ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ Κ.Κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ
ΣΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΟΥ ΘΡΟΝΟΥ (1/09-3/09/2024)
Ιερώτατοι αδελφοί και συλλειτουργοί Αρχιερείς, οι συγκροτούντες την παρούσα Σύναξη, Ύμνο δοξαστικό αναπέμπομε στον εν Τριάδι προσκυνουμένω Θεώ, τω αξιώσαντι ημάς σήμερον να συνέλθουμε άπαντες επί το αυτό. Προσήλθετε, αδελφοί, ανταποκρινόμενοι στη πρόσκληση της Μητρός Εκκλησίας και της ημετέρας Μετριότητος, επιτελούντες το εκκλησιαστικό και αρχιερατικό σας καθήκον, διατρανούντες εν ταυτώ τα υμέτερα αισθήματα σεβασμού, αγάπης και αφοσιώσεως προς τον πανίερο Οικουμενικό Θρόνο.
Σας υποδεχόμαστε μετά πολλής χαράς στην Πόλη του Κωνσταντίνου, την Χριστούπολη, Θεοτοκούπολη και Αγιούπολη, ευχόμενοι καλλικάρπους για το Πατριαρχείο μας και για το χριστώνυμο λαό τις εργασίας της Ιεράς αυτἠς Συνάξεως…..
Η συνάντηση μας πραγματοποιείται και εφέτος για να μελετήσουμε ζητήματα που αφορούν στη ζωή και την πορεία της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, τα οποία έχουν πανορθόδοξο αλλά και παγχριστιανική εμβέλεια και αναφορά. Είναι αυτονόητο, ότι το ευρυτερο περιβάλλον και για την Σύναξή μας, διαμορφούται από γεγονότα ανεξάρτητα από την Εκκλησία, τα οποία όμως μας επηρεάζουν και δεν είναι δυνατόν να τα αγνοήσουμε. Η ζωή του λαού του Θεού εκτυλίσσεται πάντοτε εντός συγκεκριμένου ιστορικού και πολιτισμικού πλαισίου. Η Εκκλησία οφείλει να γνωρίζει, να αναλύει και να αξιολογεί τα εκάστοτε κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα και να τα αξιοποιεί για την πνευματική και ποιμαντική της αποστολή και μαρτυρία. Η συνάντηση και ο διάλογος με τον κόσμο είναι ατελεύτητο καθήκον για την Εκκλησία.
Ζούμε και βιώνουμε σήμερα έντονα την πρόκληση της ετερότητας και της συνυπάρξεως με το διαφορετικό. Πάντοτε υπήρχαν οι διαφορετικοί πολιτισμοί, αλλά σήμερον τονίζεται με μεγαλύτερη έμφαση η ιδιοπροσωπία του καθενός. Το γεγονός αυτό θέτει και όλους εμάς ενώπιον του καθήκοντος της δημιουργικής συναντήσεως με το διαφορετικό, αλλά και της συνεπέστερης γνώσεως και καλλιέργειας του δικού μας πολιτισμού. Μέγα πρόβλημα με την συνάφεια αυτή, είναι η ανθρωπολογική και ηθική σύγχυση για τα ουσιώδη του βίου, ακόμη και μεταξύ των Χριστιανών. Είναι αυτονόητο ότι μας απασχολεί η διάσπαση της Χριστιανοσύνης και το πως θα υπερβαθεί. Έχουμε χρέος να αγωνιζόμαστε στο στίβο του οικουμενικού διαλόγου. Στους νεότερους μεταξύ μας ανήκει η ευθύνη να συνεχίσετε τις προσπάθειες των παλαιοτέρων και να δικαιώσετε τα οράματα και τας προσδοκίας των.
Ποτέ άλλοτε η επιστήμη και η τεχνολογία δεν είχαν τέτοια και τόση ακμή όσο σήμερα. Είναι αδιανόητο να αγνοήσουμε αυτές τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής μας, οι οποίες αλλάζουν την ζωή μας, τις κοινωνίες, την επικοινωνία, το ηθικό μας αισθητήριο, και πορεύονται προς τον πλήρη έλεγχο της ανθρώπινης φύσεως. Καμία προηγούμενη γενεά Χριστιανών αντιμετώπισε τόσο μεγάλη πρόκλησι εκ της επιστήμης και της τεχνολογίας όσον η παρούσα. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι, παρά την εσπευσμένη διακήρυξη του «τέλους της ιστορίας» υπό του Francis Fukuyama αμέσως μετά την πτώση του λεγομένου «Σιδηρού Παραπετάσματος», στο χώρο της πολιτικής δημιουργούνται νέες πολώσεις, ενώ, παραλλήλως, η παντοκρατορία της οικονομίας και των αρχών της, η απολυτοποίηση των ποσοτικών κριτηρίων, των αριθμών και της μεγιστοποιήσεως του κέρδους, χωρίς υπολογισμό των επιπτώσεών των για το φυσικό περιβάλλον, παρά τα κινήματα αμφισβητήσεώς των, παραμένουν ακλόνητοι. Δεν είμαστε ειδικοί οικονομολόγοι, γνωρίζουμε, όμως, ότι η οικονομία οφείλει να υπηρετεί το ανθρώπινο πρόσωπο και τις ζωτικές ανάγκες των κοινωνιών και να σέβεται τον οίκο του ανθρώπου, την καλή λίαν δημιουργία.
Η Εκκλησία δεν μπορεί να αγνοήσει και την σύγχρονη «θρησκειολογική πρόκληση», την λεγομένη «επιστροφή του Θεού», την αναβίωση των θρησκειών και την προβολή του πλουραλισμού των θρησκευτικών ταυτοτήτων. Το γεγονός αυτό χαρακτηρίσθηκε ως η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Χριστιανισμό και από αυτήν της εκκοσμικεύσεως. Θεωρείται βέβαιο ότι η ειρήνη των θρησκειών έχει καθοριστική σημασία για την ειρήνη των λαών και των πολιτισμών και ότι η οδός προς αυτή είναι ο ειλικρινής διαθρησκειακός διάλογος. Δύο είναι σήμερα οι εχθροί αυτού του διαλόγου: α) ο φονταμενταλισμός, δηλαδή η απολυτοποίηση της δικής μου αληθείας και η δαιμονοποίηση του άλλου, η οποία τροφοδοτεί την μισαλλοδοξία και την βία «εν ονόματι του Θεού», και β) η αποδοχή των πάντων και η άρνηση ότι υπάρχει «αλήθεια», δηλαδή ο λεγόμενος «μεταμοντέρνος μηδενισμός» του «anything goes».
¨Όλα αυτά συγκροτούν τον κόσμο εντός του οποίου ζει η Εκκλησία και καλείται να δώσει την δική της καλή μαρτυρία. Στη σχέση της Εκκλησίας με τον κόσμο ελλοχεύει ο κίνδυνος μιας εκκοσμικεύσεως της Εκκλησίας και ταυτίσεως της με τον κόσμο, καθώς και χρήσεως εγκοσμίων μεθόδων για να ακουστεί αποτελεσματικότερο το μήνυμά της και, αφετέρου, υπάρχει ο κίνδυνος εσωστρεφείας και αυτοεγκλεισμού της Εκκλησίας, η απόρριψη του «κακού κόσμου» και η αδιαφορία για την πορεία του, εν ονόματι της διασώσεως της καθαρότητας της Ορθοδοξίας. Και οι δύο αυτές στάσεις είναι ασύμβατες με την αποστολή της Εκκλησίας, συμφώνως και προς την έξοχη διακήρυξη της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στην Κρήτη το 2016, η οποία σε Εγκύκλιο της λέει: «Το γεγονός ότι το πολίτευμα ημών εν ουρανοίς υπάρχει᾽ (Φιλιπ. γ , 20), δεν αναιρεί αλλά ἐνδυναμώνει την μαρτυρία μας εν τω κόσμω. Εν τούτω στοιχούμεν τη παραδόσει των Αποστόλων και των Πατέρων ημών, οίτινες ευηγγελίζοντο τον Χριστόν και την δι αὐτοῦ σωστικήν εμπειρία της πίστεως της Εκκλησίας, θεολογούντες ἁλιευτικῶς᾽, ήγουν αποστολικώς προς τους ανθρώπους εκάστης εποχής δια να μεταδώσουν εις αυτούς το Ευαγγέλιο της ελευθερίας ᾗ Χριστός ημάς ηλευθέρωσεν᾽ (Γαλ. ε ,1). Η Εκκλησία δεν ζει για τον εαυτό της. Προσφέρεται για ολόκληρη την ανθρωπότητα, για την ανύψωση και την ανακαίνιση του κόσμου σε νέους καινούς ουρανούς και σε νέα καινή γην (Αποκ. κα’, 21). Όθεν δίνει την ευαγγελική μαρτυρία και διανέμει στην Οικουμένη τα δώρα του Θεού: την αγάπην Του, την ειρήνη, την δικαιοσύνη, την καταλλαγή, την δύναμιν της Αναστάσεως και την προσδοκία της αιωνιότητας» (Προοίμιο). Αυτό το Ευαγγέλιο της πίστεως, της αγάπης και της ελπίδος εξαγγέλλει η Εκκλησία ενώπιον της ποικιλίας και των διακυμάνσεων των πολιτισμών, με τη επίγνωση των λόγων του Κυρίου, «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν» (Ματθ. κδ , 35).
Η μαρτυρία του Οικουμενικού Πατριαρχείου είναι συνδυασμός αμετακίνητης πιστότητα στην Παράδοση της Εκκλησίας και ανοικτοσύνης προς την ιστορία και τον κόσμο. Η Παράδοση δεν είναι μόνον παρελθόν. Είναι πάντοτε ζώσα και ταυτίζεται με την ίδια τη ζωή της Εκκλησίας, την ενότητα, αγιότητα, καθολικότητα και αποστολικότητά Της, είναι ο τρόπος δια του οποίου ο Θεός εργάζεται την σωτηρία μας. Δυστυχώς, επί μακρό, ακόμη και στα πλαίσια της Οικουμενικής Κινήσεως, η πιστότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Παράδοση ταυτιζόταν εκ μέρους των θύραθεν και των λοιπών Χριστιανών με συντηρητισμό και κλειστότητα, με πρόσημο την προσκόλληση στη λατρευτική ζωή και στον ακοσμικό μοναχισμό. Με την έννοια αυτή, αποτελεί πρόκληση και χρέος για την Ορθόδοξη Εκκλησία η αντιμετώπιση των παρανοήσεων της διδασκαλίας και της πνευματικότητας Της, είτε αυτές διαδίδονται εντέχνως εντός του πλαισίου της Ορθοδοξίας, είτε προέρχονται έξωθεν. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι θέσεις, οι οποίες εμφανίζουν την Ορθόδοξη Εκκλησία ως ουσιαστικά αρνητική προς τον οικουμενικό διάλογο και αδιάφορη για την συνάντηση μετά του συγχρόνου πολιτισμού και των νέων ιδεών, ως εσωστρεφή και εθνοκεντρική, εκφέρονται υπό των εντός των τειχών ως έπαινος και ως μαρτυρία γνησίου ορθοδόξου φρονήματος, ενώ υπό των εκτός με κριτική διάθεση και προς στιγματισμό της κατ αὐτούς οίκοθεν «κλειστής» Ορθοδοξίας.
Τρανή απόδειξη περί αυτών αποτελεί ο χαρακτηρισμός της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας υπό των φονταμενταλιστών ημετέρων ως «οικουμενιστικής», ενώ και κάποιοι των εκτός θεωρούν ότι η Σύνοδος δεν τόλμησε να λάβει τις δεούσες αποφάσεις ενώπιον των συγχρόνων μεγάλων προκλήσεων. Η κριτική αυτή αστοχεί πλήρως όταν στόχος της είναι το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το σθεναρώς αγωνιζόμενο για την ευστάθεια της Ορθοδοξίας και την κoινή μαρτυρία της στο κόσμο. Η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία γνωρίζει καλώς την πανορθόδοξη ευθύνη της και, επίσης, τον τρόπον της εφαρμογής και ασκήσεώς της. Οι πρόσφατες εξελίξεις στις διορθόδοξες σχέσεις έχουν καταστήσει σαφές ότι η ενότητα της Ορθοδοξίας απειλείται, όταν αμφισβητείται ο ρόλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εν ονόματι διαφόρων ακαρπιών ιδεολογημάτων, τα οποία, αντί να κρίνονται από την πανίερη Παράδοση της Εκκλησίας, κρίνουν αυτήν ακρίτως και δημιουργούν επικινδύνους καταστάσεις, οι οποίες ποικιλοτρόπως υποσκάπτουν την διορθόδοξη ειρήνη και κωλύουν την συνεργασία των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Χωρίς τις πρωτοβουλίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου δεν θα υπήρχε συμμετοχή και συμβολή της Ορθοδοξίας στην Οικουμενική Κίνηση, ούτε θα είχε συνέλθει η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Προσευχόμαστε αδιαλείπτως προς τον Δομήτορα της Εκκλησίας για την ενότητα όλων μας και έχουμε την βεβαιότητα ότι θα επιβλέψει ιλέω όμματι επί την Αμπελον Αυτού και θα καταρτίση τα κατ Αὐτήν.
Ανήκουμε στο Χριστό και στην Εκκλησία. Δοξάζουμε τον Κύριο της δόξης, ότι κατέστησε όλους μας διακόνους του λαού Αυτού. Το πολυδιάστατο διακονικό και ποιμαντικό έργο είναι προέκταση και έκφραση της ευχαριστιακής πραγματώσεως της Εκκλησίας και του εσχατολογικού χαρακτήρα της ζωής της. Η ευχαριστιακή σύναξις είναι «ζώσα Δογματική».
Κάθε Θ. Λειτουργία είναι υπαρξιακή βίωση των δογμάτων της Εκκλησίας, μέσα στην οποία αποκαλύπτεται η δημιουργική ένταση μεταξύ του «εν τω κόσμω» αλλ «ουκ εκ του κόσμου» χαρακτήρα της Εκκλησίας, της Εκκλησίας όχι ως «αντικόσμου», αλλά ως μεταμορφωτικής δυνάμεως των πάντων εν Χριστώ.
Στη Θ. Λειτουργία, τα δόγματα της Εκκλησίας τίθενται σε συνάφεια με την ζωή του κόσμου στην παροντική διάσταση και τον εσχατολογικό αυτής προσανατολισμό. Επί τη βάσει της λειτουργικής εμπειρίας της Εκκλησίας, η θεολογία είναι και οφείλει να είναι υπαρξιακή ερμηνεία των δογμάτων, ανάπτυξη της σημασίας αυτών ως μαρτυρία της Εκκλησίας εντός του συγχρόνου κόσμου, με ορίζοντα τον αιώνιο προορισμό του κάθε ανθρώπου και την τελική ανακαίνιση όλης της κτίσεως. «Δεν υπάρχει δόγμα της Εκκλησίας μας που να μην έχει κάτι να πει για τα πραγματικά προβλήματα του ανθρώπου», τονίζει ο μακαριστός Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης (Ι. Ζηζιούλα, Μητροπολίτου Περγάμου, «Ορθόδοξη Εκκλησία και Τρίτη χιλιετία, στο έργο: Στ. Φωτίου, (επιμ.), Η υποδοχή του άλλου. Ορθόδοξες πνευματικές αξίες και Νεωτερικότητα, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2009, σ. 101-123, εδώ σ. 121). Αυτό το πνεύμα μιας «Εκκλησίας της παραδόσεως και της πρωτοπορίας», της Εκκλησίας της «διαλεγομένης θεολογίας» και της «διαλεγομένης ποιμαντικής», αντικατοπτρίζει το πρόγραμμα της παρούσης Συνάξεως της Ιεραρχίας μας.
Η Α’ Συνεδρία με τίτλο «Διορθόδοξοι και Διαχριστιανικαί Σχέσεις» περιλαμβάνει ομιλίες αναφερόμενες σε δύο σημαντικές πτυχές της διορθοδόξου επικαιρότητας και δύο σχετικές προς τον θεολογικό διάλογο με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και την σημασία της παρουσίας της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως στο Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών (CEC) και στο Φόρουμ Διαλόγου μετά του Συμβουλίου των εν Ευρώπη Επισκοπικών Συνόδων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (CCEE).
Είναι γεγονός ότι η διορθόδοξη συνεργασία και οι διαχριστιανικοί διάλογοι πλούτισαν την χριστιανική παρουσία και ζωή στην εποχή μας, προέβαλαν την ζωτική σημασία των χριστιανικών αξιών για την ανθρωπότητα και την δύναμη της κοινής ορθοδόξου και της διαχριστιανικής μαρτυρίας. Βιώσαμε, βεβαίως, πόσο εύθραστη είναι η ενότητα της Ορθοδοξίας στην περίπτωση της συγκλήσεως και πραγματοποιήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης, στο ζήτημα της Ορθοδόξου Διασποράς και του Ουκρανικού Αυτοκεφάλου. Ο Μητροπολίτης Χαλκηδόνος Εμμανουήλ, θα μιλήσει περί του Ουκρανικού ζητήματος και για την Ορθόδοξη παρουσία στις Βαλτικές Χώρες, με υπόβαθρο τας τελευταίας εξελίξεις. Ο Αυστρίας Αρσένιος, θα αναφερθεί στα προβλήματα και τις αναταράξεις στην Ορθόδοξη Διασπορά από της ενάρξεως του καταστροφικού πολέμου στην Ουκρανία και εξής. Ο Μητροπολίτης Πισιδίας κ. Ιώβ, περί του Θεολογικού διαλόγου μεταξύ Ορθοδόξου και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, αναφορικώς προς το «Κείμενο της Αλεξανδρείας», και ο Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μεγάλης Βρεταννίας κ. Νικήτας , Πρόεδρος του Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Εκκλησιών, για την μαρτυρία της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως σε αυτό και δια το Forum Διαλόγου με το Συμβούλιο των εν Ευρώπη Επισκοπικών Συνόδων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Γνωρίζετε οι παντες ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο πρωτοστατεί και στους διαχριστιανικούς διαλόγους, οι οποίοι, ως διεκήρυξε μετά εμφάσεως η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, «ουδέποτε εσήμαναν, ούτε σημαίνουν και δεν πρόκειται να σημάνουν ποτέ οιονδήποτε συμβιβασμό εις ζητήματα πίστεως» (Εγκύκλιος, § 20). Είναι χαρακτηριστικό ότι το συνοδικό κείμενο Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον άρχεται δια των εξής: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία, ούσα η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, εν τη βαθεία εκκλησιαστική αυτοσυνειδησία αυτής, πιστεύει ακραδάντως ότι κατέχει κυρία θέση στην υπόθεση της προωθήσεως της χριστιανικής ενότητας εντός του συγχρόνου κόσμου» (§ 1). Οι διαχριστιανικοί διάλογοι πρέπει να συνεχισθούν με στόχο την αποκατάσταση της χριστιανικής ενότητας, άνευ θεολογικών μινιμαλισμών και με την πεποίθηση, όπως διατύπωσε ο μακαριστός π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, ότι «όλες οι δυνατότητες της Ορθόδοξης παράδοσης μπορούν να φανερωθούν και να πραγματωθούν μόνο στο πλαίσιο μιας σταθερής επαφής με σύνολο τον χριστιανικό κόσμο» (π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ,
Η Β’ Συνεδρία της Συνάξεώς είναι αφιερωμένη σε «Κανονικολειτουργικά Ζητήματα». Τονίζουμε πάντοτε ότι η πιστότητα στις πατρώες παραδόσεις είναι η ένδειξη ότι αντιμετωπίζουμε μετά σοβαρότητας ο ένας τον άλλο στους διαλόγους. Προφανέστατα ισχύει ότι εκείνος ο οποίος δεν σέβεται την δική του παράδοση και ταυτότητα είναι απίθανο να έχει γνήσιο ενδιαφέρων για την κατανόηση του διαφορετικού.
Ο Μητροπολίτης Καλλιουπόλεως και Μαδύτου κ. Στέφανος θα μιλήσει με θέμα «Το Τυπικό ,και η Λειτουργική παράδοσις της Μεγάλης Εκκλησίας και αι εξ αυτών παρατηρούμεναι αποκλίσεις». Η Μεγάλη Εκκλησία χαρακτηρίζεται, όπως ήδη λέχθηκε, όχι μόνο για την ανοικτοσύνη της προς τον κόσμο, αλλά και για τον απόλυτο σεβασμό της προς την μεγάλη και τιμαλφεστάτη παράδοση της Ορθοδοξίας, φύλαξ της οποίας υπήρξε και υπάρχει. Κεντρικό στοιχείο της κληρονομίας αυτής είναι η λειτουργική παράδοση και η εύτακτος τέλεσης της Θ. Λατρείας. Το Πατριαρχείο αποδίδει μεγάλη σημασία στην «ομοιόμορφον, ευσχήμονα και άμεμπτον τέλεσιν των Ι. Μυστηρίων & Ακολουθιών του νυχθημέρου» Η λειτουργική τάξη αποτελεί θεολογική γλώσσα, δια της οποίας εκφράζεται ο πυρήνας της Ορθοδόξου Πίστεως και Ευσεβείας. Δικαίως είμαστε υπερήφανοι για την λειτουργική μας παρακαταθήκη την οποίαν οφείλουμε να τηρούμε και να προσέχουμε ως κόρην οφθαλμού.
Ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων κ. Μάξιμος θα εισηγηθεί το θέμα «Κανονική εισπήδηση δια των Μέσων Γενικής Ενημερώσεως». Κατανοείτε, Τιμιώτατοι αδελφοί, ότι οι τεχνολογικες εξελίξεις δεν είναι άνευ επιπτώσεων ακόμη και στο χώρο της κανονικής λειτουργίας της Εκκλησίας. Η «εικονική πραγματικότητα» επηρεάζει την πραγματικότητα. Το «εικονικό», και στο χώρο στον οποίο αναφερόμαστε, δεν είναι ανώδυνο, ούτε οι χρήστες , εφ ὅσον παραβιάζονται εκκλησιαστικες αρχές είναι δυνατόν να μη ελεγχθούν.
Στην τρίτη συνεδρία της Συνάξεως, με τίτλο «Η Μήτηρ Εκκλησία εν τω συγχρόνω κόσμω», το ζήτημα του συγχρόνου τεχνολογικού πολιτισμού έχει άμεση παρουσία, κατ ἐξοχή στην ομιλία του ειδήμονος στις νέες τεχνολογίες Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ. Μακαρίου, με θέμα «Τεχνητή Νοημοσύνη και Εκκλησία», αλλά και αναφορικώς προς την θεματικήν «Νεολαία και Εκκλησία» του Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Φιλοθέου.
Χωρίς αμφιβολία, ο κόσμος μεταβάλλεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Αιτία των εντυπωσιακών αλλαγών είναι η σύγχρονος αλματώδης ανάπτυξη της τεχνολογίας, γεγονός το οποίο συγκροτεί την μεγαλύτερη παγκόσμια πολιτισμική επανάσταση στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η τεχνολογία δεν είναι σήμερα απλώς χρήση επιστημονικών γνώσεων για πρακτικούς σκοπούς, αλλά έχει καταστεί ο «λόγος», και το «νόημα» της ανθρωπίνης υπάρξεως και, όπως έχει λεχθεί «κρατάει σήμερα το κλειδί σε όλους τους τομείς της ζωής: την επιστήμη, την πολιτική, την οικονομία, την ιατρική κ. λπ.. Κανείς δεν δύναται να την αγνοήσει, χωρίς να τιμωρηθεί με αφανισμό. «Θα ήταν ωσάν να αρνούμαστε την αναπνοή», σημειώνει σύγχρονος στοχαστής. Όντως, η τεχνολογία είναι η «μεγάλη δύναμη» της εποχής μας, οι ευεργεσίες της οποίας είναι αδύνατον να αμφισβητηθούν. Το αυτό ισχύει βεβαίως και για τις αρνητικές διαστάσεις της. Ζούμε την κυριαρχία των μηχανών και της μηχανιστικής νοοτροπίας στη ζωή μας, την υποδούλωση σε τεχνητές ανάγκες, την αλλοίωση των ανθρωπίνων σχέσεων και άλλες φοβερές αλλοτριώσεις.
Η τεχνολογία έχει αυτονομηθεί από τον άνθρωπο, δεν είναι θεραπαινίδα του, αλλά «παντοδύναμος θεά», η οποία ζητεί από αυτόν απόλυτη υπακοή στα κελεύσματά της. Αποθεώνεται η «πληροφορία», η οποία αποκτά μεταφυσική αίγλη. Τα πανίσχυρα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας δεν μεταδίδουν απλώς πληροφορίας, αλλά κατευθύνουν τις επιθυμίες και τις ανάγκες μας, επηρεάζουν τον αξιολογικό προσανατολισμό μας, διαβρώνουν σύμβολα και παραδόσεις αιώνων. Εύκολα ταυτίζουμε πλέον την πρόοδο με την πρόοδο της τεχνολογίας, και λησμονούμε ότι τα μεγαλύτερα προβλήματά μας δεν είναι τεχνικής φύσεως και δεν προκύπτουν από την έλλειψη πληροφοριών. Η εγκληματικότητα, η πείνα και η κοινωνική αδικία, ο φανατισμός και η σύγκρουση των πολιτισμών δεν οφείλονται σε τεχνικούς λόγους ούτε αντιμετωπίζονται με την πληροφορική. Είναι επίσης εμφανές ότι η επιστημονική πρόοδος και η ανάπτυξη της τεχνολογίας δεν απαντούν στα βαθειά υπαρξιακά ερωτήματα του ανθρώπου, ούτε βεβαίως καταργούν αυτά τα ερωτήματα. Η τεχνητή νοημοσύνη φαίνεται ότι αποτελεί την αιχμή του δόρατος της τεχνοκρατίας. Αναμένουμε με πολύ ενδιαφέρον την εισήγησι του αγίου Αυστραλίας.
Όλοι γνωρίζουμε την αγάπην των νέων για τα θαύματα της συγχρόνου τεχνολογίας και την ευχέρεια με την οποίαν χειρίζονται τις μαγευτικές μηχανές της από μικρή ηλικία. Η μέριμνα για την νεότητα βρισκόταν ανέκαθεν στο κέντρο της ποιμαντικής μέριμνας της Εκκλησίας, και αυτό ισχύει και δια την εποχή μας. Με ικανοποίηση διαπιστώνουμε ότι στις Επαρχίες του Θρόνου εκτυλίσσονται διάφορες πρωτοβουλίες και δράσεις εν τω πνεύματι μιας «διαλεγομένης ποιμαντικής», ενός διαλόγου με τους νέους, στον οποίο η Ποιμαίνουσα Εκκλησία τους προσεγγίζει, τους ακούει πριν να μιλήσει, τους καλεί να υπερβούν την ταύτιση της θρησκευτικής πίστεως με συντηρητισμό και αδιαφορία για την ζωή και υπενθυμίζει σε αυτούς ότι έχουν το προνόμιο να είναι φορείς της ολοφώτου Ορθοδόξου Παραδόσεως, των τιμαλφών αξιών, τις οποίες οφείλουν και πρέπει να ανακαλύψουν, να βιώσουν, να εφαρμόσουν και να υπερασπισθούν.
Έχουμε την πεποίθηση, επιβεβαιουμένη συνεχώς δια των συζητήσεών μας με νέους και νέας ότι, εφόσον η νεολαία προσεγγισθεί με αγάπη, κατανόηση και πνεύμα αλληλεγγύης, όχι μόνον ανταποκρίνεται, αλλά αποκαλύπτει δημιουργικές δυνάμεις εντυπωσιακές , τις οποίες θαυμάζουμε. Παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα, τις δήθεν ως επιστημονικώς τεκμηριωμένες αληθείας, η νεότητα είναι μία ιδιαιτέρως «θρησκευτική» περίοδος της ανθρώπινης ζωής, με πολλές μεταφυσικές αναζητήσεις, πολλή «ελπίδα» και αναμονή ενός νέου κόσμου χωρίς αδικία, βία και πόνο, κόσμο ο οποίος εν τέλει εικονίζει την Βασιλεία του Θεού, «καινούς ουρανούς και γην καινήν… εν οις δικαιοσύνη κατοικεί» (Β Πέτρ. γ , 13).
Η Μετριότης ημών εντυπωσιάζεται συχνάκις από το γεγονός ότι οι νέοι και οι νέες μας διδάσκουν με τις ευαισθησίες των, με τις ιδέες και τις δράσεις των, με το φωτεινό παράδειγμά των. Διαπιστώνουμε καθημερινώς ότι επιδεικνύουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τους ενήλικας για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και για τα κοινωνικά προβλήματα. Η συνάντηση με τους νέους μας επιφυλάσσει πάντοτε χαρά και εκπλήξεις. Η Εκκλησία καλεί τους νέους και τις νέες να ενταχθούν ενσυνειδήτως και ενεργώς στη ζωή της, να είναι άνθρωποι με ανοικτούς ορίζοντας, οι οποίοι θα μαρτυρούν με την ζωή τους ότι εν Χριστώ «ήλθεν η αλήθεια και παρέδραμεν η σκια». Η Εκκλησία γνωρίζει ότι η χριστιανική καλή μαρτυρία είναι αδύνατον να δοθεί από ανθρώπους εσωστρεφείς και αδιάφορους για τον συνάνθρωπο και τον κόσμο.
Η Δ Συνεδρία της Συνάξεώς μας έχει τίτλο «Εκκλησία και Γεωπολιτικά Ζητήματα». Αναμένουμε την εισήγηση του Καθηγητού κ. Γεωργίου – Στυλιανού Πρεβελάκη, με θέμα «Ο Ρωσσικός Κόσμος᾽, επίκεντρον και όργανον της ρωσσικής γεωπολιτικής στρατηγικής». Ο αιματηρός πόλεμος στην Ουκρανία, μετά την εισβολή της Ρωσσικής Ομοσπονδίας στο έδαφός της, συνεχίζεται, με ιδεολογική κάλυψη δια της θεωρίας του «Ρωσσικού Κόσμου», η οποία μάλιστα στηρίζεται και σε εκκλησιαστικές διεκδικήσεις. Το Πατριαρχείο Μόσχας μετατρέπεται σε ένα εγκόσμιο καθίδρυμα, το οποίον λειτουργεί πλέον επί τη βάσει αρχών, ξένων προς την ταυτότητα της Εκκλησίας. Τοιουτοτρόπως, η Εκκλησία καθίσταται, ιδία βουλήσει, εργαλείο προωθήσεως κρατικών συμφερόντων.
Η θεματική της Ε’ και τελευταίας Συνεδρίας της Συνάξεώς είναι «Ορθόδοξος Μοναχισμός και Ιεραποστολή». Στήν «Ορθόδοξη Ιεραποστολή στους Αντίποδας» θα αναφερθεί ο Μητροπολίτης Ν. Ζηλανδίας κ. Μύρων.
Η φύσις της Εκκλησίας είναι Αποστολική και Ιεραποστολική. Καλούμαστε να μεταφέρουμε «ρήματα ζωής αιωνίου» (Ιωάν. στ’, 68) στον κόσμο και στα πέρατα της Οικουμένης, ενθυμούμενοι πάντοτε ότι είμεθα Επίσκοποι της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας η Οποία εξήγγειλε urbi et orbi το Ευαγγέλιο της εν Χριστώ σωτηρίας και συνέβαλε στην διαμόρφωση της πνευματικής ταυτότητος πολλών λαών, με παράλληλη διάσωση και εμπλουτισμό των πολιτισμικών των παραδόσεων. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο εφάρμοσε αυτά τα οποία διεκήρυξε μετεμφάσεως η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας: Το Αποστολικό Έργο και η εξαγγελία του Ευαγγελίου, γνωστή ως ιεραποστολή, ανήκουν στον πυρήνα της ταυτότητος της Εκκλησίας, ως διαφύλαξη και τήρηση της εντολής του Κυρίου «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη᾽ (Ματθ. κη’, 19). Είναι η πνοή ζωής, την οποίαν εμφυσά η Εκκλησία στην κοινωνία των ανθρώπων και εκκλησιοποιεί τον κόσμο δια των εκασταχού νεοπαγών Τοπικών Εκκλησιών. Υπό το πνεύμα αυτό, οι ορθόδοξοι πιστοί είναι και οφείλουν να είναι Απόστολοι του Χριστού εν τω κόσμω.
Η αποστολή αυτή πρέπει να εκπληρώνεται όχι επιθετικώς, αλλά ελευθέρως, με αγάπη και με σεβασμό προς την πολιτιστική ταυτότητα ατόμων και λαών» (Εγκύκλιος, § 6).
ΟΙ τελευταίες τρεις εισηγήσεις της Συνάξεως είναι αφιερωμένες στον Ορθόδοξο μοναχισμό. Ο Ηγούμενος της Ι Μονής Τ. Προδρόμου Essex Αρχιμανδρίτης κ. Πέτρος θα αναφερθεί στο «Μοναχισμό εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία στον 21ον αιώνα», ο Ηγούμενος της Ι. Μονής Διονυσίου Αρχιμανδρίτης κ. Πέτρος θα μιλήσει με θέμα «Η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία και το Αγιώνυμον Όρος», ενώ η Ηγουμένη της Ι. Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Μικροκάστρου κ. Θεολογία θα παρουσιάσει εισήγηση περί της «Δυναμικής του γυναικείου μοναχισμού στον 21ον αιώνα».
Ο μοναχισμός είναι σαρξ εκ της σαρκός της Εκκλησίας, δυναμική έκφρασΗ της ασκητικής υφής και της εσχατολογικής ορμής της ζωής της. Αφιερωμένοι ψυχή τε και διανοία και σώματι στον Χριστόν, «ξένοι και πάροικοι των ενταύθα», «τας νύκτας ημέραν ποιούντες, εν ευχαριστίαις και ψαλμωδίαις διάγοντες», «τα άνω ζητούντες», κρούουν οι μονασταί μετ ἐπιμονῆς και υπομονής την πύλη της αιωνίου Βασιλείας, κατά το Κυριακό λόγιο «πας ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και τω κρούοντι ανοιγήσεται (Ματθ. ζ’, 8). Είναι χαρακτηριστικό ότι αναρίθμητοι πιστοί βρίσκουν στις Ι. Μονές απαντήσεις στις υπαρξιακές τους αναζητήσεις, παρηγοριά και ανάπαυση, ανακαλύπτουν την αλήθεια της αφιερωμένης στο Χριστό ζωής, της προσευχής και της Θ. Λατρείας, του σεβασμού της δημιουργίας του Θεού και του νοήματος της ευχαριστιακής χρήσεώς της.
Ο μοναχισμός συνέβαλε στη δημιουργία υψηλού πολιτισμού θεογνωσίας και ανθρωπογνωσίας, κοινότητας του βίου, θεολογίας και ενθέου σοφίας, των θαυμάτων της δοξολογικής τέχνης, της αγιογραφίας, της υμνογραφίας, της ψαλτικής και της ναοδομίας. Όντως, μία ζώσα Εκκλησία χωρίς μοναστές, μοναχούς και μοναχές είναι αδιανόητη. Ο Ορθόδοξος μοναχισμός, ανδρώος η γυνακείος, όπου και αν ασκήται θεοπρεπώς, εκπροσωπεί το αυτό πνεύμα της σταυροαναστασίμου εν Χριστώ ελευθερίας, της εκκοπής του ιδίου θελήματος, της ταπεινοφροσύνης και της υπακοής, της αφοσιώσεως στο «εν, ου εστι χρεία», στον Θεό και την τήρηση των ουρανίων προσταγμάτων Του. Οι μοναχοί και οι μοναχές αποτελούν το σέμνωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Ιερώτατοι αδελφοί, Ως ευ παρέστητε στην Πόλη μας, την δικήν σας Πόλη, κομίζοντες έκαστος την εμπειρία του διαποιμαινομένου υπ αὐτοῦ χριστωνύμου πληρώματος. Χαιρόμαστε, διότι θα έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε εμπεριστατωμένες εισηγήσεις, να συζητήσουμε, να συμπνευματισθούμε, να εμπνευστούμε και να ενισχυθούμε όχι μόνο από τις ιδέες και τις προτάσεις αι οποίες θα διατυπωθούν, αλλά και από την εκ του σύνεγγυς πρόσωπον προς πρόσωπον κοινωνία, από τον λόγον ως διάλογο, που πάντοτε είναι πηγή αποκαλύψεων.
Προφανέστατα, καμία περίοδος στην ιστορία της Εκκλησίας υπήρξε ειδυλλιακή και ανέφελος. Σήμερον είμαστε αντιμέτωποι με μεγάλες παγκοσμίους εξελίξεις και προκλήσεις, ενώπιον των οποίων δεν επιτρέπεται να σιγήσουμε. Ο δε λόγος της Εκκλησίας και της θεολογίας, ως λόγος περί του Θεού, του «αεί υπέρ ημών», είναι εν ταυτώ λόγος περί του ανθρώπου, περί της επιγείου ζωής και της αιωνίου προοπτικής του.
Εμείς οι Επίσκοποι της Εκκλησίας στην ιερή Αποστολή μας αντλούμε ικμάδα και κατεύθυνση από την Ευχαριστιακή Εμπειρία, κατ ἐξοχή ως Προεστώτες της Ευχαριστιακής Συνάξεως και έχοντες την πρώτη ευθύνη για την Ευχαριστιακή Πραγμάτωση της Εκκλησίας. Εδώ ευρίσκεται και ο πυρήνας των απαντήσεων, όπως ήδη ειπώθηκε στα νέα πολυποίκιλα σύγχρονα προβλήματα. Δεν πρόκειται βεβαίως περί ετοίμων λύσεων, τύπου συνταγής, αλλά περί θεόσδοτων Αρχών και Αξιών, οι οποίες οφείλουν και πρέπει να μετατραπούν σε μήνυμα και μαρτυρία περί της αληθούς εν Χριστώ εκκλησιοτραφούς ελευθερίας και περί της εν ημίν ελπίδος εκ Χριστού εις Χριστόν. Αυτό απαιτεί και θεολογική εργασία, πέραν της εμπειρικής και χαρισματικής θεολογίας, της πράξεως ως «επιβάσεως της θεωρίας». Η ποιμαντική στηρίζεται σε αυτές τις δύο πτυχές της Θεολογίας, και εν τη εννοία ταύτη, δεν είναι ποτέ «αθεολόγητος».
Με αυτές τις σκέψεις και τα αισθήματα, περαίνω τον λόγο, δοξάζοντες τον Πάνσοφο, Πανάγαθο και Παντευεργέτη εν Τριάδι Θεό, τον αξιώσαντα πάντας ημάς της χαράς και ευφροσύνης αυτής της Συνάξεως, ευχαριστούντες δε και αύθις πάντας υμάς για την συμμετοχή σας, Σας κατασπαζόμαστε εν φιλήματι αγίω, αναφωνούντες το «Τι ανταποδώσωμεν τω Κυρίω περί πάντων ων ανταπέδωκεν ημίν». Αμήν.