ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 20 ΦΕΒ 22
†ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΚΑΤΡΑΜΑΔΟΥ (Λουκ. 15, 11-32)
Την περασμένη Κυριακή ΤΕΛΩΝΟΥ & ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ σημειώθηκε ότι έχουμε εισέλθει στην περίοδο του Τριωδίου. Η Εκκλησία τις Κυριακές που προηγούνται της Μ. Τεσσαρακοστής μας προετοιμάζει προβάλλοντας μεγάλες αρετές που συνιστούν την πνευματική μας ζωή. Αρχικά με την Παραβολή Τελώνου και Φαρισαίου κατανοήσαμε τη σημασία της ταπεινώσεως. Ακούσαμε για την καταξιωμένη από τον Θεό ταπεινή προσευχή, η οποία σε συνδυασμό με την επίγνωση της αμαρτίας, θέτει τον άνθρωπο στη διαδικασία της μετάνοιας, στο να εμπιστεύεται την ζωή του απόλυτα στα χέρια και το θέλημα του Θεού. Σήμερα, με την Παραβολή του Ασώτου, τονίζεται η σημασία της μετανοίας στο πρόσωπο του Ασώτου αλλά και το απαράδεκτο της υποκρισίας και Φαρισαϊσμού του μεγαλύτερου Αδελφού. Τις επόμενες 2 Κυριακές θα ακούσουμε για το μεγαλείο της αγάπης, της δικαιοκρισίας αλλά και της φιλανθρωπίας του Θεού. Η παραβολή του Ασώτου, θεωρείται το ωραιότερο κείμενο της παγκόσμιας φιλολογίας. H Εκκλησία προβάλλει την τραγικότητα της αμαρτίας, τη χαρά της μετανοίας. Στο πρόσωπο του Ασώτου βλέπουμε τις καταστρεπτικές συνέπειες της ασωτίας, τα αποτελέσματα της σωφροσύνης. Στο πρόσωπο του μεγάλου Αδελφού τον τυπολάτρη εγωιστή πιστό. Στην Παραβολή περιγράφεται με λίγες λέξεις η ιστορία του ανθρωπίνου γένους. Για αυτή την Παραβολή λέχθηκε ότι, εάν χανόταν η Αγ. Γραφή και σωζόταν μόνο αυτή η ιστορία, ήταν αρκετή για να αναπληρώσει το Μήνυμα του Ευαγγελίου και να αποδείξει ότι Αυτὸς που την είπε είναι Θεός. Άξιο προσοχής, μέσα στους 20 στίχους της 11 φορές απαντάμε τη λέξη Πατήρ! Είναι η λέξη με την οποίαν ο Χριστός έκλεισε την Π. Διαθήκη και εγκαινίασε την K. Διαθήκη. Θεός- Πατήρ! Μας θυμίζει παράλληλα την κλασική διήγηση της περιπέτειας του Οδυσσέα από την Ελληνική Μυθολογία που απομακρύνεται από την Ιθάκη για να ανδρωθεί, να γίνει σοφότερος από πριν. Η αιώνια περιπέτεια του ανθρώπου, μέσα στο χρόνο και την ιστορία, να εγκαταλείπει πάντα, τη βεβαιότητα και την ασφάλεια, και να αναζητάει το ανέφικτο και το όνειρο, και στο τέλος σοφότερος απ’ αυτή την περιπέτεια της ζωής να επιστρέφει στην πατρώα οικία και στις ρίζες του, όπου τελικά και αναπαύεται. Αξίζει να προσεχθεί η περίπτωση του Ασώτου, για να ξεδιπλωθεί μπροστά μας η γόνιμη περιπέτεια του ανθρώπου, που ενώ στην αρχή φαίνεται αρνητική, στο τέλος η επιστροφή στην πατρική οικία παρουσιάζεται αναπόφευκτη και αναγκαία, ώστε ο άνθρωπος στις υπαρξιακές αναζητήσεις του να μη χαθεί, αλλά να φτάσει στην πνευματική του ωριμότητα και την πνευματική του ενηλικίωση.
ΜΗΝΥΜΑΤΑ
1. Η ΤΑΣΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΓΙΑ ΦΥΓΗ.
Η παραβολή του Ασώτου φαίνεται να επικεντρώνει την προσοχή στα αρνητικά αποτελέσματα της επανάστασης και φυγής του νεότερου υιού από την πατρική κηδεμονία. Ο νεότερος γιος αισθάνεται να ασφυκτιά στο σπίτι, να ενοχλείται από την παρουσία του πατέρα και του πρεσβύτερου αδελφού και να θέλει να απαλλαγεί από όλα εκείνα που τον έδεναν και τον έκαναν να αισθάνεται ότι είναι ο μικρότερος και ότι του επιβαλλόταν μια μόνιμη υπακοή και υποταγή. Ενδεικτική η απουσία μητέρας ή κάποιας αδελφής. Η γυναίκα στην Ιουδαϊκή παράδοση είναι απούσα ή σιωπούσα. Η γυναίκα ποτέ δεν κάνει επανάσταση, δεν φεύγει. Είναι η ρίζα, η παράδοση, η γη που γονιμοποιείται και τρέφει την ζωή. Ο κάθε γιος ποτέ δεν επαναστατεί ενάντια στη μητέρα και δεν ξεκόβει από την πατρώα γη, σε αυτή πάντα επιστρέφει, αυτή τον τρέφει. Το ίδιο συμβαίνει και στον Οδυσσέα της Ελληνικής Μυθολογίας. Η Ιθάκη του παραμένει το όνειρο και το όραμα της ζωής του, σε αυτήν και πάλι θα επιστρέψει για να σωθεί και να αναπαυθεί, άνδρας ώριμος πλέον. Ο νεότερος γιος της παραβολής φεύγει, παίρνοντας μαζί του την πατρική περιουσία που του ανήκει, για να γνωρίσει άλλους νέους κόσμους. Ο σκοπός αρχικά σωστός. Η φυγή έχει μια θετική προοπτική. Εκεί, όμως, «εἰς χώραν μακράν, διεσκόρπισεν τὴν οὐσίαν ζῶν ἀσώτως». Αυτό είναι το αναπάντεχο αλλά και το αναμενόμενο. Ο νέος τα βλέπει όλα θετικά στην αρχή. Το αρνητικό έρχεται αναπάντεχα, τον αιφνιδιάζει, τον τσακίζει. Εκεί ακριβώς παίζεται το παιχνίδι της ζωής, στη θέληση και τη δύναμη να αντιδράσει θετικά, να έρθει «εἰς ἐαυτόν» και να πάρει τις σωστές αποφάσεις. Μέσα σ’ αυτή τη διαδικασία και την αλληλουχία των γεγονότων, της φυγής, της περιπέτειας, της γνώσης της ζωής, της απογαλάκτισης και της άνδρωσης, φτάνει κανείς σε ένα τέλος, αρκεί το τέλος να είναι η πατρική οικία, η Εκκλησία. Η πνευματική ζωή είναι μια διαρκής πνευματική περιπέτεια. Οι νέοι πάντα θα φεύγουν. Η περιπέτεια είναι στο αίμα τους. Θέλουν να απομακρυνθούν από αυτό που ζουν, να αναζητήσουν νέους κόσμους, να αποκτήσουν νέες εμπειρίες. Είναι αδιανόητο και αφύσικο να μην επιδιώξουν να αμφισβητήσουν το παρελθόν, να αποστασιοποιηθούν από την παράδοση των παλιότερων γενεών, να μην αναζητήσουν να φτιάξουν τον δικό τους κόσμο. Σε αυτή την προσπάθεια αναγκαίο είναι το ξόδεμα της πατρικής περιουσίας. Είναι το σύνηθες. Δεν υπάρχει περίπτωση που ένα νέο παιδί να μην χαρακτηρισθεί απείθαρχο, να μη αιφνιδιάσει με τις αποφάσεις του, να μην μας κάνει να πονέσουμε με τον αποχαιρετισμό και τη φυγή του. Η ιστορία πάντα έτσι κινείται και διαμορφώνεται, με θετικές και αρνητικές αποφάσεις, με υπακοή και πειθαρχία του πρεσβύτερου υιού, με επανάσταση και «ασωτεία» του νεότερου. Αρκεί να μη χαθεί η Πατρική Εστία, να μη χαθεί από την Οικογένεια, από την Εκκλησία..»
2. Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΥΙΟΥ . Από την άλλη πλευρά έχουμε τη συμπεριφορά του πρεσβύτερου γιου. Στην παραβολή παρουσιάζεται να είναι αυτάρκης, προβάλει την υπεροχή του έναντι του μικρότερου αδελφού, υπερτονίζει την πιστότητα και συνέπεια στα οικογενειακά καθήκοντα. Σκοπός να μειώσει την στάση, την θέση του μικρότερου αδελφού και να διεκδικήσει υψηλή κληρονομιά, ως αμοιβή των πράξεων και των αρετών του. Αυτή η εικόνα επαναλαμβάνεται πανομοιότυπα πάντοτε. Πάντοτε οι πρεσβύτεροι νομίζουμε ότι είμαστε καλύτεροι από τους νεότερους και έχουμε πάντα δίκιο. Ο Πρεσβύτερος Υιός εκφράζει τον συνεπή εξωτερικά μόνο θρησκευτικό άνθρωπο, τον πειθαρχημένο, δίκαιο, που η ζωή του αισθάνεται να καταξιώνεται εξαιτίας της περιπέτειας του ασώτου. Ο πρεσβύτερος εύχεται την απώλεια του νεότερου. Η αρετή γι’ αυτόν αποκτάει νόημα από την ύπαρξη του κακού. Γι’ αυτό πολλές φορές με την αρνητική του στάση παρακινεί και ωθεί τον νεότερο στο δρόμο και στην περιπέτεια της ασωτίας. Έτσι αιτιολογείται η δυσαρέσκειά του για την επιστροφή του ασώτου. Δεν χαίρεται την επιστροφή του χαμένου αδελφού, δεν επαινεί τη μετάνοιά του, γιατί ποτέ δεν την περίμενε και ποτέ δεν ευχόταν γι’ αυτήν. Και τώρα που επέστρεψε ο μικρός αδελφός απέχει προκλητικά από τη χαρά και τις εκδηλώσεις της οικογενειακής γιορτής. Τώρα είναι απών αυτός, στη πιο κρίσιμη στιγμή και παρών είναι ο άσωτος. Η εικόνα αυτή μας θυμίζει την στάση του Φαρισαίου της προηγούμενης Κυριακής, του θρησκευτικού «τέλειου» ανθρώπου, που προσπαθεί να εξουθενώσει με κάθε τρόπο κοινωνικά και θρησκευτικά τον αμαρτωλό τελώνη. Όπως τότε δικαιώθηκε στο τέλος ο τελώνης, έτσι και τώρα δικαιώνεται από τον πατέρα ο άσωτος υιός. Φαίνεται πως ο πρεσβύτερος με τη στάση του και τη συμπεριφορά του, με τον περίεργο απαιτητικό του ρόλο, εξανάγκασε τελικά τον νεότερο αδελφό να απομακρυνθεί από το σπίτι τους, με σκοπό να ιδιοποιηθεί και να κληρονομήσει την τεράστια πατρική περιουσία. Το κακό έχει πάντα την αιτιολογία του. Κανένας δεν γεννιέται άσωτος. Γίνεται άσωτος μέσα στους συσχετισμούς της ζωής.
Για την Εκκλησία η συμπεριφορά του Πρεσβυτέρου Υιού θυμίζει ότι πολλοί από εμάς τους «θρήσκους και θρησκευόμενους» μοιάζουμε με αυτόν. Κινδυνεύουμε από το σύνδρομο αυτού του τύπου του ανθρώπου. Αν κανείς θέλει να λυπηθεί κάποιον σ’ αυτή την ιστορία και είναι άξιος πολλών δακρύων, είναι ο Πρεσβύτερος Υιός. Αυτός τελικά δεν έζησε ποτέ πραγματικά με τον πατέρα, δεν κοινώνησε ποτέ με τον πατέρα, ούτε χάρηκε, ούτε κατάλαβε ποτέ τον πατέρα. Εδώ είναι η μεγάλη τραγωδία. Τόσα χρόνια όφειλε να συνεργάζεται με τον Πατέρα τελικά δεν κατάλαβε ποιον Πατέρα είχε δίπλα του. Ο άσωτος, ενώ έκανε αμαρτίες, είχε ανακαλύψει τον Πατέρα μέσα στην καρδιά του. Όταν κακοπαθούσε, πεινούσε, έβοσκε τους χοίρους και έτρωγε από την τροφή τους μέσα σ’ αυτή την εξαθλίωση, απόρριψη και εγκατάλειψη, θυμήθηκε τον Πατέρα. Βρήκε τον εαυτό του και αποφάσισε να πάει πίσω στο σπίτι του, γιατί ήξερε ποιος είναι τελικά ο Πατέρας του. Ήταν βέβαιος ότι, ο πατέρας θα τον δεχόταν.
Δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι γιος σου, αλλά κάνε με σαν έναν από τους δούλους σου. Αυτό ήταν το κλειδί που άνοιξε την καρδιά του πατέρα. Ήξερε τον Πατέρα, ήξερε τον τρόπο που θα μιλήσει σ᾽ Αυτόν. Ο μεγάλος δεν το ήξερε αυτό. Είναι τραγωδία, όταν βλέπουμε ανθρώπους μέσα στην Εκκλησία που εργάζονται, την πνευματική εργασία, αγωνίζονται πνευματικά, διαβάζουν, εκκλησιάζονται, νηστεύουν, τηρούν τα διατεταγμένα, προσεύχονται, αλλά έχουν μία συμπεριφορά ακατανόητη: σαν να μην άκουσαν και δεν είδαν ποτέ τον Θεό μπροστά τους και δεν κατάλαβαν ποτέ το Ι. Ευαγγέλιο, σαν να ήταν κάτι άγνωστο γι’ αυτούς. Λέει κανείς, πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να είναι τόσα χρόνια μέσα στην Εκκλησία, να κοινωνεί, να προσεύχεται και να έχει σκληρότητα και μία κατάσταση μες στην ψυχή του, που δεν έχει καμιά σχέση με τον Χριστό; Παθαίνουμε ό,τι έπαθε και ο Πρεσβύτερος Υιός. Μας μπαίνει η ιδέα ότι είμαι τόσα χρόνια δούλος του Θεού, ποτέ δεν παράκουσα μία εντολή και αυτή η ικανοποίηση του εαυτού μας ότι κάνουμε πράγματα τα οποία είναι ευάρεστα στον Θεό, αυτή η πεποίθηση ότι τηρούμε τις εντολές του Θεού, αυτή η πεποίθηση είναι και η αιτία να έχουμε μία εικόνα του εαυτού μας εντελώς λανθασμένη μία εικόνα. Θα έρθει η ώρα του πειρασμού και εκεί θα φανεί τι έχουμε μέσα στην ψυχή μας. Τότε βγαίνει προς τα έξω ένας άνθρωπος τελείως παράξενος, αλλότριος του ανθρώπου και του παιδιού του Θεού και μάλιστα με πρόσχημα δικαιοσύνης. Η σχέση μας με τον Θεό δεν μπορεί να είναι σχέση οπαδού ποδοσφαιρικής ή αθλητικής ομάδας ή πολιτικού κόμματος. Ο Θεός δεν είναι κάτι που μας αρέσει. Η δημιουργία μας είναι κατ’ εικόνα και πρέπει να γίνουμε όμοιοι με Αυτόν. Πώς θα είμαστε και θα νιώθουμε παιδιά του αν δεν έχουμε ίχνη που μοιάζουν μαζί Του; Για να μην πλανώμεθα και να μη βρίσκουμε δικαιολογία ότι δεν ξέραμε ή δεν καταλάβαμε ποιος είναι ο Κύριος και για να το καταλάβουμε πρέπει να συντρίψουμε το είδωλό μας. Του «καλού» ανθρώπου, του φρόνιμου, ηθικού, του καθώς πρέπει, του συνετού, του δουλευτή στον Θεό και μάλιστα του«τοσαῦτα ἔτη» εργαζομένου. Έλεγαν κάποιοι τύποι στον Γέροντα Παΐσιο: «Γέροντα, έχετε πολλά χρόνια στο Άγ. Όρος»; Αυτός τους έλεγε πως ήρθε την ίδια χρονιά με το μουλάρι του γείτονα. «Τη χρονιά που έφερε αυτός το μουλάρι του στο Άγ. Όρος, μπήκα και εγώ. Ήθελε να τους πει ότι και το μουλάρι είναι στο Άγ. Όρος, όμως δεν έγινε και κανένα άγιο μουλάρι, μουλάρι ήταν, μουλάρι έμεινε. Βέβαια, το έλεγε από ταπείνωση για τον εαυτό του, και δεν είχε ποτέ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του».
3. ΤΡΑΓΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ «ΕΙΣ ΧΩΡΑΝ ΜΑΚΡΑΝ . Παρά ταύτα και ανεξαρτήτως των αιτίων της φυγής, η ζωή «εις χώραν μακράν» της πατρικής οικίας και παρουσίας έχει και την τραγική της όψη. Είναι πικρή εμπειρία με φοβερές συνέπειες. Δεν είναι η κατασπατάληση της πατρικής «ουσίας», όσο η εμπειρία της νεανικής ασωτίας, που μπορεί να καταστρέψει μια ζωή. Οι λανθασμένες επιλογές, τα προσωπικά λάθη, είναι μια εμπειρία που βαθαίνουν τη ζωή και μας κάνουν σοφότερους, αν οδηγήσουν στη μετάνοια και στην επιστροφή. Αν όμως επιμείνουμε να ζούμε «εις χώραν μακράν» τότε οι αρνητικές συνέπειες είναι ραγδαίες και καταστροφικές. Η εικόνα στη χώρα της ασωτίας φριχτή. «Διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως», κινδυνεύει η ζωή του από τον «ισχυρόν λιμόν» που ενέσκυψε. Ξενιτεία δεν σημαίνει πλουτισμός, σημαίνει «λιμός». Μια ζωή ατελέσφορη. Χάνεις το κύρος, το όνομα που είχες, στερείσαι τα πάντα, υποδύεσαι τον χοιροβοσκό. Από κληρονόμος πλουσίου πατέρα επιθυμείς τώρα να γίνει δούλος. Γυμνός, ασθενής, συντετρημένος, περιφρονημένος, περιφέρεις «εις χώραν μακράν» την αποτυχία σου και την ασωτία σου. Άλλη λύση δεν υπάρχει, ή ο επικείμενος θάνατος ή η επιστροφή. Προσοχή και σε ένα ακόμα σημείο, που δεν πρόσεξε ο άσωτος υιός, και αυτό τον έβγαλε, όπως βγάζει και εμάς, από το σπίτι του Πατέρα. Έχει σχέση με τις κακές , σκέψεις – λογισμούς . Κάποια κακή σκέψη σφηνώθηκε στο νου του, την έκρυψε στην ψυχή, δεν την εκμυστηρεύθηκε, την θεώρησε αληθινή και ωφέλιμη για τον εαυτό του. Αποτέλεσμα παρά λίγο να πέθαινε, αν δεν ερχόταν η καλή σκέψη, η οποία τον ξαναέφερε στο σπίτι του Πατέρα, και στο «παρά 5» της ζωής κέρδισε την πατρική υιοθεσία. Μια κακή σκέψη τον κατάστρεψε υλικά και παρά λίγο και πνευματικά, αν δεν μετανοούσε. Πολλές σκέψεις περνούν καθημερινά από το νου. Καλές και κακές. Αναρωτηθήκαμε ποτέ, αν οι σκέψεις αυτές είναι δικές μας; Τις θεωρούμε δικές μας. Δεν είναι έτσι. Οι περισσότερες από τις κακές σκέψεις είναι του διαβόλου. Αυτό διαφεύγει την προσοχή, όπως διέφυγε την προσοχή και του ασώτου της παραβολής. Αν είχε υπόψη του τη σωστή γνώση, ίσως να μην έφευγε από το σπίτι του. Στη στροφή τον περίμενε ο εχθρός.
Ο διάβολος όμως δεν έχει καμμία εξουσία πάνω στους Χριστιανούς, τους βαπτισμένους και μυρωμένους με τα Χαρίσματα του Αγ. Πνεύματος. Μπαίνει στη ζωή μας όταν εμείς τον προσκαλέσουμε. Κάθε κακή σκέψη είναι και μία επίθεση του εχθρού και μπορούμε να αποκρούσουμε τις επιθέσεις με τη δύναμη της προσευχής. Η παραβολή καταλήγει στην επιστροφή. Ο λόγος του Θεού ποτέ δεν είναι αρνητικός. Μέσα στα αδιέξοδα προβάλλει η αχτίδα της πατρικής αγάπης. Αυτό είναι το σταθερό σημείο και δεδομένο της παραβολής . Από εκεί ξεκινάει η έξοδος, η αναγκαιότητα της επιστροφής. Ποτέ δεν μπορούμε να φανταστούμε έναν Οδυσσέα που παραμένει στην ιστορική του περιπλάνηση. Η Οδύσσεια καταξιώνεται με την επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη, να καταπολεμήσει ως άνδρας πλέον τους μνηστήρες της γυναίκας του και της βασιλείας του. Η παραβολή καταξιώνει τελικά τον άσωτο υιό. Δεν επαινείται ο πρεσβύτερος για τη στάση του, ούτε ο νεότερος για τις πρώτες επιλογές του αλλά για την μετάνοιά του, την επιστροφή στον φυσικό χώρο του. Η επιβράβευση, δεν γίνεται για την επανάστασή του ή για την ασωτία, αλλά για την μετάνοια και την επιστροφή. Ο πρεσβύτερος τίθεται υπό κριτική, όχι για τη συνέπεια στις υποχρεώσεις του, ή για την πιστότητά του στις οικογενειακές αρχές, αλλά για τη σκληροκαρδία του και για την έλλειψη κατανόησης και αγάπης προς τον αδελφό.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Στην Παραβολή του Ασώτου δεν αποσιωπάται και μια σκληρή και ανομολόγητη πραγματικότητα. Ο άσωτος υιός δεν είναι το παιδί κάποιας διαλυμένης οικογένειας χαμηλής οικονομικής και κοινωνικής τάξης. Οι άσωτοι δεν είναι περιθωριακά παιδιά ή αλητάκια της φτωχογειτονιάς. Μπορεί να είναι γόνοι αριστοκρατικών οικογενειών, παιδιά θρησκευτικών και ενάρετων γονέων. Θα ήταν υποκρισία εάν πιστεύουμε το αντίθετο. Η κοινωνία ιδιαίτερα κραυγάζει για τις περιπτώσεις αυτές. Η ασωτία είναι φαινόμενο της υψηλής κοινωνίας, παρά των χαμηλών στρωμάτων, που τα παιδιά εργάζονται σκληρά για την επιβίωσή τους. Ένα ακόμα μήνυμα βρίσκεται στο γεγονός της πατρικής αγάπης και στη δυνατότητα επιστροφής, αφού η πατρική οικία οφείλει να παραμένει ανοιχτή. Η επιστροφή από τη χώρα της ασωτίας, τη γη της Αιγύπτου, της Φαραωνικής δουλείας, δεν θα είχε νόημα εάν δεν υπήρχε δυνατότητα υποδοχής από τον Θεό Πατέρα στη γη της Επαγγελίας. Ο παλαιός Ισραήλ εξέρχεται της Αίγυπτου και πορεύεται μέσα στην περιπέτεια, τους πειρασμούς της ερήμου, αλλά υπάρχει στο τέλος, η γη της επαγγελίας. Ο Άσωτος βρίσκει ανοιχτή την είσοδο της Πατρικής Οικίας. Η αγκάλη του Πατέρα ανοιχτή. Συνεχίζει να αγαπά, ελπίζει και προσμένει. Η πόρτα της Εκκλησίας και η καρδιά της για όλους και για κάθε λόγο ανοιχτή. Αυτό είναι το επίσης θαυμαστό της σημερινής Ευαγγελικής Ιστορίας. Η αγάπη και η κατανόηση του πατέρα είναι πρόσκληση διαρκείας για επιστροφή. Η αγάπη και το έλεος του Θεού είναι από τα μεγάλα δεδομένα της ζωής. Αυτό που αναμένεται πλέον είναι η δικιά μας μετάνοια και επιστροφή.
Πατέρες και Αδελφοί, Θα μπορούσαμε να μιλούμε ώρες και ημέρες αλλά ο πανδαμάτωρ χρόνος μας πιέζει να βάλουμε στο σημείο αυτό μία άνω τελεία. Η σημερινή ευαγγελική ιστορία επελέγη από την Εκκλησία να αναγιγνώσκεται κατά την περίοδο αυτή εν όψει της Μεγ. Τεσσαρακοστής και των γεγονότων του Πάσχα, ως πρόσκληση για μετάνοια και επιστροφή, κατά τον τύπο του Ασώτου και αποφυγή της συμπεριφοράς του Πρεσβυτέρου. Όλοι μας είμαστε λίγο άσωτοι, έχουμε κάνει τις επαναστάσεις, τις εξόδους μας, έχουμε την εμπειρία της προσωπικής πνευματικής μας περιπέτειας. Αυτό είναι δεδομένο. Το ζητούμενο είναι αν θα επιστρέψουμε και πάλι στη δικιά μας Ιθάκη, τη δική μας πατρογονική χώρα, το φυσικό σπίτι, το χώρο της ζωής και της φυσικής-πνευματικής αναπτύξεως και δράσης μας, που είναι η Οικογένεια, η Εκκλησία, της οποίας αποτελούμε μέλη και έχουμε την αξία και θέση μας. Ε Αυτό επιτρέψατε μου να ευχηθώ να ζούμε, εν μετανοία και ανυπόκριτη και αδιάκριτη αγάπη και να βιώνουμε όλοι μας. Αμήν