Site icon ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΗΛΙΟΥΠΟΛΕΩΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΤΗΣ 1 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2019

Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου Ηλιουπόλεως

Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου Ηλιουπόλεως.

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗΤΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ 1ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2019 

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ

 ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ  ΤΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ   ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ 1ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2019 

†ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ  ΚΑΤΡΑΜΑΔΟΥ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

            Σας ασπάζομαι εν Κυρίω και σας χαιρετώ όλους, μέσα από τα βάθη της ιερατικής καρδιάς μου και σας εκφράζω την εν Κυρίω καύχηση μου για την όλη παρουσία σας  στην  πρώτη αυτή πνευματική μας ευκαιρία μέσα στο νέο εκκλησιαστικό έτος. Είναι ευλογία πνευματική και χαίρομαι και χθες με τους πατέρες και απόψε με όλους μαζί τους κληρικούς και τους λαϊκούς συνεργάτες που έχουμε  καθιερώσει τα τελευταία 10 χρόνια  θεσμικά αυτή την εργασία ώστε να μας δίνεται η ευκαιρία να μελετήσουμε, να ακούσουμε, να προβληματιστούμε, να συζητήσουμε, να προγραμματίσουμε, να ζήσουμε εν Αγίω Πνεύματι, αφού Αυτός ο Παράκλητος το Πνεύμα της αληθείας που είναι πανταχού παρών και τα πάντα πληρών συγκροτεί τον θεσμό της Εκκλησίας μας. Χωρίς την ύπαρξη αυτή του Αγίου Σώματος του Χριστού δεν υπάρχει σωτηρία στην ανθρωπότητα και στην κτίση  όλη. Έχει τονιστεί από του ιερού αυτού Βήματος πάλιν και πολλάκις ότι η  ευστοχότερη παράσταση του τι είμαστε και ποια είναι η Εκκλησία και η Ενορία είναι η εικόνα του Καραβιού-Πλοίου. Η Ενορία ταξιδεύει σαν πλοίο στην απέραντη θάλασσα του κόσμου τούτου. Πορεύεται όμως στον τελικό προορισμό της. Το πλοίο Εκκλησία-Ενορία έχει την δίκη της Πυξίδα, το δικό της Πηδάλιο, που λέγεται Άγιο Πνεύμα. Ο κόσμος είναι ότι η θάλασσα για το καράβι που σχίζει γοργά και σταθερά τα νερά της. Σε αυτό το πλοίο του Χριστού, ο κάθε ένας από εμάς έχει την δική του διακονία, την δική του ανεπανάληπτη μοναδική και προσωπική αξία του, από τον πρώτο  σε ιεραρχία μέχρι και τον τελευταίο. Η ενορία πρωτίστως και κυρίως έχει προορισμό το λιμάνι που λέγεται αγάπη. Αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο και αγάπη του Ανθρώπου προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο.

Α΄ ΣΥΝΘΗΜΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ  «Ἐάν ἀγαπῶμεν ἀλ­λή­­­­λους, ὁ Θεός ἐν ἡμῖν μέ­νει».(Α΄ Ιω. κεφ. δ΄, παρ.12)

     Κανένας από τους μαθητές και αποστόλους του Κυρίου, αλλά και κανένας από τους πατέρες και τους αγίους της Εκκλησίας μας, δεν εστίασε τόσο πολύ στην αγάπη, όσο ο ηγαπημένος μαθητής του Κυρίου, ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος. Νεαρός στην ηλικία, όταν γνώρισε τον Χριστό, αποφάσισε αμέσως να τον ακολουθήσει μαζί με τον αδελφό του, τον απόστολο Ιάκωβο, και από τότε δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. Ακόμη και την ώρα της Σταυρώσεως, όταν όλοι οι άλλοι μαθητές είχαν απομακρυνθεί εξαιτίας του φόβου των Ιουδαίων, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης βρίσκεται κάτω από τον Σταυρό μαζί με την Παναγία και αναλαμβάνει την προστασία της. Η σχέση αυτή της αγάπης που τον συνδέει με τον Χριστό τονίζεται στο ευαγγέλιό του και εκφράζεται μέσα από τις τρεις επιστολές του. Η αγάπη κυριαρχεί στον λόγο και τη ζωή του και αυτήν προτείνει στους ακροατές και αναγνώστες του όλων των εποχών.

            Τι είναι όμως η αγάπη για τον ευαγγελιστή Ιωάννη και για ποιόν λόγο επιμένει τόσο σ αυτήν;

             Η αγάπη είναι για τον  Ιωάννη ταυτόσημη με την έννοια του Θεού.  Ο  Θεός από αγάπη δημιούργησε τον κόσμο και τον άνθρωπο και από αγάπη τον συντηρεί. Από αγάπη στον πεπτωκότα άνθρωπο έστειλε τον Μονογενή Υιό του στον κόσμο, από αγάπη θυσιάσθηκε για χάρη του επί του Σταυρού. Η ταύτιση του Θεού με την αγάπη συνδέεται και με το γεγονός ότι η «καινή εντολή» του Χριστού, με την οποία υπερβαίνει τον νόμο της Π. Διαθήκης, είναι η αγάπη. Η αγάπη αυτή δεν είναι μονοσήμαντη αλλά καθολική. Απευθύνεται και στον Θεό και στους ανθρώπους, τους οποίους μας καλεί να τους αγαπήσουμε όπως τον ίδιο τον εαυτό μας, αλλά και συγχρόνως αποτελεί το κριτήριο βάσει του οποίου θα μας κρίνει ο Χριστός κατά την μέλλουσα κρίση. Αν, λοιπόν, ο Θεός είναι αγάπη και ζητά από εμάς την αγάπη, είναι προφανές για ποιον λόγο ο Ευαγ. Ιωάννης μας βεβαιώνει κατηγορηματικά ότι η αγάπη μας προς τους αδελφούς μας είναι αυτή που ελκύει τον Θεό στην ψυχή μας και τον κάνει να κατοικεί εν αυτή. Ο χώρος της Ενορίας,  ως κυττάρου της Εκκλησίας,  του Σώματος του Χριστού είναι ο κατεξοχήν χώρος μάθησης, άσκησης, βιώματος και πρακτικής της αγάπης. Ο Θεός ως απόλυτη αγάπη δεν είναι δυνατόν να κατοικήσει εκεί όπου υπάρχει το μίσος, η έχθρα, δεν μπορεί όμως και να κατοικήσει εκεί όπου υπάρχει η ψεύτικη και προσποιητή αγάπη. Συχνά οι άνθρωποι περιορίζουμε την αγάπη σε εξωτερικά ή και σε υποκριτικά σχήματα. Νομίζουμε ή θέλουμε να πείσουμε τον εαυτό μας ότι αγάπη είναι μερικά καλά λόγια, λόγια συμπάθειας προς τον αδελφό ή μια τυπική έκφραση φιλανθρωπίας ή ελεημοσύνης. Νομίζουμε ακόμη ότι η αγάπη είναι κάτι που μπορούμε να προσφέρουμε, όταν δεν θίγει τα συμφέροντά μας ή δεν εμποδίζει τις επιδιώξεις μας.  Όλα αυτά δεν είναι η αγάπη που θέλει ο Θεός, δεν είναι η αγάπη που συστήνει ο  Ευαγγελιστής Ιωάννης, δεν είναι η αγάπη η οποία ελκύει τον Θεό και τον καθιστά ένοικο της ψυχής μας. Δεν είναι η αγάπη που επιδιώκεται και οφείλει να ζει και κινείται η Ενορία.  Η αγάπη την οποία μας ζητά ο Θεός και μας διδάσκει ο αγαπημένος Του μαθητής είναι η αγάπη την οποία περιγράφει ο Απ.  Παύλος στην προς Κορινθίους επιστολή του.  Είναι η αγάπη η οποία «οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς», αλλά «πάντα στέγει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει». Και όποιος έχει αυτή την αγάπη είναι έτοιμος να δώσει και την ψυχή αυτού «ὑπέρ τῶν φίλων αὐτοῦ», όπως λέγει ο Χριστός, εννοώντας βεβαίως με τον όρο φίλους όχι ορισμένα μόνο πρόσωπα, αλλά όλους όσους έχουμε χρέος να αγαπούμε, δηλαδή τους πάντες, χωρίς καμία διάκριση

             Ἐάν ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεός ἐν ἡμῖν μένει». Ο  λόγος για τον οποίο θέτει ο Θεός ως προϋπόθεση της παραμονής Του στην ψυχή ενός ανθρώπου αυτή την αγάπη, είναι διότι σε διαφορετική περίπτωση η παρουσία Του δεν έχει κανένα νόημα στην ψυχή, γιατί ο άνθρωπος που δεν έχει αυτή την αγάπη, αδυνατεί να αντιληφθεί την παρουσία του Θεού, αδυνατεί να κατανοήσει την αγάπη Του, αδυνατεί να αισθανθεί την χαρά που προσφέρει αυτή στην ψυχή του.  Ασφαλώς αυτή η αγάπη δεν είναι εύκολη υπόθεση, αλλά είναι αποτέλεσμα προσπάθειας και αγώνα να νικήσουμε πολλά πάθη και ελαττώματα που εμφωλεύουν στην ψυχή μας, μας αξιώνει όμως μέσα από την καθημερινή διακονία μας και τον αγώνα μας μέσα στις ποιμαντικές δομές και δράσεις της Ενορίας, όταν την αποκτήσουμε και αυτό είναι το ζητούμενο τελικά  με ότι ο καθένας μας κάνει , να ζήσουμε μέσα στην παρουσία του Θεού και στην επίγεια ζωή αλλά και στη μέλλουσα.

                Η  αγάπη δεν είναι μόνο συναίσθημα, είναι τρόπος προσεγγίσεως του Θεού και του συναθρώπου αδελφού ενορίτη και όχι μόνο. Ως αγάπη ο Θεός και ο συνάνθρωπος προσεγγίζεται.  Και όπως όταν αγαπάς και προσεγγίζεις έναν άνθρωπο τον γνωρίζεις περισσότερο, τον γνωρίζεις καλύτερα, το ίδιο συμβαίνει και με τον Θεό. Όσο τον αγαπούμε, τόσο τον πλησιάζουμε και τόσο περισσότερο τον καταλαβαίνουμε. Έτσι λειτουργεί ο Θεός· μέσω της αγάπης. Και αυτή την αγάπη, την αγάπη μας προς τον Θεό, καλούμεθα να αυξήσουμε και εμείς στην ψυχή μας εμπνεόμενοι από το παράδειγμα του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, ο οποίος μας διασώζει στο ευαγγέλιο τον τρόπο με τον οποίο θέλει ο Χριστός να αγαπούμε. Και αυτός είναι η τήρηση των εντολών Του. « ἔχων τὰς ἐντολάς μου καὶ τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με».   Έχουμε τις εντολές του Χριστού και αυτές τις εντολές τις βιώνουμε μέσα στην ενοριακή μας σχέση και πράξη, ας τις τηρούμε, η Ενορία είναι το καλό στάδιο της ασκήσεως της αγάπης. Είναι ο χώρος  για να εκφράζουμε την αγάπη μας και να αισθανόμαστε του Θεού την  αγάπη και του συναθρώπου την αποδοχή, ώστε  να θερμαίνει την ψυχή μας και να φωτίζει τον νου μας, ώστε να κατανοούμε τον λόγο Του, να κατανοούμε τις εντολές Του, να κατανοούμε τα μυστήριά Του, για να απολαμβάνουμε ολοένα και περισσότερο την κοινωνία μαζί Του.

Β’  ΜΕΡΟΣ Η ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΙΑ ΜΑΣ

            «Ἐάν ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεός ἐν ἡμῖν μένει». Έχοντας λοιπόν ως βασικό σύνθημα το ποιο πάνω για τη φετινή εκκλησιαστική χρονιά, να υπενθυμίσουμε και πάλι σε όλους μας ότι  η Ενορία μέσα στην οποία ζούμε και κινούμεθα και ωριμάζουμε πνευματικά  αποτελεί το βασικό κύτταρο στην δομή -στο σώμα της Εκκλησίας. Η Ενορία είναι σε σμικρογραφία όλη η Εκκλησία όπου συνάζονται εν ιερά συνάξει οι πιστοί και με επικεφαλής τον Επίσκοπο ή τον εκπρόσωπό του τον κάθε ιερέα, συνιστούν την Λατρευτική Κοινότητα, η οποία τελεί το μυστήριο της  αγάπης της Εκκλησίας που δεν είναι αλλά από το Μυστήριο της Ενότητας, της Θ. Κοινωνίας και Θ. και ανθρώπινης επικοινωνίας  με το κατεξοχήν Μυστήριο της Αγάπης που είναι η  Θ. Λειτουργία, η Θ. Ευχαριστία.  Εμείς  όλοι οι συνεργάτες στο γεώργιο της ενορίας καλούμαστε να εντοπίσουμε και να αναζητήσουμε τα μέσα εκείνα με τα οποία η Ενορία μας θα παραμένει το κέντρο στο οποίο θα αναπτύσσονται οι σχέσεις αγάπης πλέον του κάθε ανθρώπου με τον Θεό και με τον συνάνθρωπο μας. Αυτές οι δύο διαστάσεις της πνευματικής εργασίας μας δεν είναι αυτονόητα πράγματα.

              Αυτές οι δύο διαστάσεις πάσχουν στην εποχή μας και στην Ενορία μας γιατί ο άνθρωπος ενώ είναι κοινωνικό ον και επομένως θα έλεγε κανείς ότι σημαδεύεται από αυτή την κοινωνικότητα, κατάντησε στην εποχή μας ένα σημείο, σύμφωνα με το οποίο ο κάθε άνθρωπος πλέον αποσύρεται, εγκλωβίζεται στον εαυτό του και στα συμφέροντά του και ουσιαστικά αποκόπτεται από το κοινωνικό σύνολο, ενώ παράλληλα πλέκονται διθύραμβοι  τάχα για την κοινωνικότητα  του ανθρώπου και για την ανάπτυξη των διανθρωπίνων κοινωνικών επιδερμικών και επιφανειακών σχέσεων.

              Ο προβληματισμός και οι σκέψεις και απορίες μου είναι να δούμε πώς μπορούμε να καταστήσουμε τη ενορία μας κέντρο πολιτισμού και εκκλησιαστικής κοινωνικότητας. Πώς μπορούμε να καταστήσουμε τη ενορία  κέντρο όπου οι συμμετέχοντες στην εκκλησιαστική σύναξη, οι συμμετέχοντες στην ενορία δεν θα είναι απλά και μόνο οι παθητικοί δέκτες των μηνυμάτων ή των κηρυγμάτων μας, αλλά θα μπορούν σιγά-σιγά να είναι και αυτοί διαμορφωτές των μηνυμάτων και των κηρυγμάτων αυτών.  Θα μπορούν να είναι οι εκφραστές του εκκλησιαστικού κοινωνικού πνεύματος της Εκκλησίας και της Ενορίας, το οποίο καθίσταται στις μέρες αναγκαιότατο παρά ποτέ, γιατί όπως σας έχω πει και άλλοτε,  σήμερα έχουν εκφυλιστεί ουσιαστικά οι κοινωνικές σχέσεις και οδηγούμεθα σε ένα καθεστώς ατομοκρατίας, αφού οι εκδηλώσεις και της Ενορίας  μας χαρακτηρίζονται εξωτερικά επιδερμικές οι οποίες, αλλοίμονο μας, αν γίνονται  μόνο προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις. 

             Στην αποψινή αυτή συνάντηση, που αποτελεί και συνάντηση  συμπροβληματισμού, το ποιμαντικό καθήκον όλων είναι αυτό το οποίο μας αναγκάζει να σκεφτούμε τρόπους για να κρατήσουμε τους ανθρώπους και μάλιστα τους νεότερους την ηλικία στην Εκκλησία και στην Ενορία, να προσελκύσουμε τους τελευταίους για να απαρτιστεί έτσι με την ενσυνείδητη συμμετοχή σε όλη την εκκλησιαστική ενοριακή ζωή η ευχαριστιακή κοινότητα και λατρευτική μας σύναξη.  Ενορία που δεν διδάσκει τον τρόπο της θεραπείας στα σύγχρονα θέματα και προβλήματα αλλά ασχολείται μόνο με έργα άλλα και επιδιώξεις κοσμικές δεν μπορεί να σώσει, να οδηγήσει στην θέωση και δεν έχει ορθόδοξο λόγο υπάρξεως. Αν η Ενορία δεν είναι θεραπευτήριο των πιστών, αλλά ασχολούνται με θρησκευτικές τελετές και αγρυπνίες και ευσεβοφανή έργα -καλές πράξεις και αγαθοεργίες, ενώ η καρδιά του ενορίτη παραμένει ανέγγικτη από την Χάρη του Αγίου Πνεύματος και δυστυχώς να παραμένει αθεράπευτη από τα πάθη.  Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι μπορεί να είμαστε πρώτοι στις αγρυπνίες, από πολύ νωρίς στις ακολουθίες , κάθε μέρα στον  Ναό και να ομοιάζουμε με την καμπάνα που πάντοτε προσκαλεί τους άλλους για να έλθουν σε επικοινωνία με το Άγιο Πνεύμα, αλλά εκείνη μένει πάντοτε από έξω από την  Χάρη, την θεραπεία, τον αγιασμό, την ίαση.

             Όταν η Ενορία αποκτήσει αληθινή επίγνωση του λόγου της υπάρξεώς της τότε θα παύσει να είναι τόπος περιπτωσιακής συνάντησης και θα  γίνει το απόλυτο κέντρο της ζωής μας. Η Ενορία οφείλει να είναι  με όλες τις εκδηλώσεις της εργαστήριο αγιότητας, αλλιώς θα εκφυλιστεί σε έναν εγκόσμιο οργανισμό σαν και αυτούς που υπάρχουν παντού γύρω μας σαν και αυτούς με τους οποίους θέλουν να μας εξισώσουν. Επειδή τα πάντα ξεκινούν από το τι πρόσωπο δείχνουμε όλοι μας στους συνανθρώπους, ας δούμε τον τρόπο που ένας  άγιος ο Ισαάκ ο Σύριος συμβουλεύει για να προσεγγίζουμε.

            «Όταν θέλεις να συμβουλεύσεις κάποιον και να τον οδηγήσεις στο καλό, πρώτα αναπαυσέ τον σωματικά και τίμησέ τον με λόγο γεμάτο αγάπης. Διότι τίποτε δεν πείθει τόσο πολύ τον άνθρωπο να γίνει αξιοπρεπής και να μεταστραφεί από την κακία του προς τα καλύτερα όσο τα σωματικά απλά αγαθά και η τιμή που βλέπει να του κάνεις……..Ανάγκασε τον εαυτό σου όταν στον ναό ή όπου αλλού συναντήσεις τον πλησίον σου να τον τιμήσεις πιο πολύ από ό,τι του αξίζει. Φίλησε τον και κράτησε τα χέρια του κοντά σου και επαινεσέ τον ακόμα και για αρετές που δεν έχει. Και όταν φύγει από κοντά σου λέγε για αυτόν ό,τι καλό και τίμιο υπάρχει. Γιατί με αυτούς τους τρόπους τον προσελκύεις στο καλό, τον ρίχνεις στο φιλότιμο και τον αναγκάζεις να ντρέπεται που δεν είναι συχνότερα κοντά σου.

               Η αποστολή μας είναι να μάθουμε τους ενορίτες μας να επικοινωνούμε μεταξύ μας με ένα τρόπο που διαφέρει από την τυπικότητα που προσφέρει η κοινωνία στην οποία ζούμε και μας κουράζει η υποκρισία της και ακόμη να δώσουμε σε όλους μας την δημιουργία, να δημιουργήσουμε και να αναπτύξουμε νέες και γεμάτες νόημα σχέσεις και φιλίες μέσα στην ενοριακή μας κοινότητα.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

            Τελειώνοντας  και αφού σας ευχαριστήσω για την υπομονή να με ακούσετε θα ήθελα και πάλι να τονίσω και με στεντορεία την φωνή να διακηρύξω ότι ο Πατέρας Προϊστάμενος,  σε συνεργασία με τους άλλους πατέρες αδελφούς και συναντιλήπτωρες και εσάς τους λαϊκούς πολύτιμους συνεργάτες  του έργου μας,  οφείλουμε από κοινού να συνάγουμε συστηματικά, “ὡς ἡ ὄρνις συνάγει τά νοσσία αὐτῆς“. 

            Για να μπορεί να είναι ζωντανή η Ενορία, να μπορεί ως  Οργανισμός με κίνηση και πνευματική ζωή να γίνεται η ζύμη στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο μας. Σκοπός μας επίσης οφείλει να είναι,  το να καταστήσουμε συνείδηση το γεγονός,  ότι καλός χριστιανός είναι το ζωντανό και αποδοτικό μέλος του Σώματος και ο άξιος συνεργάτης μας.

            Και το ποιος  είναι καλός και άξιος δεν μετριέται με  πόσους αγιασμούς ή ευχέλαια τέλεσε, με πόσα έργα έκανε στο Ναό, με πόσα χρήματα μάζεψε ή έδωσε στους απόρους ή πόσες φορές μαγείρεψε για τους τελευταίους ή πόσες φιάλες αίματος μάζεψε ή πόσο χρόνο έδωσε σε άλλες διακονίες ή σε πόσα παιδιά ως κατηχητής μίλησε και δίδαξε, αλλά μετριέται με το συνειδητό ποσοστό της συμμετοχής του στην Θ. Ευχαριστία της Ενορίας και κυρίως με το ποσοστό της  συνειδητής συμμετοχής του στη Θ. Κοινωνία. Δεν είναι ζωντανό μέλος της Ενορίας ο πιστός, καλοπροαίρετος ίσως, άνθρωπος που για λόγους  οικονομικής  άνεσης ή κοινωνικής του προβολής, έδωσε ή συνεχίζει να δίνει, γενναία οικονομικά ποσά ,για τις ποικίλες ποιμαντικές εργασίες της Ενορίας αν, ο ίδιος δεν ενδιαφέρεται για την εργασία της προσωπικής οικοδομής του νου και της καρδιάς του, και την συστηματική εργασία του, για να αποκαταστήσει αρχικά  μεν τη σχέση του με τον Θεό, δια της Θ. Κοινωνίας, και στη συνέχεια, να νιώσει τους άλλους,  ως αδελφούς μέσα στην Ενορία.

            Η Εκκλησία και η Ενορία ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΚΑΤΑΝΤΗΣΟΥΝ ΧΩΡΟΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΤΩΝ ΤΕΛΟΥΜΕΝΩΝ,  ΤΗΣ Θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑΤΙ ΤΟΤΕ ΔΕΝ ΘΑ ΔΙΑΦΕΡΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ , ΤΗΝ ΟΠΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ.   Με αυτές τις σκέψεις μου σας καλώ να συζητήσουμε και να ανταλλάξουμε τις σκέψεις μας. Η Χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η Αγάπη του Θεού και Πατρός και η Κοινωνία του Αγίου Πνεύματος είη μετά πάντων ημών. Αμήν

 

Πηγή Ενοριακό Φυλλάδιο 6 Οκτ 19

 

.

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗΤΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ 1ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2019  ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗΤΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ 1ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2019 

Μοιραστείτε τη σελίδα. Πατήστε το τελευταίο κουμπί για περισσότερες επιλογές
Exit mobile version