ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
+ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΚΑΤΡΑΜΑΔΟΥ
«Κατακόσμησον τον νυμφώνα σου, Σιών, και υπόδεξαι τον Βασιλέα Χριστόν».
Σεβαστοί Πατέρες και Αδελφοί μου, 40μέρες μετά τη γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στο ταπεινό σπήλαιο της Βηθλεέμ ο ιερός υμνογράφος απευθύνεται σήμερα στη Σιών, στην πόλη των Ιεροσολύμων και στον Ναό του Σολομώντος, και τους καλεί να προετοιμασθούν για να υποδεχθούν τον βασιλέα Χριστό. Είναι η 1η φορά που ο Χριστός πηγαίνει στα Ιεροσόλυμα και θα εισέλθει στον Ναό του Σολομώντος, καθώς η Παναγία Μητέρα Του και ο προστάτης τους, ο δίκαιος Ιωσήφ, θα επισκεφθούν τον Ναό, για να κάνουν την καθιερωμένη από τον Μωσαϊκό νόμο προσφορά, και για να δεχθεί η Παναγία και το βρέφος την ευλογία των ιερέων. Ασφαλώς ούτε η Υπεραγία Θεοτόκος, ούτε πολύ περισσότερο ο Χριστός είχαν ανάγκη να λάβουν την ευλογία των ιερέων, αλλά, όπως ο ίδιος ο Κύριος μας πολλές φορές έχει πει, δεν ήλθε για να καταργήσει τον νόμο, αλλά για να τον συμπληρώσει. Γι αυτό και με την είσοδό Του ως τεσσαρακονθήμερο βρέφος στον Ναό του Σολομώντος εκπληρώνει τον Μωσαϊκό νόμο, δείχνει σεβασμό και υπακοή Του στον Νόμο του Θεού και παράδειγμα σε όλους μας στην πνευματική υποχρέωσή μας να τηρούμε τον Θ. Νόμο χωρίς εξαιρέσεις και να είναι το θέλημα του Θεού και οι Εντολές Του προ άλλης κινήσεως μας, για να αποδεικνύουμε με λόγια και έργα ότι ο Χριστός είναι τα πάντα στη ζωή μας. Αν όμως ο Κύριός μας εισέρχεται 40θήμερο βρέφος στην αγκαλιά της Μητέρας Του στον Ναό του Σολομώντος, επιλέγοντας για ακόμη μία φορά την αφάνεια, όπως το έκανε και με τη γέννησή Του στο σπήλαιο της Βηθλεέμ, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι Θεός· αυτό δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι δεν του όφειλαν την υποδοχή που του άξιζε, εφόσον για πρώτη φορά εισέρχεται στον Ναό του Θεού ο ίδιος ο Θεός και μαζί του εισέρχεται και η Παναγία Μητέρα Του, η οποία είχε εισέλθει και είχε παραμείνει στα Άγια των Αγίων, προετοιμαζόμενη για τη μεγάλη αποστολή την οποία επρόκειτο να αναλάβει, να γίνει Μητέρα του Θεού. Και εάν για κάθε υψηλό πρόσωπο που μας επισκέπτεται φροντίζουμε να στολίζουμε τον χώρο στον οποίο θα εισέλθει, τιμώντας το με αυτό τον τρόπο, έτσι και για την είσοδο του Υιού και Λόγου του Θεού στον Ναό του Σολομώντος, ο Υμνογράφος ζητά τον κατάλληλο στολισμό για την υποδοχή του βασιλέως Χριστού.
Η προτροπή του Υμνογράφου μπορεί να μην πραγματοποιήθηκε σε ότι αφορά την πολύπαθη για την αγνωμοσύνη της πόλη των Ιεροσολύμων ή τον καταστραμμένο από το 70 μ.Χ Ναό του Σολομώντος, και η παρουσία του Χριστού να περνά απαρατήρητη, πραγματώνεται όμως στο πρόσωπο του Πρεσβύτου Συμεών και της Προφήτιδος Άννας, οι οποίοι επί χρόνια παρακαλούσαν τον Θεό και ιδιαίτερα ο Άγ. Συμεών να μην πεθάνει πριν δει με τα φυσικά γεροντικά μάτια Του τον Μεσσία. Η επιθυμία και ο πόθος του να δει τον Σωτήρα αλλά και η διαρκής προσευχή του προς τον Θεό για να τον αξιώσει να τον δει, προετοίμασαν την ψυχή του κατάλληλα για να κατανοήσει το μήνυμα του Θεού και να καταλάβει ποιος ήταν ο Σωτήρας του κόσμου. Ασφαλώς, την ημέρα της Υπαπαντής του Κυρίου μας θα βρισκόταν πολλοί στον Ναό του Σολομώντος, όμως ο μόνος που αναγνώρισε τον Χριστό ήταν ο πρεσβύτης Συμεών, γιατί ήταν ο μόνος που επιθυμούσε να Τον δει, ο μόνος που η ψυχή του ζητούσε από τον Θεό να Τον συναντήσει, ο μόνος ο οποίος προετοιμαζόταν όμως για αυτή τη συνάντηση.
Ο Συμεών κατοικούσε στην Ιερουσαλήμ. Ήταν δίκαιος, ευλαβής και φωτισμένος από το Άγ. Πνεύμα, που του είχε φανερώσει ότι δε θα πέθαινε πριν δει το Χριστό. Η χαρμόσυνη αυτή πληροφορία τον εμψύχωνε ως τα βαθειά γεράματά του. Ακριβώς 40 μέρες μετά τη γέννηση του Χριστού, αυτό το Πανάγιο Πνεύμα τον πληροφόρησε ότι έπρεπε να πάει στο Ιερό. Ετοιμάστηκε, λοιπόν, με νεανική ζωηρότητα, πήγε εκεί και στάθηκε στην πόρτα, γεμάτος ευχαρίστηση και αγαλλίαση. Μέσα στην προσδοκία και στη αδιάπτωτη πίστη του, φάνηκαν να έρχονται ο Ιωσήφ με την Παρθένο, που κρατούσε τον Ιησού. Ο Συμεών σπεύδει και λαμβάνει τον Χριστό στην γεροντική αγκαλιά του. Τον κρατάει ευλαβικά και, αφού καλά παρατήρησε το νήπιο και δέχθηκε όλη την ιλαρότητα της θείας μορφής του, ύψωσε το βλέμμα του επάνω και είπε ευχαριστώντας το Θεό: «Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις άποκάλυψιν εθνών και δόξαν λάου σου Ισραήλ». Τώρα, πάρε την ψυχή μου Δέσποτα, σύμφωνα με το λόγο Σου, ειρηνικά, διότι τα μάτια μου είδαν Αυτόν που θα φέρει τη σωτηρία που ετοίμασες για όλους τους λαούς και θα είναι το μόνο και αλήθινό Φως, που θα αποκαλύψει τον αληθινό Θεό και θα δοξάσει το λαό σου Ισραήλ».
Και κοντά στο Άγιο θεοδόχο Συμεών και μία γυναίκα η προφήτιδα Άννα ή θυγατέρα του Φανουήλ και καταγόταν από τη φυλή του Ασήρ, του ογδόου γιου του Ιακώβ. Παντρεύτηκε νέα, και μετά 7 χρόνια γάμου έμεινε χήρα. Από κει και πέρα έζησε μόνη της, χωρίς να έλθει πλέον σε νέο γάμο. Παρηγοριά της και ευχαρίστηση της η προσευχή, η νηστεία, η ανάγνωση των Γραφών, η φιλανθρωπία και η συχνή παρουσία της στο Ιερό σ’ όλες τις πρωινές και εσπερινές δεήσεις. Για τον καθαρό και άγιο αυτό τρόπο της ζωής της, το Άγ. Πνεύμα μετέδωσε στην Άννα μαζί με την υπομονή στις ανθρώπινες στερήσεις και κακουχίες της το προφητικό χάρισμα. Αξιώθηκε και αυτή γερόντισσα 84 ετών να υποδεχθεί στο Ναό μαζί με τον γέροντα δίκαιο Συμεών, το θείο Βρέφος. Κατά την μοναδική αυτή συνάντηση και η καρδιά της Αγίας Άννας χάρηκε και σκίρτησε. Πλησίασε και εκείνη τον Πρεσβύτη Συμεών και προσκύνησε το παιδί και κατόπιν, αφού ευχαρίστησε και δοξολόγησε και αυτή το Θεό, διακήρυττε ότι ήλθε ο Μεσσίας προς όλους, οι όποιοι ζούσαν περιμένοντας με ειλικρινή ευσέβεια τη λύτρωση του Ισραήλ.
Το πνευματικό ύψος των δύο αυτών προσώπων του Αγ. Συμεών και της Αγ. Άννας, η σύμφωνη με τον Θεό ζωή τους και η καθαρότητα των ψυχών τους, τους κατέστησαν έμψυχους Ναούς του Θεού και θεόπτες, και κάνει τον Ιωσήφ τον Υμνογράφο να βγάλει το λογικό συμπέρασμα ότι με τις προϋποθέσεις αυτές μπορεί μεν ο Συμεών και η Άννα να ήταν γέροντες στην ηλικία, νέοι όμως στο πνεύμα.
Διότι αυτό προκαλεί στο πνεύμα του ανθρώπου η παρουσία της Χάριτος του Θεού μας κρατά πάντοτε σε νεανική ψυχική και νοητική σφριγηλότητα. Όταν ο άνθρωπος ζει την παρουσία του Θεού, τότε δεν μαραζώνει από το δηλητήριο της αμαρτίας. Αυτή είναι που γερνά τον άνθρωπο, τον πληγώνει, τον τραυματίζει, οδηγώντας τον σιγά σιγά αρχικά στον πνευματικό και στην συνέχεια και στον σωματικό θάνατο. Αυτό σημαίνει ότι, κατά την πίστη μας, η νεότητα είναι πρωτίστως θέμα «καρδιάς», θέμα του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου, κι όχι θέμα απλώς ηλικιακό.
Πόσες φορές δεν βλέπουμε νέα παιδιά να είναι με μαραμένη και γερασμένη «καρδιά», διότι έχουν εκδοθεί στις διάφορες αμαρτίες αμετανόητα, και γέρους ανθρώπους να σφύζουν από χαρά και διάθεση, γιατί ακριβώς αγωνίζονται να μένουν εν Θεώ. Κι είναι κάτι που το επεσήμαινε με πίκρα και στενοχώρια και ο Άγ. Παΐσιοςμιλώντας για τέτοια παιδιά: «Καινούργιεςμηχανές, με παγωμένα λάδια».
« Κατακόσμησον τον νυμφώνα σου, Σιών, και υπόδεξαι τον Βασιλέα Χριστόν».
Η προτροπή σήμερα του Υμνογράφου, προτροπή της Εκκλησίας, την οποία πραγμάτωσε ο πρεσβύτης Συμεών, απευθύνεται σε μας, γιατί και εμείς υποδεχόμαστε και οφείλουμε να υποδεχόμαστε και να κρατούμε μέσα μας τον Χριστό συνεχώς στην ψυχή μας. Τον υποδεχόμαστε πώς: με την προσευχή, με τη συμμετοχή μας στα Μυστήρια και στη Λατρεία της Εκκλησίας, κυρίως όμως και βασικά με το βασικό και κύριο Μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας και της ενσυνείδητής μας Θ. Κοινωνίας, Τον υποδεχόμαστε τηρώντας αναλλοίωτους τους λόγους και τις εντολές Του στην καθημερινότητά μας. Χρειάζεται όμως να φροντίσουμε να κατακοσμούμε, όπως σήμερα μας προτρέπει ο υμνογράφος, την ψυχή μας. Γιατί η ψυχή του κάθε ανθρώπου είναι ο νυμφώνας για να υποδεχθεί τον Χριστό και οφείλει και πρέπει να το επιθυμεί ο καθένας μας και να προετοιμάζεται για να Τον συναντήσει.
Ο 40θήμερος σήμερα Χριστός, όπως ο Ίδιος μας λέει, δεν αναγκάζει κανέναν να Τον δεχθεί με την βία. Στέκεται διακριτικά στη θύρα κάθε ψυχής και κρούει, και όποιος καλοπροαίρετα και χωρίς φόβο Του ανοίξει σε εκείνη την ύπαρξη εισέρχεται. Εισέρχεται και μένει στην ψυχή η οποία είναι καθαρή και τακτοποιημένη, δεν επικρατεί ακαταστασία, δεν είναι γεμάτη από πάθη και ρύπους της αμαρτίας και κυρίως από πνευματική ραστώνη δεν κάνει τίποτε για να καθαριστεί. Εισέρχεται ο Χριστός και μένει στην αγωνιζόμενη ψυχή του κάθε ανθρώπου, ο οποίος προσπαθεί να ζει σύμφωνα με τις εντολές και το Θέλημα Του και καλλιεργεί αρετές.
Και φέτος αξιούμενοι να εορτάσουμε την Υπαπαντή-Υποδοχή του Κυρίου ας ακούσουμε την προτροπή του Υμνογράφου και ας προετοιμαζόμαστε κατάλληλα, ώστε να μπορούμε να έχουμε τον Χριστό στην ψυχή μας από εδώ στη γη που ζούμε και αγωνιζόμαστε για να είναι συνεχώς μαζί μας και στον Ουρανό. Η Εκκλησία για το λόγο αυτό υφίσταται, και γι αυτό εργάζεται. Να δίνει πνευματικές ευκαιρίες να συναντήσουμε τον Χριστό, να έχουμε αδιάλειπτα τον Χριστό στην ψυχή. Από εμάς εξαρτάται αν ετοιμάζουμε τον εαυτό μας, για να δεχθούμε τον Χριστό, να γίνουμε σύσσωμοι και σύναιμοι, να αποκτήσουμε το Τ. Σώμα και το Τ. Αίμα Χριστού, το οποίο παίρνουμε σε κάθε Θ. Λειτουργία.
Άρα, σε εμάς απομένει, εάν θέλουμε πράγματι και σ’αυτή τη ζωή αλλά και στην αιώνια να είμαστε άρρηκτα συνδεδεμένοι μαζί Του. Οφείλουμε να ετοιμάζουμε, και να προετοιμάζουμε την ψυχή μας, να είναι κατάλληλη να Τον δεχθεί γιατί αλλιώς θα μείνουμε εκτός του νυμφώνος, δεν θα εισέλθει ο Κύριος στη ψυχή μας, δεν είναι έτοιμη., «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου», ας είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε τον Κύριο, γιατί δεν ξέρουμε ποια ξαφνική στιγμή θα έρθει η αναχώρησή μας από τον κόσμο αυτό. Ας είμαστε έτοιμοι για να Τον δεχθούμε και να ζήσουμε μαζί του αιώνια
Αμήν.