ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΘΕΣΠΙΣΗ ΓΑΜΟΥ ΜΕΤΑΞΥ ΑΤΟΜΩΝ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΦΥΛΟΥ
Μητροπολίτης Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς Νικόλαος
Όμιλία στην Έκτακτη Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 23 Ίανουαρίου 2024
Θέλω πολύ νά Σας ευχαριστήσω, Μακαριώτατε, για την τιμή καί τήν εμπιστοσύνη νά παρουσιάσω ενώπιον των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών αδελφών, πού συγκροτούν το ιερό σώμα τής Ιεραρχίας τής Εκκλησίας τής Ελλάδος, μάλιστα μέσα στήν ιδιαιτέρως φορτισμένη ατμόσφαιρα τών ήμερών, κάποιες σκέψεις γύρω από τό πολυσυζητημένο θέμα τής προαγγελθείσης ψήφισης τού νόμου, πού γιά πρώτη φορά θεσπίζει γάμο μεταξύ ατόμων τού ιδίου φύλου στή χώρα μας. Νά έχω τήν εύχή Σας.
Θεωρώ πώς δεν ύπάρχουν πολλά περιθώρια νά πώ πράγματα πού μέχρι σήμερα δεν ακούσθηκαν. Τό ύπ’ αριθ,. 6315/286/18.12.2023 Εγκύκλιο Σημείωμα τής Ίεράς Συνόδου «Περί τών θέσεων τής Εκκλησίας της Ελλάδος διά τόν γάμον καί τήν υιοθεσίαν υπό ομοφύλων Ζευγαριών», ή Ανακοίνωση τής Ίεράς Συνόδου τής Εκκλησίας τής Κρήτης, τοποθετήσεις πλειάδος αδελφών άρχιερέων είτε μέσω Εγκυκλίων, δηλώσεων καί δημοσιεύσεων είτε καί μέσω συνεντεύξεων, όπως καί παρεμβάσεις εγκρίτων νομικών, πιστεύω πώς έχουν εξαντλήσει τό θέμα. Είναι γνωστή σε όλους ή θέση τής Εκκλησίας.
Παρά ταύτα θά προσπαθήσω νά κάνω μία σύνοψη τών παραπάνω, μία εκτίμηση τής όλης καταστάσεως καί τού σχετικού προβληματισμού από βιοηθικής, επιστημονικής, κοινωνικο-ψυχολογικής καί πολιτικής πλευρας, χωρίς νά επαναλάβω γνωστες σε όλους μας θεολογικές αναλύσεις, αφήνοντας δέ γιά τή συζήτηση τίς προτάσεις γιά τήν αντιμετώπιση τής όλης καταστάσεως από πλευράς τής Εκκλησίας μας.
Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Οί συζητήσεις περί τού φύλου όλο καί περισσότερο εμφανίζονται στην καθημερινότητα, με έναν πρωτοφανή στήν ιστορία τού ανθρώπου τρόπο. Όροι καινοφανείς, όπως επιλογή φύλου, επαναπροσδιορισμός, προσανατολισμός, ρευστότητα καί ταυτότητα τού φύλου, άλλα καί συναφή, όπως έμφυλες ταυτότητες, διαφυλικότητα, διεμφυλικό- τητα, ομοφοβικότητα, με άνάλογα παράγωγά τους[1], παρουσιάζονται στα δημοσιεύματα, στίς συζητήσεις, στίς πολιτικές άντιπαραθέσεις, καί όχι μόνον σέ θεωρητικό έπίπεδο άλλα καί σέ πρακτικό. Όλη αυτή ή θεματολογία δέν άφορά κάποια μεμονωμένα άτομα ή έλάχιστες οικογένειες ούτε βρίσκεται στό περιθώριο τής κοινωνικής ζωής, άλλά έγείρει δικαιώματα, προξενεί κοινωνικές διεκδικήσεις καί πολιτικές άντιπαραθέσεις, έχει γεννήσει κινήματα μέ οπαδούς καί άντιπάλους, έπηρεάζει βαθειά τίς άνθρώπινες σχέσεις καί τή νομική σκέψη, διαμορφώνει νέες ήθικές άντιλήψεις σέ παγκόσμια κλίμακα, άλλάζει τήν κοινωνία καί έπηρεάζει καίρια τή σχέση τού κόσμου μέ τήν Εκκλησία.
Έτσι, τά τελευταία μόλις χρόνια, στίς μεγάλες πόλεις τού κόσμου, οργανώνονται πορείες καί έκδηλώσεις, πού ονομάζονται καί «παρελάσεις ύπερηφανείας», οί οποίες μέ πρόφαση τή διεκδίκηση άνα- γνώρισης καί δικαιωμάτων, πού ήδη έχουν πετύχει σέ μεγάλο βαθμό, στήν ουσία προβάλλουν προκλητικά άντιλήψεις, μάλιστα μέ στήριξη έπιφανών έκπροσώπων τού πολιτικού κόσμου, πρωθυπουργών, προέδρων κρατών, άκαδημαϊκών προσωπικοτήτων, χρηματοδοτούμενες άπό μεγάλους οργανισμούς όλου τού φάσματος. Ή ύπόθεση έχει ξεφύγει άπό τό έπίπεδο τού διαλόγου καί έχει λάβει πλέον τή μορφή έπίμο- νης καί έπιθετικής προσηλυτίζουσας ιδεολογίας, συχνά μέ σαφές άντι- θρησκευτικό καί άθεϊστικό χρώμα, ή οποία όμως συμπαρασύρει σέ άνεκτικές ή καί ύποστηρικτικές αύτών τών κινημάτων άπόψεις ήγέτες τού χριστιανικού κόσμου[2], έσχάτως δέ προκαλεί σοβαρό προβληματισμό καί μεταξύ τών ’Ορθοδόξων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι όλο καί συχνότερα πρόσωπα πού αύτο- προσδιορίζονται ώς μέλη τής κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ (LGBT ) καταλαμβάνουν θέσεις υψηλής εύθύνης στον δημόσιο βίο, όπως βουλευτές, γερουσιαστές, υπουργοί, πρωθυπουργοί, πρόεδροι κρατών κ.λπ., πολλοί δέ έξ αύτών μέ ιδιαίτερα ακτιβιστική διάθεση [3]. Σύμφωνα μέ πληροφορίες, ή Διακομματική τών LGBT στο Εύρωκοινοβούλιο αριθμεί 157 εύρωβου- λευτές απο τα 27 κράτη μέλη τής ΕΕ καί σχεδόν απ’ όλες τίς πολιτικές ομάδες[4].
Τα παιδιά, από τήν προσχολική ακόμη ήλικία, μέσα από ταινίες, κινούμενα σχέδια, σχολικά έγχειρίδια, έκτίθενται σέ έντυπώσεις πού δικαιολογούν τό φαινόμενο, προβάλλοντάς το είτε ώς κάτι φυσικό ή ώς «σεβασμό καί ανεκτικότητα στή διαφορετικότητα» ή ώς «δικαιωματισμό», στήν ούσία προκαλώντας σύγχυση καί έθισμό, μέ ανυπολόγιστες ένδεχομένως συνέπειες.
’Επιπλέον, ο γάμος μεταξύ ατόμων τού ιδίου φύλου καί ή τεκνο- θεσία, όπως καί ή λεγόμενη «διόρθωση ή έπαναπροσδιορισμός» τού φύλου ή ή έλεύθερη έπιλογή σεξουαλικού προσανατολισμού, μάλιστα καί από τήν ήλικία τών 15 έτών καί άνω, έχουν νομοθετηθεί σέ πλείστες όσες χώρες, τη στιγμή πού οί «θεραπείες μεταστροφής» ποινικοποιούνται αυστηρά.
To όλο θέμα έχει έντονα πολιτικοποιηθεί, καθώς οί μέν λεγάμενες «χριστιανικές» χώρες τής Ευρώπης, ή Αυστραλία καί ο Καναδάς, άπορρίπτοντας τήν πολιτισμική παράδοσή τους, σταδιακά προωθούν νόμους, πολιτικές καί άντιλήψεις στή βάση τών άνθρώπινων δικαιωμάτων, μάλιστα καί μέ μία ήθική έπικάλυψη συμπάθειας καί κατανόησης τών δήθεν άσθενεστέρων, εις δέ τίς Ηνωμένες Πολιτείες τής Αμερικής τά δύο μεγάλα κόμματα βρίσκονται σέ διαρκή άντιπαράθεση έπ’ αύτού.
Στον άντίποδα όλων αύτών, χώρες όπως ή Ρωσία, ή Ούγγαρία, οί μουσουλμανικές τής Αφρικής καί τής Μέσης Ανατολής άνθίστανται μέ σαφείς καί σκληρές άπαγορεύσεις τών νέων πρακτικών, θεωρούμενες άπό τούς άντιθέτους ώς σκοταδιστικές πού προωθούν τον ρατσισμό καί το μίσος.
Τό κίνημα τών ΛΟΑΤΚΙ, έχει έξελιχθει σέ ιδεολόγημα μέ φανατικούς ύποστηρικτές, έχει λάβει διαστάσεις μόδας καί χύνεται πλέον ώς ορμητικός χείμαρρος στή θάλασσα τής κοινωνικής ζωής συμπαρασύροντας τά πάντα.
Ή σύγχρονη προβληματική περί φύλου συνδυάζεται μέ ένα πανίσχυρο lobbying, μιά προπαγανδιστική μηχανή μονόπλευρης προβολής άπόψεων, πού προσπαθούν νά κλονίσουν τή σαφή διάκριση καί σεξουαλική ταυτότητα τών φύλων καί νά έπιβάλουν μιά ιδεολογία αύθαίρετης άλλαγής, έπιλογής ή καί έπαναπροσδιορισμού τού φύλου, ή οποία έκμεταλλεύεται τήν άδιαφορία τής κοινωνίας, όπως παραστατικά περιγράφει μέ τό παράδειγμα μέ τό βατραχάκι καί τό θερμαινόμενο νερό τού Olivier Clerk στό άρθρο του «Ένα άπέραντο φρενοκομείο»[5] ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αργολίδος κ. Νεκτάριος, καί βέβαια ή άξιοποίηση τών πολιτικών καί οικονομικών συμφερόντων. Τό κίνημα τών LGBT άποτελεί ίσως τό ισχυρότερο στόν κόσμο lobby.
Όλο αύτό εκφράζεται μέ τη μορφή παγκοσμίως διαδιδόμενης μόδας καί τήν ορμή πολιτικής προπαγάνδας, προερχόμενης άπό άθέ- ατα κέντρα μέ άγνωστους σκοπούς, συνοδεύεται δέ άφ’ ενός μέν άπό κατευθυνόμενη ψευδοπληροφόρηση (παραποιημένες στατιστικές, άλλοιωμένα δεδομένα, επιστημονικές άξιολογήσεις, ύπερτονισμός εξαιρετικά άκραίων καί σπανίων περιπτώσεων πού εκθέτουν τήν παραδοσιακή οικογένεια καί μεγέθυνση τών δήθεν θετικών παραδειγμάτων άπό ομοφυλοφιλικές συμβιώσεις κ.ο.κ.), άφ’ ετέρου δέ άπό άντίστοιχο bullying μέ ειρωνείες, άπειλές, εκφοβισμούς, άδίστακτους άπο- κλεισμούς.
Κάθε άντίλογος χαρακτηρίζεται όμοφοβικός[6], κάθε άντίθετη επιχειρηματολογία ώς συνωμοσιολογία. Έτσι, ενώ φαίνεται πώς εδράζεται σέ κοινωνική εύαισθησία έναντι κάποιων άτόμων πού παρουσιάζουν όντως πρόβλημα καί χρήζουν στήριξης ή στήν προστασία τών δικαιωμάτων κάποιας άνάλογης μειονότητας, στήν ούσία συρρικνώνει τήν έλευθερία τού άνθρώπου καί άποτελεί έπίθεση κατά τής άνθρώ- πινης φύσης μέ χειρότερες συνέπειες από την κλιματική αλλαγή, καθώς δέν άλλοιώνει τό περιβάλλον τού άνθρώπου, άλλά προσβάλλει τήν ίδια τήν οντολογία του.
Τέλος, τό 1973, ή Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία πήρε τήν άπόφαση να άφαιρέσει τήν ομοφυλοφιλία ώς ψυχική διαταραχή. Αργότερα τό 1992, δημοσίευσε τήν άκόλουθη δήλωση: Ή όμοφυλοφιλία αύτη καθ’ έαυτην δεν υπονομεύει την κρίση, τη σταθερότητα, την αξιοπιστία η τις γενικές κοινωνικές η έπαγγελματικές ικανότητες[7].
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Αύτό πού φαίνεται μέ ιδιαίτερο τρόπο νά άπασχολεί τήν επι- καιρότητα στή χώρα μας καί άναδείχθηκε εσχάτως είναι τό θέμα τής μέ νομοθετική ρύθμιση θέσπισης γάμου μεταξύ άτόμων τού ιδίου φύλου.
Οί τελευταίες βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 25 Ιουνίου 2023. Στις 4 Ιουλίου, λίγες μόλις μέρες μετά, ο έκλεγείς πρωθυπουργός σέ συνέντευξή του στο Bloomberg δήλωσε: «ό γάμος μεταξύ ατόμων τον ιδίου φύλου θά γίνει κάποια στιγμή και είναι μέρος της στρατηγικής μας… ή έλληνική κοινωνία είναι πολύ πιο έτοιμη και ώριμη». Φάνηκε λοιπόν πώς ήταν συγκαλυμμένη προτεραιότητα της Κυβέρνησης, ή οποία τώρα έτοιμάζεται να προχωρήσει.
Από τίς 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης οί 18 έχουν νομιμοποιήσει τόν γάμο τών ατόμων ιδίου φύλου. Αυτό καί μόνο δικαιολογεί τήν πίεση πού ασκείται στίς κυβερνήσεις καί στούς λαούς από τίς περιρρέουσες αντιλήψεις. Δέν χρειάζονται οδηγίες καί άλλες πιέσεις.
Τό γεγονός όμως ότι γειτονικές μας χώρες πού άνήκουν στήν Εύρωπαϊκή Ένωση, όπως ή Ιταλία, ή Πολωνία, ή Βουλγαρία, ή Ρουμανία, ή Κύπρος κ.λπ. πρός τό παρόν είτε δέν έχουν προχωρήσει σέ ανάλογες νομοθετικές ρυθμίσεις ή καί αντιδρούν, όπως οί Κυβερνήσεις τής Ιταλίας καί τής Ούγγαρίας[8], σημαίνει ότι δέν ύπάρχει λόγος για σπουδή, ένώ ύπάρχουν περιθώρια ακόμη καί για άρνηση καί ένστάσεις.
Τό έρώτημα πού αίωρείται είναι γιατί ή Κυβέρνηση, ή μάλλον ο Πρωθυπουργός καί τό περιβάλλον του, έπιμένουν τόσο, αγνοούν τίς αντίθετες φωνές ακόμη καί έντός τών κόλπων τής Κυβερνήσεως καί τής παράταξής τους, πολύ δέ περισσότερο έχουν μεταμορφωθεί σέ ιδεολογικούς ιεροκήρυκες αύτής τής νομοθετικής συμμόρφωσης, τή στιγμή μάλιστα πού ή πολιτισμική, κοινωνική καί θρησκευτική παράδοση τής χώρας μας είναι έντελώς ξένη καί αντίθετη μέ τέτοιες πρακτικές καί αντιλήψεις;
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Μέσα στην έντονη ατμόσφαιρα τών τελευταίων έβδομάδων φάνηκε ότι αμφισβητήθηκε το δικαίωμα καί ή υποχρέωση τής Εκκλησίας να έκφράσει τίς έπιφυλάξεις της καί φυσικά να αντιδράσει.
Πιστεύουμε, ότι ή Πολιτεία πού σκοπό έχει τήν προστασία τής αξιοπρέπειας τών πολιτών, θα έπρεπε να έπιζητεί τη βοήθεια τής Εκκλησίας, καί τή συμβουλή καί τή συμβολή της, ιδίως όταν ο Πρωθυπουργός έπικαλεΐται τήν έλευθερία τής συνειδήσεως γιά τούς βουλευτές τής παρατάξεως του, δηλαδή τήν έσωτερική τους αίσθηση περί τής ανθρώπινης αξίας καί τιμής. Αύτό είναι συνείδηση.
Όταν λοιπόν ή Εκκλησία υποστηρίζει ότι τό νομοθέτημα καί ή έπιχειρούμενη παρέμβαση στίς αρχές τού οικογενειακού δικαίου, όπως παρουσιάζεται, πλήττει καίρια τήν ανθρώπινη αξία καί τήν οικογένεια, φυσικά καί πρέπει νά ύψώσει τή φωνή της καί μάλιστα δυναμικά νά ασκήσει τήν έπιρροή της. Έαν σιωπήσει ή αδρανήσει, αυτοκαταργείται.
Ή οικογένεια είναι κύτταρο καλλιέργειας τών μελών της, συζύγων καί παιδιών. Απαραίτητη προϋπόθεση λειτουργίας της είναι νά συντηρεί τίς ήθικές αρχές πού οπωσδήποτε έναρμονίζονται μέ τούς φυσικούς όρους. Κάθε παραβίαση καί αλλοίωση τής φυσιολογίας αντιβαίνει στήν ήθική. Κάθε ανατροπή τής ήθικής αποδομεί τήν αξία τού ανθρώπου. Όταν ή ανθρώπινη αξία, γιά τήν οποία αγωνίζεται ή Εκκλησία, κατακρημνίζεται, τότε καί ή αξιοπρέπεια, τήν προστασία τής οποίας έχει ή Πολιτεία, καταρρακώνεται.
’Επιπλέον, ή Πολιτεία ζητεί από τήν Εκκλησία μεταξύ άλλων να στηρίξει τήν οικογένεια. Καί ή Εκκλησία τό κάνει από αιώνων, μάλιστα μέ μεγάλη χαρά καί φροντίδα, τόση πού τήν αναγνωρίζουν οι πάντες, πολύ πριν ή Κυβέρνηση σκεφθεί να συστήσει Υπουργείο Οικογένειας, έχει δέ αναβιβάσει τόν γάμο, τή θεμελίωσή της, σέ μυστήριο. Γιατί λοιπόν τώρα αντιδρούν στήν κατάθεση τής μακροχρόνιας έμπειρίας της καί έπιδιώκουν τή φίμωση τού λόγου της; Δέν ύποστηρίζουμε ούτε νεκρό ιδεολόγημα ούτε πολιτική σκοπιμότητα. Ούτε προστατεύουμε τόν συντηρητισμό μας. Ή οικογένεια καί ο γάμος δεν είναι «δικαιώματα» κάποιων, είναι θεσμοί. Γι’ αυτούς αγωνιζόμαστε καί καταθέτουμε υπεύθυνα την εκτίμηση καί τήν εμπειρία μας. Δεν μπορεί να ισχυρίζονται με ψυχρή καρδιά ότι «νομοθετούν γιά δλη την κοινωνία. Ή οπτική γωνία μίας Πολιτείας, είναι αναγκαστικά ευρύτερη απ’ δ,τι είναι μίας θρησκείας»[9]. Ή Εκκλησία δέν είναι μια θρησκεία. Αύτό κατάλαβαν τόσα χρόνια; Όσοι έτσι σκέπτονται είναι καί απροσγείωτοι καί άδικοι. Γι’ αύτό καί νομοθετούν καί αύθαίρετα καί λάθος.
Άς προχωρήσουμε σέ μερικές πρώτες βασικές σκέψεις, πού δέν εξαντλούν μέν τό θέμα, θεωρώ όμως πώς συμβάλλουν στήν όλη προβληματική.
ΒΙΟΛΟΓΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ
Ανατομικά, χαρακτηριστικά
Τί είναι τελικά ή ταυτότητα τού φύλου; Υπάρχει κάτι άλλο έκτός άπό τόν άνδρα καί τή γυναίκα; Είναι έπιλέξιμο τό φύλο; Υπάρχουν πολλά φύλα γιά τόν ίδιο άνθρωπο, βιολογικό, κοινωνικό, συναισθηματικό, μεταξύ τους άντικρουόμενα; Γεννιέται κανείς μέ συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό ή αύτός διαμορφώνεται στή συνέχεια άπό ποικίλους παράγοντες; Πόσο φυσικό είναι τό μή φυσιολογικό;
Έξ άπόψεως βιολογικής ύπάρχουν δύο φύλα, όπως καί στά άνώ- τερα θηλαστικά: τό άρσενικό καί τό θηλυκό. Όλα τά συστήματα πού συναπαρτίζουν τόν άνθρώπινο οργανισμό έχουν στή βάση τους τήν ίδια άνατομική μορφολογία καί φυσιολογία καί στά δύο φύλα. Όλες οι λειτουργίες, καρδιακή, άναπνευστική, νεφρική, άκολουθούν τούς ίδιους μηχανισμούς άνεξαρτήτως φύλου.
Έξαίρεση άπό αύτόν τόν κανόνα άποτελεί τό άναπαραγωγικό σύστημα καί ό,τι σχετίζεται μέ τήν άναπαραγωγική λειτουργία (γενετικό ύπόβαθρο, ορμόνες κ.λπ.). Τά άναπαραγωγικά όργανα τής γυναίκας είναι έντελώς διαφορετικά άπό αύτά τού άνδρα.
Συνεπώς, αύτό πού διαφοροποιεί τά φύλα καί τά ταυτοποιεΐ είναι τό αναπαραγωγικό τους σύστημα. Μάλιστα, τό βασικό τους χαρακτηριστικό δέν είναι μόνο ότι είναι διαφορετικά καί έτσι δια- κρίνονται τό ένα από τό άλλο, άλλα ότι τα φύλα είναι μόνο δύο, δέν ύπάρχει τρίτο, καί κυρίως ότι είναι συμπληρωματικά, πού σημαίνει ότι ή άνατομική διαφοροποίηση έξυπηρετεί τη δυνατότητα όχι έπαφής άλλά ένωσης τών σωμάτων. Δύο γυναικεία σώματα δέν ύπάρχει φυσιολογικός τρόπος νά ένωθούν μεταξύ τους, ούτε δύο άνδρικά.
Επίσης, όλα τά όργανα καί οι λειτουργίες είναι άπολύτως άναγκαία γιά τήν έπιβίωση τού άνθρώπινου οργανισμού στόν οποίο άνήκουν -γι’ αύτό έξάλλου καί ονομάζονται ζωτικά. Αύτό δέν συμβαίνει μέ τά άναπαραγωγικά. Αύτά δέν είναι άπαραίτητα ούτε χρησιμεύουν στήν έπιβίωση τού οργανισμού, άλλά μπορεί κάποιος νά ζήσει ύγιής, χωρίς ποτέ νά άξιοποιήσει τη λειτουργία τους. Μοναδικό προορισμό έχουν νά συνεργασθούν μαζί άρσενικό καί θηλυκό, προκειμένου νά γεννηθεί μιά νέα ζωή άπό δύο άνθρώπους. Ή κάθε ζωή, ο κάθε άνθρωπος έτσι έρχεται στήν ύπαρξη, άπό τή σωματική ένωση ένός άνδρα καί μιας γυναίκας. Ή φυσιολογία δέν γνωρίζει άλλον τρόπο.
Γενετικά χαρακτηριστικά
Όλα τά σωματικά κύτταρα (καρδιακά, ηπατικά, νεφρικά κ.λπ.) δέν διαφέρουν άπό φύλο σέ φύλο, έχουν δέ διπλοειδές γονιδίωμα, είναι συμπληρωμένα, ολοκληρωμένα καί αύτάρκη. Εξαίρεση άποτελούν τά γενετικά κύτταρα, τό ώάριο τής γυναίκας καί τό σπερματοζωάριο τού άνδρα, τά οποία είναι έπίσης διαφορετικά καί συμπληρωματικά, άλλά καί άπλοειδη, δηλαδή άπό μόνα τους άνεπαρκή νά έπιτελέσουν τόν προορισμό τους. Καί αύτά άπαιτούν ένωση. Δύο όμοια μεταξύ τους δέν ένώνονται. Τό καθένα ψάχνει τό συμπληρωματικό του. Ή ένωση τών δύο δημιουργεί τό θαύμα τής ζωής, ένας νέος άνθρωπος μέ αιώνια προοπτική έρχεται στόν κόσμο.
Επίσης,
- Το ώάριο είναι το μεγαλύτερο κύτταρο τού οργανισμού (περίπου 120-150μ, όταν ώριμάσει) μέ εντελώς διαφορετική μορφολογία από το σπερματοζωάριο (μικρή κεφαλή μέ προεξέχουσα ούρά).
- Τα ώάρια είναι λίγα καί ενυπάρχουν στό γυναικείο σώμα από τήν εμβρυϊκή ήλικία, τα σπερματοζωάρια διαρκώς γεννώνται καί σέ κάθε εκσπερμάτωση ο αριθμός τους ανέρχεται σέ 100-200 έκατομμύ- ρια.
- Ό ανδρας παράγει σπερματοζωάρια μέχρι προχωρημένη ήλικία, ενώ ή γυναίκα έχει καταναλώσει τα ώάριά της περίπου 35 χρόνια μετά τήν έναρξη τής αναπαραγωγικής της δράσης.
- Ό ανδρας καθορίζει τό φύλο τού παιδιού, ή γυναίκα κυοφορεί, δίνει ζωή, τίκτει καί θηλάζει. Αύτή μεγαλώνει τό παιδί. Ή έννεάμηνη κύηση, ο θηλασμός, δημιουργούν βαθειά εσωτερική σχέση μέ τή μητέρα.
- Ό ανδρας φτάνει σέ οργασμό πολύ εύκολα καί σύντομα, ενώ ή γυναίκα θέλει πολλαπλάσιο χρόνο.
- Τό κάλλος, ή χάρη είναι χαρακτηριστικά τής γυναικείας φύ- σεως γιά νά έλκύει. Ή φορά έλξης είναι άπό τον άνδρα προς τη γυναίκα.
- Αντίστοιχα διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά παρουσιάζουν καί οι ορμόνες τών δύο φύλων[10].
Όλα τά παραπάνω ιδιώματα τών δύο φύλων έχουν τόν λόγο τους καί φυσικα διαμορφώνουν ανάλογα καί τήν προσωπικότητα καί γενικά τήν ψυχολογία τών φύλων. Έτσι, γιά παράδειγμα, ύπάρχει διαφορετική σχέση μέ τόν χρόνο, έτσι εξηγείται τό ότι ή γυναικεία φύση χαρακτηρίζεται άπό ύπομονή καί άντοχή, ενώ ή άνδρική άπό ορμή καί δύναμη, λειτουργεί δέ διαφορετικά τό συναίσθημα καί ή λογική. Οι γυναίκες είναι πιό εύαίσθητες καί εύσυγκίνητες, πιό επιρρεπείς σέ αδυναμίες τού συναισθήματος, αλλά καί πιό εύκολες σέ αρετές, όπως ή πίστη, τό φιλότιμο, ή αφοσίωση, ή διάθεση προσφοράς καί θυσίας. Τά δύο φύλα έχουν και ψυχολογία συμπληρωματική.
Κατόπιν όλων αυτών θα μπορούσαμε να πούμε ότι ή ταυτότητα τοΰ φύλου έχει αναφαίρετη βιολογική βάση καί στηρίζεται στή βιογενετική διαφορετικότητα καί κυρίως στή συμπληρωματικότητα τών δύο φύλων, υπακούει στή γενική Αρχή τής Συμπληρωματικότητας (Complimentarity Principle), ή οποία συγκροτεί τον φυσικό κόσμο (άτομα, μόρια, ύλη), καί σύμφωνα μέ τήν οποία τά ετερώνυμα έλκονται καί τά ομώνυμα άπωθούνται. Ή ταυτότητα τού φύλου δέν είναι έπιλέξιμη· είναι δεδομένη.
Ερωτική έλξη, σεξουαλική έπιθυμία
Γιά νά μπορέσει νά γίνει ή ένωση τών σωμάτων πρέπει νά προηγηθεί άμοιβαία έλξη τού ψυχικού κόσμου τών άνθρώπων, ο ένας νά έπιθυμήσει τόν άλλον, νά κινηθεί πρός αύτόν. Αύτή ή κίνηση τού ένός πρός τόν άλλον είναι ή έρωτική έλξη, ή οποία προκαλεί τή σεξουαλική έπιθυμία καί ή οποία προφανώς καί έφόσον ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματικός θά πρέπει νά έναρμονίζεται μέ τή βιολογική ταυτότητα τού καθενός άπό τούς δύο. Μία σχέση στήν οποία ή ψυχή δέν βρίσκεται σέ αρμονία μέ το σώμα, προξενεί ρήγμα στήν προσωπικότητα, ασάφεια και διχασμό ταυτότητας και βέβαια είναι μή κατά φύσιν και μή έπιθυμητή.
Στό σημείο αύτό θά πρέπει νά σημειώσουμε ότι δέν ύπάρχουν σεξουαλικά όργανα, άλλά μόνον άναπαραγωγικά όργανα καί σεξουαλικά αισθητήρια, αισθητήρες, σημεία διεγέρσεως, όπως δέν ύπάρχουν γευστικά όργανα άλλά πεπτικά όργανα καί γευστικά αισθητήρια. Όπως ο σκοπός δέν είναι ή γεύση άλλά ή πέψη, έτσι καί ή σεξουαλική έλξη δέν μπορεί νά αύτονομηθεί άπό τήν άναπαραγωγική προοπτική τού οργανισμού. Ή σεξουαλική ήδονή δέν μπορεί νά άποτελεί αύτο- σκοπό, δέν είναι αύτόνομη, συνυπάρχει μέ τήν εύθύνη τής νέας ζωής καί μάλιστα στό προστατευτικό πλαίσιο μιάς οικογένειας. Τά παιδιά δέν γεννιούνται καί έγκαταλείπονται στήν τύχη τους, άλλά προστατεύονται μέσα στό περιβάλλον τής οικογένειας. Αύτό οδηγεί στόν θεσμό τού γάμου. Γάμος δέν είναι ικανοποίηση τής άνάγκης γιά συντροφικότητα, άλλα ενώπιον τοΰ Θεού ευθύνη, είναι «εννομος συζυγία καί ή έξ αυτής παιδοποιία». Συνεπώς η έρωτικη σχέση δεν νοείται έκτος τού γάμου, ό δέ γάμος είναι υποχρεωτικά έτεροφυλικός.
Ή ταυτότητα τού φύλου ορίζεται άπό βιολογικούς παράγοντες, τήν άνατομία, τή φυσιολογία, το γενετικό άποτύπωμα, τίς ορμόνες, τού άτόμου όχι άπό τή σεξουαλική τάση ή προσανατολισμό. Δεν ορίζεται άπό ορέξεις, άπό τό τί νομίζω για τόν εαυτό μου ή άπό τό πώς νοιώθω, άλλα άπό τό τί τελικα είμαι. Μπορεί να νοιώθω ύγιής ή πολύ έξυπνος ή λογικός καί βέβαια να μήν είμαι. Ή ταυτότητα όρίζεται άπο άντι- κειμενικά κριτήρια. Ούτε ένα φυσιολογικό άτομο μπορεί νά έχει πολλά φύλα, ενδεχομένως άμοιβαίως άντικρουόμενα: βιολογικό, συναισθηματικό, κοινωνικό.
Τελικώς, όπως γράφει καί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυ- πάκτου κ. Ιερόθεος «ή πραγματικότητα είναι ότι υπάρχουν μόνο δύο φύλα άπο βιολογικής πλευράς καί πολλοί «σεξουαλικοί προσανατολισμοί», όσα είναι και τα πάθη τών ανθρώπων».
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΓΑΜΟΣ – ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ
Ή χρήση τού σώματος πρέπει να οδηγεί στόν αγιασμό, καθώς ο άνθρωπος άγιάζεται ψυχοσωματικά. Λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Δοξάσατε δη τον Θεον έν τω σώματι ύμών καί έν τω πνεύματι ύμών, άτινά έστι τού Θεού»[11], εις δε τήν θεία λειτουργία προσευχόμαστε γιά τόν άγιασμό τών ψυχών καί τών σωμάτων[12]. Με άλλα λόγια, καθώς ό άνθρωπος είναι πλασμένος «κατ’ εικόνα Θεού» καί έχει δεχθεί τήν πνοή τού Θεού, όλος, σώμα καί ψυχή, σώμα καί πνεύμα, είναι ιερός, επειδή δε «το σώμα ήμών ναος τού έν ήμίν άγίου Πνεύματος έστί»[13] καί «τά σώματα ύμών μέλη Χριστού έστιν»[14], ή κάθε ένωση τών σωμάτων πρέπει να άντανακλά αύτήν τήν ιερότητα.
Στην αντίληψη τής Εκκλησίας, αύτό πού λέγεται για τούς συζύγους ότι «έσονται οί δύο εις σάρκα μίαν»[15] σημαίνει καί «εις ψυχήν μίαν», όχι δύο ψυχές κολλημένες μεταξύ τους, αλλα μία ψυχή αναγεννημένη, πού προέρχεται από δύο «αλλοιούμενες» πρός τό αγαθό· δύο άνθρωποι άγιαζόμενοι, «σύμψυχοι, τό εν φρονονντες», «μια ψυχή συνα- θλονντες»[16]. Ή συζυγική αγάπη είναι όπως ή γονιμοποίηση, τα γενετικά κύτταρα ένώνονται χωρίς να μπορούν να ξαναχωρισθούν, καί δημιουργούν κάτι έντελώς νέο μέ τα χαρακτηριστικά τών άρχικών. Αύτή ή προοπτική καθιστά την ένωση μυστήριο.
Ή φυσική έλξη δόθηκε για να ένώνει δύο ανθρώπους. Ό φυσικός νόμος ύπάρχει για να συγκροτεί, να ένώνει, να έναρμονίζει ψυχοσω- ματικα τόν άνθρωπο. Ή έκτροπή έκ της φυσικής οδού, αντί να ένώνει τούς δύο, διχάζει αμφοτέρους. Καί αντί να γίνουν «οί δύο εις σάρκα μίαν», ό καθένας διχάζεται στα δύο, όντας ο άνδρας μέ ανδρικα βιολογικα ιδιώματα καί θηλυκή έπιθυμία καί αντιστοίχως ή γυναίκα.
Για τήν Εκκλησία, γάμος είναι ή συζυγία, όχι ή συντροφικότητα, είναι ή εύθύνη, όχι ή απόλαυση· είναι έγκρατής συνεύρεση, όχι έγωιστική συμπάθεια· είναι ζωή καί άγιασμός, είναι αδιάζευκτη ένωση, ή δέ ένωση είναι θυσιαστική τού έγώ κένωση, είναι αγάπη πού «πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει», αγάπη πού «ουδέποτε εκπίπτει»[17]. Ό πρώτος καί απαραίτητος όρος για να γίνει μία σχέση γάμος είναι ή δυνατότητα φυσιολογικής σωματικής ένωσης. Για να γίνει καί μυστήριο πρέπει να ύπάρχει καί αγαπητική έν Κυρίω κένωσις. Μόνον έτσι, ό γάμος είναι «μυστήριο μέγα εις Χριστόν καί εις τήν Εκκλησίαν» [18], καί κατα τόν Άγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, «πατήρ άγίων»[19], ή δέ οικογένεια «κατ’ οίκον εκκλησία»[20].
Σέ όλα τα παραπάνω είναι έμφανές ότι γάμος σημαίνει ένωση άνδρα καί γυναίκας, πού σαφώς διακρίνονται μεταξύ τους κατα τό φύλο καί είναι άμφότεροι πλασμένοι «κατ’ εικόνα της Τριαδικής θεότητας και καθ’ όμαίωσιν»[21].
Ώς έκ τούτου, οι όροι «οικογένεια» καί «γάμος» είναι μοναδικοί. Περιγράφουν κάτι έξόχως ιερό, το όποιο μέ κανέναν τρόπο δέν θά έπρεπε νά άλλοιωθεΐ καί νά προκληθεΐ σύγχυση περί τοΰ περιεχομένου του.
ΕΚΤΡΟΠΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ
Στον άντίποδα τοΰ άγιαστικοΰ στόχου ύπάρχει ή ύποδούλωση στά πάθη, ή άποϊεροποίηση τής σχέσης, ή έκτροπη τής σεξουαλικής ζωής καί άσέβεια στή φύση.
Χαρακτηριστικά, ό Παΰλος στήν Προς Ρωμαίους Επιστολή[22],
(α) ένώ άπαριθμεΐ δι’ άπλής άναφοράς ποικίλες έμπαθεΐς κατά- στάσεις[23], όταν άναφέρεται σέ αύτούς πού «έξεκαύθησαν έν τή όρέξει αύτών εις άλλήλους, άρσενες έν άρσεσι τήν άσχημοσύνην κατεργα^ό- μενοι» είναι άναλυτικός, ή δέ γλώσσα πού χρησιμοποιεί είναι σκληρή καί άφοριστική.
(β) Κάνοντας σαφή άναφορά στήν παρά φύσιν συνάφεια άτόμων τοΰ ιδίου φύλου, τήν χαρακτηρίζει μέ βαρείς όρους, όπως «άσχη- μοσύνη» (α’ 27), «άκαθαρσία» (α’ 24) καί «άτιμία» (α’ 26), δηλαδή άπώ- λεια τής δόξας καί τιμής τοΰ σώματος καί τοΰ ίδιου τοΰ άνθρώπου[24].
(γ) Δέν καταδικάζει μόνο τήν πράξη ώς άμαρτία, άλλά άναφέρεται κυρίως στούς άνθρώπους πού τήν διαπράττουν, χωρίς κανένα έλαφρυντικό, λέγοντας «ότι άρσενοκοϊται βασιλείαν Θεού ού κληρονο- μήσουσιν»[25] καί ότι · «αί τά ταιαντα πράσσαντες άξιοι θανάτου εϊσί» (στ. 32).
(δ) Θεωρεί ότι «ή μετάλλαξις τής φυσικής χρήσεως εις τήν παρά φύσιν» σχέση (α 26) είναι συνέπεια «τήςμετάλλαξης τής άληθείας τού Θεού έν τω ψεύδει» (α’ 25) καί τής έκτροπης έκ τής πίστεως στον αληθινό Θεό, «ούχ ώς Θεόν έδόξασαν» (α’ 21), όπως καί σκοτισμένης καί ασύνετης καρδιάς, «άλλ’ έσκοτίσθη ή άσύνετος αύτών καρδία» (α’ 21). Ή μή κατά φύσιν συνουσία άποτελεί ήθική έκπτωση καί είναι συνέπεια τής άπομάκρυνσης άπό τόν Θεό, τής άπόρριψης τής άληθείας Του[26].
(ε) Ή σχέση μέ τόν άληθινό Θεό διαρρηγνύεται σέ τέτοιο βαθμό, ώστε ο Θεός τούς έγκαταλείπει, τούς «παραδίδει» ο ’Ίδιος «εις άκαθαρ- σίαν τού άτιμά^εσθαι τά σώματα αύτών έν αύτοϊς», (α’ 24), «εις πάθη άτιμίας» (α’ 26) καί «εις άδόκιμοννούν ποιεϊν τά μή καθήκοντα» (α’ 28).
(στ) Τέλος, ή κατά φύσιν συνάφεια, ονομάζεται «χρήσις», πού σημαίνει ότι ή συνεύρεση σκοπό έχει τήν άξιοποίηση τής φυσικής λειτουργίας καί όχι τήν ικανοποίηση τής ήδονίζουσας έπιθυμίας. Ή ήδονή ύπηρετεί τήν «χρήσιν» καί έπισφραγίζει τήν άγάπη. Αγαπώ όμως δέν σημαίνει συμπαθώ, άλλά προσφέρομαι, δίνω ό,τι έχω, τόν έαυτό μου, δέν κρατάω τίποτα γιά μένα, αύτό είναι κένωση· καί λαμβάνω ό,τι μού προσφέρεται ώς άντίστοιχη κενωτική άνταπόκριση, όχι ώς άνταπό- δομα. Είναι σάν νά άδειάζω άπό τό αιμα μου καί νά γεμίζω μέ τό αιμα τού άλλου.
Ανάλογα προσεγγίζει τό θέμα καί ο ιερός Χρυσόστομος, καθώς ύπομνηματίζει τήν πρός Ρωμαίους Επιστολή τού Παύλου, θεωρώντας τήν παρά φύσιν σχέση ώς τη μεγαλύτερη αμαρτία. Ή κατά φύσιν ένωση γεννά ζωη και γιά τούς ίδιους και άπο τούς ίδιους. Σχετική μελέτη έχει γράψει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μάνης κ. Χρυσόστομος[27], στήν οποία γιά έξοικονόμηση χρόνου παραπέμπω, χωρίς νά σχολιάσω περαιτέρω τό θέμα.
Τελικά, αύτό πού ονομάζεται στή σύγχρονη κοινωνία δικαίωμα, αγάπη, προσανατολισμός, ταυτότητα, υπερηφάνεια, αύτό τό ίδιο χαρακτηρίζεται άπό τον Απόστολο Παύλο ατιμία, άσχημοσύνη, ακαθαρσία, μη καθήκον, άπό δέ τόν Χρυσόστομο μανία, νβρις, άλλόκοτη λύσσα[28]. Καί επειδή ή εκτροπή άπό τή φύση προσβάλλει τον πυρήνα της σχέσης τού ανθρώπου μέ τον Θεό, δέν μπορούμε νά ίσχυρισθούμε, ότι οι θέσεις αύτές άντανακλούν τίς ήθικές άντιλήψεις τής τότε εποχής καί συνεπώς θά μπορούσαν νά παραθεωρηθούν.
Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Ό άνθρωπος είναι πλασμένος «κατ’ εικόνα τον Τριδικον Θεού καί καθ’ όμοίωσιν». Αύτή ή εικόνα έχει άλλοιωθεΐ άπό τήν άμαρτία. Σκοπός τής Εκκλησίας είναι «ή άνάστασις τής πρίν πεσούσης εικόνος», δηλαδή ή άνάδειξη τής άνθρώπινης άξίας, τιμής καί δόξης. Αναφαίρετο στοιχείο σέ αύτήν τήν πορεία είναι ή ήθική κάθαρση πού κατορθώνεται μέ τήν καλλιέργεια τών άρετών, ή οποία άναπόφευκτα περνάει άπό τόν σεβασμό στούς φυσικούς όρους, στή φυσιολογία.
Επίσης, ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματικός, οι ψυχικές λειτουργίες πρέπει άπαραιτήτως νά εναρμονίζονται μέ τή φυσιολογία τού σώματος. Κάθε παρέκκλιση άπό αύτόν τόν κανόνα άποτελεί άσθένεια καί διαταραχή πού πρέπει νά θεραπευθεί. Γι’ αύτό ύπάρχει ή έπιστήμη καί ή γνώση. ’Εάν δέ είναι έκουσίως προκλητή, τότε άποτελεί άμαρτία καί διαστροφή. Γι’ αύτό ύπάρχει ή Εκκλησία. Ή ρήξη τής άρμονικής σχέσης ψυχής καί σώματος, ώς άποτέλεσμα επιλεγμένης παρέμβασης άποσκοπεί στήν άλλοίωση τής άνθρώπινης οντολογίας καί άποτελεί βεβήλωση τής ίδιας τής άνθρώπινης φύσεως. Αύτός είναι ο λόγος πού ή Εκκλησία διά στόματος τού Αποστόλου Παύλου τήν θεωρεί άμαρτία, όσο καί άν όλως άσύνετα τήν άμνηστεύουν τά σημερινά ύπουργικά στόματα. Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, «το παρά φύσιν δέν καθίσταται κατά φύσιν μέ νομικές διατάξεις» καί συμπληρώνουμε εμείς· καί ή άμαρτία δέν άμνηστεύεται αύθαιρέτως μέ άνεύθυνες ύπουργικές δηλώσεις.
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟΥ ΝΟΜΟΥ
Το φαινόμενο της νομικής θεσμοθέτησης τοΰ γάμου μεταξύ δύο ατόμων τού ίδιου φύλου, δέν έχει ρίζες στην ιστορία, σέ κανένα πολιτισμό καί σέ καμμία θρησκεία, πουθενά δέν τό συναντούμε. Ποτέ η όμοφυλοφιλικη συμβίωση δέν χαρακτηρίσθηκε ώς οικογένεια. Οι κοινωνίες όμως λειτούργησαν, προχώρησαν, αναπτύχθηκαν, έξελί- χθηκαν, δημιούργησαν πολιτισμό. Τό έπιχειρούμενο πείραμα, αντί νά λύσει προβλήματα, θά γεννήσει καί θά τά πολλαπλασιάσει.
(α) Τυχόν ψήφιση τού νόμου θά δημιουργήσει σύγχυση μεταξύ τού τί είναι φυσικό καί τί όχι, τί ήθικό καί τί αμαρτία, τί οικογένεια καί τί συμβιωτική ομάδα. Ή αλλοίωση τών κοινωνικών ηθών, ο έθισμός στό έλκυστικό παράξενο καί αφύσικο, ή δημιουργία νέων στερεοτύπων, οδηγούν σέ μιά νέα δήθεν ήθική πού αντιβαίνει πλήρως στήν ήθική τού Εύαγγελίου, τής ιστορίας, τής έλληνικής παράδοσής μας.
(β) Ή ομοφυλοφιλία ώς ισότιμη νομικά πρός τήν έτεροφυλία έμφανίζεται ώς έναλλακτική πρόταση ζωής στά νέα κυρίως άτομα. Αύτό σημαίνει ότι έπιπλέον δημιουργεί σύγχυση άνάμεσα στό τί είναι κάποιος/α, στό πώς νοιώθει καί στό τί μπορεί νά γίνει. ’Εάν ή ταυτότητα τού ατόμου είναι έπιλέξιμη, τότε μπορεί νά δοκιμάσει, νά πειραμα- τισθεί, μέ πιθανότατα αθεράπευτες συνέπειες. Ή ανθρώπινη οντολογία μεταλλάσσεται καταστροφικά, αποκτά προοπτική ύπαρκτικού θανάτου. Καί όλα αύτά μέ τήν απόλυτη εύθύνη τής Κυβέρνησης.
(γ) Τό πρόβλημα γίνεται ιδιαζόντως μεγάλο όταν μέσω τής έκπαίδευσης καί τής σχετικής νομοθέτησης έπιβάλλεται στα παιδιά μια αγωγη σύμφωνα μέ τήν οποία παρουσιάζεται τό αφύσικο καί οπωσδήποτε μή έπιστημονικά τεκμηριωμένο καί έμπειρικά αποδεδειγμένο ώς φυσικό καί κυρίως ώς προοδευτικό, σύγχρονο, απελευθερωτικό καί φυσικά ώς έπιλέξιμο καί έπιθυμητό[29].
(δ) Όταν αυτός ο τύπος ζωής καί οικογένειας προβάλλεται ώς κάτι σύγχρονο, εύκολα μπορεί νά γίνει μόδα καί άντί νά βοηθήσει κάποιους λίγους πού βρίσκονται σέ αύτήν τήν κατάσταση, νά πολλαπλασιάσει έπικίνδυνα την παρέκκλιση άπό τη φυσική όδό και έκτροπη. Ή λάθος εικόνα δημιουργεί άσθένεια, ή οποία μεταδίδεται ταχύτατα, δεδομένου ότι τά άτομα αύτά έχουν τήν τάση νά προβάλλουν τόν τύπο τής ζωής τους ώς πρότυπο δήθεν άπελευθέρωσης, νά παρελαύνουν καμαρωτά καί μέ ύπερηφάνεια καί έτσι νά δημιουργούν έθισμό καί έξοικείωση, μεταμορφώνοντας τό φαινόμενο σέ κατάσταση, κάτω άπό τά χαμόγελα καί τά χειροκροτήματα τών άπερισκέπτως νομοθετούντων.
(ε) Όπως πάλι ύποστηρίζει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ. Αναστάσιος, «ή διαιώνιση τής άνθρωπότητας έχει στηρι- χθεί στήν ύπαρξη δύο φύλων καί στήν ένωσή τους. Αντίθετα, ένας τέτοιος νόμος προσβάλλει τή δημιουργία… Δέν άποτελεί κοινωνική πρόοδο άλλά σύγκρουση μέ τή φυσική τάξη, κατήφορο» (21.1.2024).
(στ) Ή πιθανότητα άφού ψηφισθεί ο νόμος ώς προτείνεται άργότερα νά συμπεριλάβει καί τήν προσφυγή σέ δυνατότητες πού παρέχουν οι σύγχρονες άναπαραγωγικές τεχνικές, όπως ή χρήση παρένθετης μητρότητας, ώς παρατηρεί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, οδηγεί άναπόφευκτα σέ «σκανδαλώδη υποτίμηση τής γυναίκας ώς εργαλείου τεκνοποιίας, στερημένης τον μητρικού της ρόλου καί τής συμμετοχής της σέ μιά ολοκληρωμένη οικογένεια. Άφαιρει δικαιώματα καί υποτιμά τήν αξία της».
(ζ) Ό γάμος δέν είναι δικαίωμα. Είναι θεσμός. Τόν προστατεύει τό Σύνταγμα έπειδή συντηρεί, άναπαράγει καί προάγει τό Έθνος. Αντίθετα, ή προπαγάνδα περί δικαιωμάτων καί ισότητος τών ομοφυλοφίλων στόν γάμο καί ή τυχόν ψήφιση τού νομοσχεδίου υπονομεύει τό Έθνος καί ύπό τήν έννοια αύτήν λειτουργεί άντεθνικά. Οι δημογραφικές συνέπειες ένός τέτοιου νόμου φαντάζουν τρομακτικές, ιδίως μάλιστα σέ μιά χρονική συγκυρία σάν τήν παρούσα, όπου τό δημογραφικό πρόβλημα άποτελεί τόν μεγαλύτερο κίνδυνο καί χαρακτηρίζεται ώς εφιάλτης, μάλιστα καί άπό επίσημα βουλευτικά χείλη, τοΰ πρ. υπουργού κ. Τάκη Θεοδωρικάκου[30].
Τελικά, ή νομιμοποίηση τοΰ γάμου μεταξύ άτόμων τοΰ ιδίου φύλου, στην ούσία καταστρέφει τά ομοφυλόφιλα άτομα, δημιουργεί σύγχυση στά φυσιολογικά, διχάζει την κοινωνία, προσβάλλει τη φύση. Επιπλέον, ο θεσμός τής οικογένειας άπαξιώνεται, οι ηθικές άξίες εκφυλίζονται, ο άνθρωπος εύτελίζεται, ή δημογραφικη άπειλη κορυ- φώνεται, ή πίστη στόν Θεό κλονίζεται, ή νέα γενιά αύτοαμφισβητείται, ο πολιτισμός όπως τόν γνωρίζουμε καταστρέφεται. Είναι δυνατόν νά μην άντιδράσει ή Εκκλησία;
ΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Δέν θά ήθελα νά άσχοληθώ στήν παρούσα ομιλία μέ τή νομική διάσταση τοΰ θέματος. Τό Εγκύκλιο Σημείωμα τής Ίεράς Συνόδου, τά σχόλια καί οι εύστοχες άναλυτικές παρεμβάσεις τών άδελφών Μητροπολιτών Λαρίσης, Πειραιώς, Μάνης, καί Μεσσηνίας, όπως καί οι επιστημονικές δημοσιεύσεις ειδικών περί τό οικογενειακό καί άστικό δίκαιο νομικών, καθ. Ρόης Παντελίδου[31], καθ. Γεωργίου Γεωργιάδη[32], έναργώς παρουσιάζουν νομικη προσέγγιση άποδεκτη άπό την Εκκλησία καί καταδεικνύουν μέ σαφήνεια τη δυνατότητα νομικών διεξόδων, προκειμένου νά ρυθμισθοΰν ζητήματα, χωρίς την κατ’ άνάγκην νομικη θεσμοθέτηση τοΰ γάμου μεταξύ άτόμων τοΰ ιδίου φύλου.
Τό πρόβλημα δέν είναι ή άδυναμία εξευρέσεως νομικών ρυθμίσεων, άλλά ή άνυπαρξία πολιτικής βουλήσεως.
ΓΕΝΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ – ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ
Α. Σύμφωνα μέ τά παραπάνω, ύπάρχει μία βασική αρχή πού έχει τέσσερα μέρη αδιαπραγμάτευτης ισχύος. Τα φύλα:
- Είναι μόνον δύο, δέν ύπάρχει κάτι άλλο διαφορετικό ή ένδιάμεσο, όπως έξυπονοεί ο όρος ΛΟΑΤΚΙ.
- Είναι μεταξύ τους διαφορετικά, πού σημαίνει ότι ύπάρχει σαφής διάκριση άνάμεσα στά δύο φύλα, ή οποία καί πρέπει μέ κάθε τρόπο νά διατηρείται. Ή άσάφεια δημιουργεί σύγχυση καί ή σύγχυση κρίση ταυτότητας.
- Δέν είναι μόνον διαφορετικά, άλλά είναι κυρίως συμπληρωματικά. Ή διαφορετικότητά τους δέν ύπάρχει άπλώς γιά νά τά διακρίνει, άλλά όντας συμπληρωματικά, ύπάρχει κυρίως γιά να υπηρετεί την ένωσή τους. Ή σωματική ένωση έχει διπλό σκοπό· τήν άναπαραγωγή τής ζωής καί τήν ψυχοσωματική ολοκλήρωση τού άγα- πητικού συνδέσμου. Γιά τόν λόγο αύτόν, δέν άποτελεί πράξη άλλά ιερή σχέση, ή οποία προφανώς καί πρέπει νά είναι ψυχοσωματικά άρτια καί κατά φύσιν.
- Ή άρχή τής ζωής καί συνεπώς ή άνθρώπινη ύπαρξη στηρίζεται στήν έτεροφυλικότητα. Κάθε τι πού άποδυναμώνει τή διάκριση τών φύλων είναι προσβολή τής ιερότητας τής ζωής καί τού άνθρώπου.
Β. Ένα έπιχείρημα πού συχνά άκούγεται είναι ότι έφόσον μεταξύ δύο άνθρώπων ύπάρχει άγάπη, ή άγάπη αύτή πρέπει νά έκφρασθεί καί συνεπώς δικαιούνται νά συνάψουν σχέση γάμου, άκόμη καί δύο άτομα τού ιδίου φύλου, μιάς καί ο σκοπός τού γάμου είναι ή διά τής άγάπης τελείωση. Είναι όμως ή έρωτική έλξη έξ ορισμού γνήσια άγάπη, μάλιστα άνεξάρτητη τών φύλων;
Ή αγάπη έχει πολλές μορφές. Άλλη είναι ή άγάπη μεταξύ άδελ- φών, άλλη μεταξύ γνωστών καί φίλων, άλλη τών γονέων πρός τά τέκνα καί άντιστρόφως, άλλη ή άγάπη πρός όλους, άκόμη καί πρός τούς έχθρούς, πού άναφέρει τό Εύαγγέλιο. Ή φυσική σχέση στίς παραπάνω περιπτώσεις μπορεί νά περιλαμβάνει σωματικές έκδηλώσεις άπλής έπαφής (έναγκαλισμούς καί διακριτικούς άσπασμούς), άλλά είναι ελεύθερη από σεξουαλικές εξάρσεις καί κινήσεις αμοιβαίας σωματικής ένώσεως. Δέν οδηγεί σέ γάμο. Στήν Καινή Διαθήκη ή αγάπη, ενώ εκθειάζεται ώς μείζων τών αρετών καί χρησιμοποιείται ώς ρήμα ή ουσιαστικό 315 φορές, σέ καμμία τών περιπτώσεων δέν συνδέεται μέ τό έρωτικό αίσθημα, τό οποίο αποκαλείται «επιθυμία»[33].
Ή ιδιομορφία τής ερωτικής έλξης είναι ότι αναπόφευκτα συνοδεύεται από σεξουαλική επιθυμία, ή οποία βέβαια χαρακτηρίζεται από παρορμητισμό καί ήδονικό αίσθημα καί συνεπώς τό ενδεχόμενο ή αγάπη να νοθεύεται από ανελευθερία καί ιδιοτέλεια είναι ορατό. Ώς εκ τούτου η σεξουαλική ικανοποίηση δέν μπορεί να αποτελεί αυτοσκοπό.
Αυτό αντισταθμίζεται, όταν ο σκοπός τής ένώσεως είναι να δώσει ζωή σέ όλες της τίς μορφές καί όταν τα πάντα γίνονται ενώπιον τοΰ Θεού. Ή αληθινή αγάπη «…είναι ή εν Θεω κοινωνία τών ψυχών, δπως ή κοινωνία τών άγίων…»[34], είναι πάντοτε στό όνομα τού Θεού, σεβόμενη ασφαλώς τα έργα Του, κορύφωση τών οποίων είναι ο άνθρωπος, όπως όμως Αυτός τόν δημιούργησε. Ή αγάπη προϋποθέτει σεβασμό τής ανθρώπινης οντολογίας, ότι «ό Θεός εποίησεν τον άνθρωπον κατ’ εικόνα Θεού, άρσεν καί θήλυ εποίησεν αυτούς»[35]. Μέσα σέ αυτό τό πλαίσιο ή Εκκλησία κατανοεί τόν γάμο καί τόν αναβιβάζει σέ μυστήριο. Ό γάμος πρέπει νά έχει τή δυνατότητα νά αναπαράγει τή ζωή.
Έάν ίσχυε ότι ή ερωτική έλξη είναι ή κατ’ εξοχήν έκφραση τής αγάπης καί ώς εκ τούτου δικαιολογεί κάθε σχέση, τότε θα μπορούσε να δικαιολογηθεί και ή εύκολη έναλλαγή συντρόφων και έμμεσα ή μοιχεία, σίγουρα δέ ή πολυγαμία. Ό έρωτας δέν είναι πάντοτε γνήσια αγάπη.
Γ. Ή Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι αποτελεί ευθύνη της νά επιλύσει προβλήματα πού αντιμετωπίζουν παιδιά τά οποία γεννιούνται εντός περιβάλλοντος ομοφυλοφιλικών συμβιώσεων. Τα παιδια όμως αύτα είναι έλάχιστα, προέκυψαν εκτός τής πατρίδος μας καί τό όλο πρόβλημα άφ’ ενός μέν είναι είσαγόμενο, άφ’ ετέρου δέ προκαλεί τεκτονικές άναστατώσεις στήν κοινωνία μας, καθώς έρχεται σέ κάθετη άντίθεση μέ τόν πολιτισμό, τήν κοινωνική ηθική καί τις άρχές μας.
Δ. Τό πρόβλημα έμφανίζεται άρκετα δύσκολο, όχι έξ αιτίας τής άντικειμενικα υφιστάμενης άνάγκης, πού πρέπει κάπως να ρυθμισθεί, άλλα λόγω της έντονης φόρτισης πού το συνοδεύει. Ή Κυβέρνηση θέλει να τό έπιβάλει μέ κάθε τρόπο. Γι’ αύτό καί μεθοδευμένα προβάλλει μία σχετική ιδεολογία πού προφασίζεται καί ηθικούς λόγους, όπως τήν προάσπιση άτομικών δικαιωμάτων, τα οποία γίνονται διεθνώς άποδεκτά. Κάθε ένας πού δέν άποδέχεται τή μεθόδευση καί άντιδρά στήν έπιβολή τών μέτρων στιγματίζεται ώς άντιδραστικός. Αύτό έχει ώς άποτέλεσμα να παρουσιάζεται ή Κυβέρνηση ώς ήθικα εύαίσθητη καί ή Εκκλησία ώς έθελοτυφλούσα έναντι τών δήθεν πιεστικών προβλημάτων τών δύστυχων αύτών παιδιών.
Ε. Τελικά, άπευθυνόμαστε σέ μία κοινωνία, κυρίως νέων, οι οποίοι άντιδρώντας έντονα στα παραδοσιακά στερεότυπα, τά έχουν αντικαταστήσει μέ άλλα στερεότυπα καί προκαταλήψεις υπό τό κάλυμμα τής πολιτικής ορθότητας. Πρέπει να καταλάβουμε ότι δέν μάς καταλαβαίνουν.
Αύτό, παρα τό ότι δυσκολεύει τήν έπικοινωνία μας, δέν μάς έμποδίζει, άλλα μάς έπιβάλλει να μιλήσουμε μέ σωστό τρόπο, μέ λογική έπιχειρηματολογία, τεκμηριωμένα, μέ κατανόηση, μέ εύγένεια, μέ έμπνευση, μέ πληρότητα χριστιανικού ήθους καί φρονήματος, άλλα καί μέ μαχητικότητα. Ό λόγος μας ώς Εκκλησίας πρέπει να είναι προφητικός, άνεξάρτητα άπό έαν μάς άποδέχονται ή όχι. Οι προφήτες δέν είσακούσθηκαν, μάλλον έδιώχθησαν. Όμως όλοι έπιβεβαιώθηκαν.
ΣΤ. Πρόταση μας δέν είναι να έγκαταλειφθούν τα παιδια στό έλεος τού Θεού, άλλα να βρεθούν λύσεις πού να μήν προσβάλλουν τόν θεσμό τής οικογένειας καί τού γάμου. Τό πρόβλημα δέν είναι ότι δέν υπάρχουν λύσεις καί δυνατότητα νομικών ρυθμίσεων πρός αύτήν τήν κατεύθυνση, ούτε καί ή έλλειψη έπιχειρημάτων άπό τήν έκκλησια- στική πλευρά. Τό πρόβλημα άναδεικνύεται καί μεγενθύνεται άπό τήν έλλειψη πολιτικής βούλησης καί τήν πληθώρα παραπλανητικών δικαιολογιών από τήν πλευρά τής Κυβέρνησης.
Γιά παράδειγμα ή Κυβέρνηση έπιμένει στή λεγόμενη τεκνοθεσία αυτών τών παιδιών. Είναι όμως τόσα λίγα τά παιδιά ομοφυλόφιλων καί πολύ λιγότερα αύτά πού ένδεχομένως θά όρφανέψουν. Ή άποψη πού έξέφρασε ή Ιερά Σύνοδος ότι τά παιδιά δέν είναι «κατοικίδια ζώα συντροφιάς» ή «άξεσουάρ» δέν είναι άστεΐο λογοπαίγνιο. Σύμφωνα μέ έπίσημα στοιχεία τού Υπουργείου Εργασίας[36] τό 2021 ύπήρχαν 73 διαθέσιμα παιδιά πρός υιοθεσία καί έκκρεμούσαν 825 αιτήσεις γιά υιοθεσία. Συνεπώς δέν έχουμε παιδιά γιά τά όποια δέν υπάρχουν οικογένειες νά τά υιοθετήσουν. Δυστυχώς, τό έπιχείρημα τών παιδιών τά έργαλειοποιεί καί έμποδίζει νά διακρίνουμε τήν άλήθεια.
Εκτός τούτου, όπως άναφέρει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος «Τά έτερόφυλα Ζευγάρια για να υιοθετήσουν παιδί περνούν από ψυχολογική εξέταση. Αύτό δέν σημαίνει κάτι; Δέν βλέπουν ότι έπιστημονικά δέν μπορεί νά γίνει υιοθεσία μεταξύ ομόφυλων ξευγαριών; αφήνω τόν κοινωνικό αντίκτυπο στήν άκρη…».
Ζ. Τό πρόβλημα τών παιδιών πού μεγαλώνουν σέ τέτοιο περιβάλλον είναι μεγαλύτερο πού γεννήθηκαν άπό όταν καί άν όρφα- νεύσουν. Τούτο, διότι δέν είναι ότι δέν έχουν πατέρα ή μητέρα, άλλά ότι έχουν άντί γιά μητέρα πατέρα καί άντί γιά πατέρα μητέρα. Ή σύχ- γυση είναι προφανής. Ή μονογονεϊκη οικογένεια προκαλει στέρηση αλλά όχι σύγχυση. Ή όμοφυλοφιλικη προξενεί καί τά δύο.
Παρά ταύτα, τό θέμα δέν είναι τόσο ή τεκνοθεσία, άφού πρός τό παρόν άφορά έλάχιστα παιδιά. Αύτά δέ πού ένδεχομένως θά χάσουν τή φυσική ή τή νόμιμη μητέρα τους καί πρέπει κάποιος νά τά άναδεχθεί είναι έλάχιστα.
Τό θέμα είναι κυρίως ο γάμος. Αύτός θά αύξήσει καί τίς παρά φύσιν αύτές σχέσεις, θά αύξήσει τά άτομα πού έμφανίζονται μέ σύγχυση ταυτότητος φύλου καί θά αύξήσει τόν άριθμό τών δύστυχων αύτών παιδιών πού γεννιούνται κάτω άπό τέτοιες άφύσικες συνθήκες.
Μεγαλύτερο από το πρόβλημα τής όρφάνιας, ότι το παιδί θα χάσει τον βιολογικό του γονέα, είναι ότι μεγαλώνει αφύσικα μέ δυο γονείς τοΰ ίδιου φύλου. Πρέπει πάση θυσία να προληφοΰν οι γεννήσεις τέτοιων παιδιών. Καί αντί αύτό νά έπιδιώξει ό νόμος, έπιτυγχάνει το αντίθετο.
Η. Τελικά, υπάρχει τό έξής παράδοξο. Αυτό πού μέχρι τώρα γνωρίζαμε από τήν Κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ ήταν ή απέχθεια πρός τήν οικογένεια, τόν γάμο, τα παιδιά, τούς θεσμούς, τήν ’Εκκκλησία. Καί τώρα ζητούν τήν προστασία τού Κράτους γι’ αύτα πού ή ιδεολογία καί ή πρακτική τους πολεμούσε. Δέν τα ζητούν έπειδή άλλαξαν γνώμη, αλλα για να τα παραμορφώσουν κατα τό δοκούν. Καί ή Κυβέρνηση συναινεί καί έξαγγέλλει… τό θαύμα! Ή κραυγή άπορίας τού Αποστόλου Παύλου γιά τή συμπεριφορά τών Γαλατών, έκράζεται καί άπό έμάς για τήν ανεξήγητη έπιμονή καί στάση τής Κυβέρνησης: «Ώ ανόητοι Γαλάται, τίς ύμάς έβάσκανε τη αληθεία μη πείθεσθαι»[37]!
Θ. Ό Πρωθυπουργός ομολόγησε δημόσια ότι ή ψήφιση τού νομοσχεδίου έπαφίεται στή συνείδηση τών βουλευτών καί για τόν λόγο αύτόν δέν θέτει θέμα κομματικής πειθαρχίας. Θέμα συνείδησης όμως, σημαίνει ότι είναι αξιακό καί ιδεολογικό. Στήν πράξη αύτό πού βλέπουμε προκλητικώς να προτάσσεται τής ήθικής συνείδησης είναι ή πολιτική συνείδηση, δηλαδή ή ανάγκη διατήρησης τής ένότητας τής παράταξης. Αν είναι δυνατόν!
Για τήν Εκκλησία τό θέμα δέν είναι ή προστασία τής δικής της τυπικής παράδοσης (έτσι έμαθε να λέει καί να κάνει), αλλα τής βαθειάς συνείδησης τής πίστεως. Για τόν λόγο αύτόν ούτε πιέσεις άνωθεν ασκούνται στούς Μητροπολίτες, ούτε έκκλησιαστική πειθαρχία χρειάζεται, ούτε διαρροές υπάρχουν, ούτε ή ομοφωνία κινδυνεύει, ούτε βέβαια όργανωμένα «φροντιστήρια» γίνονται. Μακάρι τά μέλη της Κυβέρνησης νά είχαν λίγη από την έλευθερία συνείδησης τών μελών της Ιεραρχίας μας! Πόσο διαφορετικό θα ήταν τό αποτέλεσμα! Πόση διαφορετική ή κοινωνία!
Το όλο θέμα είναι θέμα κοινής λογικής καί προσωπικής καί κοινωνικής ήθικής. Έξ αύτοΰ πηγάζει καί ή ποιμαντική μας ευθύνη καί ή εύθύνη τοΰ λόγου. Ή Έκλησία ασφαλώς καί δέν νομοθετεί. Ούτε καί θα ήθελε. Έχει τούς νόμους της καί είναι διαχρονικοί, αιώνιοι καί θεόσδοτοι. Δέν νομοθετεί, καί γι’ αύτο δέν φέρει εύθύνη. Φέρει όμως βαρύτατη εύθύνη μόνον έαν σιωπήσει. Καί δέν πρέπει να το κάνει. Πρέπει να φωνάξει καί δυνατά.
Ι. Όπως ύπαινίχθην προηγουμένως, ή στάση τής Εκκλησίας παρουσιάζεται ώς αφιλάνθρωπη καί ανάλγητη έναντι τών δήθεν πιεστικών προβλημάτων τών δύστυχων αύτών ομάδων καί ώς έντελώς ασυνεπής έναντι τής εύαγγελικής διδασκαλίας της περί αγάπης.
Παίρνω ένα απόσπασμα απο τήν κατακλείδα τής ύπέροχης, έμπεριστατωμένης, συστηματικής καί περιεκτικής παρέμβασης τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γουμενίσσης κ. Δημητρίου, πού βιωμα- τικα έκφράζει το πώς ζεί ή Έκκλησία τήν πρόκληση τής αγάπης προς τον αμαρτάνοντα καί τού μίσους έναντι τής αμαρτίας, το οποίο καί παραθέτω:
«Ή Εκκλησία ΑΠΟΔΕΧΕΤΑΙ τους μετανοιωμένους γιά κάθε πάθος, γιά κάθε πτώση. ΔΕΝ στιγματίζει. ΔΕΝ στοχοποιεί. ΔΕΝ καταδικάζει. ΟΜΩΣ, ΔΕΝ συμβιβάζεται με τήν παθολογία. Υιοθετεί τον άνθρωπο στήν προοπτική τής μετάνοιας, τής όντολογικής φυσικότητας καί κυρίως τής σωτηρίας. ΔΕΝ υιοθετεί τά πάθη τον ανθρώπου. Ό συμβιβασμός θά ήταν σάν ό γιατρός νά όνοματίσει τον καρκίνο οτι είναι φυσιολογική κατάσταση υγείας… Ό Θεός έσωσε τήν πόρνη, τόν ληστή, τόν τελώνη, τόν άσωτο υιό, σάν ανθρώπους, όχι σάν παθιασμένους ανθρώπους. ΔΕΝ γίνεται λοιπόν ή Εκκλησία —ώς σώμα Χριστον— νά ενεργεί διαφορετικά. ΔΕΝ είναι χώρος πανδημίας τών παθών».
ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΟΥΣ ΧΕΙΡΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Α. Είναι αλήθεια ότι ή πίεση πού ασκείται μέ τήν πανδημία τής έμφυλης ιδεολογίας είναι τεράστια σέ παγκόσμιο έπίπεδο. Μέ όλη αύτή τήν προπαγανδιστική διάχυση τής σχετικής πληροφορίας ούτε να ξεχωρίσει ή αλήθεια απο το ψέμμα είναι έφικτό, ούτε να σκεφθεί κανείς καί να κρίνει ελεύθερα είναι δυνατό, ούτε καί οι κυβερνήσεις να αξιολογήσουν καί να αποφασίσουν ανεπηρέαστες είναι εύκολο. Ή πίεση της περιρρέουσας ατμόσφαιρας είναι ασφυκτική, τόσο πού προκειμένου να προχωρήσουν οι κυβερνήσεις σέ κάποιες νομοθετικές ρυθμίσεις καί προσαρμογές δέν χρειάζονται οδηγίες από τήν Εύρω- παϊκή Ένωση. Ή πίεση τών συνθηκών αρκεί.
Συνεπώς, δέν είναι εύκολο ύπό τίς παρούσες συνθήκες ή Κυβέρνηση να ταυτίσει τίς έπιλογές της μέ τίς αρχές τής Εκκλησίας. Είναι όμως έπιβεβλημένο να σεβαστεί τήν ίδιοπροσωπία τού λαού μας, τήν ιστορία, τίς παραδόσεις, τόν πολιτισμό μας, τήν Εκκλησία. Δέν τό κάνει. ’Εδώ είναι τό πρόβλημα. Οι κυβερνήσεις πού έχει ανάγκη ο τόπος δέν είναι για τα εύκολα, είναι για τα δύσκολα, αλλα αληθινά καί συνετά.
Β. Τό έρώτημα πού αιωρείται αναπάντητο είναι τελικά, ποιός ό λόγος αυτής τής απόφασης; Ποιά ή άνάγκη; πόσους άφορά άμεσα; Πόσες τελικα είναι αύτές οι περιπτώσεις πού χρήζουν νομοθετική θεραπεία; Γιατί τόση σπουδή;
Θα μπορούσαν ένδεχομένως οι κυβερνητικοί να προχωρήσουν ανεχόμενοι τήν κατάσταση, συρόμενοι σέ λύσεις πού κάπως τούς έπι- βάλλονται ή καί να περιμένουν. Αντίθετα, αύτοί διακηρύσσουν τήν πολιτική τους μέ ένθουσιασμό. Βιάζονται. Έχουν στρατηγικό σχεδια- σμό καί καυχώνται.
Γ. Το πρόβλημα λοιπόν δέν είναι ότι ψηφίζουν το νομοσχέδιο, άλλα ότι τό υποστηρίζουν καί τό προβάλλουν ώς πρόοδο. Είναι ότι, ένώ αντιλαμβάνονται ότι ή συνείδηση τών βουλευτών τους, τήν οποία έπικαλούνται, είναι αντίθετη, προχωρούν μέ κάθε μέσο βιάζοντάς της. Είναι ότι οι δύο-τρείς μή θεσμικοί σύμβουλοι τού πρωθυπουργού έπι- βάλλουν τίς έπιλογές τους στήν πλειοψηφία τών έκλεγμένων από τόν λαό βουλευτών τής Κυβέρνησης. Είναι ότι ή Κυβέρνηση μάς λέει τί είναι καί τί δέν είναι άμαρτία, καταργώντας στήν ούσία τήν Εκκλησία, ένώ στα λόγια διακηρύσσει ότι τή σέβεται. Αύτό πού ή Έκκκλησία ώς άρμόδια μπορεί να πεί είναι ότι μεγαλύτερη από τήν άμαρτία αύτών πού έχουν τό πρόβλημα είναι ή άμαρτία αύτών πού τό δημιουργούν νομοθετώντας το καί το πολλαπλασιάζουν. Κάτι παραπάνω γνωρίζει για το τι είναι αμαρτία ό Απόστολος Παύλος από τον Κυβερνητικό Εκπρόσωπο!
Δ. Στο σημείο αύτό θά ήθελα νά άναφερθώ σέ αύτό πού πρόσφατα δήλωσε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαρίσης κ. Ιερώνυμος ότι «όποιος αψηφά τις παρακαταθήκες της Εκκλησίας κάνει κακό στην κοινωνία». Αύτό γιατί ή Εκκλησία, εκτός άπό τήν εμπειρία τής θείας χάριτος, έχει και την μακροχρόνια έμπειρία της ζωής, μάλιστα, άς μού επιτραπεί νά πώ, πολύ μεγαλύτερη άπό τήν εμπειρία τής κάθε Κυβέρνησης, πού ένώ είναι προσωρινή καυχάται ότι ή οπτική της είναι άναγκαστικά εύρύτερη. Είναι άπλό. Κάνουν λάθος. Είναι άνα- γκαστικά άσύγκριτα στενότερη, μυωπική. Γιατί, ένώ νομοθετούν, άγνοούν τόν άνθρωπο. Δείχνουν νά μήν τόν σέβονται.
Ε. Αντιθετα, ή διαχρονική άποστολή τής Εκκλησίας ήταν, είναι καί θά είναι νά άναδεικνύει καί νά προστατεύει τήν άξία τού άνθρώπου, ή οποία βασίζεται στήν ήθική καί αύτή στούς φυσικούς όρους. Ή Εκκλησία είναι Πανεπιστήμιο ανθρωπολογίας. Ένα ξεφύλλισμα τού Εύαγγελίου, μιά ματιά στή Φιλοκαλία, λίγες σελίδες άπό τά συναξάρια, άρκούν νά τό άντιληφθεί κανείς. Ή πολιτεία έχει εύθύνη κυρίως νά προστατεύσει τήν άξιοπρέπεια τού άνθρώπου. Όταν καταρρέει ή αξία καταργειται και ή αξιοπρέπεια. Καί τότε άποτυγχάνει ή Κυβερνητική πολιτική καί τήν πληρώνει ή κοινωνία.
ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ
Α. Σέ τελική άνάλυση τό θέμα είναι ψυχοκοινωνικό καί τό όλο πρόβλημα ξεκινάει άπό τό ότι άποξενώνεται ή σεξουαλικότητα άπό τήν βιολογική ταυτότητα καί άπό τό ότι ταυτίζεται ή άγάπη μέ τήν σεξουαλική έλξη. Ή επικρατούσα τάση είναι νά ύποταχθεί άκόμη καί ή φυσιολογία στήν «πολιτική ορθότητα», τό τί είναι ένας άνθρωπος στό πώς θά ήθελε νά είναι ή στό πώς θέλουμε νά τόν καταντήσουμε. Τήν άρχή τής συμπληρωματικότητας τήν άντικατέστησε τό δόγμα τής συμπεριληπτικότητας καί τήν άξία τής έλευθερίας ο νόμος τού δικαιωματισμού.
Β. Αντί ή σύγχρονη κοινωνική αντίληψη να προσπαθεί να δικαιολογήσει τα πάντα καί ένοχα να υποστηρίζει το φαινόμενο αυτής τής ψυχοσωματικής δυσαρμονίας ή νομικα να δώσει διέξοδο σέ κάθε αφύσικη, αλόγιστη καί νοσηρή έπιθυμία ή καί να αναπτύξει αντίστοιχες τεχνολογίες, θα έπρεπε φιλάνθρωπα να το αναγνωρίσει ώς πρόβλημα καί νά αγωνιστεί μέ όλα τα μέσα πού διαθέτει, πνευματικά, ψυχολογικά, νά το θεραπεύσει, ώστε όσοι έπιθυμοΰν νά μπορούν νά βοη- θηθούν. Όταν ή ψυχή δέν έναρμονίζεται μέ το σώμα, τότε ή ψυχιατρική άντί, αποκλείοντας τήν παρέκκλιση άπό τή φυσική οδό ώς ψυχική διαταραχή, να καταθέσει τα όπλα, θα έπρεπε να τα αξιοποιήσει. Καί αντί να ποινικοποιηθούν οι «θεραπείες μεταστροφής», θα έπρεπε να αναπτυχθούν θεραπείες έπιστροφης σέ αύτό πού ο κάθε άνθρωπος στή φύση του είναι, αλΛα δυστυχώς κάποιοι δυσκολεύονται να βιώσουν.
Γ. Από τότε πού ή ψυχιατρική διέγραψε τήν ομοφυλοφιλία από τή λίστα τών ψυχικών διαταραχών, παραιτήθηκε από τή σχετική έρευνα καί έμειναν τα δύστυχα αύτα άτομα αβοήθητα μέ μοναδική συντρο- φια τήν έλπίδα σέ μια βολική νομοθεσία καί τή διεκδίκηση δικαιωμάτων μέ παρελάσεις αύτοεξευτελισμού καί ντροπής.
Το μεγαλύτερο λάθος μας ώς Εκκλησίας θα ήταν να δεχθούμε ότι ή ομοφυλοφιλική πράξη, έκτός από ψυχική διαταραχή, δέν είναι καί άμαρτία. Τα πρόσωπα αύτά, έκτός από τήν έλπίδα τής ψυχιατρικής θεραπείας, θα είχαν χάσει οριστικα καί τή σωτήρια διάθεση μετανοίας καί τήν αναζήτηση τής παρηγορίας τού θείου έλέους για τίς δικές τους έκτροπές. Ή ομοφυλοφιλία είναι μία ασθένεια πού τή γέννησε ή διάχυτη κοινωνική άμαρτία καί μπορεί ασφαλώς να τή θεραπεύσει ή Εκκλησία. Μαζί μέ όλες τίς μεγάλες δικές μας άμαρτίες, μπορεί να αγκαλιάσει θεραπευτικα καί αύτήν.
Δ. Τελικά, ή έξίσωση τού γάμου μεταξύ ατόμων τού ίδίου φύλου μέ τόν ιερό θεσμό τού γάμου, όπως τόν γνωρίζει ή ανθρώπινη φύση καί τόν αναγνωρίζει ή Εκκλησία, θα μονιμοποιήσει τήν παρα φύσιν έκτροπή, θα συμβάλει στήν μετάδοση καί τόν πολλαπλασιασμό της μέ καταστροφικές συνέπειες για τήν ανθρώπινη ζωή καί τήν κοινωνία. Καί την αιτία της δέν θα πρέπει να τήν ψάξουμε σέ νευροφυσιολογικα αίτια.
Ή κρίση είναι πνευματική. Καί δυστυχώς πολύ βαθειά.
Ή ευθύνη μας ώς Εκκλησίας να καταδείξουμε το πρόβλημα καί να άντιδράσουμε είναι μεγάλη. Ή αντίδρασή μας πρέπει να είναι δυναμική. Απλά πρέπει νά είμαστε καί προσεκτικοί. Ό λόγος μας πρέπει να συνδυάζει τήν προφητική δύναμη τής αιώνιας καί σώζουσας άλήθειας μέ τή διακριτική κατανόηση τής πραγματικότητας καί τών άδυναμιών τής άνθρώπινης φύσεως.
[1] Επίσης: κοινωνικό φύλο, binary, genderqueer, androgynous, gender nonconforming, τρανς «μετάβαση», πανσέξουαλ, πολυσέξουαλ, coming out, «έτεροκανονικότητα», τρανσοφοβία κ.ά.
[2] Μόλις πρόσφατα, στις 18.12.2023, ό Πάπας Φραγκίσκος έδωσε τή συγκατάθεση του στο νά μπορούν οί καθολικοί ιερείς νά ευλογούν όμόφυλα ζευγάρια, δίνοντας εύλογία «ύπέρ της υγείας, της αλληλοβοήθειας, της συμπαράστασης και της ψυχικής γαλήνης», χωρίς όμως να επιτρέπεται να τελούν θρησκευτικές τελετές, τέτοιες πού θα μπορούσε να δημιουργήσουν σύγχυση μέ τήν τελετή τού γάμου, https ://www. cnn.gr/kosmos/.
Pope says Roman Catholic priests can bless same-sex couples, https://www.bbc.com/news
[3] Δέν ύπάρχει καμμία έκ τών 50 πολιτειών τών ΗΠΑ στήν όποια να μήν έχουν τα τελευταία χρόνια έκλεγεί σέ κάποια πολιτική θέση ανοιχτά δηλωμένοι όμοφυλόφιλοι, εις δέ τίς 48 έκ τών 50 έχουν έκλεγεί απο τήν κοινότητα LGBT είτε γερουσιαστές είτε μέλη τού κοινοβουλίου είτε καί τα δύο, ένώ σέ τρείς απο τίς δέκα μεγαλύτερες σέ πληθυσμό πόλεις τών ΗΠΑ (Chicago, San Diego, Houston) έχουν έκλεγεί καί δήμαρχοι (Βλ. List of first openly LGBT politicians in the United States (en.m.wikipedia.org).
Στήν Εύρώπη ύπάρχουν καί σέ ανώτερο έπίπεδο, πρόεδροι, πρωθυπουργοί κ.λπ., όπως ό πρωθυπουργός τού Λουξεμβούργου καί μόλις πρόσφατα (31.5.2023) ό πρόεδρος τής Λετονίας καί ό πρωθυπουργός τής Γαλλίας (9.1.2024). Στή Σερβία καθυστερούσαν οί ένταξιακές διαπραγματεύσεις, έπειδή ή Κυβέρνηση απαγόρευσε τήν «παρέλαση ύπερη- φανείας» στό Βελιγράδι (Βλ. Δήλωση τού πρώην έπικεφαλής τής αντιπροσωπείας τής ΕΕ στή Σερβία Vensan Dezer, Antivirus, https://avmag.gr/ 8.9.2013). Μόλις έπετράπει τόν Σεπτέμβριο τού 2014 ξεκίνησαν, τό δέ έντυπωσιακό είναι ότι τό 2017 διορίσθηκε πρωθυπουργός γνωστή λεσβία ακτιβίστρια (ή Ana Brnabic), ή όποία μάλιστα απέκτησε καί τέκνο τόν Φεβρουάριο τού 2019!
Για τα έν Έλλάδι συμβαίνοντα παρέλκει κάθε σχολιασμός.
[4] ’Επί συνόλου 705 μελών τού Εύρωκοινοβουλίου, 17.1.2024, https://www.bvoltaire.fr
[5] Μητροπολίτου Αργολίδος Νεκταρίου, Ένα απέραντο φρενοκομείο, 18.1.2024, https://www.argolidaportal.gr
[6] Ό όρος καθαρά έλληνικός (όμο- (ίδιος) και φοβία), πρωτοεισήχθη άπό την άγγλική γλώσσα (homophobia) τό 1969 άπό τόν George Weinberg και έγινε γνωστός με τό βιβλίο του Society and the Healthy Homosexual (1971).
[7] https://el.wikipedia.org, https://www.psychology.gr/sexualikotita
[8] Οί ευρωπαϊκές χώρες πού επιτρέπεται είναι οί έξης: Ολλανδία (2001), Βέλγιο (2003), Ισπανία (2005), Σουηδία (2009), Νορβηγία (2009), Φινλανδία (2010), Πορτογαλία (2010), Δανία (2012), Γαλλία (2013), Ιρλανδία (2015), Λουξεμβούργο (2015), Γερμανία (2017), Μάλτα (2017), Λύστρία (2019), Ηνωμένο Βασίλειο (2014/2020), Σλοβενία (2022), Ελβετία (2022), Εσθονία (2023)
Οί χώρες στο κόσμο πού έπιτρέπουν τον γάμο ομόφυλων ζευγαριών:
Καναδάς (2005), Νότια Αφρική (2006), Αργεντινή (2010), Ισλανδία (2010), Βραζιλία (2013), Ούρουγουάη (2013), Νέα Ζηλανδία (2013), Ηνωμένες Πολιτείες (2015), Κολομβία (2016), Λύστραλία (2017), Ταϊβάν (2019), Έκουαδόρ (2019), Κόστα Ρίκα (2020), Χιλή (2022), Μεξικό (2022), Κούβα (2022), Ανδόρα (2023)
[9] Συνέντευξη κ. Άδωνι Γεωργιάδη στον Σκάι, Σα 20.1.2024.
[11] Αύτ. στ. 19-20.
[12] «άγίασον ήμών τάς ψνχάς καί τά σώματα» (Θ. Λειτουργία Χρυσοστόμου, Εύχή Τρισαγίου ύμνου).
[13] Α^ Κορ. στ’ 19.
[14] Αύτ. στ. 15.
[15] Έφεσ. ε’ 31.
[16] Φιλιπ. β’ 2, α 27.
[17] Α Κορ. ιγ’ 7, 8.
[18] Έφες. ε’ 32
[19] Γρηγορίου τού Θεολόγου, Έπη θεολογικά-ήθικά Γ’, Προς παρθένους παραινετικός, ΒΕΠΕΣ 61,101.
[20] Ρωμ. ιστ’ 4.
[21] «Γεν. α 26
[22] Ρωμ. α’ 20-32
[23] «πεπληρωμένους, αδικία, πορνεία, πονηρία, πλεονεξία, κακία, μεστούς φθόνου, φόνου, εριδος, δόλου, κακοηθείας, ψιθυριστάς, καταλάλους, θεοστυγείς, ύβριστάς, ύπερηφάνους, άλαξόνας, έφευρέτας κακών, γονεύσιν άπειθείς, άσυνέτους, άσυνθέτους, άστόργους, άσπόνδους, άνελεήμονας» (Αύτ. στ. 29,30).
[24] «άνθρωπος έν τιμή ών ού συνηκε, παρασυνεβλήθη τοίς κτήνεσι τοίς άνοήτοις καί ώμοιώθη αύτοίς», Ψαλμ. ΜΗ’ 13.
[25] Α^ Κορ. στ’ 9.
[26] Κατάλληλος ή παρανομία τη δυσσεβεία. Ώσπερ γόρ μετήλλαξαν τήν αλήθειαν τού Θεού έν τω ψεύδει, ούτω τήν έννομον τής επιθυμίας απόλαυσιν μετέβαλον εις παράνομον (Θεοδώρητος, PG 83).
[27] Μάνης Χρυσόστομος: Ό ιερός Χρυσόστομος περί τής ομοφυλοφιλίας (Συμβολή στήν έπι- καιρότητα τού θέματος), 2024.
[28] Πάντα μεν ούν άτιμα τα πάθη μάλιστα δε ή κατά τών άρμενων μανία· καί γάρ πάσχει έν τοίς άμαρτήμασιν ή ψυχή μάλλον καί καταισχύνεται η το σώμα έν τοίς νοσήμασι… Προς τήν άλλόκοτον ταύτην λύσσαν έξώκειλαν… Όθεν καί συγγνώμης άπάσης εϊσίν έκτος καί εις αυτήν τήν φύσιν ύβρίσαντες».
(Ίωάννου Χρυσοστόμου, Όμιλία Ε1, Ρωμ. 1, 18-25, ΕΠΕ 16Β, 406, σσ. 406-408)
[29] Βλ. Madoc Cairns, Scandinavian bishops speak out on sexuality and gender, 28 March 2023, THE TABLET, https://www.thetablet.co.uk/news
When a “view of human nature that abstracts from the embodied integrity of personhood, as if physical gender were accidental” is put forward, however, “we must dissent”. Further to this, “we protest when such a view is imposed on children as if it were not a daring hypothesis but a proven truth”.
[30] Τάκης Θεοδωρικακος: Δεν έχουμε κανένα μέλλον ώς χώρα χωρίς την αντιμετώπιση του δημογραφικου, Όμιλία στην ‘Ολομέλεια της Βουλής, 15.12.2023.
[31] Παντελίδου, Ρόη, Ο γάμος ως ένωση δύο προσώπων διαφορετικού φύλου, ΤΟ ΒΗΜΑ, Σα 15.1.2024
[32] Γεωργιάδης Γεώργιος, Περί «ισότητας στο οικογενειακό δίκαιο», Ποιο είναι λοιπόν το
όριο στις επιθυμίες των πολιτών; Εάν υιοθετήσουμε το μοντέλο νομοθέτησης που
προτείνεται, δεν υπάρχει όριο, Νομική Βιβλιοθήκη, 16.1.2024,
https://daily.nb.org/arthrografia/peri-isotitas-sto-oikogeneiako-dikaio
[33] «Πας ό βλέπων γυναίκα εις το έπθνμήσαι αυτήν ήδη έμοίχενσεν αυτήν…», Ματθ. ε’ 28.
[34] Όσία Γαβριηλία (Παπαγιάννη), επιστολή προς τον Εβραίο συγγραφέα Yehuda Hanegbi, Ή Ασκητική τής άγάπης, σ. 414.
[35] Γεν. α’ 27.
[36] https://ypergasias.gov.gr/proti-dimosiefsi-dedomenon-gia-tis-yiothesies-kai-tis-anadoches- stin-ellada-1o-trimino-2021/
[37] Γαλ. γ’ 1.