς περιθωριοποιεῖται. Ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας εἰς αὐτόν τόν τόπον ὑπῆρξε εὐεργετικός. Κράτησε αὐτόν τόν τόπον πνευματικῶς καί οἰκονομικῶς καί ἔδωσε στούς ἀνθρώπους ὁραματισμόν διά τούς ἀγῶνας ὑπέρ τῆς ἐλευθερίας καί ὑπέρ τῆς διατηρήσεως τῆς αὐτοσυνειδησίας του.

             Σήμερα, ἡ ἐπιχειρουμένη ἀποπροσανατολιστική πρακτική ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά διαφοροποιοῦνται οἱ κοινωνικές δομές. Στό χῶρο τῆς παιδείας τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν διδάσκεται μέ τέτοιο τρόπο, πού ὁδηγεῖ σε ἕνα συγκριτισμό θρησκειολογικῆς προοπτικῆς. Η Τοπική  Ἐκκλησία καί  ἡ Ἱ. Σύνοδος προέβησαν και προβαίνουν κατ’ ἐπανάληψιν σε ἐκδηλώσεις ἀγωνιστικῆς παρουσίας μέ σκοπό καί προοπτική τήν διατήρηση ὅλων ἐκείνων τῶν δικαίων, πού ἀφοροῦν  στήν θυσιαστική προσφορά τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας. Βέβαια, ἐκεῖνο πού ἀπό τήν ἄλλην πλευρά ἐπιχειρεῖται εἶναι νά ὑπάρξῃ ἀποχριστιανοποίησις τοῦ λαοῦ.  Για αὐτό τόν λόγο παρατηροῦμεν ὅτι ὑπάρχουν παραδείγματα, τά ὁποῖα ὁδηγοῦν τούς νέους  ὄχι σε ἕνα πρότυπο ἄρτιας κοινωνικῆς καί πνευματικῆς ζωῆς, ἀλλά τούς καθιστοῦν ἐξαρτημένους ἀπό ἕνα τρόπον ζωῆς, ὁ ὁποῖος ἀλλοτριώνει τήν προσωπικότητα καί τήν ψυχολογίαν των.

            Υπάρχουν προγράμματα, τά ὁποῖα ἔχουν ὡς στόχο νά κλονίσουν τήν ἔννοια τῆς ἠθικῆς εὐαισθησίας ὡς βίωμα τῆς καθημερινότητος τῶν νέων. Εἶναι  σημαντικό νά κατανοήσωμεν ὅτι, μέσα ἀπό τήν ἐπιχειρουμένη κατασυκοφάντηση τῆς Διοικούσης  Ἐκκλησίας καί μέσα ἀπό τήν πρακτική νά μήν τῆς δίδεται τό δικαίωμα τῆς ἀμύνης, ἡ Ἑλληνική Βουλή νομοθετεῖ καί ὑπέρ τῶν ἀπόψεων τῆς Ἐκκλησίας, διά νά εἴμεθα ἀκριβοδίκαιοι, ἐνίοτε δέ καί ἐρήμην της μέ τήν μονίμως διαφαινομένη ἀπειλή διαχωρισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό Κράτος. Τό θέμα εἶναι γνωστόν καί σοβαρόν καί ὅλοι διαπιστώνουμεν ὅτι ὡς «δαμόκλειον σπάθην» τοῦ χωρισμοῦ Ἐκκλησίας – Κράτους κρατοῦν τό θέμα τῆς διακοπῆς τῆς μισθοδοσίας τοῦ  κλήρου. Στό θέμα αὐτό, ὅπως καί σε ἄλλας παραμέτρους τοῦ οἰκονομικοῦ βίου τοῦ τόπου, ἔχει ρίξει ἄπλετον φῶς τό ἐρευνητικό  ἔργο της Εκκλησίας της Ελλάδος όπου μέ τεκμήρια ἀκράδαντα καί ἀδιαμφισβήτητα ἔχει ἀποδείξει ὅτι αὐτός ὁ τόπος ὀφείλει  στήν Ἐκκλησία, πέραν τῶν πνευματικῶν, ἀκόμη καί οἰκονομικάς ὀφειλάς. Η Ἐκκλησία εἶναι αὐτή πού ἐξασφάλισε στό νεοσύστατον κράτος τῆς Ἑλλάδος τήν οἰκονομική προϋπόθεση διά νά λειτουργήσῃ καί νά ἐκπληρώσῃ τάς ὑποχρεώσεις  πρός τό ἐσωτερικό καί τό ἐξωτερικό ὡς κράτος, ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς συγκροτήσεώς του, ἀλλά καί μέ τήν παραχώρηση τοῦ μεγαλυτέρου μέρους τῆς λεγομένης ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, γιά νά περιθάλψῃ τούς πρόσφυγας,  τούς ἀκτήμονας καί διά νά ὑλοποιήσῃ  ἔργα κοινωνικῆς προνοίας, ἀσχέτως ἄν ἀπό τήν πλευράν τῆς Πολιτείας δέν ἔχουν ὑλοποιηθῆ καί ἐφαρμοσθῆ τά ὅσα ἐδεσμεύθη νά ὑλοποιήσῃ ἡ τελευταία ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας.

           Τό παρόν τοῦ τόπου μας διέρχεται μεγάλη ἀξιακή καί ἠθική κρίση. Μᾶς θλίβει ὅ,τι βλέπουμε γύρω μας, ὅ,τι ἐπιχειρεῖται σε βάρος τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας καί τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν οἱ ἐκάστοτε κρατοῦντες, χωρίς νά τό ὁμολογοῦν, τήν θέλουν στό περιθώριον τῆς ζωῆς. «Ἄς ἀρκεσθοῦν ἐπιτέλους οἱ Κληρικοί», λέγουν, «στά καθήκοντά τους (γάμους, κηδεῖες, βαπτίσεις, εὐχέλαια, ἁγιασμούς)». «Τά ὑπόλοιπα τοῦ τόπου δέν τούς ἀφοροῦν. Αὐτό ἀπαιτοῦν οἱ διακριτοί ρόλοι Πολιτείας καί Ἐκκλησίας». Ὅμως, μέ τήν πολεμική πού ἀσκεῖται σε βάρος τῆς Ἐκκλησίας καί μέ τήν ἔντεχνη προσπάθειαν ἀκυρώσεως τοῦ ἔργου Της, τελικῶς δέν βλάπτεται  ἡ Ἐκκλησία ὡς ἱερός θεσμός ἀλλά πλήττεται ἡ ἴδια ἡ κοινωνία. Πόσοι γάμοι γίνονται, πόσα παιδιά βαπτίζονται, πόσοι ἄνθρωποι κηδεύονται λόγου χάριν, καθ’ ἥν στιγμήν πεισματικῶς τόσον πολύ διαφημίζεται ἡ καῦσις τῶν νεκρῶν καί ὁ πολιτικός γάμος. Πτωχεία πνευματική, μοναδική καί ἀνεπανάληπτη!

Τό «σήμερα» στόν τόπον εἶναι γεμάτον ἀπό δυσοιώνους προβλέψεις, γεμάτο ἀπό ἐπισημάνσεις τάς ὁποίας διαπιστώνουμε καθημερινῶς νά καθίστανται περισσότερον προβληματικαί καί ὀδυνηραί. Ἡ Ἐκκλησία  συνεχῶς εὐγενικῶς περιθωριοποιεῖται. Ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας εἰς αὐτόν τόν τόπον ὑπῆρξε εὐεργετικός. Κράτησε αὐτόν τόν τόπον πνευματικῶς καί οἰκονομικῶς καί ἔδωσε στούς ἀνθρώπους ὁραματισμόν διά τούς ἀγῶνας ὑπέρ τῆς ἐλευθερίας καί ὑπέρ τῆς διατηρήσεως τῆς αὐτοσυνειδησίας του.

             Σήμερα, ἡ ἐπιχειρουμένη ἀποπροσανατολιστική πρακτική ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά διαφοροποιοῦνται οἱ κοινωνικές δομές. Στό χῶρο τῆς παιδείας τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν διδάσκεται μέ τέτοιο τρόπο, πού ὁδηγεῖ σε ἕνα συγκριτισμό θρησκειολογικῆς προοπτικῆς. Η Τοπική  Ἐκκλησία καί  ἡ Ἱ. Σύνοδος προέβησαν και προβαίνουν κατ’ ἐπανάληψιν σε ἐκδηλώσεις ἀγωνιστικῆς παρουσίας μέ σκοπό καί προοπτική τήν διατήρηση ὅλων ἐκείνων τῶν δικαίων, πού ἀφοροῦν  στήν θυσιαστική προσφορά τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας. Βέβαια, ἐκεῖνο πού ἀπό τήν ἄλλην πλευρά ἐπιχειρεῖται εἶναι νά ὑπάρξῃ ἀποχριστιανοποίησις τοῦ λαοῦ.  Για αὐτό τόν λόγο παρατηροῦμεν ὅτι ὑπάρχουν παραδείγματα, τά ὁποῖα ὁδηγοῦν τούς νέους  ὄχι σε ἕνα πρότυπο ἄρτιας κοινωνικῆς καί πνευματικῆς ζωῆς, ἀλλά τούς καθιστοῦν ἐξαρτημένους ἀπό ἕνα τρόπον ζωῆς, ὁ ὁποῖος ἀλλοτριώνει τήν προσωπικότητα καί τήν ψυχολογίαν των.

Υπάρχουν προγράμματα, τά ὁποῖα ἔχουν ὡς στόχο νά κλονίσουν τήν ἔννοια τῆς ἠθικῆς εὐαισθησίας ὡς βίωμα τῆς καθημερινότητος τῶν νέων. Εἶναι  σημαντικό νά κατανοήσωμεν ὅτι, μέσα ἀπό τήν ἐπιχειρουμένη κατασυκοφάντηση τῆς Διοικούσης  Ἐκκλησίας καί μέσα ἀπό τήν πρακτική νά μήν τῆς δίδεται τό δικαίωμα τῆς ἀμύνης, ἡ Ἑλληνική Βουλή νομοθετεῖ καί ὑπέρ τῶν ἀπόψεων τῆς Ἐκκλησίας, διά νά εἴμεθα ἀκριβοδίκαιοι, ἐνίοτε δέ καί ἐρήμην της μέ τήν μονίμως διαφαινομένη ἀπειλή διαχωρισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό Κράτος. Τό θέμα εἶναι γνωστόν καί σοβαρόν καί ὅλοι διαπιστώνουμεν ὅτι ὡς «δαμόκλειον σπάθην» τοῦ χωρισμοῦ Ἐκκλησίας – Κράτους κρατοῦν τό θέμα τῆς διακοπῆς τῆς μισθοδοσίας τοῦ  κλήρου. Στό θέμα αὐτό, ὅπως καί σε ἄλλας παραμέτρους τοῦ οἰκονομικοῦ βίου τοῦ τόπου, ἔχει ρίξει ἄπλετον φῶς τό ἐρευνητικό  ἔργο της Εκκλησίας της Ελλάδος όπου μέ τεκμήρια ἀκράδαντα καί ἀδιαμφισβήτητα ἔχει ἀποδείξει ὅτι αὐτός ὁ τόπος ὀφείλει  στήν Ἐκκλησία, πέραν τῶν πνευματικῶν, ἀκόμη καί οἰκονομικάς ὀφειλάς. Η Ἐκκλησία εἶναι αὐτή πού ἐξασφάλισε στό νεοσύστατον κράτος τῆς Ἑλλάδος τήν οἰκονομική προϋπόθεση διά νά λειτουργήσῃ καί νά ἐκπληρώσῃ τάς ὑποχρεώσεις  πρός τό ἐσωτερικό καί τό ἐξωτερικό ὡς κράτος, ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς συγκροτήσεώς του, ἀλλά καί μέ τήν παραχώρηση τοῦ μεγαλυτέρου μέρους τῆς λεγομένης ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, γιά νά περιθάλψῃ τούς πρόσφυγας,  τούς ἀκτήμονας καί διά νά ὑλοποιήσῃ  ἔργα κοινωνικῆς προνοίας, ἀσχέτως ἄν ἀπό τήν πλευράν τῆς Πολιτείας δέν ἔχουν ὑλοποιηθῆ καί ἐφαρμοσθῆ τά ὅσα ἐδεσμεύθη νά ὑλοποιήσῃ ἡ τελευταία ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας. Τό παρόν τοῦ τόπου μας διέρχεται μεγάλη ἀξιακή καί ἠθική κρίση. Μᾶς θλίβει ὅ,τι βλέπουμε γύρω μας, ὅ,τι ἐπιχειρεῖται σε βάρος τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας καί τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν οἱ ἐκάστοτε κρατοῦντες, χωρίς νά τό ὁμολογοῦν, τήν θέλουν στό περιθώριον τῆς ζωῆς. «Ἄς ἀρκεσθοῦν ἐπιτέλους οἱ Κληρικοί», λέγουν, «στά καθήκοντά τους (γάμους, κηδεῖες, βαπτίσεις, εὐχέλαια, ἁγιασμούς)». «Τά ὑπόλοιπα τοῦ τόπου δέν τούς ἀφοροῦν. Αὐτό ἀπαιτοῦν οἱ διακριτοί ρόλοι Πολιτείας καί Ἐκκλησίας». Ὅμως, μέ τήν πολεμική πού ἀσκεῖται σε βάρος τῆς Ἐκκλησίας καί μέ τήν ἔντεχνη προσπάθειαν ἀκυρώσεως τοῦ ἔργου Της, τελικῶς δέν βλάπτεται  ἡ Ἐκκλησία ὡς ἱερός θεσμός ἀλλά πλήττεται ἡ ἴδια ἡ κοινωνία. Πόσοι γάμοι γίνονται, πόσα παιδιά βαπτίζονται, πόσοι ἄνθρωποι κηδεύονται λόγου χάριν, καθ’ ἥν στιγμήν πεισματικῶς τόσον πολύ διαφημίζεται ἡ καῦσις τῶν νεκρῶν καί ὁ πολιτικός γάμος. Πτωχεία πνευματική, μοναδική καί ἀνεπανάληπτη!

Το Αύριο

Με τα σημερινά δεδομένα το αύριο του τόπου προδιαγράφεται ζοφερό, τραγικό δεδομένου ότι υπάρχουν  πολλές προβληματικές καταστάσεις που απειλούν την ενότητα του Έθνους και την διαφοροποίηση των κοινωνικών δομών. Από τις επισημάνσεις της επικαιρότητας δεν εμφαίνεται μόνον το μεταναστευτικό πρόβλημα ως πιθανός παράγων αποσταθεροποιήσεως εκ των συνεχιζομένων προσφυγικών ροών. Μεγαλύτερο πρόβλημα αποτελεί η εσωτερική μετανάστευσις. Φεύγουν από τον τόπο μας οι νέοι αιμορραγικώς και εκπατρίζονται με αποτέλεσμα η Πατρίδα να αντιμετωπίζει η ίδια μεταναστευτικό πρόβλημα ως ίδιον πρόβλημα με τις συνέπειές του. Αυτός ο εκπατρισμός των νέων  έχει αποτέλεσμα όχι μόνον να στερείται η χώρα  άξιους επιστήμονας και κοινωνικούς εργάτες στην απασχόληση και στον πολιτισμό,  αλλά εκ παραλλήλου το φαινόμενο αυτό καθ’ αυτό συντελεί  στη μείωση  του πληθυσμού. 400.000 νέοι άνθρωποι εγκατέλειψαν κατά την  περίοδο της κρίσεως την Πατρίδα μας και μετέβησαν στο εξωτερικό προς ανεύρεση εργασίας και δια συνέχιση Πανεπιστ. Σπουδών.

Όλα αυτά τα ζητήματα δεν ανήκουν στο ιστορικό παρελθόν αλλά είναι γεγονότα ζωής που προδιαγράφουν το μέλλον και έχουν άμεση σχέση με την ποιμαντική μέριμνα της Εκκλησίας. Μαζί με τα προαναφερθέντα προβλήματα αναφύονται και θέματα εθνικής αξίας, ως είναι η ονοματοδοσία του γειτονικού κρατιδίου των Σκοπίων. Ο λόγος δια το όνομα, οι αγώνες που έγιναν και γίνονται είναι ένα από τα ουσιαστικά θέματα στα οποία εκλήθη η Εκκλησία να τοποθετηθεί και επ’ αυτού υπήρξε επίσημη τοποθέτηση της Εκκλησίας της Ελλάδος,  περί του αδιαπραγματεύτου του ονόματος, το οποίο θα εγείρει θέματα γλώσσης και εθνότητος.  Το μείζον πρόβλημα δεν είναι μόνον ότι δόθηκε το όνομα της Μακεδονίας ή δίδεται ή θα δοθεί. Το πρόβλημα είναι ότι αυτήν την στιγμήν η Μακεδονία ως τόπος της χώρας μας εποικίζεται. Αναφερόμαστε εις τον εποικισμό της Μακεδονίας από Σλάβους, Τούρκους και λοιπούς αλλοεθνείς. Στα μέρη, όπου οι γηγενείς Έλληνες εγκαταλείπουν τις εστίες τους και παίρνουν τον δρόμον δια την ξενιτιά, εγκαθίστανται πολίτες άλλων χωρών, οι οποίοι σε λίγα χρόνια θα μετατραπούν σε νομίμους κατοίκους της χώρας………Από την άλλη πλευρά υπάρχει η  δημογραφική βόμβα, που απειλεί την Χώρα και την οικονομία. Το 21% των κατοίκων της Πατρίδος μας είναι άνω των 65 ετών. Η Ελλάδα δεν θα μπορεί τις ερχόμενες δεκαετίες να παράγει επαρκή πλούτο δια τους πολίτες της. Η  πραγματική μάχη της Χώρας πρέπει να δοθεί στο δημογραφικό μέτωπο. Η  μάχη του δημογραφικού πρέπει να αποτελέσει εθνικό στόχο, διαφορετικά η δημογραφική κατάθλιψη μπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις ακόμη και δια την βιωσιμότητα της χώρας τουλάχιστον με την σημερινή μορφή της. Με τους θανάτους να ξεπερνούν τις γεννήσεις, τους νέους και μορφωμένους να μεταναστεύουν και την Ελλάδα να έχει έναν από τους πιο γερασμένους πληθυσμούς στην Ευρώπη, όχι μόνον η Χώρα δεν μπορεί τις ερχόμενες δεκαετίες να παραγάγει επαρκή πλούτο δια τους πολίτες της, αλλά ίσως βρεθεί αντιμέτωπη με την ίδιαν την βιωσιμότητά της ως ενός συγχρόνου έθνους-κράτους. Χώρα των 8, 9 εκατομμυρίων κατοίκων έως το 2050. Πρόσφατη μελέτη Ινστιτούτου του Βερολίνου εκτιμούσε ότι ο πληθυσμός της χώρας μας θα μειωθεί 9.000.000 ως το 2030 και στα 8.000.000 ως το 2050. Η Ελλάδα  θα ευρίσκεται εις το ναδήρ της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Όταν ο πληθυσμός μειώνεται, ο αντίκτυπος στην οικονομία είναι ανάλογος.  Σαν να μην έφθανε αυτό μία μελέτη αναδεικνύει το φαινόμενο της διαρκούς αυξήσεως του υπέργηρου πληθυσμού 80 ετών και άνω, που αποτελεί μία από τις συνιστώσες του δημογραφικού προβλήματος.

 

Η Ελλάδα κατέχει τον 3ο  υψηλότερο δείκτη υπεργηρείας μεταξύ των 28 Κρατών της Ευρ. Ενώσεως. Η γήρανση μέσα στην γήρανση.  Η υπεργηρεία και η ταχυτέρα αύξηση  του πληθυσμού άνω των 80ετών. Την ίδια στιγμή από το 2009 τα ποσοστά ανεργίας υπερδιπλασιάστηκαν. Η Ελλάδα καταγράφει το χαμηλότερο ποσοστό στην Ευρ. Ένωση όσον αφορά την απασχόληση. ………….

Α Ν Τ Ι       Ε Π Ι Λ Ο Γ Ο Υ

Δεν θα ήθελα να καταπονήσω περισσότερο με αναφοράς σε στατιστικά στοιχεία. Και σήμερα η Ελλάδα απειλείται από τους γείτονές της. Η Εκκλησία σε όλα τα θέματα οφείλει να πράξει και πράττει το χρέος της, όπως έπραξαν το χρέος τους στην πορεία των αιώνων οι  κληρικοί Της, οι οποίοι πλήρωσαν με το αίμα τους. Και σήμερα η Ελλάδα  απειλείται πανταχόθεν. Οι Τούρκοι απαιτούν τα νησιά του Αιγαίου, την Δυτ. Θράκη. Οι Βούλγαροι αξιώνουν στην Ανατ. Μακεδονία. Οι Σκοπιανοί ονειρεύονται την Κεντρική Μακεδονία, οι Αλβανοί διεκδικούν την Ήπειρο. Το επίσημο Ελληνικό Κράτος δεν διεκδικεί τίποτα αλλά και δεν παραχωρεί και δεν αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει πλούτος στο «οπλοστάσιο» της παραδόσεως και της Εκκλησίας, ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένας εκ των πυλώνων στο διαπραγματευτικό εθνικό μέτωπο. Ζούμε μία πραγματικότητα ρευστότητας σε  όλους τους τομείς. Το επάναγκες είναι η Εκκλησία να διατηρήσει μέσα από την δικήν της ενότητα την ενότητα του λαού. Να στηρίξει τον λαό στην παιδεία, στην επαγγελματική κατάρτιση και να επιδείξει ενδιαφέρον για την Ελληνική Οικογένεια, ώστε να ξεπεράσει  την κρίση της και να στηρίξει τους πολυτέκνους, ούτως ώστε και με αυτόν τον τρόπον να υπάρξουν αποτρεπτικές  από την πλευρά της βοήθειες  στην αποτροπή του μεγάλου προβλήματος που έχει σχέση με την δημογραφική συρρίκνωση του πληθυσμού.

            Το χθες, το σήμερα και το αύριο του τόπου μας μέσα από μία εκκλησιαστικοκοινωνικήν θεώρησιν είναι ένα διαχρονικό γεγονός πορείας δυναμικής, η οποία χαρακτηρίζεται από συμβάντα ευχάριστα και δυσάρεστα, από καταστάσεις στις  οποίες ο ρόλος της Εκκλησίας υπήρξε  ρόλος ευεργετικός για τον τόπο μας. Μπορεί να υπάρχουν δυσοίωνοι προβλέψεις κατά τα δεδομένα των στατιστικών. Μπορούν να αναφύονται προβλήματα στην καθημερινότητα με πρωτοφανείς δυσκολίας δια τα δεδομένα του πνευματικού  βίου και να διαφαίνονται ζοφερά τα του μέλλοντος. Όλα αυτά, όμως, δεν πρέπει να μας αποθαρρύνουν ούτε να αποτελέσουν μηχανισμό αποδομήσεως της προσπάθειες και της αγωνιστικής μαρτυρίας της πίστεως και περαιτέρω εξειδικευμένης συγκροτήσεως σε ότι αφορά τας προϋποθέσεις και τας δυνατότητας της  Εκκλησίας για να μπορεί αυτή να συμπαρίσταται στον τόπο.  Ως εκ τούτου είναι επάναγκες αυτό που πολλές  φορές έχει τονιστεί : «Πρέπει σύντομα, χθες,  η Εκκλησία  να τακτοποιήσει τα του οίκου της». Πρέπει να καλλιεργήσουμε την δυνατότητα αυθυπάρκτου παρουσίας στο γίγνεσθαι αυτού του τόπου και να δώσουμε το μήνυμα προς τους πολιτικούς άρχοντες του τόπου και προς όλους εκείνους που ασχολούνται με τα κοινά του τόπου, ότι η  Εκκλησία δεν αντιπολιτεύεται κανένα, δεν συμπολιτεύεται με κάθε τι το οποίον αποτελεί επιδίωξη  πολιτικής και κοσμικής σκοπιμότητας.  Η Εκκλησία υπηρετεί το αιώνιο μήνυμα του Ευαγγελίου που είναι μήνυμα σωτηρίας, έξω από οποιεσδήποτε σκοπιμότητες που συνθέτουν είτε τις έννοιες της εκκοσμικευμένης προοπτικής και σχεδιασμού είτε του λεγομένου εθνοφυλετισμού είτε των επιχειρουμένων γεωπολιτικών ανακατατάξεων.

            Η Εκκλησία υπήρξε, υπάρχει και θα υπάρχει Φιλόστοργος Μητέρα του τόπου. Του τόπου που ο Θεός ευλόγησε και που οι Άγιοι με την ζωή τους  αγίασαν και ανέδειξαν ως Πατρίδα Ηρώων- Αγίων. Αυτόν τον τόπο καλείται να διακονήσει σήμερον η  Εκκλησία προστατεύοντας τον λαό από τις φθοροποιές επιδράσεις των τεκταινομένων σε βάρος του, προβάλλοντας την εν Χριστώ ζωή και διδάσκοντας την εν Χριστώ παραμονή. Κατ’ αυτόν τον τρόπον ο τόπος μας, η Πατρίδα μας, που αποτελεί την κοιτίδα του αληθούς και υγειούς πολιτισμού με την οικουμενικότητα που τον χαρακτηρίζει, θα παραμείνει εσαεί μαρτυρία του Ανέσπερου Φωτός του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του Καλούντος πάντα τα έθνη στη σωτηρία, καθώς «πάντας»  ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν. Η μαρτυρία αυτού του Μηνύματος της Εκκλησίας  αποτελεί και την πνευματική παρακαταθήκη, την οποίαν οφείλουμε να διαφυλάξουμε και να παραδώσουμε αλώβητη  προς τας επερχομένας γενεάς διακηρύσσοντας προς πάντας τους ανθρώπους με αγάπη και ταπεινό φρόνημα, εν επιγνώσει των παντοίων ανθρωπίνων περιστάσεων, ότι ο Κύριος μας  Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο Αυτός και εις τους αιώνας. Και δια να θυμηθούμε τον ποιητή του Αιγαίου και της Ελλάδος Οδυσσέα Ελύτη

            «…το πλοίο της Ελλάδος…είναι από μαύρη πέτρα κι είναι απ’ όνειρο….είναι από μαύρη πέτρα κι είναι απ’ όνειρο….από τα βάθη φτάνει στους παλιούς καιρούς, βάσανα ξεφορτώνει κι αναστεναγμούς.

             Έλα Χριστέ και Κύριε λέω κι απορώ, τέτοιο τρελό βαπόρι, τρελοβάπορο. χρόνους μας ταξιδεύει, δε βουλιάξαμε, χίλιους καπεταναίους…. τους αλλάξαμε! Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε, μπήκαμε μες στα όλα και περάσαμε κι έχουμε στο κατάρτι μας βιγλάτορα παντοτινό, τον Ήλιο, τον Ηλιάτορα τον Κύριο ημών τον Ιησού Χριστόν! ΑΜΗΝ.

 

 

Πηγή Ενοριακό Φυλλάδιο 3,10, 17,24   Φεβ 19

.

 

Μοιραστείτε τη σελίδα. Πατήστε το τελευταίο κουμπί για περισσότερες επιλογές
Exit mobile version