ΤΟ ΠΡΟΠΑΤΟΡΙΚΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΕΝ ΚΑΙΡΩ ΚΟΡΟΝΟΪΟΥ
Είναι εκπληκτικό, πώς τα πάντα εξηγούνται και ερμηνεύονται μέσα από την Αγία Γραφή, την Πατερική Παράδοση και την διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αυτό είναι κάτι που μας αποδεικνύει στην κάθε εποχή, ότι ο Λόγος του Θεού είναι πάντοτε τωρινός, διαχρονικός και επίκαιρος. Ακόμη και στην εποχή αυτή που ζούμε, μια εποχή σύγχυσης, φόβου, κρίσης και αγωνίας, με έναν ιό να προσβάλει όχι μόνο την σωματική υγεία του ανθρώπου αλλά και εν γένει την ακεραιότητα του σε επίπεδο ψυχικό, πνευματικό, κοινωνικό, ανθρωπιστικό, βρίσκουμε απαντήσεις μέσα στον αναλλοίωτο Λόγο του Ζώντος Θεού έτσι όμως όπως βιώνεται και διδάσκεται στη ζωή της Εκκλησίας.
Αυτός ο ιός δεν ήρθε να δημιουργήσει προβλήματα, ήρθε και τα ανέδειξε στην επιφάνεια. Όλα αυτά που ζούμε, ο τρόπος με τον οποίο στεκόμαστε μπροστά στην αρρώστια και το θάνατο, σε σημείο μάλιστα να αμφισβητούμε στην αγιαστική χάρη του Θεού, η «υπακοή» που υπογρεούμεθα να κάνουμε, κ.ο.κ, είναι θέματα που «δούλευαν» σιγά – σιγά μέσα μας και περίμεναν απλά μια μεγάλη αφορμή για να ξεσπάσουν. ( ΣΧΟΛΙΟ ΓΙΑ ΕΚΠΟΜΠΗ ΜΕ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 14/04/21). Ίσως να μην το καταλαβαίναμε, καθότι οι πράξεις εν τέλει επιβεβαιώνουν τα λόγια και όχι τα λόγια τις πράξεις. Στα λόγια ήμασταν χορτάτοι, μας τα δίδασκαν και τα διδάσκαμε, μα τώρα εμπρός στο πρόβλημα της πανδημίας καταλαβαίνει όντως κανείς, αν τα λόγια φώλιασαν και ζυμώθηκαν στις καρδιές μας, ή αν απλά ωσάν τον άνεμο σκόρπισαν.
Να δούμε τώρα με κάποια αντιστοίχιση την παρούσα κατάσταση που βιώνουμε με κάποιο αντίστοιχο γεγονός της Αγ. Γραφής. Διαβάζουμε, λοιπόν, στην Γένεση, στο 2° κεφάλαιο, ότι ο Θεός προτρέπει τον άνθρωπο να μην φάει από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού, γιατί εάν φάει τότε θα πεθάνει. Αυτός ο λόγος του Θεού ούτε διαταγή ήταν, ούτε απειλή, αλλά προτροπή προς υπακοή. Η υπακοή δεν έχει εξαναγκαστικό χαρακτήρα, αλλά γίνεται ελεύθερα, ελεύθερα σκύβω και ακούω αυτό για το οποίο με συμβουλεύει κάποιος, ο οποίος γνωρίζει καλύτερα από εμένα και θέλει το καλό μου (υπό + ακούω). Στην περίπτωση της Εδέμ Αυτός ήταν ο Θεός, στην περίπτωση την σημερινή είναι η Εκκλησία, μέσω του Επισκόπου και διά Αυτού οι Πνευματικοί Πατέρες που όμως ομονοούν και έχουν υπακοή στον Επισκοπικό Λόγο στην ουσία ξανά ο ίδιος ο Θεός.
Παρά την προτροπή του Θεού, δια της οποίας ο άνθρωπος θα παγιωνόταν στην θέωση, με την συνεργία του όφεως, εκείνος τρώει από το δέντρο. Τι παρατηρούμε εδώ; Πρώτον, το φίδι εξαπάτησε την Εύα λέγοντας της, ότι αν φάνε από τον καρπό δεν θα πεθάνουν, αλλά θα γίνουν σαν θεοί, επομένως ο τρόπος με τον οποίο παρουσίασε στους πρωτοπλάστους την αμαρτία, αλλά και ο σκοπός για τον οποίο εκείνοι έφαγαν τον καρπό, ήταν φαινομενικά καλοί, μιας και ο άνθρωπος πάντα το αγαθό είναι αυτό που ζητά.
Με τον τρόπο αυτό αντί η Εύα να κάνει υπακοή στον Θεό, κάνει υπακοή στο διάβολο με την μορφή του φιδιού, και στην συνέχεια ο Αδάμ κάνει υπακοή στην Εύα. Το αυτό συμβαίνει και σήμερα.
Αυτό το οποίο όλοι γνωρίζαμε, είναι πως η οδός της σωτηρίας μας, ως Χριστιανών, είναι δια της Μυστηριακής Ζωής και ελεύθερα όποιος ήθελε έκανε υπακοή σε αυτήν την προτροπή, με το να είναι δηλαδή μέλος του Μυστηριακού Σώματος του Χριστού που σημαίνει με απλά λόγια συνειδητοποιημένο μέλος της ζωής και διδασκαλίας της Εκκλησίας.
Η προτροπή της Εκκλησίας και σήμερα είναι η ίδια με αυτή του Θεού, δηλαδή, όποιος δεν είναι συνειδητό μέλος της Εκκλησίας είναι νεκρός από πλευράς πνευματικής, όχι ως τιμωρία, αλλά ως φυσική συνέπεια.
Σήμερα, ωστόσο, μια άλλη, όχι προτροπή υπακοής, αλλά εντολή αναγκαστική, μας επιβάλει να μην μετέχουμε στα Ιερά Μυστήρια και κυρίως στο Μυστήριο των Μυστηρίων την Θ. Κοινωνία. Ο νέος αυτός πειρασμός ο νέος όφις, δεν επισημαίνει αυτό που τονίζει τόσο ο Θεός στους πρωτοπλάστους, όσο και η Εκκλησία στο πλήρωμα της, ότι δηλαδή, ο αμέτοχος των Ιερών Μυστηρίων είναι πνευματικά νεκρός, αλλά μας λέει το εξής, « ότι ακόμη και η προσευχή από το σπίτι μας είναι η ίδια και η στέρηση μας αυτή γίνεται για το καλό μας!!!!!! Σκοπός πάντα είναι το καλό, έστω και αν αυτό είναι απλά φαινομενικό και όχι κατ’ ουσίαν καλό. Έτσι, λοιπόν, και σήμερα αντί να κάνουμε υπακοή στον Θεό, κάνουμε υπακοή στον νέο όφη, ο οποίος με δόλια πλάι μέσα και με αφορμή την πανδημία θέλει να μας αποκόφει από την ζωή και την λατρεία και την σχέση μας με την Οικογένειά μας την Αγία μας δηλαδή Εκκλησία. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, είτε αυτό το δεχόμαστε είτε δεν το δεχόμαστε πεθαίνουμε, με σκοπό να μην τάχα πεθάνουμε μολυσμένοι από τον κορονοιό, και αυτό είναι το οξύμωρο! Είναι προφανές ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί παρά να γίνεται με την συνεργία του πονηρού.
Το προπατορικό αμάρτημα, όμως, συνεχίζεται και δε σταματά στη βρώση του καρπού. Όταν άνοιξαν οι οφθαλμοί των πρωτοπλάστων, εκείνοι κρύφτηκαν για να μην τους βρει ο Θεός, όπως μελετάμε στο 3° κεφάλαιο του Βιβλίου της Γενέσεως. Όταν, λοιπόν, ο Θεός τους βρίσκει τελικά, τους ερωτά τον λόγο για τον οποίο κρύφτηκαν.
Ο Αδάμ τότε απαντά στο Θεό πως έφαγε από τον καρπό, που του έδωσε η Εύα, την οποία έπλασε Εκείνος, η δε Εύα απαντά πως έφαγε από τον καρπό, επειδή την εξαπάτησε το φίδι. Και οι δύο, δηλαδή, μετέθεσαν την ευθύνη.
Σήμερα και εμείς μεταθέτουμε την ευθύνη μας, λέγοντας πως από υπακοή δεν πάμε στην Εκκλησία. Κάνουμε το ίδιο πράγμα με τους πρωτοπλάστους, φτάνοντας και εμείς στο σημείο του Αδάμ να ρίχνουμε την ευθύνη στον Θεό. Ας μην επέτρεπε την πανδημία, Εμείς φταίμε;
Η υπακοή μας όμως δεν μπορεί και δεν είναι μία υπακοή άκριτη, μην το ξεχνάμε. Κάνουμε υπακοή αποκλειστικά και μόνο στο θέλημα του Θεού και στον Επίσκοπο και στην Εκκλησία μας. Μόνο άν αυτός που μας επιβάλει και μας ζητά τυφλή υπακοή απέχει από την διδασκαλία της Εκκλησίας, οποιοδήποτε αξίωμα και να φέρει, τότε έχουμε την υποχρέωση να μην κάνουμε υπακοή, γιατί τότε επιβεβαιώνουμε και επαναλαμβάνουμε στην ζωή μας ολόκληρο το προπατορικό αμάρτημα.
Πρέπει, λοιπόν, ως έλλογοι πνευματικοί άνθρωποι με νου και κρίση να εμπιστευόμαστε μόνο τον Επίσκοπό μας και την Εκκλησία μας, στη συνέχεια τον Πνευματικό μας Πατέρα και τη ζωή και διδασκαλία από τους Αγίους Πατέρες μας και να εξετάζουμε πολύ-πολύ προσεκτικά και καλά το τι ακούμε από πού αυτό το ακούμε και αν αυτό που ακούμε συμφέρει για την όλη πνευματική πρόοδο και κατάστασή μας και μας οδηγεί σε ενότητα μεταξύ μας ή μας διχάζει και μας σκανδαλίζει και στο σημείο αυτό αναφέρομαι σε όψιμος εκκλησιαστικούς προφήτες που με τις τοποθετήσεις τους αναστατώνουν τους πιστούς τους θέτουν διλλήματα πνευματικά στις σχέσεις τους με τους Επισκόπους μας και τους Πνευματικούς μας Πατέρες και δημιουργούν την εντύπωση του πανικού και του χάους της συνομοσιολογίας και της καταστροφολογίας αγνοώντας την παρουσία και την επέμβαση του Θεού στη ζωή και τα έργα μας.
Αν βλέπαμε σήμερα τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης, τον Μ. Βασίλειο, τον I Χρυσόστομο, τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, τον Άγιο Νεκτάριο, τον Άγιο Πορφύριο να φοράνε μάσκα μέσα στον Ναό μόνο και μόνο για να προστατεύσουν τον αδελφό τους, αυτό Θα σηματοδοτούσε την απιστία τους ή την εθελούσια έξοδο τους προς τον συνάνθρωπο;
Μήπως αυτό όμως δεν έκανε και ο Θεός διά του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, για χάρη όλων ημών των ανθρώπων;
Δεν βγήκε από την Τριαδική Του βεβαιότητα, φορώντας την σάρκα μας;
Δεν κινήθηκε πρώτος Αυτός προς την ανθρώπινη αδυναμία και ασθένεια μας από έρωτα για να σώσει το ανθρώπινο Γένος;
Ο Θεός ό,τι έγινε, για μένα τον κάθε άνθρωπο έγινε, για να μας γιατρέψει και να μας στερεώσει την αδυναμία μας μέσα από το πρόσωπο Του.
Έχω και μία ακόμα άλλη τελευταία αίσθηση. Αν μπορούσαμε να αγιογραφήσουμε τους Ναούς στην εποχή μας με μία άλλη οπτική και υπό την σκιά της πανδημίας, πολύ θα ήθελα να μπορούσαμε να αγιογραφούσαμε και κάποιους νέους Πατέρες της Εκκλησίας και με την μάσκα. Όχι για να την “πούμε” στους αρνητές της που ούτε με τον εαυτρό τους ούτε και με τους γύρω τους τα βρίσκουν, ούτε επίσης από ένδειξη αδυναμίας να κάνουμε κάτι τέτοιο, αλλά από την φανέρωση της αγάπης της πίστεως μας ως μία μορφή ακόμα έκρηξης μιας κάποιας άλλης φιλάνθρωπης αυθεντικότητας που είναι ο Χριστός και η Εκκλησία Του στην οποία θέλουμε να ανήκουμε και ανήκουμε. Αμήν