Site icon ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΗΛΙΟΥΠΟΛΕΩΣ

ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ Η’ ΜΕΣΗΜΕΡΙ;

Αγιο Όρος κορυφή

Αγιο Όρος κορυφή

ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ Η’  ΜΕΣΗΜΕΡΙ;

ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ Η’  ΜΕΣΗΜΕΡΙ;

Μια διελκυστίνδα πολιτικής συζήτησης και αντιπαλότητας εξελισσόταν ανάμεσα σε δεξιούς και κεντρώους πολιτικούς και βρισκόταν στο φόρτε της, συζητώντας ατέρμονα ένα Δεκεμβριανό απόγευμα, πριν την Χούντα.

Η συζήτηση τράβαγε σε μάκρος χρόνου και έφτασε και πέρασε το μεσονύκτιο. Τότε κάποιος φώναξε έντρομος: «Πω-πω φτάσαμε στα μεσάνυχτα!».

Ένας, λοιπόν, εκ των αντιπάλων τους, γνωστός για την ευφράδεια και ευστροφία του, τού επισήμανε: Ναι όντως είναι 12… μόνον που σε μας είναι μεσημέρι ενώ σ’ εσάς μεσάνυχτα…!

Διαχρονικό λογοπαίγνιο που μας αφορά όλους, αφού λέμε «έχεις μεσάνυχτα» όταν θέλουμε να πούμε ότι αγνοεί ο άλλος τα καίρια.

Τι τραγωδία, μετά από σχεδόν εβδομήντα χρόνια, να “περιγράφει” το περιστατικό σημερινούς χριστιανούς, που αντιπαλεύουν για το… 12 του μεσονύκτιου εορτασμού της Αναστάσεως, η παράβαση του οποίου να συνιστά κατά την μία πλευρά από αυτούς (άκουσον- άκουσον) δογματική παρατυπία!

Πάσχα είναι λέξη εβραϊκή, Πασάχ, που σημαίνει υπέρβαση ή διαβατήριο. Κατά τους Εβδομήκοντα ονομάζεται Φασέκ (Β΄ Παραλ. 30, 15)· και κατά τον Ιώση που ονομάζεται Φάσκα (Αρχαιολογία, Λόγος 5ος κεφ. α΄ 4). (Οι ανοητολογούντες ορθόδοξοι το επαναλαμβάνουν εμπαικτικά αγνοούντες τον αυτοεξευτελισμό τους).

Γιορτή που διαρκούσε μία εβδομάδα (από 14 έως 21 του μηνός Αβίβ ή Νισάν) και ήταν μνημόσυνο της απελευθερώσεως από την Αιγυπτιακή δουλεία και τύπος της θυσίας του Μεσσία Ιησού Χριστού.

Ονομαζόταν και εορτή των αζύμων γιατί όλες αυτές τις ημέρες οι Εβραίοι έτρωγαν άζυμο άρτο. Έσφαζαν το ζώο, αρνί ή κατσίκι, την Πέμπτη στο διάστημα μεταξύ έκτης και ενάτης ώρας, κατά την εβραϊκή μέτρηση του χρόνου. (Δείτε κι εδώ την αντιστοιχία των Παθών του Χριστού).

Το θύμα ψηνόταν περασμένο σε σούβλα έχοντας και ένα άλλο τεμάχιο ξύλου το οποίο το διασταύρωναν στο στήθος και, τρόπον τινά, σταυρωνόταν με προσοχή, ώστε να μη συντριβεί κανένα οστούν του.

Στο τραπέζι γινόταν διδασκαλία στα νεότερα μέλη της οικογενείας, με αφορμή το τυπικό και τα λεγόμενα, και μάθαιναν ότι «τούτο που τρώμε είναι το Πάσχα γιατί ο Κύριος “προσπέρασε”, αφήνοντας άρτια, τα σπίτια των πατέρων μας στην Αίγυπτο» (Εξ. 12, 27) και στη συνέχεια εξηγούσαν τα πικρά χόρτα, ως ανάμνηση της πικρίας της Αιγυπτιακής δουλείας, και τα άζυμα, ως ανάμνηση της αιφνίδιας αναχώρησης, που δεν επέτρεπε παρασκευή κανονικού άρτου. Ψάλλονταν οι ψαλμοί 112-113-114 και έκλεινε η γιορτή-δείπνο με το ποτήριο της Ευλογίας.

Ο Χριστός τελεί το ΜΥΣΤΙΚΟ ΔΕΙΠΝΟ. Δηλαδή το δείπνο που υπομνηματίζει και αποκαλύπτει τα σημαινόμενα του παλαιού Πάσχα.

Το δείπνο του Χριστού, δεν είναι Μυστικό γιατί δεν διάβαζε εκφώνως τις ευχές(!!!), (έχει ακουστεί και αυτή η ουρανομήκης αφέλεια-ανοησία), αλλά γιατί ήταν το μυστήριο της Καινής Διαθήκης, παραδινόταν σε μυημένους -τους Αποστόλους-, και ήταν άγνωστο (μυστικό) στους άλλους.

Ας δούμε τώρα την άλλη παράμετρο, την ωρολογιακή, του εορτασμού του Πάσχα.

Από το απόγευμα της Πέμπτης στις έξι (με το σύγχρονο ρολόι – με το εβραϊκό 12) μέχρι τις έξι το απόγευμα της Παρασκευής (με το σύγχρονο ρολόι – με το εβραϊκό 12) ήταν η ημέρα της Παρασκευής.

Από το απόγευμα της Παρασκευής στις έξι (με το σύγχρονο ρολόι – με το εβραϊκό 12) μέχρι το απόγευμα το Σάββατο στις έξι (με το σύγχρονο ρολόι – με το εβραϊκό 12) ήταν η ημέρα του Σαββάτου.

Από το απόγευμα του Σαββάτου στις έξι (με το σύγχρονο ρολόι – με το εβραϊκό 12) μέχρι το απόγευμα «τῆς μιᾶς Σαββάτων» (Κυριακή) στις έξι (με το σύγχρονο ρολόι – με το εβραϊκό 12) ήταν η Μία των Σαββάτων, η ΚΥΡΙΑΚΗ.

Κι αυτά γιατί οι Εβραίοι είχαν διαιρέσει σε δώδεκα ώρες την ημέρα και δώδεκα ώρες την νύκτα, και από την διήγηση της Γενέσεως μετρούσαν την έναρξη της ημέρας στις έξι το απόγευμα, 12 της δικής τους χρονομέτρησης.

Πράγμα που πήρε και η Εκκλησία και αρχίζει τις γιορτές το απόγευμα με τον εσπερινό. Πράγμα που τηρούν ακόμα και τώρα οι Αγιορείτες ονομάζοντας την δύση του ηλίου, δωδεκάτη ώρα!

Αντιλαμβάνεται ο πάσα ένας ότι είναι ιλαροτραγωδία κάποιοι «αφανείς μονάζοντες», επιλέξαντες το «λάθε βιώσας», να βγαίνουν στο ίντερνετ γεμίζοντας τους αφελείς και απλοϊκούς χριστιανούς ταραχή και σύγχυση φρενών και ψυχών, ανοητολογούντες… “θεολογικά” για την ιερότητα της 12ης νυχτερινής.

Δεν υπήρχε, αδελφοί μου, δωδεκάτη νυχτερινή στους Εβραίους, ούτε στους χριστιανούς μέχρι τον Captain Cook και τον Harisson και την ώρα Γκρίνουιτς το 1880, οπότε έγινε η διάδοση του ρολογιού στα καμπαναριά των Εκκλησιών και των πλατειών και άρχισαν να υπάρχουν ρολόγια χειρός, μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο!!

Φεύγοντας από τα δύο εβραϊκά ίσα δωδεκάωρα (ημέρα-νύχτα) η μέτρηση του χρόνου έπαψε να είναι νυχθήμερον, και έγινε εικοσιτετράωρον, πράγμα που λέει ότι Ανάσταση κάναμε την 24η και όχι την 12η, που είναι μεσημέρι!!

Έγινε όμως σάλαγος και παραλήρημα «θεολογικοϊστο-ρικό» για την “δωδεκάτη” νυχτερινή. Αρχιερείς γελοιοποίησαν την διδαχή της Αναστάσεως μεταλλάσσοντάς την σε έθιμα και τυπικά και ρυθμίσεις ωρολογιακές, ακόμη και για το πότε θα γίνει η κατάλυση η τροφική («Μη φάτε πριν την δωδεκάτη έστω και αν τελείωσε η Λειτουργία…»!!! Διδαχή ποιμένος στο αφελές του ποίμνιο. Αυτό είχε να πει για την μετοχή στην Ανάσταση; Ίσως… Παρά την πούρα ορθοδοξία τους!).

Καθηγητές φυσικής και φιλοσοφίας έγραψαν άρρητα ρήματα, θαυμάζοντες τους προηγουμένους. Συζητούντες για… μετάθεση της Αναστάσεως το «Μέγα Σάββατο», για «σμίκρυνση (άκουσον-άκουσον) του Χριστού», για «άρνηση του μυστηρίου της Σαρκώσεως, της Αναστάσεως και της Σωτηρίας του κόσμου», για (…διδασκαλία της Αγίας Πρώτης Συνόδου… λέει) «υποχρεωτική τέλεση της Αναστάσεως, αφού περάσουμε το μεσονύκτιο του Μεγάλου Σαββάτου»(!!!), για «ταύτιση(;) του Χριστού με την Κυριακή» και πλείστα άλλα αμετροεπή και ανυπόστατα, για τα οποία όλα γίνεται επίκληση ως επικυρωτική σφραγίδα και της γνώμης θεολογικών γεροντίων.

Η όλη ατμόσφαιρα, οι προηγηθείσες «ανοητοθεολογίες» για αποστειρωμένους ναούς και αδιαπέραστα από τον covid ντουβάρια, οι ανοητοαυτάρκειες, που θεωρούσαν “άχρηστες” τις μάσκες, οι εμμονές στον τρόπο μετάδοσης της Θείας Ευχαριστίας, “έστησαν” και “γέννησαν” ανυποληψία στις συνειδήσεις των λογικών και σκεπτόμενων ανθρώπων, οι οποίοι φυσικά θα “ανταποκρίνονται” λέγοντάς μας… ἐρήμην ἐμοῦ, και δυστυχώς θα έχουν δίκιο.

Μια Εκκλησία πολιτιστική παράδοση και κουλτούρα, δεν αφορά την υπαρξιακή καθημερινότητα.

Είναι διανοητικά σχήματα (όμορφα; Ίσως! Ίσως όσο και τα αγάλματα της αρχαιότητας!), που εισάγουν όμως στους ανθρώπους το σκουλήκι της αθεΐας, γιατί η όλη υπόθεση καταλήγει να εισπράττεται ως ζωτικό ψευδός, χρήσιμο στην κοινωνική ευρυθμία κατά το παρελθόν, παντελώς άχρηστο σήμερα.

Απολύτως υγιές και σωστό για όλους μας: Αυτό που μετράει είναι η ζωή και όχι η ιστορία. Ο Χριστός είναι ζωή. Αν Τον κάνουμε μόνον ιστορία θα μείνει με τους ιστοριοδίφες.

Όλος αυτός ο σχολαστικισμός και η τυπικολαγνεία, Τον κάνουν ιστορία όμορφη, που εύκολα γίνεται ανακουφιστικό παραμύθι, ενώ Αυτός επιμένει ότι ήρθε να βάλει φωτιά και να χωρίσει! Να χωρίσει τι; Την αλήθεια από το ψέμα. Την υγεία από την αρρώστια.

Για τον Χριστό και την Εκκλησία του, δεν χωρίζονται τα πράγματα σε καλά και κακά. Δεν ξεριζώνονται τα ζιζάνια τώρα.

Δεν ταξινομούνται οι άνθρωποι από τις ενέργειές τους μόνον (…ο ληστής πήγε στον ουρανό παρόλα τα μαύρα κατάστιχα της ζωής του …Πόρνες και τελώνες μας δείχνουν το δρόμο και προπορεύονται στην Βασιλεία Του).

Δεν υπάρχει παρά μόνον αλήθεια και ψέμα, και το καλό ταυτίζεται (πρέπει να ταυτίζεται) με την αλήθεια, ενώ το κακό με το ψέμα. Ο διάβολος είναι πατέρας του ψεύδους, ακόμα και του εξ αφελείας.

Να σβήνεις την “φωτιά” που ο Χριστός ήρθε να ανάψει και να αρρωσταίνεις τους ανθρώπους σε μονομανιακές ανόητες συνωμοσιολογίες, από τον αντίχριστο και το 666, μέχρι το ότι όλοι μάς εποφθαλμιούν και συνωμοτούν εναντίον μας, το “διάστημα” καταλήγει στο μέγεθος εκείνο, που χωρίζει τον Αβραάμ και τον Λάζαρο από τον πλούσιο!

Δυστυχώς, φανατισμός (fanum=ναός) εκπέμπεται από τον τρόπο σκέψης αξιολογήσεων και αντιδράσεων ενός μεγάλου μέρους χριστιανών.

Πολλοί αφαιρούν την αγάπη από το ασήμαντο εγώ τους και την θέτουν στην ιερή υπόθεση της Εκκλησίας (μέχρι εδώ καλά), δεν μπορούν όμως ούτε να αγαπούν ούτε να είναι ταπεινοί (ουσιαστικά, όχι στην εξωτερική συμπεριφορά τους) ακόμα και όταν η πίστη που αναγνωρίζουν είναι μια πίστη Αγάπης και Ταπεινοφροσύνης.

Δεν θέλουν να σκέφτονται ότι διατάχθηκαν να αγαπούν εκείνους οι οποίοι τους μισούν. Για τους χριστιανούς πρέπει μια τέτοια ψυχική διάθεση να είναι αδιανόητη, όχι μόνον για τον εαυτό τους, αλλά πολύ περισσότερο για υποθέσεις του Χριστού και της Εκκλησίας.

Πώς καταφέραμε να κάνουμε τους χριστιανούς φοβισμένα ανθρωπάκια, που φοβούνται ως κίνδυνο τον Χριστό και αγωνιούν να Τον εξιλεώσουν με αφελείς προσαρμογές συμπεριφοράς και εξ αυτού παρατηρούν ημέρες και καιρούς και ενιαυτούς, και σαν γνήσιοι απόγονοι των Φαρισαίων αφήνουν τα βαρύτερα του Νόμου, την κρίση και το έλεος και την πίστιν; Δηλαδή το «μηδέν ἄλογον ἤ ἄδικον ποιεῖν, ἀλλά πάντα κεκριμένως καί μετά λόγου;» (Θεοφύλακτος Βουλγαρίας).

«Τῇ ἐλευθερίᾳ ἧ ὁ Χριστός ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε».

Χριστός Ἀνέστη, σώζων ἅπαντας.

π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος

 

Πηγή

Μοιραστείτε τη σελίδα. Πατήστε το τελευταίο κουμπί για περισσότερες επιλογές
Exit mobile version