Site icon ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΗΛΙΟΥΠΟΛΕΩΣ

ΓΑΜΟΣ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ Ε΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΣΤΙΧ 20-33 ΤΗΣ ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΑΠ. ΠΑΥΛΟΥ

Εν κανά γάμος

Εν κανά γάμος

ΓΑΜΟΣ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ Ε΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΣΤΙΧ 20-33 ΤΗΣ ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΑΠ. ΠΑΥΛΟΥ

«……….Στην αρχή του Ε΄ κεφαλαίου της προς Εφεσίους Επιστολής του ο  Απ. Παύλος γράφει πως στις μεταξύ τους σχέσεις οι χριστιανοί πρέπει να έχουν ως υπόδειγμα τον Κύριο. Να είναι δηλαδή στη ζωή τους «μιμητές του Θεού» και να περιπατούν «ἐν ἀγάπη» και τούτο διότι και ο Χριστός αγάπησε τους ανθρώπους και παρέδωσε τον Εαυτό Του για χάρη τους και για τη σωτηρία τους.

            Τους γράφει στη συνέχεια τι πρέπει να προσέχουν και τι να αποφεύγουν στις μεταξύ τους σχέσεις.             Μολονότι αυτά λέγονται και ισχύουν για όλους γενικά τους πιστούς -χριστιανούς, εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς την ιδιαίτερη σημασία που έχουν οι παρακάτω οδηγίες και νουθεσίες για τους νεόνυμφους. Η αγάπη και η υποταγή του ενός στον άλλο είναι τα απαραίτητα στοιχεία και το θεμέλιο πάνω στο οποίο θα στηριχθεί η ομαλή συμβίωση και η ευτυχία των νεόνυμφων.

            α) Οι στίχοι 20-33 αποτελούν και  το Αποστολικό Ανάγνωσμα στην Ακολουθία του Γάμου. Κατανοεί συνεπώς κανείς  την ιδιάζουσα σημασία τους για την Εκκλησία και τους πιστούς. Το κείμενο είναι διδακτικό και ταυτόχρονα πρακτικό και εποικοδομητικό, με τεράστια προβολή στο επίπεδο του εκκλησιολογικού δόγματος τι πιστεύει δηλαδή η Εκκλησία και  επομένως και του εκκλησιαστικού ήθους και φρονήματος που απορρέει από αυτή την δογματική πίστη. Για τη μελέτη του  θα το χωρίσουμε  σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη  από το στίχο 20 μέχρι 24 θίγεται το νόημα της υποταγής της γυναίκας, πάντα με ελευθερία στον άνδρα της, «ὡς τῷ Κυρίῳ».  Στην δεύτερη από το στίχο 25  μέχρι το  31 αναλύεται η «υποταγή» του άνδρα στη γυναίκα, που είναι η αγάπη του προς αυτήν. Στην τρίτη και τελευταία  από το στίχο 32 μέχρι και 33 ο γάμος εντάσσεται στο Ένα  Μέγα Μυστήριο της Ενανθρώπησης  του Χριστού και στη σχέση του Χριστού με την Εκκλησία Του.  Πριν περάσει στα αμοιβαία καθήκοντα των συζύγων τονίζει τα δύο στοιχεία που βλέπουμε στην αρχή του αποστολικού αναγνώσματος και που πρέπει να διέπουν τη ζωή των χριστιανών.  Το ένα είναι η παντοτινή ευχαριστία «ὑπέρ πάντων», για όλα δηλαδή που μας δίνει η μας στέλνει ο Θεός, και το άλλο η προς αλλήλους υποταγή «ν φόβῳ Χριστοῦ».

 Πρώτο και ύψιστο καθήκον της συζύγου η «ν παντί» υποταγή (στιχ. 22–24)

             Οι στίχοι αυτοί αναφέρονται στα καθήκοντα των γυναικών. Οι στίχοι που αναφέρονται στα καθήκοντα των γυναικών αποτέλεσαν αντικείμενο  ομιλίας του  Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, η οποία είναι γνωστή ως Ομιλία 20 και αποτελείται από 30 κεφάλαια. Πρόκειται για ομιλία που μολονότι προέρχεται από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, είναι  διαφωτιστική και πολλά έχει να πει στα σημερινά αντρόγυνα.  Τα όσα γράφει ο  Απ. Παύλος για την υποταγή – υπακοή της γυναίκας στον άντρα ηχούν ίσως κάπως παράξενα στην εποχή μας, μια εποχή που η γυναίκα διεκδικεί ίσα δικαιώματα με τον άντρα και το φεμινιστικό κίνημα κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος.  Αν όμως εμβαθύνει κανείς στα λόγια του Αποστόλου, θα διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει υποβιβασμός της γυναίκας. Απλά εκφράζεται η Θεία Βούληση για την εξασφάλιση της ομαλής συμβίωσης του ανδρόγυνου. Ο Θεός, λοιπόν, με την πανσοφία του έταξε τον άντρα στη θέση της κεφαλής και τη γυναίκα στη θέση του σώματος. Ο άντρας προνοεί και φροντίζει για τη γυναίκα. Φυσικά πρόκειται για τον άντρα εκείνο που κάνει το παν για τη γυναίκα του, που η μεγάλη του αγάπη για αυτή τον κάνει να μην υπολογίζει κόπους,  κινδύνους· πρόκειται για τον άντρα που τιμά τη γυναίκα του και με πραγματική αυταπάρνηση προβαίνει και σε πράξεις θυσίας. Η γυναίκα για όλα αυτά υποτάσσεται, υπακούει στον άντρα της.

             Επομένως η υποταγή – υπακοή της γυναίκας στον άντρα, για την οποία κάνει λόγο ο  Απ. Παύλος, η αφοσίωση και ο σεβασμός της προς αυτόν δεν είναι δουλοπρέπεια, δεν είναι δουλική απάντηση σε οποιαδήποτε μορφή καταπίεσης και τυραννικής εξουσίας του άντρα, αλλά εμπιστοσύνη, αποδοχή και ανταπόκριση στην αγάπη του.  Η υπακοή που οφείλει η γυναίκα στον άντρα μεταφράζεται ως ισχυρή αγάπη προς αυτόν και έχει την έννοια παραχώρησης του προβαδίσματος, ενώ η αγάπη του άντρα προς τη γυναίκα μεταφράζεται ως αυτοπροσφορά και θυσία, ξένη προς οποιαδήποτε αυταρχικότητα. Η Εκκλησία αναγνωρίζει  μια ιεραρχία στις σχέσεις των συζύγων μέσα στο γάμο.

            Στην ιεραρχία αυτή προηγείται ο άντρας και ακολουθεί η γυναίκα. Η θέση αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι πρώτος δημιουργήθηκε ο άντρας και δεύτερη η γυναίκα ως βοηθός του. «᾿Αδὰμ γὰρ πρῶτος ἐπλάσθη, εἶτα Εὔα» λέγει ο  Απ. Παύλος στην  Α προς Τιμ., κεφ. β  στίχο 13· για αυτό  και δεν «επιτρέπει» ο Απόστολος στη γυναίκα να «αυθεντεῖν ἀνδρός» (Α Τιμ., β 12), να εξουσιάζει δηλ. τον άντρα της. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι το προβάδισμα που αναγνωρίζει η Εκκλησία στον άντρα είναι εξουσιαστικό και κυριαρχικό πρωτείο. Αντίθετα είναι πρωτείο ευθύνης, αληθινής αγάπης και θυσίας. Με άλλα λόγια η ιεραρχία στο αντρόγυνο είναι καθαρά λειτουργική, ένας τρόπος λειτουργίας του ζεύγους, και έχει χαρακτήρα δυναμικό, διαλεκτικό και ζωτικό. Ο άντρας οφείλει πρώτος αυτός να αγαπά όχι επιφανειακά αλλά έμπρακτα και ειλικρινά τη γυναίκα του, ενώ η γυναίκα καλείται από τη δική της πλευρά να ανταποδίδει γνήσια, αυθόρμητα και με απλότητα την αγάπη στον άντρα της, δίνοντας σ  αυτόν τιμητικά το προβάδισμα μέσα στο γάμο.

            Από το κύκλωμα αυτό της αμοιβαίας αγάπης δεν εξασφαλίζεται απλά η ομαλή συμβίωση αλλά, και αυτό είναι το σπουδαιότερο, πηγάζει η χαρά και η καρποφορία και πραγματοποιείται η αλληλοσυμπλήρωση, η πνευματική οικοδομή και η τελείωση του αντρόγυνου.   Ο παραλληλισμός της σχέσης μεταξύ του άντρα και της γυναίκας στο γάμο με τη σχέση Χριστού (Νυμφίου) και Εκκλησίας (Νύμφης) εξυψώνει το θεσμό του γάμου και από γεγονός βιολογικής αποκλειστικά ή ψυχολογικής αναγκαιότητας τον αναδεικνύει και του προσδίδει πνευματικό περιεχόμενο.  Όταν λοιπόν η γυναίκα υποτάσσεται και υπακούει στον άντρα της, πρέπει να το θεωρεί αυτό σαν πειθαρχία και υπακοή στον ίδιο τον Κύριο. Και ο άντρας από την άλλη μεριά δεν πρέπει να περιφρονεί τη γυναίκα του με την ιδέα ότι την εξουσιάζει. Αντίθετα σαν αντίρροπο της υπακοής που του δείχνει η γυναίκα του αυτός πρέπει να της προσφέρει την αγάπη του και τη φροντίδα του, όπως ακριβώς και ο Χριστός που είναι κεφαλή και αρχηγός της Εκκλησίας και θυσιάστηκε για να σώσει το σώμα της Εκκλησίας που το αποτελούμε όλοι εμείς οι άνθρωποι.

            Στα όσα ειπώθηκαν παραπάνω θα μπορούσαν να προβληθούν, δικαιολογημένα  αντιρρήσεις. Πώς είναι δυνατό όλα αυτά να εφαρμοστούν στις περιπτώσεις που η γυναίκα είναι αποδεδειγμένα αξιότερη από τον άντρα, περισσότερο αναπτυγμένη και καλλιεργημένη, περισσότερο δυναμική, αποφασιστική και δημιουργική; Θα πρέπει και εκεί ο άντρας να έχει το προβάδισμα; Και στις περιπτώσεις ισοδυναμίας, ισοδύναμης μόρφωσης, ισοδύναμων γενικά προσόντων των συζύγων ποιος θα έχει το προβάδισμα; Πώς μπορεί να έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις αυτές ο λόγος του Παύλου;  Μήπως υπάρχουν εξαιρέσεις;  Οπότε πώς μπορεί να είναι ισχυρό το αποστολικό παράγγελμα;

             Πιστεύουμε πως στις περιπτώσεις αυτές το αντρόγυνο που έχει πραγματική αγάπη και μέλημά του είναι η εξασφάλιση της ομόνοιας και της ομαλής συμβίωσης, το αντρόγυνο που βλέπει το γάμο όχι απλά σαν ένα συμβατικό θεσμό, αλλά ως κοινωνία προσώπων που πραγματώνεται με την κοινή προσπάθεια και την αγωνιστική πορεία των συζύγων από το «κατ’ εἰκόνα» στο «καθ’  ὁμοίωση», το αντρόγυνο που στοχεύει  με άλλα λόγια να περάσει μέσα από την αγάπη προς τους άλλους (σύντροφο, τέκνα) και να φτάσει στην τελειότητα, τη θέωση, δεν αντιμετωπίζει τέτοια διλήμματα. Στις περιπτώσεις αυτές τα οποιαδήποτε προβλήματα αντιμετωπίζονται με σύνεση, κατανόηση και διακριτικότητα.

            Στις περιπτώσεις αυτές μπορούν κάλλιστα να αντιστραφούν οι ρόλοι, αρκεί η αντιστροφή αυτή να μη γίνει αφορμή έπαρσης και αλαζονείας από την πλευρά μίας δυναμικής και καταξιωμένης γυναίκας που  μπορεί να παίζει το ρυθμιστικό ρόλο στα ζητήματα της οικογένειας· αρκεί να μην εκτραπεί σε συμπεριφορά που ταπεινώνει και εκμηδενίζει τον αδύνατο  άνδρα σύντροφο-σύζυγό της, να τον ταπεινώνει και να τον προσβάλει μπροστά στους δικούς του ή στους δικούς της, στους φίλους και συγγενείς και συνεργάτες· γιατί η τέλεια αγάπη, κατά τον Απ. Πάυλο, «οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐκ ἀσχημονεῖ», δεν φέρεται δηλ. αλαζονικά, δεν φουσκώνει από οίηση, δεν προβαίνει σε άσχημες ενέργειες (Α Κορ., ιγ 4–5).

      Η γυναίκα στις περιπτώσεις αυτές οφείλει να απονέμει στον άντρα της τον προσήκοντα σεβασμό και να μην τον εξουθενώνει, τα αποτελέσματα από μία τέτοια άρρωστη συμπεριφορά ευνουχισμού του άνδρα φέρνει τα δυστυχή αποτελέσματα του χωρισμού.

    Όλοι οι στίχοι  από τον 25 μέχρι και τον 33 αναφέρονται στα καθήκοντα του άνδρα προς τη γυναίκα. Το στοιχείο που κυριαρχεί είναι η αγάπη που της οφείλει, μία αγάπη ειλικρινής και απεριόριστη,  μία αγάπη  χωρίς ανταλλάγματα σαν αυτή που δείχνει προς τον ίδιο τον εαυτό του, μία αγάπη τέλος που να φτάνει, αν παραστεί ανάγκη στη θυσία.  Όταν τέτοιο είναι το ποιόν και τόσο το μέγεθος της αγάπης του άνδρα προς τη γυναίκα, τότε καταλαβαίνει κανείς γιατί ο Παύλος τονίζει πως και η γυναίκα έχει χρέος να υποτάσσεται στον άνδρα της «ἐν παντί» και να τον τιμάει απεριόριστα και με κάθε τρόπο.  Τότε καταλαβαίνει πόσο παρεξηγημένη από τους πολλούς  είναι η θέση στην οποία τάσσει τη γυναίκα μέσα στο γάμο ο Παύλος. Τότε καταλαβαίνει και πόση επιπολαιότητα κρύβει η λαϊκή συνήθεια και πίστη του πατήματος. Θα ήθελα όμως να εμβαθύνουμε ακόμα  περισσότερο στα καθήκοντα του άνδρα προς τη γυναίκα όπως αυτά διαγράφονται στο αποστολικό ανάγνωσμα.  Όλα τα καθήκοντα θα μπορούσαμε να πούμε συμπυκνώνονται σε μια και μόνη λέξη, τη λέξη  αγάπη Α) Η αγάπη του άνδρα για τη γυναίκα πρέπει να έχει ως πρότυπο την αγάπη του Χριστού για την Εκκλησία.  Βαρύ το παράγγελμα του  Παύλου και δυσκατόρθωτο.

Πώς να αγαπήσεις τη γυναίκα σου, όπως ο Χριστός αγάπησε την Εκκλησία, όλους εμάς δηλαδή τους ανθρώπους που την αποτελούμε; Εκείνος ήταν Θεάνθρωπος, είναι ο μόνος άγιος, ενώ εμείς είμαστε άνθρωποι με τόσες αδυναμίες.  Πώς να τον μιμηθούμε στο μεγάλο αυτό αγώνισμα;  Γι  αυτό και ο  Αγ. Χρυσόστομος συγκρίνοντας την εντολή του Παύλου προς τη γυναίκα, να υποτάσσεται και να υπακούει στον άνδρα της, με την εντολή προς τον άνδρα, να αγαπά τη γυναίκα του με τον ίδιο τρόπο που ο Χριστός αγάπησε τον άνθρωπο, βρίσκει πως η δεύτερη είναι ασύγκριτα  δυσκολότερη από την πρώτη στην εφαρμογή της. Στη μια, της γυναίκας προς τον άνδρα, τονίζεται το μέγεθος της υπακοής, στην άλλη  του άνδρα προς την γυναίκα, τονίζεται  το μέγεθος της αγάπης. Αναμφισβήτητα δύσκολο το πρώτο, δυσκολότερο όμως το δεύτερο. Αυτό  δε σημαίνει πως δεν πρέπει να προσπαθήσουμε. Αντίθετα, έχοντας πάντοτε υπόψη μας το τι υπέφερε ο Κύριος για τη δική μας αποκατάσταση και σωτηρία, για το δικό μας εξαγνισμό και αγιασμό, πρέπει διαρκώς και αδιαλείπτως να προσπαθούμε να ανταποκριθούμε στο καθήκον της θέσεως που ο καθένας μας έχει, του οποίου καθήκοντος  η εκπλήρωση θα συντελέσει στην εξασφάλιση της ομαλής συμβίωσης μέσα στην ευλογημένη από Θεού Οικογένεια. Αρωγός στην προσπάθειά μας αυτή η δύναμη και η Χάρη του Θεού. Αυτή είναι  που καταφέρνει όσα εμείς δεν μπορούμε να καταφέρουμε.  Το είπε ο Κύριος· «Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν» (Λουκ. ιη 27), ενώ ο Παύλος υπογραμμίζει πως μας αρκεί η Χάρη του Θεού και πως η δύναμή του βρίσκει την τελείωσή της στη δική μας αδυναμία· «ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται» (Β Κορ. ιβ 9). Για το πνεύμα της αγάπης και της θυσίας που πρέπει να κυριαρχεί στη συμπεριφορά του άντρα απέναντι της γυναίκας ο Αγ. Ι. Χρυσόστομος τονίζει τα εξής: ·«Θέλεις να σε υπακούει η γυναίκα σου, όπως η Εκκλησία το Χριστό; Προσπάθησε να φροντίζεις και να ενδιαφέρεσαι και εσύ γι΄αυτή, όπως ο Χριστός έκαμε για την Εκκλησία. Κι αν χρειαστεί να δώσεις τη ζωή σου για χάρη της, κι αν χρειαστεί να κουραστείς υπερβολικά πολλές φορές και γενικά να υπομείνεις και να πάθεις πολλά, μην το αποφύγεις. Δεν πρέπει να λησμονείς πως κι αν κάνεις όλα αυτά, όμως στην ουσία τίποτε δεν έκαμες σε σχέση με όσα έπραξε ο Χριστός για την Εκκλησία. Διότι εσύ όλα αυτά τα κάνεις, αφού πρώτα γνωριστείς με τη γυναίκα σου και αφού την αγαπήσεις και ενωθείς μαζί της με το δεσμό του γάμου, ενώ ο Χριστός τα πρόσφερε όλα για χάρη εκείνης…Έστω κι αν αυτή σε αγνοεί και σου φέρνεται άσχημα ή σε περιφρονεί. Τότε θα μπορέσεις να τη σκλαβώσεις και να την επαναφέρεις κοντά σου, όταν της δείξεις μεγάλο ενδιαφέρον, πολλή αγάπη και στοργή. Διότι δεν υπάρχει πιο αποτελεσματικό μέσο από αυτούς τους ιερούς δεσμούς και μάλιστα στη σχέση του άνδρα και της γυναίκας. Γιατί τον υπηρέτη σου με το φόβο θα μπορέσεις να τον υποτάξεις, στην πραγματικότητα όμως ούτε κι αυτόν, διότι γρήγορα μόλις βρει ευκαιρία θα εξαφανιστεί. Με εκείνη όμως που έγινε σύντροφος της ζωής σου, μητέρα των παιδιών σου, με εκείνη που ένιωσες μαζί της ευφροσύνη, με εκείνη να συνδέεσαι μαζί της, όχι με το φόβο, ούτε με τις απειλές, αλλά με την αγάπη και την αγαθή διάθεση» (Ομιλία κ, κεφ. 4).

     Β) Ο άνδρας οφείλει να αγαπά τη γυναίκα του, όπως ακριβώς αγαπά το ίδιο του το σώμα, όπως αγαπά τον εαυτό του δηλαδή. Με πόση, αλήθεια, απλότητα τονίζει ο Παύλος  το χρέος που έχει ο άνδρας να αγαπά τη γυναίκα του! Έτσι, λέει, οφείλει να αγαπά τη γυναίκα του, όπως αγαπά το ίδιο του το σώμα. Και όποιος αγαπά τη γυναίκα του, τον εαυτό του αγαπάει. Ποιός, αλήθεια, μισεί τη σάρκα του και αδιαφορεί για το σώμα του, για τον εαυτό του; Κανένας. Αντίθετα όλοι μας τον προσέχουμε τον εαυτό μας και το περιποιούμαστε το σώμα μας. Το παράγγελμα του Παύλου που φαίνεται τόσο απλό, τόσο λογικό, δεν είναι και τόσο εύκολο στην εφαρμογή, όπως δείχνει τουλάχιστο η πραγματικότητα. Στην πορεία προς υλοποίηση της αγάπης αυτής αναφύονται χίλια δύο εμπόδια. Η αγάπη, όπως την εννοεί ο Παύλος  και όπως την περιγράφει και την υμνεί ο ίδιος σε  άλλη του επιστολή (Α´ Κορ. ιγ´ 1–13) δεν είναι εύκολη υπόθεση. Πώς να αγαπήσεις τη γυναίκα σου, όπως αγαπάς τον ίδιο σου τον εαυτό;   Τη γυναίκα σου που έζησε και μεγάλωσε σε διαφορετικό οπωσδήποτε περιβάλλον, που έχει διαφορετικές από εσένα συνήθειες, αντιλήψεις και πεποιθήσεις, όχι όμοιες με τις δικές σου, δικό της πιστεύω και βιοθεωρία, δική της τέλος πάντων ιδιοσυγκρασία και προσωπικότητα; Τη γυναίκα σου που έχει ίσως ιδιορρυθμίες, ιδιοτροπίες, αδυναμίες και ελαττώματα ανυπόφορα;  Πώς ακόμη να την αγαπήσεις, όταν με τον καιρό διαπιστώνεις πως υπάρχουν βασικές διαφορές ανάμεσα στο δικό σου και το δικό της χαρακτήρα;   Πώς, πολύ περισσότερο, να της δείξεις τόση αγάπη, όταν βλέπεις ότι σε πικραίνει, σε προσβάλει σε βρίζει, δεν σε προσέχει  και σε στενοχωράει, συνειδητά ή ασυνείδητα, με χίλιους δύο τρόπους; Είναι δυνατόν;  Όμως ο Απ.  Παύλος επιμένει· «οὕτως ὀφείλουσιν οἱ ἄνδρες ἀγαπᾶν τὰς ἑαυτῶν γυναῖκας ὡς τὰ ἑαυτῶν σώματα» (Ἐφεσ. ε΄, 28). Γιατί; Αυτό που εμείς θεωρούμε παράλογο ο Παύλος  το θεωρεί λογικό, απαραίτητο για την ομαλή, παντοτινή, ισόβια συμβίωση και γιατί αν δεν γίνει αυτό η γυναίκα θα χαθεί. Με το γάμο ο άνδρας και η γυναίκα  ΟΦΕΙΛΟΥΝ ΝΑ αποδεσμεύονται από κάθε άλλο δεσμό, από κάθε άλλη επιρροή (φίλων, συγγενών, αδελφών και αυτών ακόμη των γονέων τους) και  να γίνονται ένα σώμα, μια σάρκα. Είναι πλέον μέλη ενός και του αυτού σώματος…».

 

Σχετικές ομιλίες

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΑΜΟ (ΜΕΡΟΣ Α΄)

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΑΜΟ (ΜΕΡΟΣ Β΄)

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΑΜΟ (ΜΕΡΟΣ Γ΄) (Γιατί χωρίζουν τα νέα Ζευγάρια)

 

Πηγή Ενοριακά Φυλλάδια 02,09,16 Φεβ 20

 

Μοιραστείτε τη σελίδα. Πατήστε το τελευταίο κουμπί για περισσότερες επιλογές
Exit mobile version