ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΕΙΡΑ ΤΩΝ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΤΕΤΑΡΤΗΣ
“ΠΟΤΕ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΚΟΙΝΩΝΩ ΠΩΣ ΠΡΟΣΕΡΧΟΜΑΙ”
†ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΚΑΤΡΑΜΑΔΟΥ
ΚΑΘΕ ΠΟΤΕ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΚΟΙΝΩΝΩ ΚΑΙ ΥΠΟ ΠΟΙΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ; ΕΙΜΑΙ ΑΞΙΟΣ;;
Ο Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Πες μου, αν κληθεί κάποιος σε δείπνο και προσέλθει και αφού πλύνει τα χέρια του και καθίσει στο τραπέζι, χωρίς καν να αγγίξει τα εδέσματα που ο οικοδεσπότης προσφέρει, δεν προσβάλλει αυτόν που τον κάλεσε;» Έτσι και στη Θ. Λειτουργία, καλούμαστε να συμμετάσχουμε, να δειπνήσουμε με το Χριστό και όχι απλά να λάβουμε μέρος ως θεατές. Γι ’ αυτό φέρνουμε τις προσφορές μας, το ψωμί και το κρασί και παρακαλούμε τον Κύριο να τα αγιάσει. Για ποιο λόγο το κάνουμε αυτό, αν δεν κοινωνήσουμε; Δυστυχώς οι περισσότεροι σήμερα πέφτουν στη παγίδα και δεν κοινωνούν τακτικά. Κάποιοι γιατί δεν το ζητά η ψυχή τους, άλλοι γιατί νιώθουν ανάξιοι, ενώ ορισμένοι γιατί δεν είναι σωστό τάχα να κοινωνούν τακτικά… Ο Άγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας δίνει το στίγμα του: «Όσοι απομακρύνονται από την Εκκλησία και τη Θεία Κοινωνία, γίνονται εχθροί του Θεού και φίλοι των δαιμόνων». Το θέμα της συχνότητας της Θ. Κοινωνίας είναι προσωπικό και καθορίζεται από τον Πνευματικό Πατέρα του καθενός. Δεν υπάρχει γενικός κανόνας για όλους. Οι πρώτοι χριστιανοί κοινωνούσαν τουλάχιστον 4 φορές την εβδομάδα, σήμερα πολλοί από εμάς κοινωνούμε 4 φορές το χρόνο(!!!!) και χωρίς μετάνοια, συναίσθηση, απλά για το καλό. Η εξομολόγηση πριν τη Θ. Κοινωνία δεν είναι πάντα απαραίτητη για κάποιον που κοινωνά τακτικά. Στον Πνευματικό πηγαίνω 34 φορές το χρόνο και ενδιάμεσα εφόσον συντρέχει σοβαρός λόγος. Βασική προϋπόθεση για να προσέλθουμε στη Θ. Κοινωνία είναι η ειρήνη στην καρδιάς. Αν έχω μνησικακία για κάποιον τότε δεν μπορώ να κοινωνήσω. Ο Άγ. Πορφύριος ρωτούσε στην εξομολόγηση: «Παιδί μου έχεις για κάποιον κακία;» αν ήταν αρνητική η απάντηση τότε έλεγε «να σε αγκαλιάσω παιδί μου!». Πώς θα πάρω μέσα μου το Χριστό που είναι η Αγάπη, όταν εγώ δεν έχω αγάπη προς το συνάνθρωπο; Ο Ι. Χρυσόστομος αναφέρει πολύ όμορφα: «Κανένας δεν ατιμάζει τόσο την ιερή αυτή πανήγυρη, όσο εκείνος που τη γιορτάζει, έχοντας μέσα του μνησικακία. Ακόμα περισσότερο ούτε καν να τη γιορτάσει μπορεί, έστω και αν μείνει δέκα μέρες νηστικός… Σας το λέω, λοιπόν, προκαταβολικά και διαμαρτύρομαι και φωνάζω δυνατά. Κανένας από αυτούς που έχουν εχθρό ας μην πλησιάζει την Ι. Τράπεζα και ας μη δέχεται το Σώμα του Κυρίου! Όποιος πλησιάζει να μην έχει εχθρό. Έχεις εχθρό; Να μην προσέλθεις. Θέλεις να προσέλθεις; Συμφιλιώσου και τότε να προσέλθεις». Πολλοί χριστιανοί δεν έχουμε επίγνωση του τι κάνουμε, προσερχόμενοι απροετοίμαστοι στη Θ. Κοινωνία χωρίς μετάνοια, κρατώντας τυπικά κάποιες μέρες νηστείας με αποχή από τροφές κατά βάση, αλλά όχι από λόγια και πράξεις. Το φαινόμενο αυτό αμβλύνεται όταν υπάρχει μνημόσυνο ενός συγγενή, οπότε πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν υποχρέωση να μεταλάβουν χωρίς να έχουν ετοιμαστεί κατάλληλα. Είναι μια από τις πολλές «παραδόσεις» που περνούν από γενιά σε γενιά και έχουν γίνει πλέον κανόνες. Η νηστεία δεν αποτελεί σκοπό, αλλά μέσον δια του οποίου ο χριστιανός αγωνίζεται να χαλιναγωγήσει τα πάθη του και να αγωνιστεί απέναντι στον εαυτό του. Εμείς την κάναμε σκοπό, πιο πάνω από τη Θ. Κοινωνία και βρίσκουμε: άλλοθι για να δικαιολογήσουμε την αμέλεια και αδιαφορία μας από τη συχνή συμμετοχή μας στη Θ. Ευχαριστία.
ΠΩΣ ΠΡΟΣΕΡΧΟΜΑΙ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΠΟΤΗΡΙΟ;
Πολλοί χριστιανοί, μη έχοντας επίγνωση των πραγμάτων, δεν γνωρίζουν πώς πρέπει να προσέλθουν για να μεταλάβουν. Έτσι αμαρτάνουν διπλά προσερχόμενοι με αταξία στην ψυχή και στη συμπεριφορά. Σπρώχνονται με ασέβεια και αναισθησία αδημονώντας να πάνε πρώτοι και όταν τελικά φτάνουν μπροστά στο Λειτουργό, δεν προσέχουν καθόλου ούτε δίνουν σημασία πώς θα ανοίξουν το στόμα και πώς θα κρατήσουν σωστά το μάκτρο κάτω από το πηγούνι τους φέρνοντας το Λειτουργό σε δύσκολη θέση και προκαλώντας ενίοτε και ατυχήματα με τη Θ. Κοινωνία. Πώς πρέπει να προχωρούμε προς το Άγιο Ποτήριο;
- Με μετάνοια και συναίσθηση της αμαρτωλότητας και αναξιότητάς μας. Η Θ. Λειτουργία είναι μια σταδιακή ανάβαση στο Υπερώο του Μυστικού Δείπνου ώστε καμία φράση ή λέξη της δεν είναι περιττή. Πρέπει λοιπόν από νωρίς να βρισκόμαστε στη Θ. Λειτουργία με το «Ευλογημένη η Βασιλεία…» και να συμμετέχουμε προσευχητικά με όλη μας την καρδιά, αποφεύγοντας κακά παραδείγματα μερικών τύποις χριστιανών οι οποίοι τη Μ. Εβδομάδα έρχονται στο τέλος της Θ. Λειτουργίας για να μεταλάβουν για το καλό της χρονιάς.
- Την ώρα της Θ. Κοινωνίας, ο καθένας μας μπαίνει στη σειρά του χωρίς βιασύνη, με υπομονή και καρτερικότητα προσευχόμενος να τον αξιώσει ο Θεός της τιμής να κοινωνήσει το Σώμα και το Αίμα Του.
- Φτάνοντας μπροστά στον Λειτουργό κάνουμε το σταυρό μας και λέμε το όνομά μας, απλώνουμε το μάκτρο κάτω από το πηγούνι μας και ανοίγουμε με συστολή καλά το στόμα, προσέχοντας να το κλείσουμε αφού ο Λειτουργός μας μεταδώσει με την Αγ. Λαβίδα το Χριστό μέσα μας.
- Ασπαζόμαστε το χέρι του Λειτουργού πριν ή αφότου θα κοινωνήσουμε, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης και σεβασμού στο χέρι που αξιώθηκε να θέσει εντός μας την Μερίδα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
- Απερχόμαστε ήσυχα και σεμνά στην αρχική θέση μας περιμένοντας να γίνει η απόλυση της Θ. Λειτουργίας. Είναι
λυπηρό να βλέπεις χριστιανούς, αφού μεταλάβουν να γυρνούν την πλάτη στο Χριστό που μόλις πήραν μέσα τους και να φεύγουν από το Ναό είτε γιατί βιάζονται, είτε γιατί θεωρούν ότι η Θ. Λειτουργία τελείωσε γι ’ αυτούς. Η κοινή Λατρεία, η Θ. Ευχαριστία, τελειώνει για όλους την ίδια στιγμή με την απόλυση. Τότε οι πιστοί παίρνουν το αντίδωρο από το χέρι του Λειτουργού και απέρχονται. Αντίδωρο σημαίνει αντί του δώρου και κανονικά το παίρνουν ως μικρή ευλογία για τη συμμετοχή τους στη Θ. Λατρεία όσοι δεν κοινώνησαν. Είναι αδικαιολόγητος ο ζήλος ορισμένων οι οποίοι σπεύδουν να πάρουν ποσότητα αντιδώρου ενώ την ίδια στιγμή δεν δείχνουν τον απαραίτητο ζήλο να λάβουν το μεγάλο Δώρο, το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΦΟΒΟΣ ΝΑ ΚΟΛΛΗΣΩ ΚΑΤΙ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΛΑΒΙΔΑΣ;
Αφήνοντας απ’ έξω εκείνους που είναι γενικά ενάντιοι στην Εκκλησία μας, παρατηρείται έντονα, ειδικά τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της πανδημίας, το φαινόμενο ορισμένοι να μην κοινωνούν καθόλου ή να έχουν αραιώσει πολύ το διάστημα επειδή φοβούνται μήπως κολλήσουν κάποια ασθένεια. Ακόμα και άνθρωποι με πνευματική σειρά, με τακτική εξομολόγηση και νηστεία και είναι πραγματικά λυπηρό να βλέπεις νέα παιδιά να θέλουν να κοινωνήσουν και να μην τα αφήνουν οι γονείς! Τι λόγο θα δώσουν άραγε στο Θεό. Τι άλλαξε; Πάντα δεν υπήρχαν ασθένειες μεταδοτικές; Είναι δυνατόν ο Χριστός που είναι η Ζωή να μεταδώσει ασθένεια ή θάνατο; Οι Πατέρες λένε ότι η Θ. Κοινωνία είναι το μοναδικό επί της γης φάρμακο αθανασίας, μας καθαρίζει από τις αμαρτίες, μας δυναμώνει, μας χαρίζει αιώνια ζωή. Έως σήμερα κανένας δεν κόλλησε κάτι από τη Θ. Κοινωνία. Αν σκεφτούμε ότι κοινωνούν καθημερινά στον κόσμο χιλιάδες χριστιανοί επί τόσες εκατοντάδες χρόνια, εάν κάποιος αποδεδειγμένα είχε κολλήσει κάτι από τη Θ. Μετάληψη, δεν θα το έκαναν σημαία όλοι αυτοί που μάχονται την πίστη μας; Δεν θα είχε διαδοθεί στις μέρες μας τουλάχιστον που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα Μ.Μ.Ε. είναι με το δάκτυλο στη σκανδάλη; Αλλά και από τους χιλιάδες ιερείς που καταλύουν στο τέλος ό, τι έμεινε στο Άγ. Ποτήριο θα έπρεπε κανονικά πολλοί να έχουν πεθάνει ή να έχουν ασθενήσει στην καλύτερη των περιπτώσεων. Τίποτα τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί όμως γιατί η Θ. Κοινωνία είναι το θαύμα της αγάπης του Θεού! Ας έχουμε λοιπόν πίστη και να μη φοβόμαστε. Αν φοβόμαστε, τότε έχουμε ελλιπή εμπιστοσύνη στο Θεό και θα πρέπει να κάνουμε κάτι ώστε να ενισχύσουμε άμεσα την πίστη μας εμποδίζοντας τον πειρασμό να μας ταράζει.
ΣΥΜΜΕΤΕΧΩ ΣΩΣΤΑ ΣΤΗ Θ. ΛΑΤΡΕΙΑ; ΣΥΝ-ΨΑΛΩ Η΄ΣΥΜΜΕΤΕΧΩ ΠΑΘΗΤΙΚΑ;
Η Θ. Λειτουργία γίνεται με σκοπό να καταργηθούν τα σύνορα ουρανού και γης. Δυστυχώς όμως οι χριστιανοί ενώ βρίσκονται στο Ναό κατά τη διάρκεια της Λατρευτικής Συνάξεως, λίγοι είναι εκείνοι που αγωνίζονται να συμμετέχουν σωστά ψυχή τε και σώματι. Η ευλάβεια που δείχνουμε θα πρέπει, εκτός από την ατομική προσευχή μας, να συνοδεύεται από την Κοινή Λατρευτική Προσευχή. Η Λατρεία είναι έργο όλων των χριστιανών γι ’ αυτό και καλείται Σύναξη. Αν προσέρχομαι στο Ναό εγωιστικά, χωρίς αγάπη που είναι η ουσία του Θεού, κουβαλώντας στην καρδιά κακία, ζήλεια, φθόνο, ασυγχωρησία κλπ, τότε πώς περιμένω να έχω ειρήνη και για ποια άραγε ειρήνη παρακαλώ το Θεό μαζί με το Λειτουργό; Η Εκκλησία είναι και νοσοκομείο, οπότε θα έλεγε κάποιος ότι μπορεί να μαλακώσει η καρδιά την ώρα εκείνη και θα ήταν ορθό, αρκεί να έχει τη διάθεση για μετάνοια βλέποντας τα δικά της λάθη. Κατά πόσον βοηθά στη συμμετοχή μας το περιβάλλον εντός του Ναού; «…Κάποιες φορές πλέκουμε το εγκώμιο της μυσταγωγικής Λατρείας, μας αλλά όταν ο πιστός πεισθεί και προσέλθει σε αυτήν, βρίσκει Ιερείς να μιλούν μεγαλοφώνως στο Ιερό σαν να μην συμβαίνει τίποτα, κόσμο να μουρμουρίζει, νεωκόρους να θορυβούν και να τραβούν τραπέζια, καθίσματα, Επιτρόπους να μιλούν και αυτός πρέπει να πείσει τον εαυτό του ότι μυσταγωγείται! Το χειρότερο είναι ότι συνεχίζουμε να προσκαλούμε τους πιστούς σε εικονικές πραγματικότητες, σε όμορφα λόγια και όχι σε έργα, σε διανοητικά κατασκευάσματα της φαντασίας μας. Το λάθος βρίσκεται στο ότι θεωρούμε πως υπάρχει μια φανταστική Εκκλησία, ενώ η Εκκλησία παίρνει σάρκα και οστά από εμάς τους ίδιους εδώ και τώρα. Μια τέτοια ζωντάνια της Λατρείας που θα την καταστήσει αληθινή στο εδώ και τώρα είναι αδύνατο να επιτευχθεί χωρίς την ενεργοποίηση ολόκληρου του Εκκλ. Σώματος. Τη συν-ψαλμωδία και τη συν-απαγγελία και γενικότερα τη συμμετοχή των πιστών στο λατρευτικό γεγονός την επιτάσσουν η ιστορία και η εκκλησιολογία». Αξίζει να αναρωτηθούμε κατά πόσον η συμμετοχή μας στη Θ.Λατρεία θέλουμε να είναι συνειδητή και όχι απλά μια συνήθεια που παραλάβαμε από τους παλαιότερους, με όποια «παράδοση» απορρέει από αυτήν. Στη πρώτη Εκκλησία μέχρι και τα βυζαντινά χρόνια η συν-ψαλμωδία και συν- απαγγελία ήταν κανόνας αφού υπήρχαν προϋποθέσεις για ενεργό συμμετοχή του λαού στη Θ. Λατρεία. Η σημερινή μορφή της Θ. Λατρείας διαμορφώθηκε στα μοναστήρια όπου το εκκλησίασμα είναι συγκεκριμένο και συνεχώς το ίδιο. Χρειάζεται λοιπόν να ανοίξουμε δρόμο ψυχών και να μην περιμένουμε μόνο τις ελάχιστες εκείνες που θα ενεργοποιηθούν μόνες τους μετά από επίσκεψη της Θ. Χάριτος, δεν επιτρέπεται οι υπόλοιπες να μένουν αδιάβροχες από την ευλογία της Θ. Λατρείας, αποκομίζοντας μόνο γαλήνη και ηρεμία στην ψυχή τους και στο σημείο αυτό είναι επιτακτική η ανάγκη για συνεργασία των Ψαλτών με τον Λειτουργό και επιβεβλημένη. Έχει επικρατήσει η μονωδία στα αναλόγια. Αυτό δεν ενεργοποιεί τους πιστούς αλλά αντίθετα τους κοιμίζει κάνοντάς τους παθητικούς μετόχους. Μερικά σημεία της Θ. Λειτουργίας που είναι εύκολα και επαναλαμβάνονται όπως τα «αμήν», τα «Κύριε ελέησον», το εισοδικό, γνωστά τροπάρια, απολυτίκια είναι επιβεβλημένο και αναγκαίο να συν- ψάλωνται από όλους μαζί. Ο Ψάλτης δεν θα πρέπει να θεωρεί αυθεντία τον εαυτό του επιδεικνύοντας τις φωνητικές του ικανότητες, αλλά να σπρώχνει το λαό σε συμμετοχή. Με τη σωστή ιεροπρεπή χωρίς κουβέντες χάχανα παράξενες ματιές σε κάποια που μας αρέσει και της αρέσουμε, ιεροπρεπή επαναλαμβάνω στάση στο αναλόγιο, με τη συνετή χρήση της φωνής και των μικροφώνων, με καθαρή άρθρωση του λόγου, χωρίς άγχος και βιασύνη, με το σωστό ρυθμό, ούτε τρέχοντας και ασθμαίνοντας, ούτε πάλι πολύ πολύ αργά, με τη συναίσθηση ότι επιτελείται ταπεινή διακονία που πρέπει να προάγει την ενότητα και την κοινωνία. Ας μην ξεχνάμε ότι όλα στη Θ Λατρεία πρέπει είναι αρμονικά, ώστε να μας ανεβάζουν προς τον ουρανό. Στο σημείο αυτό οφείλω να τονίσω ότι και οι λειτουργοί οφείλουμε να έχουμε επίγνωση της ιερατικής μας κατηχητικής-κηρυκτικής, λειτουργικής και ποιμαντικές εν γένει ευθύνης μας. Ο Χριστός είναι η κεφαλή της Εκκλησίας κι εμείς αποτελούμε το υπόλοιπο σώμα.
Οι Λειτουργοί Επίσκοποι, Πρεσβύτεροι, Διάκονοι, Αναγνώστες, κατέχοντας την αποστολική διαδοχή, έχουμε αναλάβει ένα βαρύ φορτίο, μια παρακαταθήκη που θα κλιθούμε να την αποδώσουμε ακέραια πίσω στον Κύριο κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Είμαστε συνδετικός κρίκος που ενώνει τους ανθρώπους με το Θεό δια μέσου των Μυστηρίων και εδικά με τη Θ. Ευχαριστία. Κατά πόσον όμως έχει γίνει κατανοητό αυτό από εμάς τους ίδιους αλλά και από τους πιστούς τους οποίους καλούμαστε να διακονήσουμε; Βλέπουμε την Ιεροσύνη ως ύψιστο λειτούργημα που απαιτεί θυσίες ή απλά ένα κοινό επάγγελμα με το οποίο χτίζουμε μια εξαρτημένη σχέση συναλλαγών με τους πιστούς «πουλώντας» Θ. Χάρη; Έχουμε σκεφτεί πόσοι χριστιανοί σκανδαλίζονται βλέποντας τη στάση ορισμένων εξ ημών, οι οποίοι κυνηγούμε μόνο την είσπραξη προκαλώντας έτσι τον κόσμο αφού προβάλουμε ένα λανθασμένο μη αγαπητικό πρόσωπο, προξενώντας ζημιά στο σύνολο της Εκκλησίας; Αυτές οι διαπιστώσεις αποτελούν πραγματικότητα στην οποία ο καθένας πρέπει να αναλογιστεί τις ευθύνες του ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Τελικά κατανοούμε ότι έργο μας είναι να ποιμαίνουμε τα λογικά πρόβατα του Χριστού και όχι να τα εκμεταλλευόμαστε σκανδαλωδώς κινούμενοι από τα εγωιστικά μας κίνητρα; Ποιος είμαι εγώ που διδάσκω ως ποιμένας την άλλη ψυχή; Που τη συμβουλεύω, που την εκπροσωπώ ενώπιον της Αγίας Τριάδος κατά τη Θ. Λατρεία; Που έχω την εξουσία του «δεσμείν και λύειν»; Αν καταφέρουμε και σκεφτούμε τα τελευταία και πράξουμε ανάλογα, τότε είναι πιθανότερο η Θ. Λατρεία θα γίνεται με τη χάρη του Αγ. Πνεύματος και η συμβουλευτική μας διδαχή να πλησιάζει αρκετά την αλήθεια του Θεού. Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει ο ποιμένας να γίνει σφουγγάρι αντλώντας από παντού στοιχεία που θα τον καταστήσουν καλύτερο γνώστη της Θείας σοφίας και της ανθρώπινης πραγματικότητας. Να έχει αυτογνωσία και διάθεση μαθητείας με ταπεινό φρόνημα αφού κανείς δεν αποτελεί αυθεντία. Ειδικά σήμερα, είναι επιτακτικό ο Κληρικός να μελετά συνεχώς, να είναι γνώστης των συνθηκών της ζωής και των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος άνθρωπος, ώστε να μπορεί να βοηθά, ουσιαστικά και να ποιμαίνει ορθά και βέβαια να έχουμε εντρυφήσει στα τελούμενα και τους συμβολισμούς του Μυστηρίου της Θ. Λατρείας της Εκκλησίας, ώστε να κατανοούμε αυτά που πράττουμε βοηθώντας τους πιστούς να συμμετέχουν στη Θ. Λατρεία.
Ο πιστός αποτελεί Μέλος του Σώματος της Εκκλησίας. Αυτό όμως θα γίνει από εκείνον αντιληπτό όταν η ποιότητα της Θ. Λατρείας του δίνει το κατάλληλο μήνυμα. Εάν ο Λειτουργός είναι γνώστης και μύστης των τελουμένων και των συμβολισμών στη Θ. Λατρεία, περνάει το ανάλογο ήθος στους πιστούς και τους «σπρώχνει» μαλακά στην ουσιαστική βίωση της Θ. Λατρείας. Συνεπώς η ποιότητα της Λατρευτικής συμμετοχής του κάθε Κληρικού έχει άμεσο αντίκτυπο σε αυτήν του πιστού. Εάν ο Λειτουργός δεν έχει κατάνυξη και προσπαθεί με άλλα μέσα να εντυπωσιάσει τους πιστούς, τότε πού θα βρει χώρο η Χάρις του Θεού να μπει αφού η επίσκεψή Της γίνεται σε λεπτές ψυχές με λεπτό τρόπο σαν αύρα απαλή… Οι κινήσεις του Λειτουργού και των συνεργατών μας, ο λόγος, η ένταση της φωνής, ο τρόπος απαγγελίας των ευχών, η σωστή άρθρωση των λέξεων, η ορθή απόδοση του νοήματος των φράσεων, πρέπει να εμπνέουν ηρεμία, ευλάβεια και ταπεινό και Λειτουργικό ήθος. Δεν χρειάζονται θεατρινισμοί και υπερβολές γιατί τότε χάνεται το νόημά και μετατρέπεται η Θ. Λειτουργία σε κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά είναι. Η βιωματική συμμετοχή στη Θ. Λατρεία είναι έργο κοινό. Όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας πρέπει να κινείται σε αυτήν τη γραμμή ώστε η κοινή προσευχή και συμμετοχή στο Άγ. Ποτήριο να είναι ουσιαστική..
Η ΧΑΡΑ ΚΑΙ Η ΛΥΠΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ
Πολύ χαιρόταν ο Γέροντας Πορφύριος τις Ι. Ακολουθίες και ειδικά την Θ. Λειτουργία. Τα τελευταία χρόνια στερήθηκε αυτή τη χαρά. Καθηλωμένος από τις αρρώστιες στο κρεβάτι, δεν μπορούσε πλέον να βαδίσει για να πάει στον Ναό και αναγκαζόταν να συμμετέχει στην Θ. Λειτουργία, ακούοντας την από ένα μικρό ραδιοφωνάκι. Έλεγε μια μέρα, με παράπονο: «Πολύ λυπάμαι, πού δεν μπορώ να πάω στην Εκκλησία. Να, μ’ αυτό το ραδιόφωνο παρηγορούμαι, απ’ αυτό ακούω και προσπαθώ να συμμετέχω στη Θ. Λειτουργία. Ρώτησα και έναν Άγιο Επίσκοπο, αν αυτό που κάνω είναι αμαρτία και μου είπε ότι, αφού είμαι άρρωστος, δεν είναι αμαρτία». Αυτά επισημαίνει ο μεγάλος Όσιος στον φίλο και πνευματικό του τέκνο Κωνσταντίνο την μεγάλη αγάπη που έτρεφε προς τις Ι. Ακολουθίες της Εκκλησίας και ιδιαίτερα στη Θ. Λειτουργία. Αυτές αποτελούσαν τη χαρά και την παρηγοριά του, αυτές συνιστούσαν το μέσο για να βιώνει ο άγιος τις φωτισμένες και χαριτωμένες πανίερες εμπειρίες του. Πολλοί έχουμε ακούσει ή διαβάσει το πώς ζούσε ο μεγάλος Γέροντας ιδίως τις ακολουθίες της Μ. Εβδομάδος. Μεταφερόταν εν Πνεύματι, με τα χαρίσματα που τον είχε προικίσει ο Θεός, στα διαδραματιζόμενα και λεγόμενα και υμνολογούμενα – ήταν κι αυτός παρών σε ό,τι ζούσε ως ατμόσφαιρα η Εκκλησία. Κάποια στιγμή, διαβάζοντας ένα Ευαγγέλιο από τα 12 της Ακολουθίας των Παθών της Μ. Πέμπτης βράδυ «έβλεπε» τα γεγονότα του Πάθους και από την ένταση δεν άντεξε, σταμάτησε, μπήκε μέσα στο Άγ. Βήμα για λίγο, για να επανέλθει έπειτα συντετριμμένος προκειμένου να ολοκληρωθεί η ανάγνωση και των υπολοίπων Ευαγγελίων και η λοιπή Ι. Ακολουθία. Πού οφείλετο η αγάπη αυτή του αγίου για τις εκκλησιαστικές προσευχές; Μα στη βαθειά πεποίθησή του ότι μέσα σ’ αυτές μιλάει ο ίδιος ο Τριαδικός Θεός, αυτές αποτελούν το όχημα της θείας ενεργείας Του που βρίσκει κατάλυμα στην καθαρή καρδιά του μετέχοντος. Διότι αυτό συνιστά την προϋπόθεση για να ζει κανείς εν αισθήσει ψυχής την προσφερόμενη χάρη του Θεού: η καθαρότητα της καρδιάς η οποία επιτυγχάνεται με την συχνή συνειδητή συμμετοχή στη Θ. Λατρεία της Εκκλησίας και κυρίως και βασικώς στη Θ. Λειτουργία. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». Ο Άγ. Πορφύριος αγωνιζόταν να έχει πάντα καθαρή καρδιά, γι’ αυτό και επαναπαυόταν σ’ αυτόν η Χάρης του Θεού, γι’ αυτό και μπορούσε να βλέπει ότι τα λόγια της κάθε Ι. Ακολουθίας της Εκκλησίας, ιδίως του κέντρου αυτής, της Θ.Λειτουργίας, ήταν η δωρεά του Θεού στον πιστό άνθρωπο, το χάρισμά Του για να ζει αυτός τη δική Του παρουσία άμεσα και ζωντανά στην ψυχοσωματική του υπόσταση. Άλλωστε αυτό δεν ομολογούμε διαρκώς σε κάθε Θ. Λειτουργία; «Ο τας κοινάς ταύτας και συμφώνους ημίν χαρισάμενος προσευχάς. » λέει ο Λειτουργός εξ ονόματος όλων των πιστών, δηλαδή οι προσευχές της Εκκλησίας είναι για όλους τους πιστούς, σύμφωνες προς αυτό που είμαστε ως άνθρωποι, όμως δεν αποτελούν καρπό του νου έστω ενός αγιασμένου ανθρώπου, αλλά έμπνευση Θεού, λόγια που Εκείνος θέλησε να λέμε για να είμαστε συντονισμένοι μαζί Του. «Ο Κύριος κρύβεται μέσα στα λόγια Του και τις εντολές Του» είναι μία βασική αρχή στην Αποστολική και Πατερική Παράδοση, η οποία εδράζεται στο λόγο του Θεού στο Ι. Ευαγγέλιο »