ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΕΙΡΑ ΤΩΝ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΤΕΤΑΡΤΗΣ
“ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ – Ο ΤΑΚΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΣ”
† ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΚΑΤΡΑΜΑΔΟΥ
Σύγχρονοι προβληματισμοί. Πώς πρέπει να εισέρχομαι στο Ναό και ποια η στάση μου μέσα σε αυτόν;
Η συναίσθηση των πράξεών μου, τι κάνω δηλαδή και για ποιο λόγο το κάνω, αποτελεί το κίνητρο ώστε να σκεφτώ ότι μπαίνοντας στο Ναό και ειδικά κατά την ώρα της Θείας Λατρείας, πρέπει καταλάβω ότι εισέρχομαι σε ένα ξεχωριστό μέρος όπου η κοινωνία με το Θεό παίρνει άλλη διάσταση. Αν εξαιρέσουμε τη νεολαία μας, η οποία λόγω της αντιδραστικότητας της ηλικίας, ή επειδή ποτέ κάποιος δεν τους είπε δυο κουβέντες για το θέμα αυτό, δεν κοιτά τι θα φορέσει κι έρχεται με τα σκισμένα τζιν και κοντά ρούχα, είναι λυπηρό να βλέπεις ανθρώπους μεγαλύτερους, υποτίθεται κατασταλαγμένους στη σκέψη και τα πιστεύω τους, να είναι απρόσεκτοι τόσο στην ενδυμασία όσο και στη στάση που κρατούν μέσα στο Ναό. Ένα φαινόμενο που παρατηρείται συνήθως στις μεγάλες γιορτές και στα Μυστήρια της Βαπτίσεως και του Γάμου οπότε οι πλειοψηφία των συμμετεχόντων είναι οι λεγόμενοι περιστασιακοί ή κατ’ ανάγκην συμμετέχοντες. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι τα παιδιά πολλές φορές βάζουν τα γυαλιά στους μεγάλους με τον τρόπο που προσπαθούν να βιώσουν τα τελούμενα στη Θ. Λατρεία και μάλιστα τους θεωρούν υπεύθυνους αφού με τα βλέμματά τους καρφώνουν διερευνητικά – φαρισαϊκά τα παιδιά προκαλώντας τους αμηχανία και ενίοτε ζημιά ανεπανόρθωτη. Αν εμείς οι ώριμοι τάχα χριστιανοί δεν δώσουμε το καλό παράδειγμα στα νέα παιδιά, να τα αγκαλιάσουμε στοργικά με το βλέμμα μας ή με έναν ενθαρρυντικό λόγο, που όπως κάποτε κι εμείς, έτσι κι αυτά σήμερα ψάχνονται, πώς περιμένουμε να προοδεύσουμε ως χριστιανική κοινωνία; Θέλει διάκριση και σωστή προσέγγιση το θέμα της νεότητας. Ας νιώσουν πρώτα την Εκκλησία σαν ένα ζεστό γεμάτο αγάπη σπίτι, στο οποίο κι εκείνα θα έχουν μια θέση, τη δική τους μοναδική θέση ως μέλη του Σώματος του Χριστού κι έπειτα με κατάλληλη καθοδήγηση θα διορθωθούν και τα δευτερεύοντα θέματα όπως αυτό της ενδυμασίας. Εισέρχομαι λοιπόν στο Ναό ευπρεπώς ενδεδυμένος, με σεβασμό και φόβο Θεού αφήνοντας την ψυχή να βιώσει όσο καλύτερα μπορεί την παρουσία του Θεού. Όση ώρα παραμένω στο Ναό, ειδικά αν εκείνη την ώρα τελείται Θεία Λειτουργία, πρέπει με το σώμα και την ψυχή να συμμετέχω ενεργά στα τελούμενα. Να είμαι προσηλωμένος σε αυτά που ακούω και βλέπω ώστε να μην περισπάται ο νους. Τότε μόνο συμμετέχω ουσιαστικά στη Θεία Λατρεία και δεν είμαι απλός θεατής σε ένα θεατρικό δρώμενο.
Κατανοώ τη λειτουργική γλώσσα; Άραγε σήμερα, όσοι συμμετέχουμε στη Θεία Λατρεία, κατανοούμε, στο βαθμό του δυνατού ο καθένας μας, τη λειτουργική γλώσσα της;
Αν όχι, τότε πόσο πολύ θέλουμε να το πετύχουμε; Έχουμε τη διάθεση να κατηχηθούμε ώστε να προοδεύσουμε πνευματικά ή τα περιμένουμε όλα μασημένη τροφή; Δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι η γλώσσα της Θ. Λατρείας της Εκκλησίας μας έπρεπε να ήταν ίδια με την καθομιλουμένη, ώστε πλέον να είναι κατανοητή από όλους και να προσελκύει πολύ περισσότερους πιστούς στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας Ως ενός σημείου υπάρχει κάποιο φαινομενικό δίκιο αν πάρουμε ως παράδειγμα μάλιστα τις προφητείες που διαβάζονται στους Εσπερινούς. Είναι όντως δυσκολονόητες και απαιτούν γνώσεις τόσο στην Π. Δ. όσο και στην αρχαία ελληνική γλώσσα. Αυτό όμως είναι κάτι ξεχωριστό και εφόσον εδώ αναλύουμε τα της Θ. Λειτουργίας, ας αφήσουμε ένα σύγχρονο άγιο να μας πει τη γνώμη του σχετικά: «Η γλώσσα της Θ. Λειτουργίας που χρησιμοποιήθηκε τόσο πολύ χρόνο και καθαγιάσθηκε, η οποία μπορεί να χαρακτηρισθεί και ως κατηγόρημα της ορθοδόξου λατρείας, είναι αδύνατο να αντικατασταθεί, χωρίς να υποστεί ουσιώδη βλάβη αυτή η ίδια η Λατρεία. Για τους λόγους αυτούς, είμαστε κατηγορηματικώς πεπεισμένοι ότι είναι αναγκαία η χρήση της παραδεδομένης Λειτουργικής γλώσσας στις εκκλησιαστικές ακολουθίες. Δεν υπάρχει καθόλου ανάγκη να αντικατασταθεί αυτή με την γλώσσα της καθημερινής ζωής, πράγμα που αναπόφευκτα θα κατεβάσει το πνευματικό επίπεδο και θα προξενήσει έτσι ανυπολόγιστη ζημία».
Όταν κάποιος ασχολείται με κάτι συνεχώς, είναι σίγουρο πως μετά από ικανό χρονικό διάστημα, το κάνει βίωμά του και είναι πλέον αναπόσπαστο μέρος της ζωής του. Έτσι και με τη γλώσσα της Θείας Λατρείας. Αν συμμετέχουμε συστηματικά και σωστά στη Θεία Λειτουργία, της οποίας η δομή είναι η ίδια κάθε φορά, τότε σίγουρα δεν θα έχουμε πρόβλημα κατανόησης. Στο σημείο αυτό να θυμηθούμε την Αγγλικανική Εκκλησία, η οποία εισήγαγε απλούστερη λειτουργική γλώσσα στην λατρεία της κι έτσι άμβλυνε την λατρευτική διάθεση των πιστών και ζημίωσε τις λατρευτικές της συνάξεις και οι πιστοί της Αγγλικανικής Εκκλησίας αδειάζοντας την γλώσσα και τα τελούμενα αναζητούν πλέον την λατρεία προς τον Θεό στις ανατολικές Θρησκείες και δεν το έχουν σε τίποτα να αναχωρήσουν από την Χριστιανική πίστη και να ασπαστούν τον Μουσουλμανισμό, τον Ινδουισμό. Άρα το ερώτημα που προκύπτει είναι κατά πόσον οι χριστιανοί σήμερα θέλουμε να «ασχολούμαστε» με τη Θεία Λατρεία. Βιβλία με μετάφραση και επεξήγηση υπάρχουν πολλά. Ας τα ανοίξουμε, ή αν δεν μπορούμε, μη χάνουμε τις κατηχητικές και λατρευτικές συνάξεις όπου πάντοτε στην ευθύνη της Εκκλησίας γίνονται και ερμηνευτικές ομιλίες, ώστε να λύνουμε τις απορίες μας. Οι νεότερες γενιές έχουν μάθει να τα βρίσκουν όλα γρήγορα κι έτοιμα, πατώντας απλά ένα κουμπί, χωρίς κόπο και θυσία ξεχνώντας το ρητό «αγαθά κόποις κτώνται». Σε σχετική ερώτηση σε ομάδα εφήβων μιας ενορίας των Αθηνών, τα παιδιά απάντησαν ότι ακόμα κι αν σήμερα ετελείτο η Θεία Λειτουργία σε μετάφραση, πάλι δεν θα έρχονταν συχνά, γιατί δεν συνηθίσανε από μικρά παιδιά κάτι τέτοιο ώστε να αποτελεί βίωμά τους γιατί: Γιατί η Θ. Λειτουργία και η Θ. Λατρεία πρώτα από όλα είναι βίωμα. Μάλιστα ορισμένα από αυτά συμπλήρωσαν ότι βοηθούνται πολύ με τα βιβλιαράκια που περιέχουν τη μετάφραση της Θείας Λειτουργίας τα οποία έχουν μπροστά τους κατά την ώρα της Θείας Λατρείας και ότι όσο πιο συχνά εκκλησιάζονται τόσο περισσότερο αφομοιώνουν αυτά που ακούν και βλέπουν ώστε σταδιακά να γίνονται πιο κατανοητά . Αναρωτιέται κανείς μετά από όλα αυτά, οι πρόγονοί μας ιδιαίτερα στην σκληρή των 400 χρόνων σκλαβιά που δεν είχαν την απαραίτητη μόρφωση, πώς βίωναν τόσο έντονα τη Θ. Λειτουργία; Πώς ήταν ανελλιπώς τουλάχιστον κάθε Κυριακή στη Θ. Λειτουργία.
Πως κάνανε έναν αγώνα να είναι από νωρίς το πρωί να ακούσουν το πρώτο το εωθινό το αναστάσιμο Ευαγγέλιο και σήμερα η ανάγνωση αυτού γίνεται στις άδειες καρέκλες και μιλούμε για τους πολυπληθείς ναούς και ενορίες των πόλεων, όχι για τα ακατοίκητα χωριά μας που εκεί έχουν σχεδόν κλείσει οι Ναοί. Μήπως άνοιγαν καλύτερα την καρδιά τους στη Θεία Χάρη; Μήπως είχαν ορθότερη και στερεότερη πίστη απ’ ότι εμείς σήμερα; Μήπως διέθεταν ένα βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα που στις μέρες μας αναζητάται η πίστη και η ευσέβεια και η αίσθηση της παρουσίας στη ζωή μας του Θεού;
ΓΙΑΤΙ «ΠΡΕΠΕΙ» ΝΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΟΜΑΙ; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα θα πρέπει πρώτα να ξεκαθαρίσουμε μέσα μας ότι κανένας δεν μας αναγκάζει. Από την αρχή της δημιουργίας του ο άνθρωπος ήταν ελεύθερος να επιλέγει το δρόμο του. Ο Χριστός είπε αργότερα, «όστις θέλει» αφήνοντας σε εμάς την επιλογή των κινήσεων. Όταν αγαπώ κάποιον πολύ, θέλω να είμαι συνεχώς μαζί του. Να τον βλέπω, να τον αγγίζω, να τον αισθάνομαι, να είμαι σε αδιάκοπη κοινωνία μαζί του. Σε κάθε Θ. Λειτουργία είπαμε ότι ο Χριστός είναι ανάμεσά μας και μας δίνει τη δυνατότητα, όλοι μαζί ως μεγάλη οικογένεια, να ενωθούμε μαζί Του λαμβάνοντας το Πανάγιο Σώμα και το Πανάγιο Αίμα Του. Εφόσον αγαπώ πραγματικά το Θεό, τότε ο εκκλησιασμός και η συμμετοχή στο Μυστήριο της Θείας Λειτουργίας τουλάχιστον κάθε Κυριακή είναι βασικός και ζωτικής σημασίας σκοπός και όχι υποχρέωση. Ένδειξη ευγνωμοσύνης και έκφραση αγάπης για όσα μας δίνει συνεχώς ο Θεός είτε τα βλέπουμε είτε όχι. (…..των φανερών και αφανών ευεργεσιών των εις ημάς γεγενημένων…). Ο τακτικός εκκλησιασμός δεν αποτελεί για τον πιστό μιαν απλή καλή συνήθεια, ένα τυπικό θρησκευτικό καθήκον, μια κοινωνική υποχρέωση ή έστω μια ψυχολογική διέξοδο από τον ασφυκτικό κλοιό της καθημερινότητος. Αντίθετα, με την προσέλευσή του στο ναό εκφράζει μιαν υπαρξιακή του ανάγκη. Την ανάγκη να ζήσει αληθινά, αυθεντικά. Να συναντήσει την Πηγή της ζωής του, το Δημιουργό του, και να ενωθεί μαζί Του. Να εκφράσει την αγάπη και την ευλάβειά του στην Παναγία μας και στους Αγίους, τους φίλους του Θεού. Να νιώσει δίπλα του τους πνευματικούς του αδελφούς.
ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΑΚΤΙΚΟ ΚΑΙ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΣ ΜΑΣ.
«Με λιμάνια μέσα στο πέλαγος μοιάζουν οι ναοί, που ο Θεός εγκατέστησε στις πόλεις. Πνευματικά λιμάνια, όπου βρίσκουμε απερίγραπτη ψυχική ηρεμία όσοι σ’ αυτά καταφεύγουμε, ζαλισμένοι από την κοσμική τύρβη. Κι όπως ακριβώς ένα απάνεμο κι ακύμαντο λιμάνι προσφέρει ασφάλεια στα αραγμένα πλοία, έτσι και ο ναός σώζει από την τρικυμία των βιοτικών μεριμνών οσους σ’ αυτόν προστρέχουν και αξιώνει τους πιστούς να στέκονται με σιγουριά και ν’ ακούνε το λόγο του Θεού με γαλήνη πολλή. Ο ναός είναι θεμέλιο της αρετής και σχολείο της πνευματικής ζωής. Πάτησε στα πρόθυρά του μόνο, οποιαδήποτε ώρα, κι αμέσως θα ξεχάσεις τις καθημερινές φροντίδες. Πέρασε μέσα, και μια αύρα πνευματική θα περικυκλώσει την ψυχή σου. Αυτή η ησυχία προξενεί δέος και διδάσκει τη χριστιανική ζωή. Ανορθώνει το φρόνημα και δεν σε αφήνει να θυμάσαι τα παρόντα. Σε μεταφέρει από τη γη στον ουρανό. Κι αν τόσο μεγάλο είναι το κέρδος όταν δεν γίνεται λατρευτική σύναξη, σκέψου, όταν τελείται η Θ. Λειτουργία και οι προφήτες διδάσκουν, οι απόστολοι κηρύσσουν το Ευαγγέλιο, ο Χριστός βρίσκεται ανάμεσα στους πιστούς, ο Θεός Πατέρας δέχεται την τελούμενη θυσία, το Άγιο Πνεύμα χορηγεί τη δική Του αγαλλίαση, τότε λοιπόν, με πόση ωφέλεια πλημμυρισμένοι δεν φεύγουν από το ναό οι εκκλησιαζόμενοι; Στην εκκλησία συντηρείται η χαρά όσων χαίρονται. Στην εκκλησία βρίσκεται η ευθυμία των πικραμένων, η ευφροσύνη των λυπημένων, η αναψυχή των βασανισμένων, η ανάπαυση των κουρασμένων. Γιατί ο Χριστός λέει: «Ελάτε σ’ εμένα όλοι όσοι είστε κουρασμένοι και φορτωμένοι με προβλήματα, κι εγώ θα σας αναπαύσω» (Ματθ. 11:28). Τί πιο ποθητό απ’ αυτή τη φωνή; Τί πιο γλυκό από τούτη την πρόσκληση; Σε συμπόσιο σε καλεί ο Κύριος, όταν σε προσκαλεί στην εκκλησία. Σε ανάπαυση από τους κόπους σε παρακινεί. Σε ανακούφιση από τις οδύνες σε μεταφέρει. Γιατί σε ξαλαφρώνει από το βάρος των αμαρτημάτων. Με την πνευματική απόλαυση θεραπεύει τη στενοχώρια και με τη χαρά τη λύπη. Παρ’ όλα αυτά, λίγοι είναι εκείνοι που έρχονται στην εκκλησία. Τί θλιβερό! Στους χορούς και στις διασκεδάσεις τρέχουμε πρόθυμα. Τις ανοησίες των τραγουδιστών τις ακούμε με ευχαρίστηση. Τις αισχρολογίες των ηθοποιών τις απολαμβάνουμε για ώρες, δίχως να βαριόμαστε. Και μόνο όταν μιλάει ο Θεός, χασμουριόμαστε, ξυνόμαστε και ζαλιζόμαστε. Μα και στα ιπποδρόμια, μολονότι δεν υπάρχει στέγη για να προστατεύει τους θεατές από τη βροχή, τρέχουν οι περισσότεροι σαν μανιακοί, ακόμα κι όταν βρέχει ραγδαία, ακόμα κι όταν ο άνεμος σηκώνει τα πάντα. Δεν λογαριάζουν ούτε την κακοκαιρία ούτε το κρύο ούτε την απόσταση. Τίποτα δεν τους κρατάει στα σπίτια τους. Όταν, όμως, πρόκειται να πάνε στην εκκλησία, τότε και το ψιλόβροχο τους γίνεται εμπόδιο. Κι αν τους ρωτήσεις, ποιος είναι ο Αμώς ή ο Οβδιού, πόσοι είναι οι Προφήτες ή οι Απόστολοι, δεν μπορούν ν’ ανοίξουν το στόμα τους. Για τ’ άλογα, όμως, τους τραγουδιστές και τους ηθοποιούς μπορούν να σε πληροφορήσουν με κάθε λεπτομέρεια. Είναι κατάσταση αυτή; Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, και σχεδόν κανένας δεν παρουσιάζεται στο ναό. Φαίνεται πως η απόσταση παρασύρει τους χριστιανούς στην αμέλεια. Ή μάλλον όχι η απόσταση, αλλά η αμέλεια μόνο τους εμποδίζει. Γιατί, όπως τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει αυτόν που έχει αγαθή προαίρεση και ζήλο να κάνει κάτι, έτσι και τον αμελή, τον ράθυμο και αναβλητικό όλα μπορούν να τον εμποδίσουν. Οι μάρτυρες έχυσαν το αίμα τους για την Αλήθεια, κι εσύ λογαριάζεις μια τόσο μικρή απόσταση; Εκείνοι θυσίασαν τη ζωή τους για το Χριστό, κι εσύ δεν θέλεις ούτε λίγο να κοπιάσεις; Ο Κύριος πέθανε για χάρη σου, κι εσύ Τον περιφρονείς; Γιορτάζουμε μνήμες αγίων, κι εσύ βαριέσαι να έρθεις στο ναό, προτιμώντας να κάθεσαι στο σπίτι σου; Και όμως, πρέπει να έρθεις, για να δεις το διάβολο να νικιέται, τον άγιο να νικάει, το Θεό να δοξάζεται και την Εκκλησία να θριαμβεύει. «Μα είμαι αμαρτωλός», λες, «και δεν τολμώ ν’ αντικρύσω τον άγιο». Ακριβώς επειδή είσαι αμαρτωλός, έλα εδώ, για να γίνεις δίκαιος. Ή μήπως δεν γνωρίζεις, ότι και αυτοί που στέκονται μπροστά στο ιερό θυσιαστήριο, έχουν διαπράξει αμαρτίες; Γι’ αυτό οικονόμησε ο Θεός να υποφέρουν και οι ιερείς από κάποια πάθη, ώστε να κατανοούν την ανθρώπινη αδυναμία και να συγχωρούν τους άλλους. «Αφού, όμως, δεν τήρησα όσα άκουσα στην εκκλησία», θα μου πει κάποιος, «πώς μπορώ να έρθω πάλι;». Έλα να ξανακούσεις τον θείο λόγο. Και προσπάθησε τώρα να τον εφαρμόσεις. Αν βάλεις φάρμακο πάνω στο τραύμα σου και δεν το επουλώσει την ίδια μέρα, δεν θα ξαναβάλεις και την επόμενη; Αν ο ξυλοκόπος, που θέλει να κόψει μια βελανιδιά, δεν κατορθώσει να τη ρίξει με την πρώτη τσεκουριά, δεν τη χτυπάει και δεύτερη και πέμπτη και δέκατη φορά; Κάνε κι εσύ το ίδιο. Αλλά, θα μου πεις, σ’ εμποδίζουν να εκκλησιαστείς η φτώχεια και η ανάγκη να εργαστείς. Όμως δεν είναι εύλογη και τούτη η πρόφαση. Εφτά μέρες έχει η εβδομάδα. Αυτές τις εφτά μέρες τις μοιράστηκε ο Θεός μαζί μας. Και σ’ εμάς έδωσε έξι, ενώ για τον εαυτό Του άφησε μία. Αυτή τη μοναδική μέρα, λοιπόν, δεν δέχεσαι να σταματήσεις τις εργασίες; Και γιατί λέω για ολόκληρη μέρα; Εκείνο που έκανε στην περίπτωση της ελεημοσύνης η χήρα του Ευαγγελίου, το ίδιο κάνε κι εσύ στη διάρκεια αυτής της μιας μέρας. Έδωσε εκείνη δυο λεπτά και πήρε πολλή χάρη από το Θεό. Δάνεισε κι εσύ δυο ώρες στο Θεό, πηγαίνοντας στην εκκλησία, και θα φέρεις στο σπίτι σου κέρδη αμέτρητων ημερών. Αν όμως δεν δέχεσαι να κάνεις κάτι τέτοιο, σκέψου μήπως μ’ αυτή σου τη στάση χάσεις τους κόπους πολλών ετών. Γιατί ο Θεός, όταν περιφρονείται, γνωρίζει να σκορπίζει τα χρήματα που συγκεντρώνεις με την εργασία της Κυριακής. Μα κι αν ακόμα έβρισκες ολόκληρο θησαυροφυλάκιο γεμάτο από χρυσάφι και εξ αιτίας του απουσίαζες από το ναό, θα ήταν πολύ μεγαλύτερη η ζημιά σου. Και τόσο μεγαλύτερη, όσο ανώτερα είναι τα πνευματικά από τα υλικά. Γιατί τα υλικά πράγματα κι αν ακόμα είναι πολλά και τρέχουν άφθονα από παντού, δεν τα παίρνουμε στην άλλη ζωή, δεν μεταφέρονται μαζί μας στον ουρανό, δεν παρουσιάζονται στο φοβερό εκείνο βήμα του Κυρίου. Αλλά πολλές φορές, και πριν ακόμα πεθάνουμε, μας εγκαταλείπουν. Αντίθετα, ο πνευματικός θησαυρός που αποκτούμε στην εκκλησία, είναι κτήμα αναφαίρετο και μας ακολουθεί παντού. «Ναι, αλλά μπορώ», λέει κάποιος άλλος, «να προσευχηθώ και στο σπίτι μου». Απατάς τον εαυτό σου, άνθρωπε. Βεβαίως, είναι δυνατόν να προσευχηθείς και στο σπίτι σου. ΕΙΝΑΙ ΑΔΥΝΑΤΟΝ ΟΜΩΣ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΕΙΣ ΕΤΣΙ, ΟΠΩΣ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΟΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΙ ΟΠΟΥ ΟΜΟΦΩΝΗ ΚΡΑΥΓΗ ΙΚΕΣΙΑΣ ΑΝΑΠΕΜΠΕΤΑΙ ΣΤΟ ΘΕΟ. Δεν σε ακούει τόσο πολύ ο Κύριος όταν Τον παρακαλείς μόνος σου, όσο όταν Τον παρακαλείς ενωμένος με τους αδελφούς σου. Γιατί στην εκκλησία υπάρχουν περισσότερες πνευματικές προϋποθέσεις απ’ όσες στο σπίτι. Υπάρχουν η ομόνοια, η συμφωνία των πιστών, ο σύνδεσμος της αγάπης, οι ευχές των ιερέων. Γι’ αυτό, άλλωστε, οι ιερείς προΐστανται των ακολουθιών για να ενισχύονται με τις δυνατότερες ευχές τους οι ασθενέστερες ευχές του λαού, κι έτσι όλες μαζί ν’ ανεβαίνουν στον ουρανό. Όταν προσευχόμαστε ο καθένας χωριστά, είμαστε ανίσχυροι. Όταν όμως συγκεντρωνόμαστε όλοι μαζί, τότε γινόμαστε πιο δυνατοί και ελκύουμε σε μεγαλύτερο βαθμό την ευσπλαχνία του Θεού. Κάποτε ο απόστολος Πέτρος βρισκόταν αλυσοδεμένος στη φυλακή. Έγινε όμως θερμή προσευχή από τους συναγμένους πιστούς κι αμέσως ελευθερώθηκε. Τί θα μπορούσε, επομένως, να είναι πιο δυνατό από την κοινή προσευχή, που ωφέλησε κι αυτούς ακόμα τους στύλους της Εκκλησίας; Σας παρακαλώ, λοιπόν και σας ικετεύω, ας προτιμάμε από οποιαδήποτε άλλη ασχολία και φροντίδα τον εκκλησιασμό. Ας τρέχουμε πρόθυμα, όπου κι αν βρισκόμαστε, στην εκκλησία. Προσέξτε, όμως, κανείς να μην μπει στον ιερό αυτό χώρο, έχοντας βιοτικές φροντίδες ή περισπασμούς ή φόβους. Αλλά αφού τ’ αφήσουμε όλα τούτα έξω, στις πύλες του ναού, τότε ας περάσουμε μέσα. Γιατί ερχόμαστε στα ανάκτορα των ουρανών, πατάμε σε τόπους που αστράφτουν. Ας διώξουμε από την ψυχή μας πρώτα-πρώτα τη μνησικακία, για να μην κατακριθούμε, όταν παρουσιαστούμε μπροστά στο Θεό και προσευχηθούμε λέγοντας: «Πάτερ ημών…, άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Διαφορετικά, πώς θέλεις να φανεί ο Δεσπότης Χριστός γλυκός και πράος απέναντί σου, αφού εσύ γίνεσαι στο συνάνθρωπό σου σκληρός και δεν τον συγχωρείς;
Πώς θα μπορέσεις να υψώσεις τα χέρια σου στον ουρανό; Πώς θα κινήσεις τη γλώσσα σου σε λόγια προσευχής; Πώς θα ζητήσεις συγγνώμη; Ακόμα κι αν θέλει ο Θεός να συγχωρήσει τις αμαρτίες σου, δεν Τον αφήνεις εσύ, επειδή δεν συγχωρείς τον πλησίον σου. Μα και η ενδυμασία μας στο ναό να είναι καλή από κάθε πλευρά. Να είναι κόσμια και όχι εξεζητημένη. Γιατί το κόσμιο είναι σεμνό, ενώ το εξεζητημένο είναι άσεμνο. Αλλά και η διαγωγή μας, όσο βρισκόμαστε μέσα στο ναό, ας είναι η πρέπουσα, όπως αρμόζει σε άνθρωπο που βρίσκεται μπροστά στο Θεό. Να μην ασχολούμαστε με άσκοπες συζητήσεις, μάλιστα μερικοί που βοηθούν στο ναό εργαζόμενοι σε αυτόν φωνάζουν λες και βρίσκονται έξω στις πλατείες, μα να στεκόμαστε όλοι μας κληρικοί και λαϊκοί με φόβο και τρόμο, με προσοχή και προθυμία, με το βλέμμα στραμμένο στη γη και την ψυχή υψωμένη στον ουρανό. Γιατί έρχονται πολλοί στην εκκλησία, επαναλαμβάνουν μηχανικά ψαλμούς και ευχές και φεύγουν, δίχως να ξέρουν τί είπαν. Τα χείλη κινούνται, αλλά τ’ αυτιά δεν ακούνε. Εσύ δεν ακούς την προσευχή σου, και θέλεις να την εισακούσει ο Θεός; Γονάτισα, λες. Αλλά ο νους σου πετούσε μακριά. Το σώμα σου ήταν μέσα στην εκκλησία και η ψυχή σου έξω. Το στόμα έλεγε την προσευχή και ο νους μετρούσε τόκους, συμβόλαια, συναλλαγές, χωράφια, κτήματα, συναναστροφές με φίλους. Κι όλα αυτά συμβαίνουν, γιατί ο διάβολος είναι πονηρός. Ξέρει πως την ώρα της προσευχής κερδίζουμε πολλά, γι’ αυτό τότε επιτίθεται με μεγαλύτερη σφοδρότητα. Άλλες φορές είμαστε ξαπλωμένοι στο κρεβάτι, και τίποτα δεν σκεφτόμαστε. Ήρθαμε όμως στην εκκλησία να προσευχηθούμε, και ο διάβολος μας έβαλε ένα σωρό λογισμούς, ώστε καθόλου να μην ωφεληθούμε. Αλίμονο! Βρίσκεσαι στη θεία Λειτουργία, κι ενώ το βασιλικό τραπέζι είναι ετοιμασμένο, ενώ ο Αμνός του Θεού θυσιάζεται για χάρη σου, ενώ ο ιερέας αγωνίζεται για τη σωτηρία σου, εσύ αδιαφορείς. Την ώρα που τα εξαπτέρυγα Σεραφείμ σκεπάζουν τα πρόσωπά τους από δέος και όλες οι ουράνιες δυνάμεις μαζί με τον ιερέα παρακαλούν το Θεό για σένα, τη στιγμή που κατεβαίνει από τον ουρανό η φωτιά του Αγίου Πνεύματος και το αίμα του Χριστού χύνεται από την άχραντη πλευρά Του μέσα στο άγιο Ποτήριο, τη στιγμή αυτή η συνείδησή σου, άραγε, δεν σε ελέγχει για την απροσεξία σου;
Σκέψου, άνθρωπέ μου, μπροστά σε Ποιον στέκεσαι την ώρα της φρικτής μυσταγωγίας και μαζί με ποιους – με τα Χερουβείμ, με τα Σεραφείμ, με όλες τις ουράνιες δυνάμεις. Αναλογίσου μαζί με ποιους ψάλλεις και προσεύχεσαι. Είναι αρκετό για να συνέλθεις, όταν θυμηθείς ότι, ενώ έχεις υλικό σώμα, αξιώνεσαι να υμνείς τον Κύριο της κτίσεως μαζί με τους ασώματους αγγέλους. Μη συμμετέχεις, λοιπόν, στην ιερή εκείνη υμνωδία με αδιαφορία. Μην έχεις στο νου σου βιοτικές σκέψεις. Διώξε κάθε γήινο λογισμό και ανέβα νοερά στον ουρανό, κοντά στο θρόνο του Θεού. Πέταξε εκεί μαζί με τα Σεραφείμ, φτερούγισε μαζί τους, ψάλε τον τρισάγιο ύμνο στην Παναγία Τριάδα. ΗΡΘΕΣ, ΛΟΙΠΟΝ, ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΑΞΙΩΘΗΚΕΣ ΝΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ; ΜΗ ΦΥΓΕΙΣ, ΑΝ ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ. Αν φύγεις πριν την απόλυση, είσαι ένοχος όσο κι ένας δραπέτης. Πηγαίνεις στο θέατρο και, αν δεν τελειώσει η παράσταση, δεν φεύγεις. Μπαίνεις στην εκκλησία, στον οίκο του Κυρίου, και γυρίζεις την πλάτη στα άχραντα Μυστήρια; Φοβήσου τουλάχιστον εκείνον που είπε: «Όποιος καταφρονεί το Θεό, θα καταφρονηθεί απ’ Αυτόν» (Πρβλ Παροιμ. 13:13).Τί κάνεις, άνθρωπε; Ενώ ο Χριστός είναι παρών, οι άγγελοι Του παραστέκονται, οι αδελφοί σου κοινωνούν ακόμα, εσύ τους εγκαταλείπεις και φεύγεις; Ο Χριστός σου προσφέρει την αγία σάρκα Του, κι εσύ δεν περιμένεις λίγο, για να Τον ευχαριστήσεις έστω με τα λόγια; Όταν παρακάθεσαι σε δείπνο, δεν τολμάς να φύγεις, έστω κι αν έχεις χορτάσει, τη στιγμή που οι φίλοι σου κάθονται ακόμα στο τραπέζι. Και τώρα που τελούνται τα φρικτά Μυστήρια του Χριστού, τ’ αφήνεις όλα στη μέση και φεύγεις; Θέλετε να σας πω τίνος το έργο κάνουν όσοι φεύγουν πριν τελειώσει η Θεία Λειτουργία και δεν συμμετέχουν έτσι στις τελευταίες ευχαριστήριες ευχές; Ίσως είναι βαρύ αυτό που πρόκειται να πω, μα πρέπει να το πω. ΌΤΑΝ Ο ΙΟΥΔΑΣ πήρε μέρος στον Μυστικό Δείπνο του Χριστού, ενώ όλοι ήταν καθισμένοι στο τραπέζι, αυτός σηκώθηκε πριν από τους άλλους κι έφυγε. ΕΚΕΙΝΟΝ, ΛΟΙΠΟΝ, ΤΟΝ ΙΟΥΔΑ, ΜΙΜΟΥΝΤΑΙ. Αν δεν έφευγε τότε εκείνος, δεν θα γινόταν προδότης, δεν θα χανόταν. Αν δεν ξεχώριζε τον εαυτό του από το ποίμνιο, δεν θα τον έβρισκε μόνο του ο λύκος, για να τον φάει.
Εμείς ας αναχωρούμε από τη Θ. Λειτουργία σαν λιοντάρια που βγάζουν φωτιά, έχοντας γίνει φοβεροί ακόμα και στο διάβολο. Γιατί το Αίμα του Κυρίου που κοινωνούμε, ποτίζει την ψυχή μας και δίνει μεγάλη δύναμη. Όταν το μεταλαβαίνουμε άξια, διώχνει τους δαίμονες μακριά και φέρνει κοντά μας τους αγγέλους και τον Κύριο των αγγέλων. Αυτό το αίμα είναι η σωτηρία των ψυχών μας, μ ’ αυτό λούζεται η ψυχή, μ ’ αυτό στολίζεται. Αυτό το αίμα κάνει το νου μας λαμπρότερο από τη φωτιά, αυτό κάνει την ψυχή μας λαμπρότερη από το χρυσάφι. ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΤΕ, ΛΟΙΠΟΝ, ΤΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, προτρέψτε πλανημένους, συμβουλέψτε όχι μόνο με λόγια, αλλά και με έργα. Κι αν ακόμα τίποτα δεν πεις, αλλά βγεις από την Ι. Σύναξη, δείχνοντας στους απόντες -και με την εμφάνιση και με το βλέμμα και με τη φωνή και με το βάδισμα και μ ’ όλη σου τη σεμνότητα- το κέρδος που αποκόμισες από το Ναό, είναι αρκετό για παραίνεση και συμβουλή. Έτσι πρέπει να βγαίνουμε από το Ναό, σαν, σαν να κατεβαίνουμε από τον Ουρανό. Δίδαξε όσους δεν εκκλησιάζονται ότι έψαλες με τα Σεραφείμ, ότι συναντήθηκες με το Χριστό, μίλησες μαζί Του. Αν έτσι ζούμε τη Θ. Λειτουργία, δεν θα χρειαστεί να πούμε τίποτα στους απόντες. Βλέποντας εκείνοι τη δική μας ωφέλεια, θα νιώσουν τη δική τους ζημιά και θα τρέξουν γρήγορα στην εκκλησία, για ν’ απολαύσουν τα ίδια αγαθά, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, αιώνια ανήκει η δόξα. Αμήν.
Πηγή Ενοριακό Φυλλάδιο 17 Νοε 24