ΚΑΤΗΓΟΡΩ ΤΗΝ ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ…
Ομιλία Μητροπολίτη Χαλκηδόνος Μελίτωνος Χατζή (1913-1989) στο Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών,
Κυριακή της Τυροφάγου, 8η Μαρτίου 1970.
(Γνωστή ως η ομιλία για τον καρνάβαλο’).
Αδελφοί μου, Τίποτε δεν καυτηρίασε ο Κύριος τόσο πολύ, όσο την υποκρισία. Και ορθά, σ’ αυτή είδε, ότι υπάρχει πάντοτε ο μεγαλύτερος παραπλανητικός κίνδυνος, δηλαδή το εωσφορικό αγγελοφανές φως. Είναι πράγματι φοβερή η δύναμη της υποκρισίας. Τόσο γι ’ αυτόν που τη ζει και την ασκεί, όσο και γι ’ αυτούς που την υφίστανται.
Και είναι επικίνδυνη η υποκρισία, διότι ανταποκρίνεται προς βαθύτατο ψυχολογικό αίτημα του ανθρώπου. Ο άνθρωπος θέλει να φανεί αυτός που δεν είναι. Ακόμη και ενώπιον του εαυτού του και ενώπιον του Θεού και έτσι ξεφεύγει από την αλήθεια και την απλότητα και φυσικά και από την μετάνοια και τη σωτηρία. Σε λίγες ώρες έξω από αυτόν τον μεγαλοπρεπή Ναό της Πρωτευούσης Πόλεως των Αθηνών, έξω από την γαλήνη του, στους δρόμους αυτής της Πολιτείας, αλλά και σε άλλες πόλεις, θα παρελάσει ο Καρνάβαλος. Μη τον περιφρονήσετε και μη τον χλευάσετε και μη με κατακρίνετε, που τον αναφέρω αυτή τη ιερή στιγμή της Θ. Λειτουργίας. Δεν είναι καθόλου άσχετος ο καρνάβαλος με το μέγιστο πρόβλημα της εποχής μας, το πρόβλημα της υποκρισίας. Να τον προσέξετε και φέτος τον Καρνάβαλο, να τον προσέξετε με σεβασμό και με βαθύ στοχασμό. Είναι πανάρχαιο το φαινόμενο και είναι φαινόμενο βαθυτάτου και αγχώδους αιτήματος της ψυχής του ανθρώπου, να λυτρωθεί από την καθημερινή του υποκρισία με μία έκφραση ανωνύμου, διονυσιακής νέας υποκρισίας. Είναι τραγική μορφή ο Καρνάβαλος και όλοι είναι καρναβαλικά ντυμένοι. Ζητεί να λυτρωθεί από την υποκρισία υποκρινόμενος. Ζητεί να καταλύσει όλες τις ποικίλες μάσκες και προσωπίδες, που φορεί κάθε μέρα με μία νέα, την πιο αστεία και την πιο απίθανη. Ζητεί να εκκενώσει ότι υπάρχει απωθημένο μέσα στο υποσυνείδητό του και να ελευθερωθεί, αλλά τι αλήθεια τραγικό, ελευθερία δεν υπάρχει, γιατί η τραγωδία του Καρνάβαλου και όλων όσων τον ακολουθούν, παραμένει άλυτη και τραγική μετά την παρέλευση της παρέλασης, της γιορτής όταν σβήσουν τα φώτα. Το βαθύτατο αίτημά του είναι να μεταμορφωθεί. Εδώ, λοιπόν, είναι η θέση της Εκκλησίας, κοντά ναι κοντά στον Καρνάβαλο, κοντά σε όσους νομίζουν πως μπορούν να βρούνε την χαρά στα ξυλοκέρατα. Η Εκκλησία οφείλει να είναι δίπλα, μαζί και κοντά σε αυτόν που ζητεί μεταμόρφωση, το κεντρικό κήρυγμα της Ορθοδοξίας το κήρυγμα της Εκκλησίας του Χριστού είναι η κατά Θεό μεταμόρφωση. Να μη τον καταδικάσουμε, λοιπόν, τον Καρνάβαλο και όλους όσους θα γεμίσουν τους δρόμους και τις πλατείες, αλλά να σταθούμε κάτω από την μάσκα του και τις μάσκες του, την προσωπίδα του, να ακούσουμε την αγωνία τους , την έκκλησή τους, το δάκρυ τους. Επαναλαμβάνω, της Εκκλησίας μας το βαθύτερο και ουσιαστικό κήρυγμα ζητεί ο Καρνάβαλος, περιφερόμενος στους δρόμους της Πολιτείας: Τη μεταμόρφωση. Και είναι ο ειλικρινέστερος και εντιμότερος των υποκριτών. Ίσως ακούγοντάς με να νομίσετε, ότι αστειεύομαι. Απολύτως όχι, δεν αστειεύομαι. Δεν υπάρχει σοβαρότερο πρόβλημα για την Εκκλησία. Δεν είναι δυνατόν η Εκκλησία, και μάλιστα η Ορθόδοξος, η δική μας Μία Αγία Αποστολική και Καθολική Εκκλησία, να νοηθεί ως άσχετη προς τη ζωή, προς τους καιρούς, προς την αγωνία αυτής της ώρας, προς τα φλέγοντα προβλήματα αυτής της στιγμής. Δεν νοείται η Εκκλησία να στέκει απλά ως πόλις επάνω όρους κειμένη και να βλέπει από μακριά την πορεία του κόσμου και τα περί Αυτήν. Ως Εκκλησία είμαστε και καλώς κάνουμε πλεγμένοι στη πορεία του γένους των ανθρώπων, σε αυτή την μεγάλη περιπέτεια, που ονομάζεται Ιστορία του ανθρωπίνου Γένους , η οποία οδηγείται άγουσα στην τελείωσή της στα έσχατα. Υποκρινόμενοι χθες, απουσιάζουμε από το σήμερα και έρχεται το αύριο χωρίς εμάς. Σε Πανορθόδοξη Διάσκεψη στη Γενεύη, είχα πει: Το χθες παρήλθε προ πολλού, ούτε καν το σήμερα δεν ζούμε, μας πρόλαβε το μεθαύριο». Το επαναλαμβάνω αυτό σήμερα εντονότερα. Γιατί είναι η πέραν της αυτάρκους υποκρισίας αλήθεια, η απλή, η ευκολότερη αντιμετώπιση των προβλημάτων είναι κανείς επιπόλαια να χλευάσει, να κατακρίνει και να φύγει, να αντιπαρέλθει το πρόβλημα , όπως ο Ιερεύς και ο Λευίτης της Σαμαρειτικής παραβολής. Αλλά η πληγή είναι εδώ και θα φωνάζει και θα κράζει και όσο ο καιρός περνά τόσο πιο πολύ θα κακοφορμεί το πρόβλημα.
Ποιός μπορεί υπεύθυνα να μας πει, ότι είναι έξω κάθε ιστορικής, εξελικτικής πραγματικότητας όλα αυτά τα συνταρακτικά γεγονότα και φαινόμενα της νέας γενεάς της ανθρωπότητας, η έξαλλη μουσική, οι έξαλλοι χοροί, η έξαλλη ένδυση, όλη αυτή η παγκόσμιος επανάσταση, και η αδιαφορία της νεολαίας κυρίως για τα πνευματικά; Αν όλοι οι μικρόνοες, όλοι οι εθελοτυφλούντες, όλοι οι παρελθοντολόγοι και εγκαυχώμενοι για την αρετή της εποχής των συνωμοτήσουν, για να κατακρίνουν όλα αυτά τα πράγματα, η Εκκλησία έχει χρέος να σταθεί με θεανδρική κατανόηση, ενανθρωπιζομένη όπως ο Κύριός μας, στο μέσον ενός νέου κόσμου, που έρχεται από μακριά, θεληματικά ακατήχητος, να ακούει η Εκκλησία την αγωνιώδη κραυγή, που αναπηδά από όλα αυτά τα θεωρούμενα από εμάς σήμερα και αύριο έξαλλα πράγματα. Κάτι έχει να μας πει με όλα αυτά τα φαινόμενα αυτός ο κόσμος, που έρχεται διαφορετικός, νέος και ξένος από την ιερή παράδοση στο προσκήνιο της Ιστορίας. Τα νομιζόμενα έξαλλα για μας τους μεγαλύτερους και παλαιούς, όταν λάβουμε υπόψη το φοβερό γεγονός, ότι ένα από τα χαρακτηριστικά της εποχής μας είναι η τεραστία απόσταση, που υπάρχει στη διαδοχή των γενεών, δηλαδή η γενεά, η οποία έρχεται έπειτα από εμένα έχει απόσταση τριών γενεών. Πως λοιπόν έχουμε αξίωση να κατανοήσουμε εμείς αυτή την νέα γενιά, που έρχεται, εάν δεν είμαστε Εκκλησία Χριστού συνεχώς ενανθρωπίζομενη, συνεχώς μεταμορφουμένη και συνεχώς μεταμορφώνουσα; Δεν θα επιζήσουμε ως Εκκλησία εάν δεν πασχίσουμε να συνδέσουμε τους πάντες, όλους με το πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού. Είναι πλέον η ώρα να λυτρωθούμε από την αντιπατερική ιδέα, ότι η Εκκλησία μόνον μέχρις ενός ορισμένου σημείου της Ιστορίας ήταν δυνατόν να ερμηνεύσει την Θ. Αποκάλυψη και είναι καλή μόνο για το Μουσείο ή φολκλορικές εορτές και πανηγύρια μία ή δύο φορές το χρόνο. Πρέπει, επί πλέον του πατερικού πνεύματος, να αναλάβουμε ως Εκκλησία την υπευθυνότητα και την τόλμη και γενναιότητα των Αγίων Πατέρων και να θεολογούμε τον Χριστόν, το Ευαγγέλιο και την Εκκλησία, όχι με νομοκρατική σωματειακή αντίληψη της Εκκλησίας ως Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου , αλλά της Εκκλησίας ως Σώματος Χριστού, και μάλιστα ενός Σώματος ζώντος εν τη αναστάσει του Κυρίου.
Αδελφοί μου, Τώρα εισερχόμαστε στην M. Τεσσαρακοστή. Στο βάθος μας αναμένει το δράμα, το θαύμα και το βίωμα της Αναστάσεως, το κατ’ εξοχή βίωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ας πορευθούμε προς αυτό το όραμα και βίωμα, όχι ασυγχώρητοι, όχι μη συγχωρήσαντες, όχι με νηστεία απλά τροφική, όχι με την φοβερή υποκρισία, αλλά με πνεύμα θείας ελευθερίας και αλήθειας. Εν πνεύματι αληθείας και με την αλήθεια του πνεύματος. Αμήν