ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ Α’ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟ ΕΣΠΕΡΙΝΟ 2021
Ἡ περίοδος τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ποὺ ἀνοίγεται μὲ τὸν ἀποψινὸ Α΄ Κατανυκτικὸ ἑσπερινό, μπροστά μας, φαίνεται ξεκάθαρα ὅτι εἶναι μιὰ τελείως διαφορετικὴ περίοδος μέσα στὴν ἐτήσια ἐκκλησιαστική μας ζωή. Οἱ ἔννοιες ποὺ μᾶς δίνει, τὰ μηνύματα, τὰ κείμενα, τὸ τυπικό, τὸ τελετουργικό, διαφέρουν ὅλα· ἀκόμη καὶ τὰ …χρώματα!
Ἀνοίγει προπαρασκευαστικὰ μὲ τὸ Τριώδιο, περισσότερο δυναμικὰ μὲ τὴν Καθαρὰ Ἑβδομάδα καὶ ὁλοκληρώνεται, τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα, μὲ τὴν Ἀνάσταση. Ὅλη αὐτὴ ἡ περίοδος μᾶς προσκαλεῖ νὰ τὴν ζήσουμε. Ὅπως κάθε βρέφος, ὅταν γεννιέται, θέλουμε νὰ βλέπουμε ὅτι ἔχει μπροστά του μιὰ μακρὰ ζωὴ γιὰ νὰ τὴν ζήσει. Ὅπως κάθε πιστός, ὅταν εἶναι ἑτοιμοθάνατος, βλέπει νὰ στέκεται στὸ κατώφλι τῆς ἄλλης ζωῆς ποὺ τὸν προσκαλεῖ νὰ τὴν κληρονομήσει.
Ἡ Μεγ. Τεσσαρακοστὴ δὲν νοηματοδοτεῖται μόνο ἀπὸ τὸ κορυφαῖο γεγονός της, οὔτε καταξιώνεται μόνο στὴν Ἀνάσταση. Ἔχουν τεράστια σημασία τόσο ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ μέχρις ἐκεῖ, ὅσο καὶ ὁ βηματισμός. Οἱ χριστιανοί, καλούμεθα νὰ μεταχειριστοῦμε τὸν ἄσφαλτο αὐτὸ δρόμο, περπατῶντας μὲ σωστὸ καὶ ὑγιὴ βηματισμό, προκειμένου νὰ φτάσουμε στὸ σκοπό μας, νὰ βροῦμε τὸν στόχο μας. Ποιὸς εἶναι ὁ στόχος μας τῶν χριστιανῶν; Νὰ συναντήσουμε στὴ ζωή μας τὸν ἀναστημένο Κύριο καὶ στὴ συνέχεια νὰ ἀναληφθοῦμε μαζί Του.
Ἴσως διερωτηθεῖ κάποιος: Σ’ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΣΤΟΧΟ ΜΑΣ, ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΦΤΑΣΟΥΜΕ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΟΥΜΕ ΤΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ;
Ἐνδεχομένως· κάποιες μεγάλες φύσεις ἴσως νὰ τὰ καταφέρνουν, δὲν τὸ ἀποκλείω· ἂν εἶναι ἄνθρωποι ἐξαιρετικῆς ἁγιότητος καὶ κλίσεως· τίποτε δὲν εἶναι ἀδύνατο γιὰ τὸ Θεό. Όμως· σ’ἐμᾶς δόθηκε δῶρο, αὐτὴ ἡ εὔκολη διαδικασία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Σκεφθεῖτε ἕνα παράδειγμα· ὅτι εἶναι μεγάλη ἀνάγκη νὰ προλάβω τὸ τραῖνο. Ἄργησα, τρέχω μὲ τὶς βαλίτσες μου στὰ χέρια, ἐκεῖνο φεύγει, τὸ χάνω καὶ προκειμένου νὰ τὸ προλάβω πετῶ τὶς βαλίτσες μου καὶ τρέχω πιὸ γρήγορα, ὁπότε ἁρπάζω μιὰ λαβὴ καὶ ἀνεβαίνω. Πρόλαβα! Ἀνέβηκα! Δὲν λυπᾶμαι τὸν κόπο, οὔτε τὶς βαλίτσες (βαλίτσες εἶναι ὅσα «στερούμαστε» τὴν Μεγ. Τεσσαρακοστή). Σημασία ἔχει ὅτι πρόλαβα τὸ τραῖνο (ποὺ εἶναι ὁ Χριστός, ὁ στόχος ποὺ εἶπα). Αὐτὴ ἡ ἐπιτυχία, μοῦ δίνει τεράστια αὐτοπεποίθηση καὶ χαρά.
Καταλαβαίνετε, ἀγαπητοί μου;
Τελικά, ἡ Μεγ. Τεσσαρακοστὴ δὲν μᾶς προτείνει στερήσεις καὶ κόπους. Μᾶς προτείνει νίκες! Αὐτὸ μᾶς τὸ σύστησε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός! Νὰ μὴν παραιτούμαστε, νὰ μὴν ἐγκαταλείπουμε, νὰ τρέχουμε, νὰ παλεύουμε, νὰ διεκδικοῦμε καὶ νὰ στοχεύουμε στὴν νίκη. Αὐτή, ἀκριβῶς εἶναι, ἡ «κατὰ Χριστὸν ζωή».
Τὸ ἐπαναλαμβάνω: νὰ μὴν παραιτούμαστε, νὰ μὴν ἐγκαταλείπουμε, νὰ τρέχουμε, νὰ παλεύουμε, νὰ διεκδικοῦμε, νὰ στοχεύουμε στὴν νίκη. Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ ἦταν: «…κουράγιο! ἐγὼ τὸν νίκησα τὸν κόσμο», ἐννοοῦσε: γιὰ χάρη μας.
ΜΑ! ΘΑ ΜΟΥ ΠΕΙΤΕ: Η ΖΩΗ …ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΑΝΤΑ ΝΙΚΕΣ! Δίκιο ἔχετε! Γι’αὐτό, ἡ «κατὰ Χριστὸν» ζωή, δὲν προτείνεται ὡς παραμυθένια ζωή, δὲν εἶναι ψευδαίσθηση. Μᾶς διδάσκει νὰ ἀγωνιζόμαστε, νὰ παλεύουμε, νὰ ματώνουμε, νὰ πέφτουμε καὶ νὰ σηκωνόμαστε, διαρκῶς. Ὁ κανόνας τῆς «κατὰ Χριστὸν» ζωῆς, εἶναι ἕνας καὶ μοναδικός: νὰ μὴν μένουμε πεσμένοι ἀλλὰ νὰ σηκωνόμαστε ὄρθιοι καὶ νὰ ξανασυνεχίζουμε. Βεβαιωμένοι ἀπόλυτα, ὅτι σὲ ὅλη αὐτὴν τὴν πορεία δὲν θὰ εἴμαστε μόνοι μας, θὰ ἔχουμε συντροφιά μας τὸν Χριστό. Γι’αὐτὸ λέγεται ζωὴ «κατὰ Χριστόν».
ΤΙ ΔΙΑΦΕΡΕΙ Η ΖΩΗ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΚΗ ΜΑΣ, ΤΗΝ «ΚΑΤΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΖΩΗ»;
Μά! ἀκριβῶς σ’αὐτό. Καὶ οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι ἀγωνίζονται, παλεύουν, ματώνουν, πέφτουν καὶ σηκώνονται· ὅμως μόνοι τους, χωρίς τὸν Χριστό! Αὐτὸ τὸ «μαζί μὲ τὸν Χριστὸ» ἢ «χωρὶς τὸν Χριστὸ» εἶναι ἡ εἰδοποιὸς διαφορὰ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὰ ἄλλα ἔμβια ὄντα, ποὺ κι ἐκεῖνα τρῶνε, πίνουν, ἀναπαράγονται καὶ ψοφοῦν. Κι ἐκεῖνα πλάσματα τοῦ Θεοῦ εἶναι, αἰσθάνονται, ἀγαποῦν ἐνστικτωδῶς, θυμοῦνται, θλίβονται· ὅμως ὁ Χριστὸς σ’ἐμᾶς, ἔδωσε ὄχι μόνο αὐτήν, τὴν στοιχειώδη ζωή,· ἔδωσε, κατὰ πὼς μᾶς εἶπε: «… καὶ περισσσὸν ζωῆς».
Τί θὰ πεῖ «περισσὸν ζωῆς»; Σὲ τί συνίσταται αὐτὸ τὸ «παραπάνω ἀπὸ ζωή»; Σημαίνει τὸ δῶρο ποὺ μᾶς δόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ διαχειριζόμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοιτὴν ζωή μας μὲ δύο τρόπους: μὲ ὑπευθυνότητα καὶ μὲ ἐλευθερία.
Τί θὰ ποῦν αὐτὰ τὰ δύο;
Διαχειρίζομαι τὴν ζωή μου ὑπεύθυνα, σημαίνει ὅτι δὲν καταργῶ τὴν λογική μου. Ἐλέγχω τὰ αἰσθήματά μου καὶ δὲν ἐγκαταλείπω τὶς ὑποχρεώσεις μου. Ἔτσι, ὁ καθένας μας ἀποφασίζει, ρυθμίζει, τροποποιεῖ, βελτιώνει, προσαρμόζει λογικὰ τὶς πράξεις του καὶ τὶς σκέψεις του σὲ δυναμικὴ συνεργασία μὲ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς μας, μὲ τὴν οἰκογένειά μας, μὲ τὸν πνευματικό μας κ.ο.κ Διαχειρίζομαι τὴν ζωή μου ἐλεύθερα, σημαίνει ὅτι μελετῶ, ρωτῶ, μαθαίνω ἀπὸ τὴν πείρα τῶν ἄλλων ἢ τὴν δική μου ἐμπειρία, παίρνω γνῶμες πολλῶν, ἀλλὰ στὸ τέλος ἀποκρυσταλλώνω δική μου ἄποψη καὶ ἐλεύθερα τὴν ἀκολουθῶ, χωρὶς νὰ μοῦ τὴν ἐπιβάλλει κανένας ἄλλος ἄνθρωπος ἢ καμμιὰ ἀνάγκη. Ἡ ἄποψή μου αὐτή, δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι ἀλάνθαστη, ὅμως εἶναι ἡ…δική μου! Ἂν κάποτε διαπιστώσω ὅτι ἡ ἄποψή μου ὑπῆρξε λαθεμένη, τότε πάλι ἐλεύθερα τὴν ἀλλάζω. Μπορεῖ στὸ μεταξὺ νὰ πόνεσα, ὅμως ὁ πόνος αὐτὸς εἶναι ἐμπειρία, μεγάλος πλοῦτος. Ὅταν λοιπόν, λέμε ὅτι ἕνας ἄνθρωπος ἀποφασίζει νὰ ζήσει «κατὰ Χριστόν», αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀποφασίζει νὰ δημιουργήσει ὑπεύθυνη καὶ ἐλεύθερη σχέση μὲ τὸ Χριστό.
Τὸ λέω συχνὰ καὶ τὸ ἐπαναλαμβάνω ἐπειδὴ τὸ θεωρῶ ἀπαραίτητο, ὅτι στὴν
Ἐκκλησία δὲν ἐρχόμαστε γιὰ νὰ κατανοήσουμε μιὰ ἔννοια, ἀλλὰ ἐρχόμαστε γιὰ νὰ δημιουργήσουμε μιὰ σχέση. Κατὰ τὴν οἰκοδόμηση αὐτῆς τῆς σχέσεως χρειάζεται νὰ συμπεριφερθοῦμε ὑπεύθυνα καὶ ἐλεύθερα.
Ἐδῶ χρειάζεται νὰ ἀνοίξω μιὰ παρένθεση:
( Ἡ «κατὰ Χριστὸν» ζωὴ δὲν εἶναι ἕνας καὶ στερεότυπος τρόπος ζωῆς. Σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἔζησαν βασιλεῖς, στρατηγοί, σοφοί, ἀγράμματοι, οἰκογενειάρχες, μοναχοί, κληρικοί, ἄνδρες, γυναῖκες, παιδιά, ἄλλοι σὲ βοῦρκο ἁμαρτωλότητος ἄλλοι σὲ παρθενία καὶ ἁγνότητα, σὲ παλάτια, σὲ πόλεις, σὲ σκῆτες, σὲ ἐρήμους, σὲ ἐλεύθερα πολιτεύματα, σὲ σκλαβιές, σὲ μαρτύρια κλπ. Ὅλοι αὐτοὶ ἔζησαν «κατὰ Χριστόν», ὅμως, μὲ διαφορετικὸ τρόπο ὁ καθένας τους, οἰκοδόμησαν ξεχωριστὴ σχέση μαζί Του, τήρησαν τὸ θέλημά Του, ἡ Ἐκκλησία τοὺς ἀνακήρυξε ἁγίους της καὶ μᾶς τοὺς προβάλει σὰν παραδείγματα).
Ὁπότε, ποιανοῦ τὴν σχέση μὲ τὸ Χριστὸ νὰ μιμηθοῦμε; Ποιὸν ἀπὸ τοὺς παραπάνω θὰ ἀντιγράψουμε; Μὲ ποιὸν ἀπ’ ὅλους θὰ ταυτιστεῖ ὁ καθένας μας;
Ἐδῶ χρειάζεται νὰ ἀναπτύξουμε τὴν ὑπευθυνότητα καὶ τὴν ἐλευθερία ποὺ προανέφερα. Οἱ ζωὲς τῶν ἄλλων, τῶν ὁποιωνδήποτε ἄλλων, δὲν ἀντιγράφονται. Δὲν μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε τὶς πράξεις τους. Ἂν τὸ προσπαθήσουμε, θὰ πελαγοδρομήσουμε καὶ θὰ μπερδευτοῦμε. Θὰ κλονιστοῦμε συθέμελα καὶ τότε θὰ ρθεῖ ὁ πονηρὸς καὶ θὰ μᾶς ρίξει στὴν ἀμφιβολία, στὴν ἀπόγνωση, μέχρι καὶ στὴν ἀπιστία. Ὅμως, ὑπάρχει κι ἄλλος σοβαρὸς κίνδυνος: ὅταν νομίσουμε ὅτι μιμούμεθα ἐπαρκῶς τὶς ζωὲς κάποιων ἁγίων τῆς πίστεώς μας, ποὺ ἔζησαν τὴν «κατὰ Χριστὸν» ζωή, τότε κινδυνεύουμε νὰ ρθεῖ πάλι ὁ πονηρὸς καὶ νὰ μᾶς ρίξει στὴν ὑπερηφάνεια καὶ στὴν ἔπαρση, γιὰ τὸ τάχα κατόρθωμά μας. Καὶ ξέρουμε καλά, οἱ χριστιανοί, ὅτι ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἑωσφορικὴ ἁμαρτία. Λοιπόν, τί θὰ κάνουμε;
Νά! τὶ θὰ κάνουμε. Πρῶτα-πρῶτα θὰ μάθουμε καλὰ καὶ ὑπεύθυνα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὄχι, ἐξ ἀκοῆς, οὔτε ἀπὸ τὶς κινηματογραφικὲς ταινίες τῆς Μεγ. Ἑβδομάδος, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, τὴν Καινὴ Διαθήκη. Ἔπειτα θὰ βροῦμε στοὺς βίους τῶν Ἁγίων, πὼς βιώθηκε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ σὲ διαφορετικὲς ἐποχές, ἀπὸ διαφόρους χριστιανούς. Ἡ Ἁγία Γραφή, ἀπὸ τὴν μιὰ καὶ πῶς τὴν ἔζησαν διαχρονικὰ οἱ χριστιανοί, ἀπὸ τὴν ἄλλη, έτσι θὰ καταλάβουμε τὴν τεράστια δυναμικὴ τῆς ἱερᾶς μας Παραδόσεως. Μέσα σ’αὐτὴν τὴν ἱερά μας Παράδοση ἀναπνέουμε κι ἐμεῖς, σήμερα. Ὁπότε θὰ προσαρμόσουμε τὴν «κατὰ Χριστὸν» ζωὴ στὰ μέτρα μας. Θὰ σκεφθῶ λογικὰ καὶ ἐλεύθερα: τί μπορῶ νὰ κάνω ἐγώ, ἀπὸ ὅση ποικιλία παραδειγμάτων μοῦ δίνει ἡ Ἐκκλησία; Τί ταιριάζει στὴν ἐποχή μου; Τί ἁρμόζει στὸ χαρακτῆρα μου; Πόσες εἶναι οἱ ἀντοχές μου; Τί δέχεται ἡ οἰκογένειά μου; Ὅμως, προσοχή: στὴν προσπάθειά μου αὐτὴ δὲν θὰ αὐτενεργήσω, οὔτε θὰ αὐθαιρετήσω, ἐπειδὴ τότε, θὰ βγῶ ἔξω ἀπὸ τὴν ἱερά μας Παράδοση. Θὰ κόψω ἄνθη μέσα ἀπὸ τὸν κῆπο τῆς Παραδόσεώς μας, ἀλλὰ μὲ ὑπευθυνότητα ἐπιλογῆς καὶ ἐλευθερία και σε σχέση πάντα και πνευματική εξάρτηση με τον Πνευματικό Οδηγό μου, τον Πνευματικό Πατέρα μου που δεν έιναι απλά ο κάδος που ρίχνω τις αμαρτίες μου αλλά ο οδηγός στην εν Χριστώ Ζωή και αγιασμό μου.
Ἕνας σοφὸς ἅγιος, ἔλεγε: «ὅλες οἱ πράξεις τῶν ἁγίων εἶναι ἀξιοθαύμαστες, ἀλλὰ δὲν εἶναι ὅλες ἀξιομίμητες». Ἐμεῖς, δὲν ζοῦμε στὶς Κατακόμβες, οὔτε στὰ βυζαντινὰ χρόνια, οὔτε στὰ ἁγιορείτικα μοναστήρια, οὔτε στὴν τουρκοκρατία.
Ἡ ἐποχή μας ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὶς ἀρετές, δὲν προβάλει τὴν τιμιότητα, περιφρονεῖ τὴν ἁγιότητα, μᾶλλον κάνει καὶ κάτι χειρότερο: ἐκτροχιάζει τὴν ἁγιότητα σὲ προγνωστικὸ καζαμία καὶ παράλογη θαυματουργία και σε διαιτιτικά και γυμανστικά αποτελέσματα τύπου γιόγκα και διαλογισμών. ! Ὁπότε εἶναι ἐξάπαντος ἀνάγκη, τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, τὴν ἐμπειρία τῶν ἁγίων μας καὶ τὴν ποικιλότροπη «κατὰ Χριστὸν» ζωή, νὰ τὰ προσαρμόσουμε στὴν δική μας ἐποχὴ καὶ στὴν δική μας ζωὴ μὲ ὑπευθυνότητα καὶ ἐλευθερία.
Τί θέλω νὰ πῶ:
Εἴπαμε ὅτι ἡ Μεγ. Τεσσαρακοστὴ εἶναι ἡ διαδικασία ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσει σὲ συνάντηση μὲ τὸν Ἀναστημένο Κύριο. Ἡ διαδικασία αὐτὴ προβλέπει νηστεία, ἐγκράτεια, ἐλεημοσύνη, προσευχὴ καὶ μελέτη Καινῆς Διαθήκης. Στόχος μας ποιός εἶναι; εἴπαμε νὰ διορθώσουμε τὴν συμπεριφορά μας, νὰ βελτιώσουμε τὸν χαρακτῆρα μας, νὰ καθαρίσουμε τὸν νοῦ μας. Ὁπότε τί θὰ κάνουμε; Ἐδῶ χρειαζόμαστε τὴν βοήθεια του Πνευματικοῦ Πατρός Διδασκάλου και Ιατρού στην πνευματική μας ζωή και πορεία.
Θὰ ἀντλήσουμε ἀπὸ τὴν ἱερά μας Παράδοση ὅ,τι μᾶς βοηθάει, ὅ,τι μᾶς ταιριάζει, ὅ,τι μᾶς ἐξυπηρετεῖ προκειμένου νὰ πετύχουμε τὸν στόχο μας ἀκολουθῶντας τὸν βηματισμὸ τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς, σήμερα. Ὄχι ὑπερβολές, ὄχι ἀκρότητες, ὄχι ἀντιγραφές, ἀλλὰ δημιουργικὲς συνθέσεις. Ὄχι αὐθαιρεσίες, οὔτε πειραματισμούς, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῆς Παραδόσεώς μας. Μὲ σύνεση, μὲ σοβαρότητα, μὲ ὑπευθυνότητα, μὲ ἐλευθερία.
Πόσο μπορῶ νὰ νηστεύσω κι ἀπὸ τί; πόσο εἶναι ἐφικτὸ νὰ ἐγκρατευθεῖ τὸ ζευγάρι;
πόσο μπορῶ νὰ προσευχηθῶ καὶ πῶς; ποιά ἱερά μας Κείμενα μπορῶ νὰ μελετήσω καὶ μὲ ποιόν τρόπο; Στὴ συνέχεια, πῶς μπορῶ νὰ διορθώσω τὴν συμπεριφορά μου; Πῶς μπορῶ νὰ βελτιώσω τὸν χαρακτῆρα μου; πῶς μπορῶ νὰ καθαρίσω τὸν νοῦ μου; Δηλ. πῶς μπορῶ νὰ ἀρχίσω νὰ ζῶ «κατὰ Χριστόν». Τί σημαίνει νὰ ζήσω «κατὰ Χριστόν»; Σημαίνει νὰ συζήσω μὲ τὸν Χριστό, αὐτὸ σημαίνει! Κι ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἀρχίσουμε νὰ συζοῦμε μὲ τὸ Χριστό, τότε Ἐκεῖνος ἔρχεται καὶ κατασκηνώνει μέσα μας καὶ ἀρχίζει τὴν διαδικασία τῆς θεώσεώς μας. Ἐπιμένω, μὴν ξεχνᾶμε! ὅλα αὐτὰ τα εκτελούμε μὲ ὑπευθυνότητα καὶ ἐλευθερία. Και γιατί ἐπιμένω σε αυτό μὲ ὑπευθυνότητα καὶ ἐλευθερία ; Ἐπειδή, πολλὲς φορὲς ζοῦμε τόσο λαθεμένα τὴν «κατὰ Χριστὸν» ζωή μας, ποὺ μᾶς δημιουργεῖται ἡ ἐντύπωση ὅτι κάνουμε ἀγγαρεία.
Νομίζουμε ὅτι ὁ Θεὸς θέλει νὰ στερούμαστε κι ὅταν στερούμαστε ἱκανοποιεῖται. Νομίζουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἐφευρίσκει ἐξιλεωτικὲς ποινὲς γιὰ τὰ παιδιά της. Ὅτι τάχα, ὑπάρχει στὴν Πίστη μας ἕνας μακρὺς κατάλογος μὲ «μή», ποὺ ὀφείλουμε νὰ ἀποφεύγουμε. Κι ἕνας τεράστιος κατάλογος μὲ «πρέπει», ποὺ χρωστᾶμε νὰ ἐκπληρώνουμε. Καὶ ὅλα αὐτά, χωρὶς λογικὴ καὶ χωρὶς κανένα δικαίωμα ἐλεύθερης ἐπιλογῆς. Ἔ! λοιπόν, σᾶςτὸ λέω ἀπερίφραστα, ὅτι αὐτὰ δὲν εἶναι ἡ «κατὰ Χριστὸν» ζωή. Ἡ «κατὰ Χριστὸν» ζωὴ δὲν εἶναι ἀγγαρεία. Ὁ Θεὸς δὲν θέλει νὰ στερούμαστε, δὲν ἱκανοποιεῖται ὅταν ὑποφέρουμε. Ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει ποινές Στὴν Πίστη μας δὲν ὑπάρχουν «μή», δὲν ὑπάρχουν «πρέπει». Φοβᾶμαι, ὅτι τώρα, κάποιοι ἀπὸ σᾶς θὰ μοῦ πεῖτε: τὴν ψυχὴ μᾶς ἔβγαλες! Θὰ μᾶς πεῖς, τελικά, τί εἶναι ἡ «κατὰ Χριστὸν» ζωή;
Ἀγαπητοί μου, Πατέρες, ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφές μου, Ζωὴ «κατὰ Χριστὸν» εἶναι ὅ,τι φέρνει χαρὰ στὸν ἄνθρωπο! Ὁ Χριστὸς ἐπέμενε καὶ τὸ ἐπανέλαβε πολλὲς φορὲς τὸ βράδυ τῆς Μεγ. Πέμπτης, λίγο πρὶν παραδοθεῖ στοὺς σταυρωτές του: «Σᾶς ἀφήνω τὴν χαρά μου, …ἐγὼ ἦρθα γιὰ νὰ χαίρεσθε, μὲ τέτοια χαρὰ καὶ τόση χαρά, ποὺ κανεὶς ποτὲ δὲν θὰ μπορεῖ νὰ σᾶς τὴν πάρει».
Τί εἴδους χαρὰ ἐννοοῦσε ὁ Κύριός μας;
Καὶ ποῦ τὴν εἶχε Ἐκεῖνος τὴν χαρά, λίγες ὥρες πρὶν τὴν σταύρωσή του, τὴν ὁποία μάλιστα προγνώριζε ὅτι θὰ συμβεῖ;
Κάθε χαρά, εἶναι «κατὰ Χριστόν»;
Ὑπάρχει χαρὰ μακρυὰ ἀπὸ τὸν Χριστό;
Αὐτὰ εἶναι ἀδυσώπητα ἐρωτήματα ποὺ χρειάζεται ν’ ἀπαντηθοῦν. Πρῶτα ν’ἀποφύγουμε μιὰ παρεξήγηση: ὑπάρχει, ἆρα γε, χαρὰ στὴν ἁμαρτία;
Εἶπα ὅτι ζωὴ «κατὰ Χριστὸν» εἶναι ὁτιδήποτε φέρνει χαρὰ στὸν ἄνθρωπο. Μπορεῖ, λοιπόν, κάποιος νὰ πεῖ, ‘ἐγὼ χαίρομαι ποὺ ἁμαρτάνω’; Σᾶς ἀπαντῶ κατηγορηματικά: ὄχι! Δὲν ἀκούστηκε ποτὲ ἄνθρωπος νὰ λέει ‘χάρηκα στὴ ζωή μου ποὺ ἁμάρτανα’, ποτέ! Ἀντίθετα· πολλοὶ εἶπαν ‘ἄδικα χαράμισα χρόνια βουτηγμένος σὲ ἁμαρτίες’. Ξέρετε γιατί; ἐπειδή, ἡ ἁμαρτία ποτὲ δὲν φέρνει χαρά, ἀληθινὴ χαρὰ στὸν ἄνθρωπο. Χαίρεται, μὲ τὶς ἁμαρτίες του, ἔστω γιὰ λίγο, ξέρετε ποιός; αὐτός, ποὺ ποτὲ δὲν βίωσε τὴν μοναδικὰ ἐξαιρετικὴ νίκη, ποὺ εἶναι ἡ νίκη κατὰ τῆς ἁμαρτίας. Ὅποιος νοιώσει αὐτὴ τὴν νίκη, δὲν ξαναγυρίζει ποτὲ στὴν ἁμαρτία του.
Νὰ σᾶς πῶ ἕνα παρεμφερὲς παράδειγμα: οἱ ἄνθρωποι …ζοῦμε! ὅταν λέμε ὅτι ζοῦμε, ἐννοοῦμε ὅτι χτυπάει ἡ καρδιά μας καὶ τρέχει τὸ αἷμα στὶς φλέβες μας· ὅμως, ἡ Ἁγία Γραφὴ λέει τὸ ἀντίθετο, ὅτι δὲν ζοῦμε ὅλοι. Πολλοὶ «νομίζουν ὅτι ζοῦν, ὅμως στ’ ἀλήθεια εἶναι νεκροί». Ὅταν ἡ Ἐκκλησία λέει ζῶ ἐννοεῖ: γνωρίζω ποῦ βρισκόμουν πρὶν γεννηθῶ, γιατὶ γεννήθηκα, γιατὶ ὑπάρχω, ποιὸς εἶναι ὁ ρόλος μου στὴν ζωὴ καὶ τί θὰ συμβεῖ στὸ τέλος μου. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἀμείλικτα ἐρωτήματα βρίσκουν τὶς ἀπαντήσεις τους μέσα στὸ ἀναπόφευκτο γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως. Ὅποιος δὲν πιστεύει στὴν Ἀνάσταση, ἡ ζωή του δὲν ἔχει προοπτική. Ζωὴ χωρὶς προοπτικὴ δὲν ἔχει ἀξία, ὁπότε δὲν ἔχει καὶ νόημα ὕπαρξης.
Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν ἁμαρτία: συνεχίζει νὰ ἁμαρτάνει ὅποιος δὲν ἀντικατέστησε τὴν ἁμαρτία μὲ καθαρότητα τοῦ νοῦ, τῶν πράξεων καὶ τῶν
προθέσεών του. Οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε «ἐκ τῆς φύσεώς μας» πλασμένοι γιὰ τὸ καλό, γιὰ τὸ καθαρό, γιὰ τὸ ὄμορφο. Ἡ ἁμαρτία εἶναι «παρὰ φύσιν» κατάσταση, μᾶς βλάφτει, μᾶς ἀμαυρώνει, μᾶς ἀλαφιάζει, μᾶς πονάει καὶ μᾶς κακογερνάει.
Λοιπόν, γιατὶ νηστεύουμε;
Γιατὶ ἐγκρατεύονται τὰ ζευγάρια;
Γιατὶ διορθώνουμε τὸ χαρακτῆρα μας;
Γιατὶ βελτιώνουμε τὴν συμπεριφορά μας;
Γιατὶ προσπαθοῦμε νὰ καθαρίσουμε τὸν νοῦ μας;
Μά! γιὰ τὴν δική μας …«πνευματικὴ εὐζωΐα». Μᾶς τὰ συστήνει ὁ Χριστὸς ἐπειδὴ θέλει νὰ ἐπιστρέψουμε στὴν παραδείσια κατάστασή μας, ὅπου ἡ καλωσύνη, ἡ εὐπρέπεια, ἡ ἀρετή, ἡ ἁγιότητα ἦταν φυσικά μας ἰδιώματα. Μᾶς τὰ προτείνει ἡ Ἐκκλησία γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅτι ἀξίζουμε περισσότερο ἀπὸ τὶς ἀπαιτήσεις μας. Γιὰ νὰ μὴν μᾶς ρίχνουν χαμηλὰ τὰ πάθη μας, γιὰ νὰ μὴν μᾶς σέρνουν οἱ ὀρέξεις μας, τὰ νεύρα μας, οἱ ἐγωϊσμοί μας καὶ οἱ ἀδυναμίες μας. Στερούμαστε ἀπὸ μόνοι μας ὁτιδήποτε μᾶς σκλαβώνει, ὥστε νὰ σταθοῦμε ψηλότερα ἀπ’αὐτό. Γιὰ ν’ἀποκτήσουμε αὐτοπεποίθηση, δυναμισμό, ἀντοχή, ἐπιβολὴ στὸν ἑαυτό μας καὶ τελικά, γιὰ νὰ νικήσουμε τὴν ζωή. Δὲν μᾶς τὰ ἐπιβάλλει ὁ Θεός, δὲν μᾶς τὰ ὁρίζει στανικὰ ἡ Ἐκκλησία, μόνοι μας ξέρουμε ποῦ πάσχουμε καὶ γυρεύουμε τὸ ἀνάλογο ἀντίδοτο. Ὄχι αὐθαίρετα φάρμακα οὔτε ἀμφίβολα βοτάνια, ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὴν ἱερά μας Παράδοση, σύμφωνα μὲ ὅσα μᾶς φανέρωσε τὸ Εὐαγγέλιο.
Ἔτσι ἡ «κατὰ Χριστὸν» ζωή, φέρνει χαρά, ὀμορφιά, αὐτοπεποίθηση, δυναμισμὸ καὶ ρεαλισμό. Δίνει παρρησία, ὄχι ἄγχος· πατάει στέρεα· ὄχι σὲ ψευδαισθήσεις. Ἡ «κατὰ Χριστὸν» ζωὴ εἶναι ταπεινή, ὁπότε διώχνει τοὺς φαρισαϊσμούς· εἶναι ἀληθινή, ὁπότε ἐλευθερώνει ἀπὸ ἐνοχές· ἔχει παρρησία, δὲν εἶναι δειλή, ἐκπέμπει σοβαρότητα καὶ ὑγιὲς φρόνημα, ὄχι ἀρρωστημένες θρησκοληψίες, γεροντισμοὺς καὶ ἀνυποληψίες.
Στὴν «κατὰ Χριστὸν» ζωὴ δὲν μὲ ὑποκαθιστᾶ ὁ Χριστός, δὲν ἐξαφανίζει ὁ
Πνευματικὸς μου Πατέρας και οδηγός τὴν προσωπικότητά μου, δὲν μὲ ἐξουθενώνει μὲ ποινὲς ἡ Ἐκκλησία. Ἐγὼ ἀποφασίζω νὰ ζήσω «κατὰ Χριστόν», ἐγὼ ἀποφασίζω νὰ Τὸν προσκαλέσω ὅποτε θέλω στὴ ζωή μου καὶ νὰ Τὸν κρατήσω κοντά μου ὅσο θέλω. Δὲν μοῦ ἐπιβάλλεται τίποτε. Καμμιὰ στέρηση, κανένα «πρέπει», κανένα «μή». Δὲν μοῦ ζητᾶ τίποτε ὁ Θεός, παρὰ μόνο τὶς ἁμαρτίες μου γιὰ νὰ τὶς διαγράψει, ὥστε, χωρὶς τύψεις νὰ συνεχίσω ἐλεύθερα, λογικὰ καὶ μὲ ἀξιοπρέπεια τὴν ζωή μου. Μόνος μου ἀποφασίζω νὰ στερηθῶ τὶς ἁμαρτίες μου, τὰ πάθη μου, τὶς ἀδυναμίες μου, τὰ λάθη μου, ἐπειδὴ ἔχω πεισθεῖ ὅτι αὐτὰ μοῦ στεροῦν τὴν χαρὰ ἀπὸ τὴν ζωή μου.
Μόνος μου ἐμπιστεύομαι τὸν Χριστὸ καὶ καταθέτω στὰ χέρια Του τὸν κακό μου ἑαυτό, γιὰ νὰ μὲ ἀλλάξει, νὰ μὲ διορθώσει, νὰ φωτίσει μὲ τὸ φῶς Του τὴν ζωή μου.Εἶπα: «μόνος μου …καταθέτω στὰ χέρια Του τὸν ἑαυτό μου...» ναί! καλὰ τὸ εἶπα, ὅπως ἀκριβῶς καταθέτω τὰ χρήματά μου σ’ ὅποια Τράπεζα μοῦ δίνει μεγαλύτερο ἐπιτόκιο! Δική μου εἶναι ἡ ἀπόφαση νὰ ζήσω «κατὰ Χριστόν», λογικὴ καὶ ἐλεύθερη ἐπιλογή μου. Ὁπότε ἡ Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ που από απόψε μπάινουμε δὲν εἶναι στέρηση, δὲν εἶναι ὑποχρέωση, μία μοναδική και ανεπανάληπτη εὐκαιρία εἶναι, τὸ συμφέρον μου εἶναι. Ἐπιδίωξη εἶναι, ζητῶ ἐγὼ ὁ ἴδιος νὰ μὲ πάρει ο Χριστός στὴν ἀγκαλιά Του, ἐπειδὴ ξέρω καλά, ἔχω πεισθεῖ ἀπόλυτα ὅτι χέρια τοῦ Θεοῦ, εἶναι χέρια καλά. Τὰ μόνα καλὰ καὶ τρυφερὰ χέρια.
Τότε, και μόνο τότε αὐτὸς ὁ τεσσαρακοστιανὸς βηματισμὸς μου δὲν βαστάει μόνο ὅσο ἡ Σαρακοστή, διαρκεῖ ὅλο τὰ χρόνο. Αλλά γίνεται μόνιμος τρόπος ζωῆς μου. Καὶ εἶναι ἡ δική μου, ἡ προσωπικὴ «κατὰ Χριστὸν» ζωή. Καὶ εἶναι τόσο ὄμορφη ζωή. Ἐπειδή, τότε εἶναι ποὺ ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ μοναδικὴ καὶ προσωπικὴ σχέση μὲ τὸν Θεό. Συζεῖ μαζί Του. Κάθε φορὰ ρωτᾶ: «αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμῶ, τὸ θέλεις, Θεέ μου; ἂν ‘ναι’, τὸ πράττω. Ἂν αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμῶ δὲν τὸ θέλεις, ἐμπιστεύομαι τὴν κρίση σου, ἂς γίνει τὸ θέλημά Σου».
Ὁδηγῶντας τὸ αὐτοκίνητο, περπατῶντας στὸ δρόμο, κολυμπῶντας στὴ θάλασσα, ἢ γονατιστὸς ἢ ξαπλωμένος, προσεύχομαι: «εὐχαριστῶ Θεέ μου γιὰ ὅσα μοῦ δίνεις καὶ γιὰ ὅσα, ἀπὸ ἀγάπη, μοῦ στερεῖς, …φανέρωσέ μου τὸ θέλημά Σου, …δός μου ἐσὺ τὴν δύναμη νὰ τὸ ἐφαρμόσω, μόνος μου δὲν τὰ καταφέρνω, προσπάθησα, τὸ …ξέρεις»!
Αὐτὸ σημαίνει «ζῶ συνεταιρικὰ» μὲ τὸ Χριστό, μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ σιγουριά. Δὲν Τοῦ λέω: «γιατὶ σὲ μένα, Θεέ μου»! ἀλλὰ λέω: «καλύτερα σὲ μένα, ποὺ Σὲ ξέρω καὶ σ’ἀγαπῶ, ἂν τὸ ἔδινες σὲ ἄλλον, μπορεῖ νὰ μὴν τὸ ἄντεχε». Δὲν Τοῦ λέω: «πᾶρε τὸ σταυρό μου»! ἀλλὰ λέω: «δυνάμωσε τὴν πλάτη μου καὶ τὰ μπράτσα μου γιὰ νὰ τὸν σηκώσω…».
Ἔτσι οἱ ἄνθρωποι γινόμαστε ἀνθεκτικοί, ὄχι ψεύτικοι! Χαιρόμαστε τὴν ζωή μας, ὅσο κι ἂν μᾶς πονάει, τὴν ἀπολαμβάνουμε μὲ ἦττες καὶ νίκες. Δὲν εὐτελίζουμε τὴν προσωπικότητά μας, ἐπειδὴ τὴν χτίζουμε διαρκῶς. Δὲν τεμπελιάζουμε. Τὰ χέρια μας, τὴν ἡμέρα δουλεύουν ἀκατάπαυστα καὶ τὴν νύχτα ὑψώνονται στὸν οὐρανό.
Εἶπα, «ὑψώνονται…»· ἄρα λοιπόν, σ’αὐτὸν τὸν βηματισμὸ τῆς «κατὰ Χριστὸν» ζωῆς, δὲν εἴμαστε μόνοι. Τραγικὸ νὰ ζεῖ κανεὶς χωρὶς Θεό. Οὔτε τὴν χαρά του ξέρει ν’ἀπολαύσει, μόνος, ἀλλὰ οὔτε καὶ τὶς δυσκολίες του μπορεῖ νὰ σηκώσει, μονάχος. Στὴν «κατὰ Χριστὸν» ζωὴ δὲν εἴμαστε μόνοι, ποτέ. Προπονητής, ἀθλητικὸς γιατρός, σύντροφος, συνοδοιπόρος, συνεργὸς καὶ συναθλητὴς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, μέσῳ τῆς λειτουργικῆς καὶ μυστηριακῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἔτσι ὅπως αὐτὴ ἐντείνεται στὴν περίοδο τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς.
Λειτουργίες «τετελειωμένες», Λειτουργίες προηγιασμένες, Χαιρετισμοί, Μεγάλα Ἀπόδειπνα, καρδιακή εὐχὴ μὲ τὸ κομποσχοίνι (δὲν εἶναι μόνο φυλαχτὸ στὸν καρπό), περισσότερη ποιοτικά προσευχή, λίγες μετάνοιες, καθαρή ἐξομολόγηση, εὐχέλαιο, ἀρκετὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ανάγνωση των βίων των αγίων μας, ψυχωφέλιμα βιβλία πνευματικού περιεχομένου με την υπόδειξη του Πνευματικού κ.ἄ., περιορισμένη και ανάλογα με τις σωματικές ανάγκες μου τροφή, τί εἶναι ὅλα αὐτά; βήματα εἶναι, τῆς «κατὰ Χριστὸν» ζωῆς, ποὺ ὀμορφαίνουν τὴν περίοδο αυτή της Μεγ. Τεσσαρακοστὴ τῆς ζωῆς μας καὶ μᾶς ὁδηγοῦν στὸ τέλος τῆς Μεγ. Ἑβδομάδος, γιὰ νὰ συναντήσουμε ἐκεῖ «τὸν ἐραστὴ τῆς ψυχῆς μας» τὸν Ἀναστημένο Κύριό μας.
Εἶπα, «ἐραστὴ τῆς ψυχῆς μας…»! Θὰ μοῦ πεῖτε, τώρα, τί ξέρει ἡ ἐποχή μας ἀπὸ ἔρωτα καὶ ἀγάπη; Δὲν μιλῶ γιὰ τὸν ἔρωτα καὶ τὴν ἀγάπη ποὺ τὰ συναντᾶμε στὸ δρόμο, ποὺ ντρεπόμαστε ὅταν τὰ βλέπουμε κάθε στιγμή και σε κάθε τηλεοπτική ταινία στὴν τηλεόραση καὶ ποὺ κλαῖμε ὅταν τὰ διαβάζουμε κουρελιασμένα στὰ διαζύγια. Ὅμως, αὐτὸ τὸ θέμα θὰ τὸ θίξουμε σὲ ἄλλη εὐκαιρία. Τότε, λοιπόν, μόνο ὅταν συναντήσουμε «τὸν ἐραστὴ τῆς ψυχῆς μας», μόνο τότε μαλακώνει ἡ καρδιά μας, κατανύσσεται ἡ ψυχή μας, γαληνεύει ἡ σκέψη μας, συμφιλιωνόμαστε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, ἀγαπᾶμε τοὺς δικούς μας, κλείνουμε τὸ μάτι στοὺς ἐχθρούς μας, ἑρμηνεύουμε ὅλα ὅσα μᾶς συμβαίνουν (εἴτε καλὰ εἴτε κακά), τὰ προσπερνᾶμε ὅλα, δὲν φοβόμαστε τίποτε, ὀμορφαίνει ὁ κόσμος γύρω μας, χαιρόμαστε τὰ πάντα, διαφεντεύουμε τὴν ζωὴ μὲ τὰ χέρια μας, αἰσθανόμαστε φίλοι τοῦ Χριστοῦ, «οἰκεῖοι» τοῦ Θεοῦ καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας Του. Αὐτὴ εἶναι ἡ «κατὰ Χριστὸν» ζωή, ἀγαπητοί μου.
Κάτι ξέχασα…! Δὲν εἶπα τίποτε γιὰ τὴν κόλαση! Μά! τί νὰ πῶ; τὴν κόλαση τὴν ζοῦμε κάθε μέρα, ἀπὸ ἐδῶ ἀκόμα. Μιὰ ἁπλὴ περιήγηση στὰ δελτία εἰδήσεων φανερώνει τὴν κόλαση στὴν ὁποία ἤδη ζοῦμε. Ἡ Ἐκκλησία μιλάει γιὰ παράδεισο, γιὰ ζωή, γιὰ χαρά, γιὰ Χριστό. Ἔλεγε ἕνας πονεμένος σοφός, ἅγιος ἄνθρωπος: «ἂν μοῦ ἔλεγαν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸν παράδεισο, θὰ προτιμοῦσα νὰ πάω στὸ Χριστὸ κι ὄχι στὸν παράδεισο». Καὶ κατέληγε: «Κύριε, κι ἂν δὲν ὑπῆρχε παράδεισος θὰ σ’ἀγαποῦσα κι ἂν δὲν ὑπῆρχε κόλαση θὰ σὲ λογάριαζα». Ὅμως, νὰ σᾶς πῶ κάτι καὶ γιὰ τὴν κόλαση. Ξέρετε τί εἶναι κόλαση; Κόλαση εἶναι ἡ ἔλλειψη κοινωνίας μὲ τὸ Χριστό.
Ἡ «κατὰ Χριστὸν» ζωή, ὅπως σᾶς τὴν περιέγραψα, χωρὶς Θεία Κοινωνία δὲν εὐδοκιμεῖ. Ὅσα σᾶς εἶπα, εἶναι τὰ δικά μας βήματα πρὸς τὸν Χριστό. Ἡ θεία Κοινωνία εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ποὺ ἔρχεται σὰν φῶς γιὰ νὰ φωτίσει τὸ βαθὺ καὶ σκοτεινὸ χάος μέσα μας. Ζωὴ «κατὰ Χριστὸν» εἶναι τὸ μπόλιασμα τῆς ζωῆς μας στὴν ζωή Του. Χωρὶς αὐτὸ τὸ μπόλιασμα μένουμε ἀγριόδενδρα, χωρὶς καρπούς. Χωρὶς θεία Κοινωνία ἡ σχέση μας μαζί Του εἶναι σχέση φιλοσοφική, θεωρητική… καὶ ἡ ἀγάπη μας πρὸς Ἐκεῖνον εἶναι ἀγάπη …πλατωνική, ἐνῶ μὲ τὴν θεία Κοινωνία… γίνεται ἐρωτική, πραγματική, ζωντανή, ζεστή.
Ἐδῶ ἔρχεται τρομαγμένος, πανικόβλητος ὁ πονηρός, νὰ μᾶς ψιθυρίσει τὸ ἔσχατο ψέμμα του: Μά! εἶσαι ἄξιος γιὰ νὰ κοινωνήσεις; Θα πας τώρα με αυτή την κατάσταση του κορονοιού να κοινωνήσεις;και αν κολήσεις; Μακριά-μακριά φυλλάξου μακριά
Ψέμματα σατανικα, «παγίδες λιμοκτόνες»! Ταπείνωση μᾶς χρειάζεται καὶ λογικὴ συναίσθηση! Γιατί, ποιός εἶναι ἄξιος; Μήπως ἐμεῖς ποὺ τελούμε την αναίμακτη Θυσία την Θ. Λειτουργία και σᾶς κοινωνᾶμε είμαστε περισσότερο άξιοι από εσας ; Ταπείνωση μᾶς χρειάζεται καὶ λογικὴ συναίσθηση και συνείδηση να διακρίνουμε τι είναι αυτό που κοινωνώ και τι σχέση μπορεί να έχει με τα μικρόβια και τον θάνατο η πηγή της ζωής αυτός ο Χριστός εντός του Αγ. Ποτηρίου και της Αγ. Λαβίδος.
Ἀγαπητοί μου, Πατέρες, ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφές μου.
Ὁ Θεὸς μᾶς ἔπλασε, ὅμως δὲν τοῦ ἔχουμε καμμιὰ ὑποχρέωση γι’αὐτό. Ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε γιὰ μᾶς, ὅμως ποτὲ δὲν μᾶς ζήτησε εὐθύνες γι’αὐτό. Μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του ἐπέμενε συνεχῶς «χαίρετε… πάλι θὰ σᾶς τὸ πῶ, νὰ χαίρεσθε». Καταλαβαίνετε, ἀδελφοί; Νηστεύουμε, ἐγκρατευόμαστε, καλλιεργοῦμε τὸν ἑαυτό μας, διορθώνουμε τὸν χαρακτῆρα μας κ.ἄ. ὄχι ἐπειδὴ αὐτὰ εἶναι ἀναγκαῖες ὑποχρεώσεις μας καὶ ἀπαραίτητα καθήκοντα ἀπέναντι στὸ Θεό. Ὅσα κάνουμε, ὅσα στερούμαστε, ὅσα προσφέρουμε στὸ Θεό, εἶναι εὐκαιρίες ποὺ ὠφελοῦν τὸ δικό μας συμφέρον. Δὲν μᾶς ἔπλασε ἀπὸ κάποια ἀνάγκη του, ὁ Θεός. Δὲν ὠφελήθηκε ὁ Χριστὸς μὲ τὴν σταύρωσή Του. Ἀπὸ ἀγάπη γιὰ μᾶς, ἔγιναν ὅλα.
Ἡ Μεγ. Τεσσαρακοστὴ μᾶς ὑποδεικνύει τὸ ὄφελός μας.
Βῆμα-βῆμα μᾶς ὁδηγεῖ στὸν Ἀναστημένο Κύριο, ποὺ μᾶς πῆρε στὴν πλάτη Του καὶ μᾶς κουβαλάει γιὰ νὰ μᾶς ξεκουράσει: «ἐλᾶτε σὲ μένα οἱ κουρασμένοι καὶ οἱ βαρυφορτωμένοι κι ἐγὼ θὰ σᾶς ξεκουράσω», μᾶς εἶπε. Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι κούραση, ἡ ἁμαρτία εἶναι. Τὰ προβλήματα καὶ οἱ στενοχώριες δὲν εἶναι ἀνυπέρβλητα, ἡ ἀπελπισία μας εἶναι. Ἡ Μεγ. Τεσσαρακοστὴ μᾶς φέρνει νίκες, μᾶς προτείνει λύσεις, μᾶς ἐλευθερώνει ἀπὸ σκλαβιές, μᾶς διώχνει τὶς ψευδαισθήσεις, μᾶς φέρνει στὰ συγκαλά μας, μᾶς φέρνει χαρά.
Καὶ ἡ μεγαλύτερη χαρά, εἶναι ἡ διαρκὴς παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὴν ζωή μας. Στὴν ζωή μας, ποὺ δυστυχῶς κάποτε τὴν συνηθίζουμε μίζερη, τραγικὴ καὶ ἀπέλπιδα, ἐπειδή, οὔτε τὸ χωράει ὁ νοῦς μας, ὅτι ὁ Χριστός, ἀκόμα καὶ σ’ἐκείνη τὴν κατάντια μας, δὲν μᾶς ἐγκαταλείπει.
Τότε, μά! ἀκριβῶς τότε, ἂν ἀκούσει ἀπὸ τὸ στόμα μας ἔστω κι ἕναν ψίθυρο μετανοίας, ἂν ἀφουγκραστεῖ στὴν καρδιά μας ἔστω κι ἕνα θρόϊσμα ἐλπίδας, ἂν δεῖ στὸ πρόσωπό μας ἔστω κι ἕνα δάκρυ ἐμπιστοσύνης, σ’ Ἐκεῖνον λοιπόν, τότε, ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ Του ὁ Χριστός, ἐξακοντίζεται σὰν ἀστραπή, ἐκτινάσσεται σὰν βολίδα, σχίζει τὸ σύμπαν κι ἔρχεται νὰ μᾶς βρεῖ. Σ’ὅποιο βοῦρκο κι ἂν καθόμαστε, σ’ὅποια σκοτάδια κι ἂν περπατᾶμε, ἔρχεται δίπλα μας, χωρὶς θόρυβο, σιωπηλὸς χωρὶς κουβέντες, κάθεται κοντά μας νὰ μᾶς συντροφεύσει, νὰ μᾶς κάνει παρέα, νὰ μᾶς πεῖ «ἐδῶ εἶμαι, μὴ φοβᾶσαι». Περιμένει, περιμένει ὁ μεγάλος Ζητιάνος τῆς ψυχῆς μας ν’ἀποφασίσουμε ἐμεῖς. Νὰ ἀποφασίσουμε, πότε θὰ τοῦ ποῦμε «πᾶμε Κύριε». Καὶ τότε, ὅταν ποῦμε «πᾶμε Κύριε», μᾶς ἁρπάζει στὴν ἀγκαλιά Του καὶ σὰν σφεντόνα μᾶς ἐπιστρέφει στὴ Βασιλεία Του. Ξέρετε, γιατί; Γιὰ νὰ μᾶς τὴν χαρίσει, ἐπειδὴ κάποτε μᾶς ὀνόμασε κληρονόμους Του.
Μπροστὰ σ’αὐτὴν τὴν Μεγ. Τεσσαρακοστή, ποὺ ἀνοίγεται μὲ τὸν ἀποψινὸ Κατανυκτικὸ ἑσπερινὸ μπροστά μας, συγχωρέστε με σᾶς παρακαλῶ, Ἱερεῖς τὸν αδελφό σας, ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφὲς τὸν Πνευματικό σας, ὡς ἄνθρωπο καὶ συνάνθρωπό σας καὶ εὔχομαι, εὐλογῶ καὶ σᾶς συγχωρῶ ὅλους σας ἀνεξαιρέτως.
Ἂς συγχωρεθοῦμε μεταξύ μας γιὰ νὰ μᾶς συγχωρέσει ὅλους, ὁ καλὸς Θεός. Ἀμήν.