ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΣ: ΜΝΗΜΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΡΥΪΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΥ
Τήν 18 Δεκεμβρίου ἑορτάζει ὁ ἅγιος Σεβαστιανός καί αὐτήν τήν ἡμέρα ἑόρταζε καί ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης Σεβαστιανός. Ἐφέτος συμπληρώνονται 30 χρόνια ἀπό τήν κοίμησή του.
Ὁ Ὀρθόδοξος Ἱεραποστολικό Σύλλογος «Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος» στά Ἰωάννινα, μέ ἀφορμή τήν συμπλήρωση 30 χρόνων ἀπό τήν κοίμησή του διοργάνωσε ἀφιέρωμα μνήμης γιά τόν μακαριστό Ἱεράρχη τήν 15 Δεκεμβρίου, μέ θέμα: «Μητροπολίτης Σεβαστιανός, 1994-2024 – 30 χρόνια “ἐκ γῆς πρός οὐρανόν”».
Μεταξύ τῶν ὁμιλητῶν συμπεριλαμβανόταν καί ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος, πού τόν εἶχε πνευματικό πατέρα κατά τά γυμνασιακά καί φοιτητικά του χρόνια, καί μέ τήν ἄδεια τοῦ Μητροπολίτου Ἰωαννίνων κ. Μαξίμου ὁμίλησε μέ θέμα: «Ὁ π. Σεβαστιανός ὡς Ἱεροκήρυξ καί πνευματικός πατέρας στά Ἰωάννινα».
Παρατίθεται ἡ ὁμιλία
Ὁ π. Σεβαστιανός ὡς Ἱεροκήρυξ καί πνευματικός στά Ἰωάννινα
Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Χαίρομαι πολύ γιά τήν σημερινή ἐκδήλωση μνήμης τοῦ Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης π. Σεβαστιανοῦ, γιά τά 30 χρόνια ἀπό τήν ὁσιακή κοίμησή του πού γίνεται ἐδῶ στά Ἰωάννινα ὅπου ἔδρασε ἱεραποστολικά ὡς Ἱεροκήρυξ, καί εὐχαριστῶ πολύ γιά τήν πρόσκληση.
Μέχρι τώρα ἔγραψα κείμενα, ὁμίλησα σέ πολλά ἀκροατήρια γιά τόν π. Σεβαστιανό, τόν πρῶτο «πνευματικό πατέρα τῆς καρδιᾶς μου». Ἰδιαίτερα νά θυμίσω τό βιβλίο μέ τίτλο «Παλαιόν ὄφλημα» καί ὑπότιτλο «Μιά προσωπική μαρτυρία γιά τόν μακαριστό Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης κυρό Σεβαστιανό», πού ἐκδόθηκε τό ἔτος 2008, καθώς, ἐπίσης, καί μιά ὁμιλία πού πραγματοποίησα στόν Ἱερό Ναό Εὐαγγελιστρίας Πειραιῶς τήν 1η Νοεμβρίου τοῦ 2015 μέ τίτλο «ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανός, ὅπως τόν γνώρισα».
Ἡ ὁμιλία αὐτή δημοσιεύθηκε στό βιβλίο μου μέ τίτλο «Δῶρο καί Ἀντίδωρο» καί ὑπότιτλο «ἡ θεολογία τοῦ δώρου καί τό δῶρο τῆς θεολογίας», ἀκριβῶς γιατί ὁ μακαριστός Σεβαστιανός ἦταν ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ σέ ἐμένα, ὅπως καί σέ πολλούς ἄλλους πού τόν γνώρισαν, ἐξαιρέτως σέ πολλούς ἀπό τούς παρόντες Γιαννιῶτες.
Στήν σημερινή ὁμιλία μου παρακλήθηκα νά παρουσιάσω μέ συντομία τόν μακαριστό π. Σεβαστιανό μέσα ἀπό τίς ἀναμνήσεις μου, ἀπό τήν Ἱεροκηρυκτική του παρουσία στά Γιάννενα, θεωρῶ δέ ὅτι πολλοί ἄλλοι παρόντες καί ἀπόντες ἀπό τήν σημερινή ἐκδήλωση μνήμης ἔχουν νά συνεισφέρουν περισσότερα.
- Γενικά γιά τόν μακαριστό π. Σεβαστιανό
Ὁ μακαριστός π. Σεβαστιανός ἔδρασε σέ πολλούς ἐκκλησιαστικούς χώρους, στά Καλογριανά Καρδίτσης ὅπου γεννήθηκε τήν 20η Ἰουνίου τοῦ ἔτους 1922 ἀπό τούς Ἀχιλλέα καί Χρυσούλα Οἰκονομίδου, στά Φάρσαλα Καρδίτσης ὡς μαθητής Γυμνασίου, στήν Κόρινθο ὡς σπουδαστής στό Ἱεροδιδασκαλεῖο, στήν Καρδίτσα ἀπό ὅπου ἔλαβε τό ἀπολυτήριο τοῦ Ἑξαταξίου Γυμνασίου, στήν Ἀθήνα ὡς φοιτητής καί νεωκόρος στόν Ἱερό Ναό τῶν ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης Ὀμονοίας Ἀθηνῶν, στόν Στρατό ὡς Ἱεροκήρυκας σέ δύσκολη περίοδο, στήν Καλαμάτα ὡς λαϊκός Ἱεροκήρυξ τῆς Ἀδελφότητος «Ζωή», στά Ἰωάννινα ὡς Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως καί ὡς καθηγητής στήν Ἐκκλησιαστική Ἀκαδημία Βελλᾶς καί στήν Ἀκαδημία Ἰωαννίνων, καί τέλος στήν Ἱερά Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης ὡς Μητροπολίτης.
Νά σημειωθῆ ὅτι ὅταν εἰσῆλθε στήν ἱερατική διακονία τήν συμμαρτυρία ἔλαβε ἀπό τόν νῦν ἅγιο Βησσαρίωνα τόν Ἀγαθονίτη, τόν ὁποῖο εἶχε πνευματικό πατέρα ἀπό τά μαθητικά του χρόνια. Καί ἀπό αὐτό φαίνεται ἡ σύνδεσή του μέ τήν Ἐκκλησία καί μέ ἅγιο πνευματικό πατέρα. Βεβαίως, βοηθήθηκε πολύ ἀπό τούς πνευματικούς του πατέρας, κατ’ ἀρχάς στήν Ἀδελφότητα «Ζωή» καί ἔπειτα στήν Ἁδελφότητα «Σωτήρ», ἡ ὁποία τόν βοήθησε σέ δύσκολες στιγμές τῆς ζωῆς του.
Ὡς Μητροπολίτης, πού ἐξελέγη καί χειροτονήθηκε, παρά τήν θέλησή του καί τήν ἄρνησή του, πού εἶναι σπάνιο γεγονός, ἔδρασε στήν μικρή Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης καί, βεβαίως, στά Συνοδικά Ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὡς μέλος τῆς Ἱεραρχίας, μέλος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, μέλος τῶν διαφόρων Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν, μέλος τῶν Συνοδικῶν Ἐκκλησιαστικῶν Δικαστηρίων καί ἀλλοῦ.
Παντοῦ διέπρεψε μέ τά ἐκπληκτικά του χαρίσματα, τήν εὐφυΐα του, τόν μεστό λόγο του, τήν σύννοιά του, τήν ἀρχοντιά του, τήν ἀγάπη του στόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία, τήν διάκρισή του καί τήν εὐγένειά του.
Ἐξελέγην Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ἕξη μῆνες μετά τήν κοίμησή του καί πολλές φορές αἰσθάνθηκα νά ἔχω μιά ἐπιθυμία νά τόν ἔβλεπα καί αὐτόν καί τόν ἀδελφικό του φίλο ἅγιο Καλλίνικο, Μητροπολίτη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας, γιά τό πῶς ἐνεργοῦσαν καί ὁμιλοῦσαν στά Συνοδικά Ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Γιά τόν μακαριστό π. Σεβαστιανό ἔχω τήν μαρτυρία τοῦ Γέροντά μου ἁγίου Καλλινίκου ὅτι ἦταν λαμπρός Ἱεράρχης καί ὅταν ὁμιλοῦσε καθήλωνε ὅλους τούς Ἀρχιερεῖς, ἀκόμη καί αὐτούς πού δέν συμφωνοῦσαν γιά διαφόρους λόγους μαζί του, μέ τίς ὀρθές πνευματικές σκέψεις του, τίς ὁποῖες διατύπωνε μέ ἄψογο καί συγκροτημένο λόγο.
Ὅλα αὐτά, ὅμως, θά τά παρακάμψω γιά νά ὁμιλήσω γιά τό θέμα πού μοῦ ὅρισαν, δηλαδή τήν ἱεροκηρυκτική του διακονία στά ἀγαπημένα μας Γιάννενα.
- Τά δέκα χρόνια στά Γιάννενα (1957-1967)
Στά Γιάννενα ὁ μακαριστός π. Σεβαστιανός ἐργάστηκε ποιμαντικά δέκα χρόνια (1957-1967), ἀλλά ταυτόχρονα εἶναι πολλαπλάσια καί μεγενθυμένα τά χρόνια αὐτά ἀπό πλευρᾶς πνευματικοῦ ἔργου, ὅπως τό θυμοῦνται οἱ παλαιοί Γιαννιῶτες.
Ὁ ἴδιος στήν ἰδιόχειρη διαθήκη του, λίγο πρίν τό τέλος τῆς βιολογικῆς του ζωῆς, ἔγραψε: «Ἡ θητεία μου εἰς Ἰωάννινα ὡς Ἱεροκήρυκος ἀποτελεῖ τήν ὡραιοτέραν ἐποχήν τῆς ζωῆς μου. Εὐχαριστῶ φίλους, συνεργάτας, καθώς καί ὅλον τόν Γενναῖον Ἠπειρωτικόν λαόν διά τήν ἀγάπην τους καί τήν ἐκτίμησίν τους».
Ἀλλά καί γιά τούς Γιαννιῶτες τά δέκα αὐτά χρόνια τῆς παρουσίας του στήν πόλη μας ἀποτελεῖ τήν ὡραιότερη ἐποχή ἀπό πλευρᾶς ἱεροκηρυκτικῆς διακονίας, χωρίς νά θέλω νά ὑπιμήσω ἄλλες διακονικές προσφορές, διότι ὁ Ἱεροκήρυξ Ἀρχιμ. π. Σεβαστιανός, ὁ π. Σεβαστιανός, ὅπως τότε ὅλοι ἔλεγαν, ὑπῆρξε ἀπαράμιλλος Ἱεροκήρυξ. Πολλοί ἐκλεκτοί Κληρικοί πέρασαν ἀπό τά Ἰωάννινα, ἀλλά αὐτός πού διέπρεψε πραγματικά καί ἄφησε ἰσχυρή μνήμη ἦταν ὁ π. Σεβαστιανός.
Ἀναγκαστικά θά ἀναφερθῶ στίς δικές μου ἀναμνήσεις, οἱ ὁποῖες νομίζω ὅτι ἀπηχοῦν καί τίς μνῆμες τῶν παλαιοτέρων παρόντων, ἀλλά καί ὅσων ἔφυγαν γιά τήν ἄλλη ζωή καί βρίσκονται στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί μέ τίς δικές του θυσιαστικές ποιμαντικές προσπάθειες.
Θά πρέπει νά σημειώσω ὅτι τά ὅσα ἔγραψα γι’ αὐτήν τήν ὁμιλία, τά συνέδεσα μέ ἔντονο συναισθηματικό φόρτο, μέ ἱερά συγκίνηση καί μερικές φορές δακρυροώντας. Ἐλπίζω νά μπορέσω νά κρατηθῶ κατά τήν ἐκφώνησή της.
Ὁ νεαρός διάκονος Σεβαστιανός ἦλθε στά Ἰωάννινα τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1957, διορισμένος Ἱεροκήρυξ Ἰωαννίνων, ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί πρόταση τοῦ Μητροπολίτου Ἰωαννίνων. Τότε Μητροπολίτης ἦταν ὁ μακαριστός Δημήτριος, ὁ ὁποῖος τόν ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα καί ὕστερα ἀπό ἕνα χρόνο ἐξελέγη καί ἐνθρονίσθηκε ὡς Μητροπολίτης Ἰωαννίνων ὁ ἀπό Ἄρτης Σεραφείμ, πού καταγόταν ἀπό ἕνα χωριό τῆς Καρδίτσας λεγόμενο Ἀρτεσιανό, δίπλα ἀπό τό χωριό τοῦ π. Σεβαστιανοῦ καί μάλιστα ὁ Σεραφείμ εἶχε φιλία μέ τήν ἀδελφή καί τόν γαμβρό τοῦ π. Σεβαστιανοῦ.
Τό Ἀπρίλιο τοῦ 1957 πού ἦλθε ὁ π. Σεβαστιανός στά Γιάννενα ἤμουν μαθητής τῆς ΣΤ΄ Δημοτικοῦ Σχολείου καί πήγαινα στό Κατηχητικό Σχολεῖο στόν Ἱερό Ναό Ἁγίας Μαρίνης, πού γινόταν στό Παρεκκλήσιο τοῦ Πρωτομάρτυρος καί Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου. Ὁ διάκονος τότε Σεβαστιανός ἔμενε ἐκεῖνο τό πρῶτο διάστημα στήν οἰκία τῶν εὐλαβεστάτων ἀδελφῶν Βλαχλείδου, τίς ὁποῖες, ὡς παιδιά, βλέπαμε νά ἐκκλησιάζονται στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Μαρίνης μέ ἀπόλυτη εὐλάβεια καί τίς σεβόμασταν.
Λόγῳ τῆς διαμονῆς του πλησίον τῆς Ἐνορίας μου, τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Μαρίνης ἐρχόταν στό Κατηχητικό Σχολεῖο νά μᾶς ὁμιλήση. Μοῦ προξενοῦσε μεγάλη ἐντύπωση τό νεαρό τῆς ἡλικία του, ἦταν τότε 35 ἐτῶν, καί ἡ ἐν γένει παρουσία του. Ἦταν σεμνός καί μεγαλοπρεπής, ἀδύνατος καί ὑψηλός κατά τό ἀνάστημα, εὐσταλής, μέ γλυκύ πρόσωπο καί σπινθηροβόλα μάτια.
Ὕστερα ἀπό λίγο καιρό ἔμαθα ὅτι ὁ νέος αὐτός διάκονος πού τόσο συμπάθησα θά χειροτονηθῆ Πρεσβύτερος στόν Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου Ἰωαννίνων ἀπό τόν Μητροπολίτη Δημήτριο, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη ὕστερα ἀπό λίγο, τήν 1η Ἰανουαρίου τοῦ 1958. Ἤμουν παρών στήν χειροτονία τοῦ π. Σεβαστιανοῦ σέ Πρεσβύτερο καί στήν χειροθεσία του σέ Ἀρχιμανδρίτη. Τόν προσέφεραν ὁ Ἀρχιμ. π. Βενέδικτος Πετράκης, Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας, καί μέλος τότε τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων «ἡ Ζωή», πού εἶχε διατελέσει Ἱεροκῆρυξ Ἰωαννίνων καί ἦταν πνευματικός πατέρας τῶν γονέων μου, καί ὁ Ἀρχιμ. π. Χρυσόστομος Βενετόπουλος, Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων, ἀργότερα Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Κερνίτσης τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν καί στήν συνέχεια Μητροπολίτης Φωκίδος, τώρα κεκοιμημένος. Εἶδα τότε τόν ἐνθουσιασμό τῶν Γιαννιωτῶν γιά τόν νέο Ἀρχιμανδρίτη-Ἱεροκήρυκα.
Θά μποροῦσε νά γίνη μιά ὁλοκληρωμένη καταγραφή τοῦ ὅλου ἔργου πού ἐπιτέλεσε τά δέκα αὐτά χρόνια στά Γιάννενα ὁ π. Σεβαστιανός, ὄχι μόνον ἀπό ἐμένα, ἀλλά καί ἀπό ἄλλους. Θά ἀρκεσθῶ ὅμως στίς δικές μου ἀναμνήσεις.
Θαύμαζα ἀπό μικρό παιδί τόν π. Σεβαστιανό γιά πολλά γεγονότα, ἤτοι:
ὡς Λειτουργό μέ τήν ἀπαράμιλλη εὐλάβεια, τήν μεγαλοπρέπεια μέσα στήν ἁπλότητα, τό σύννουν, τό καθαρό βλέμμα καί τήν γλυκειά μελωδική του φωνή,
ὡς Ἱεροκήρυκα, πού ἦταν ἕνα πραγματικό ἀηδόνι τοῦ ἄμβωνα μέ τό ρητορικό του χάρισμα καί τό πνευματικό περιεχόμενο τοῦ λόγου του, πού ἐλάμπρυνε τούς ἄμβωνες τῶν Ἱερῶν Ναῶν, καί προσήλκυε ἑκατοντάδες καί χιλιάδες ἀνθρώπους. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅταν ἔκανε τά ἀπογευματινά κηρύγματα στόν Μητροπολιτικό Ναό Ἰωαννίνων γέμιζε ὁ Ἱερός Ναός καί ὁ κόσμος παρέμενε στόν αὔλειο χῶρο καί ἐκεῖνος σταματοῦσε τό κήρυγμα γιά νά παρακαλέση τούς ἄνδρες νά εἰσέλθουν στό Ἱερό Βῆμα γιά νά ὑπάρξη χῶρος στόν κυρίως Ναό καί γιά ἄλλους, πού ἦταν στό προαύλιο,
ὡς πνευματικό πατέρα πού ἦταν ἐντελῶς διαφορετικός ἀπό τόν Ἱεροκήρυκα τοῦ ἄμβωνα, δηλαδή ὡς Ἱεροκήρυξ ἦταν χειμαρώδης καί ρήτορας, ἐνῶ ὡς πνευματικός-ἐξομολόγος ἦταν σιωπηλός, ἀκίνητος, ὅλος ἀκοή μέ παρηγορητικό λόγο, μέ ταπεινή, ἤρεμη καί γεμάτη ἀγάπη φωνή,
ὡς Ἱεροψάλτη σέ καθημερινές θεῖες Λειτουργίες στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου μέ τό σοβαρό ὕφος καί τήν μελωδική του φωνή,
ὡς Κατηχητή μέ τόν παραστατικό καί ἐνθουσιώδη τρόπο ὁμιλίας, μέ φλογερό, διεγερτικό, ἐνθουσιώδη παλμό, μέ τίς ἐκδρομές στίς Ἱερές Μονές στό Νησάκι τῶν Ἰωαννίνων γιά θεία Λειτουργία καί διαμονή ὅλη τήν ἡμέρα, καθώς ἐπίσης ἐκδρομές στά Ζαγοροχώρια καί στήν χαράδρα τοῦ Βίκου, ὅπου ἔψαλε μέ τήν μελωδική του φωνή τό «Ὡς ἀγαθόν τό ὄνομά Σου ἐν πάσῃ τῇ γῇ»,
ὡς Ποιμένα μέ τίς ἀλησμόνητες Συνάξεις πού ἔκανε στήν αὐλή τοῦ παλαιοῦ κτηρίου τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἰδίως τό Καλοκαίρι τίς βραδυνές ὧρες μέ τόν πνευματικό του λόγο, τήν εὐγένειά του, μερικές φορές καί τό λεπτό χαμογελαστό του χιοῦμορ καί τό ἀγαπητικό πείραγμα,
ὡς συνοδίτη κάθε βράδυ ἀπό τό κτήριο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στόν ὁδό Κοραῆ πού σήμερα στεγάζεται ἡ Δημοτική Πινακοθήκη πρός τό σπίτι του, πού τότε ἦταν ἀπέναντι ἀπό τήν Παιδαγωγική Ἀκαδημία, μέ τό πάντοτε εὐγενικό, διδακτικό καί συμβουλευτικό του λόγο, χωρίς νά ἀσχολῆται μέ τό ἐκκλησιαστικό παρασκήνιο, καί στήν ἐξωτερική πόρτα τῆς αὐλῆς τοῦ σπιτιοῦ ἀποχωριζόμασταν, χωρίς νά εἰσερχόμαστε στήν ἁπλῆ οἰκία του,
ὡς κυκλοφοροῦντα στήν πόλη τῶν Ἰωαννίνων, προκειμένου νά μεταβῆ στήν Μητρόπολη ἤ στήν ποιμαντική του ἐργασία καί σηκώνονταν ὄρθιοι οἱ ἄνθρωποι στά καφενεῖα ἀπό ἔνδειξη σεβασμοῦ, καί ὅσοι τόν συναντοῦσαν τόν χαιρετοῦσαν μέ ἀπόλυτο σεβασμό.
Τί νά πρωτοθυμηθῆ κανείς ἀπό αὐτόν τόν εὐλογημένο καί χαρισματοῦχο ἄνθρωπο μέ τήν ἁπλότητα καί τήν ἀρχοντιά του, τήν εὐγένεια καί τήν καλωσύνη του, τήν σοβαρότητα καί τήν χαρούμενη διάθεσή του, τόν πραγματικά ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ.
- Ἀτομικές ἀναμνήσεις
Τό διάστημα τῶν δέκα ἐτῶν ἐκείνων πού διετέλεσε Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων θυμᾶμαι ἔντονα μερικά γεγονότα ἀπό τήν δράση του, τά ὁποῖα θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά ἀναφέρω, διότι τά ἴδια περιστατικά, ἴσως καί περισσότερα, ἐνθυμοῦνται ὅλοι οἱ παλαιοί Γιαννιῶτες καί ἄλλοι παρόντες καί ἀπόντες ἀπό τήν σύναξή μας.
Ὁ π. Σεβαστιανός ἦταν μεγαλοπρεπής, ἄρχοντας, ἀλλά καί ἁπλός, προσινής καί ταπεινός, ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα τούς νέους, στούς ὁποίους ἔστρεφε τήν προσοχή του.
Ὅταν ἤμουν φοιτητής Θεολογίας, μιά φορά ἦλθε στήν ὀνομαστική μου ἑορτή στό φτωχικό μου σπίτι, συνοδευόμενος ἀπό κάποιον μεγάλο στήν ἡλικία, καί αἰσθάνθηκα ἔντονα τήν μεγάλη τιμή νά ἔλθη ὁ π. Σεβαστιανός στό σπίτι μου. Στήν γειτονιά ὅλοι ἔβγαιναν ἀπό τά σπίτια γιά νά τόν χαιρετίσουν καί ὅλοι μέ μακάριζαν γιά τήν μεγάλη αὐτή τιμή.
Μετά τήν θεία Λειτουργία, πολλές φορές, τόν συνόδευα στό σπίτι του, κρατώντας τήν μικρή βαλίτσα του μέ τά ἄμφιά του καί μέ ρωτοῦσε γιά τά μαθήματα και τήν ζωή μου.
Μιά φορά, ὡς ὑποψήφιος φοιτητής πού ἤμουν στήν Ἀθήνα γιά νά προετοιμασθῶ γιά τίς ἐξετάσεις στήν Θεολογική Σχολή συνταξίδευσα μαζί του μέ τό λεωφορεῖο τῆς γραμμῆς Ἰωαννίνων-Ἀθηνῶν καί θυμᾶμαι τήν μεγάλη τιμή καί τόν διδακτικό του λόγο. Ἦταν μετά τήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ καί ἐκεῖνος ἔψαλλε τά ἀναστάσιμα τροπάρια.
Ὅταν τό 1964 ἐπέτυχα στήν Φιλοσοφική Σχολή Ἰωαννίνων, πού τότε γιά πρώτη φορά θά λειτουργοῦσε στά Ἰωάννινα, ἀλλά συγχρόνως ἐπέτυχα, κατά ἕναν παράδοξο τρόπο, καί στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, ἐκεῖνος μέ προέτρεψε ἔντονα, παρά τίς ἀντίθετες προτάσεις πού δέχθηκα, νά προτιμήσω τήν φοίτησή μου στήν Θεολογική Σχολή μέ τήν ἐπισήμανση, ὅτι ἄν ἔμενα στήν Φιλοσοφική Σχολή «θά χαλάσω». Φυσικά, ὄχι μόνον δέν τό μετάνιωσα, ἀλλά τόν εὐγνωμονῶ, γιατί χωρίς τήν δική του εὐγενική παρότρυνση ἐνδεχομένως νά μή ἀκολουθοῦσα αὐτήν τήν πορεία μέχρι σήμερα.
Ὅταν ἐξελέγη καί χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης, ἦλθε στά Γιάννενα καί πρώτη φορά τόν εἶδα πονεμένο, ἐπειδή δέν ἤθελε νά γίνη Μητροπολίτης. Τότε αἰσθάνθηκα ἔκπληξη γιατί πρώτη φορά εἶδα Κληρικό νά εἶναι στενοχωρημένος μετά τήν χειροτονία του σέ Μητροπολίτη. Συμμετείχα στήν ἐνθρόνισή του στό Δελβινάκι καί ἐκεῖ μέ κάλεσε τήν πρώτη ἑβδομάδα στήν Κόνιτσα γιά νά τόν βοηθήσω στήν μεταφορά καί τήν τακτοποίηση τῶν προσωπικῶν του πραγμάτων στόν Μητροπολιτικό Οἶκο. Ἔμεινα μιά ἀλησμόνητη ἑβδομάδα κοντά του καί τόν ἀκολούθησα στήν πρώτη περιοδεία του, ὡς ψάλτης, στήν Καστανέα, τήν Βούρμπιανη, τήν Πυρσόγιαννη καί τούς Χιονιάδες. Ἔπειτα, κατά τά φοιτητικά μου χρόνια πολλές φορές τόν συνόδευσα μαζί μέ ἄλλους στίς Κυριακάτικες θεῖες Λειτουργίες στά χωριά τῆς Ἐπαρχίας του.
Μέ ἀγαποῦσε εἰλικρινά καί καθαρά, ἀλλά τό ἔκανε μέ ἐλευθερία καί μοῦ ἔδωσε τήν εὐλογία νά μεταβῶ στήν Ἔδεσσα, ὕστερα ἀπό πρόσκληση τοῦ ἁγίου Καλλινίκου νά ὑπηρετήσω ἐκεῖ ὡς Κληρικός, μάλιστα ἦλθε καί στήν χειροτονία μου σέ διάκονο στήν Ἔδεσσα καί ὁμίλησε λαμπρῶς.
Μοῦ ἔστειλε 50 ἰδιόχειρες ἐπιστολές, τίς ὁποῖες δημοσίευσα καί σχολίασα, γιατί ἐκφράζουν τόν λεπτό ἐσωτερικό του κόσμο.
Ἐνδιαφερόταν πάντοτε γιά μένα, ὅπως καί γιά ὅλους μας, ἰδιαίτερα μετά τήν ἐκδημία τοῦ Γέροντός μου ἁγίου Καλλινίκου καί προφήτευσε τήν ἐκλογή μου σέ Μητροπολίτη, πού ἔγινε ἕξι μῆνες μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση.
Ὁμολογῶ ὅτι σέ ὅλο τό διάστημα τῆς Ἱερατικῆς διακονίας μου εὑρισκόμουν στό μέσον μεταξύ τοῦ ἁγίου Καλλινίκου, τοῦ ταπεινοῦ καί ἀσκητικοῦ Ἱεράρχου, καί τοῦ μακαριστοῦ καί ἁγίου, ὄντως, μεγαλοπρεποῦς καί ἀσκητικοῦ Σεβαστιανοῦ. Ἡ καρδιά μου μοιραζόταν καί στούς δύο. Ἦταν καί οἱ δυό καρδιακοί φίλοι, εἶχαν τό ἴδιο ἐκκλησιαστικό φρόνημα, μέ διαφορετικά χαρίσματα ὁ καθένας. Χαιρόμουν κρυφά, ἐπειδή ἔγινα αἰτία νά συνεδεθοῦν ἀκόμη περισσότερο μεταξύ τους καί νά ἔχουν τήν ἴδια ἀντίληψη γιά τά ἐκκλησιαστικά δρώμενα.
Τελευταία φορά πού τόν συνάντησα ἦταν ὅταν τόν ἐπισκέφθηκα στό «Εὐγενίδειο Ἵδρυμα» ὅπου νοσηλευόταν ἀπό τήν ἀσθένειά του πού τόν ὁδήγησε στόν βιολογικό θάνατο. Πονοῦσε πολύ καί τό ἐξέφραζε αὐτό μέ ἕναν γλυκό τρόπο. Μεταξύ τῶν ἄλλων μοῦ εἶπε: «Πάτερ Ἱερόθεε, πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης». Ἐπίσης, μοῦ εἶπε: «Ὑποφέρω ἀπό τούς πόνους, καί αὐτό ἀπό τά χειροκροτήματα τῶν ἀνθρώπων», δηλαδή αἰσθανόταν ὅτι ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά ταλαιπωρηθῆ ἀπό τήν ἀσθένεια διότι τιμήθηκε πολύ ἀπό τούς ἀνθρώπους. Αὐτό δείχνει τό ἐσωτερικό του βάθος.
- Τά χαρίσματά του
Ἀπό ὅσα ἀνέφερα προηγουμένως φαίνονται εὐδιάκριτα τά χαρίσματά του, ὅτι ἦταν, ὄντως, χαρισματοῦχος ἄνθρωπος καί ἐκλεκτός, ἴσως καί σπάνιος Κληρικός, γιά μένα καί γιά πολλούς ἅγιος.
Εἶχε σωματικά χαρίσματα, δηλαδή ψηλός, εὐθυτενής, μέ ὡραῖα χαρακτηριστικά τοῦ προσώπου του, δυνατή καί μελωδική φωνή, ρητορικό λόγο, συμπεριφορά ἄρχοντα, πραγματικοῦ πρίγκιπα στίς κινήσεις του, ἀλλά καί πολύ ἁπλοῦ καί φιλόξενου ἀνθρώπου.
Ἦταν γνήσιος πατριώτης μέ καθαρή συνείδηση ἀπηλλαγμένη ἀπό πολιτικές σκοπιμότητες, ἀπό σεβασμό στά ἀνθρώπινα καί θρησκευτικά δικαιώματα τῶν ἀνθρώπων.
Διακρινόταν ἀπό μεγάλα ψυχικά χαρίσματα, δηλαδή ἦταν χαρούμενος, εὐχάριστος, εἰλικρινής, ἀγαποῦσε τούς ἀνθρώπους χωρίς συναισθηματισμούς, ἀλλά καί μέ ἐλευθερία.
Διακατεχόταν ἀπό πνευματικά χαρίσματα, ὡς ἕνας πνευματικός ἄνθρωπος, ἔχοντας τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέ τήν δική του συνέργεια, ἦταν ταπεινός, εἶχε αὐτομεμψία, ζοῦσε ὡς ἀσκητής, ἔχοντας διαρκῆ μνήμη Θεοῦ, μνήμη θανάτου καί νοσταλγία τοῦ οὐρανοῦ καί τοῦ Παραδείσου.
Ἦταν ἐκκλησιαστικός ἄνθρωπος, ἀληθινός Κληρικός καί Ἐπίσκοπος, ἀποφεύγοντας τήν ἀνθρώπινη δόξα καί μή ὑποκύπτοντας στήν ἐξωτερική λάμψη τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος.
Αὐτά τά χαρίσματά του φαίνονται ἔντονα στήν ἰδιόχειρη διαθήκη του τήν ὁποία συνέταξε τήν 27η Αὐγούστου 1994 στήν Κόνιτσα, περίπου τρισήμιση μῆνες πρίν τήν ὁσιακή κοίμησή του.
Στήν ἀρχή γράφει:
«Εὐγνωμονῶ ἐξ ὅλης ψυχῆς καί καρδίας τόν Ἅγιο Θεό, διότι καίτοι ἀνάξιον ὄντα ἀπό πάσης ἀπόψεως, μέ ἐτίμησε ποικιλοτρόπως, ἀξιώσας με μάλιστα καί τοῦ ἀνωτάτου ἀξιώματος τῆς Ἀρχιερωσύνης. Ἄς εἶναι εὐλογημένον καί δοξασμένον τό Πανάγιον ὄνομά Του εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων».
Στό τέλος γράφει:
«Ταῦτα εἶχα νά διατυπώσω ἐν συντομίᾳ. Καί τώρα Σύ Κύριέ μου Κύριε, τόν ὁποῖον, παρά τήν ἐν γένει ἁμαρτωλότητά του, σέ ἠγάπησα, γενοῦ ἵλεως εἰς τήν ἁμαρτωλήν μου ψυχήν καί ἀξίωσόν με μετά τοῦ εὐγνώμονος ληστοῦ τῆς Ἑπουρανίου σου βασιλείας. Ἀμήν».
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Προσπάθησα νά ἀναφέρω λίγα ἀπό ὅσα ἔχω στήν μνήμη μου γιά τόν μακαριστό Μητροπολίτη Σεβαστιανό. Παλαιότερα τόν εἶχα ἀποκαλέσει «πνευματικόν τῆς καρδιᾶς μου», πνευματικό τῶν παιδικῶν καί φοιτητικῶν μου χρόνων. Τόν ξεχώριζα ἀπό ὅλους τούς ἄλλους πνευματικούς πατέρας πού εἶχα γνωρίσει καί καυχόμουν γιά τό ὅτι ὁ Θεός ἀπό τήν μικρή μου ἡλικία μοῦ ἔδωσε ἕνα τέτοιο μεγάλο δῶρο, νά ἔχω πνευματικό πατέρα ἕναν Κληρικό μέ τά προσόντα καί τά χαρίσματα τοῦ Σεβαστιανοῦ καί μετά μοῦ ἔδωσε ἕνα ἄλλο μεγάλο δῶρο, τόν ἅγιο Καλλίνικο.
Ὅταν ὁ ἅγιος Καλλίνικος πρίν τήν κουρά μου μέ ρώτησε τί ὄνομα θά ἐπιθυμοῦσα νά μοῦ βάλη, αὐθόρμητα τοῦ εἶπα: «Σεβαστιανός». Ὅμως, ἐκεῖνος προτίμησε τό ὄνομα τοῦ Γέροντά του, Μητροπολίτου Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας Ἱεροθέου καί, βέβαια, τό ὄνομα τοῦ μεγάλου θεολόγου ἁγίου Ἱεροθέου, μαθητοῦ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί καθηγητοῦ τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου.
Ἔτσι, δέν ἔλαβα κατά τήν κουρά μου ὡς μοναχοῦ τό ὄνομα τοῦ Σεβαστιανοῦ, ἀλλά τόν ἔχω ἀνεξίτηλα στήν καρδιά μου καί ὡς πρότυπο στήν ζωή μου. Δέν τόν ξέχασα ποτέ καί τόν εὐγνωμονῶ γιά ὅ,τι ἔκανε γιά μένα. Μιά φορά τόν εἶδα στόν ὕπνο μου νά εἶναι μέσα στό Φῶς, μαζί μέ τόν ἅγιο Καλλίνικο καί ξύπνησα χαρούμενος, δοξάζοντας τόν Θεό.
Ὁ μακαριστός καί ἅγιος γιά μένα π. Σεβαστιανός ἦταν ἕνα φωτεινό ἀστέρι, ἕνας ἐν σαρκί «φωτεινός Ἄγγελος» καί ἔτσι εἶναι καί στό ἐπουράνιο θυσιαστήριο, ἦταν «οὐράνιος ἄνθρωπος καί ἐπίγειος ἄγγελος».