“Ἡ Ἐκκλησία εἰς τόν καιρόν τῆς πανδημίας τοῦ Covid-19: Προβλήματα, ἐμπειρίαι, λύσεις» κατά τά δεδομένα καί τάς συνθήκας τῆς χώρας
ἤ τῆς εὐρυτέρας περιοχῆς τῆς ποιμαντικῆς εὐθύνης αὐτῆς”
Εἰσήγηση Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Κυρίλλου, ἐνώπιον τῆς Συνάξεως τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Θρόνου. Φανάριον 1-3 Σεπτεμβρίου 2021.
Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,
Σεπτή τῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου χορεία,
Συμπληρώθηκαν ἤδη δεκαοκτώ μῆνες ἀπό τήν ἡμέρα κατά τήν ὁποία ἡ ἑλληνική ἐπιστημονική κοινότητα αἰφνιδιάστηκε καί αὐτή μέ τήν σειρά της ἀπό τήν ἐμφάνιση στήν Ἑλλάδα στίς 26 Φεβρουαρίου 2020 τοῦ ἰοῦ Covid-19, γνωστοῦ εὐρύτερα ὡς «Κορωνοϊοῦ», ὁ ὁποῖος ἄρχισε νά μεταδίδεται μέ ἐκπληκτική ταχύτητα καί νά ἐξαπλώνεται σέ ὁλόκληρη τήν χώρα. Κατ’ ἀρχάς ἐπεκράτησε ἀμηχανία. Ἀκολούθησε φόβος καί ἐν πολλοῖς πανικός, διότι ἐκτός ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ μεταδοτικότητα τοῦ ἰοῦ αὐτοῦ εἶναι ἀπροσδόκητα ταχεῖα, ἀποτέλεσμα τοῦ συγχρωτισμοῦ καί τῆς συνυπάρξεως τῶν ἀνθρώπων, τά συμπτώματά του πολλαπλᾶ, ἐπώδυνα καί συχνότατα θανατηφόρα.
Οἱ ἁρμόδιοι φορεῖς καί στόν ἑλληνικό χῶρο παρουσιάσθηκαν ἀνέτοιμοι νά ἀντιμετωπίσουν πρακτικά, ὁ καθείς ἀνάλογα μέ τήν ἰδιότητά του, τήν πανδημία. Δέν ἀναφερόμεθα μόνον στόν τομέα τῆς νοσηλείας ἀλλά γενικῶς στήν Πολιτεία, στήν Ἐκκλησία καί βέβαια στόν Λαό. Ἀσφαλῶς δέν εἶναι σπάνια κατά τήν πρόοδο τῆς Ἱστορίας ἡ ἐμφάνιση ἐπικινδύνων ἐπιδημιῶν, οἱ ὁποῖες πολλές φορές σφράγισαν τήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Ὁ λοιμός πού θέρισε τούς Ἀθηναίους ἔκρινε τήν ἔκβαση τοῦ Πελοποννησιακοῦ Πολέμου τό 430 π.Χ. Ἡ πανώλη ὡς «μαῦρος θάνατος» ἐρήμωσε τεράστιες περιοχές τῆς Εὐρώπης κατά τόν Μεσαίωνα κλονίζοντας τά θεμέλια τῆς φεουδαρχικῆς κοινωνίας. Τό ἴδιο συνέβη καί κατά τήν τελευταία 50ετία. Περιοριζόμαστε ὅμως σέ ἀναφορά τῆς ἐπιδημίας ἐκείνης, ἡ ὁποία πανικόβαλε περισσότερο τήν Ἀνθρωπότητα κατά τήν δεκαετία τοῦ 1990 καί τήν ὁποία προξενοῦσε ὁ ἰός τοῦ AIDS. Εἶναι γνωστόν ὅτι ὅλοι οἱ ἰοί πού ἐνέσκηψαν ἐπιδημικῶς κατά τίς τελευταῖες δεκαετίες, ὅπως ἡ ἡπατίτις, ἡ γρίπη, ὁ ἔμπολα, ὁ AIDS κλπ. καταπολεμήθηκαν ἀπό τήν Ἐπιστήμη μέ εἰδικά ἐμβόλια ἤ ἄλλες θεραπείες ὥστε νά μήν ἀποτελοῦν πλέον κίνδυνο γιά τούς ἀνθρώπους. Τό ἴδιο εἶναι βέβαιο ὅτι θά συμβεῖ καί στήν περίπτωση τοῦ ἰοῦ Covid-19. Ὅπως ὅμως ἔχει παρατηρηθεῖ «ἕως τότε χρειάζεται προσοχή καί προσευχή». Στήν Ἑλλάδα τά πρῶτα ἔκτακτα κυβερνητικά μέτρα γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς πανδημίας τέθηκαν σέ ἐφαρμογή στίς 28 Φεβρουαρίου 2020 γιά νά καταλήξουν σέ περιορισμό μετακινήσεων σέ ἐθνικό ἐπίπεδο στίς 23 Μαρτίου. Σέ διάγγελμά του στίς 11 Μαρτίου, ὁ Πρωθυπουργός ὑπεστήριξε ὅτι τά θρησκευτικά καθήκοντα πρέπει νά προσαρμοστοῦν στήν πραγματικότητα καί νά ἐπιτελοῦνται ἀπό τό σπίτι. Δύο ἡμέρες ἀργότερα 13 Μαρτίου 2020 ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμος δήλωσε ὅτι ἡ Ἐκκλησία συμφωνεῖ μέ τά μέτρα καί τά ἐφαρμόζει γιά τήν προφύλαξη τῆς δημόσιας ὑγείας ὑπό ὁρισμένους ὅρους. Ἀμέσως μετά τή δημοσιοποίηση τῆς ἀπόφασης, ἀνακοινώθηκε ἡ καθολική ἀναστολή ὅλων τῶν Θ. Λειτουργιῶν κάθε δόγματος καί θρησκείας.
Η Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης μας κ. κ. Βαρθολομαῖος, ἀπό τήν ἀρχή αὐτῆς τῆς παγκόσμιας δοκιμασίας, ἐπεσήμανε: «Αὐτό πού κινδυνεύει δέν εἶναι ἡ πίστη, ἀλλά οἱ πιστοί, δέν εἶναι ὁ Χριστός, ἀλλά οἱ Χριστιανοί μας, δέν εἶναι ὁ Θεάνθρωπος, ἀλλά ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι».
Στήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου τά πράγματα ἐξελίχθηκαν διαφορετικά. Μόλις ἐμφανίσθηκε στήν Μεγαλόνησο ὁ κορωνοϊός τό κράτος εὑρέθη ἀντιμέτωπο μέ φαινόμενα κοινωνικῆς καθυστέρησης, στό πλαίσιο τόσο τῶν προσπαθειῶν περιορισμοῦ τῆς πανδημίας καί «τῆς περιφρούρησης τῆς ἴδιας τῆς κοσμικότητας τοῦ κράτους», ὅπως γράφηκε. Ἐφαρμόζοντας αὐστηρά μέτρα ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Χρυσόστομος μέ δημόσιες παρεμβάσεις του στήριξε τόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας καί τίς ἀποφάσεις τῆς κυβέρνησής του, καλώντας τούς πιστούς νά ἀκολουθοῦν τά μέτρα τῆς Πολιτείας. Μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας ἔδειξαν τίς προθέσεις τους, παραβαίνοντας τά περιοριστικά μέτρα καί ὑποχρεώνοντας τίς Ἀρχές νά προχωρήσουν σέ πρωτοφανεῖς ἐνέργειες, ὅπως δεκάδες καταγγελίες πιστῶν καί ἀνακρίσεις Μητροπολιτῶν. Βεβαίως τό πόσο ἄδικη ἦταν αὐτή ἡ συντονισμένη ἀντίδραση φάνηκε μέ τήν πρόσφατη νόσηση καί τοῦ Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου, ὁ ὁποῖος εἶχε δηλώσει ὅτι ὁ κορωνοϊός εἶναι ἀποτέλεσμα ἁμαρτίας καί εἶχε ταχθεῖ δημοσίως κατά τοῦ ἐμβολίου, τῆς μάσκας καί τῶν μέτρων στούς ναούς.
Οἱ κατά τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες μέ τήν πρωτοστασία τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου δίδουν σέ ὅλο αὐτό τό διάστημα τόν ἀγῶνα τόν καλόν, προκειμένου νά βοηθήσουν στήν ἐξεύρεση τῆς ὁδοῦ διαφυγῆς ἀπό τήν ἐπώδυνη καί ἐπικίνδυνη αὐτήν λαίλαπα. Μετά ἀπό αὐτή τήν περιληπτική ἱστορική ἀναδρομή, ὅπου περιελήφθησαν νύξεις γιά ὁρισμένα προβλήματα καί κάποιες ἐμπειρίες, ἄς στραφοῦμε σέ μία οὐσιαστική σχέση τῆς Ἐκκλησίας πρός τό θέμα αὐτό.
Ὅπως καταγράφηκε στό βαρυσήμαντο «Μήνυμα» πού ἀπέστειλε πρός τήν Οἰκουμένη ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία συνῆλθε στήν Κρήτη κατά τό διάστημα ἀπό τίς 17 ἕως τίς 26 Ἰουλίου 2016, τό γεγονός τῆς συνάθροισης αὐτῆς προοιμιακά «ἄνοιξε τόν ὁρίζοντά της στήν σύγχρονη πολύμορφη οἰκουμένη καί τόνισε τήν εὐθύνη της μέσα στόν χῶρο καί τόν χρόνο μέ προοπτική τήν αἰωνιότητα».
Τό «Μήνυμα» ἐκεῖνο ἐπανέφερε στήν Θεολογία τήν ἐσχατολογική της ἰδιότητα, ἡ ὁποία εἶχε ἀλλοιωθεῖ. Τοῦτο ἔγινε ἰδιαιτέρως αἰσθητό κατά τήν περίοδο τῆς πανδημίας μέ ὅσα μέτρα ἐπιβλήθηκαν τότε γιά τήν ἀναχαίτιση τῆς ἐξελίξεώς της καί τήν ἀντιμετώπισή της. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ Σύνοδος ἐπιδίωξε νά κατανοήσει καί νά ἀνανεώσει τήν πορεία της στήν Ἱστορία καί τό ἰδικό της συγκεκριμένο ἱστορικό χρέος πού συνδέεται μέ τίς σημερινές ἀλλά καί τίς μελλοντικές προκλήσεις. Πέντε χρόνια, λοιπόν, πρίν ἀπό τήν ἔκρηξη τῆς πανδημίας τοῦ Covid-19, πού τελευταίως ταλαιπωρεῖ ἀκόμη περισσότερο τήν ἤδη ταλαιπωρημένη Ἀνθρωπότητα, ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος ἔχει ἤδη ἀναδείξει τήν σημασία τῆς κοινωνικῆς εὐθύνης, τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης, τῆς πανανθρώπινης ἀλληλεγγύης, τήν προστασία τοῦ θείου δώρου τῆς ζωῆς, τήν στήριξη κυρίως τῶν πλέον ἐκτεθειμένων στά δεινά πού ἐπιφέρει ἡ παγκοσμιοποιημένη οἰκονομία, δηλαδή τῶν ἀσθενῶν, τῶν πτωχῶν, τῶν ἡλικιωμένων, τῶν προσφύγων.
Πρόκειται γιά μία ριζική ἀλλαγή προσανατολισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπορρίπτοντας συνήθειες καί πρακτικές τοῦ παρελθόντος ἐνθαρρύνει τήν καλλιέργεια ἑνός νέου «Πολιτισμοῦ Ἀλληλεγγύης», ὅπως ἔγραψε ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. κ. Βαρθολομαῖος, παρέχοντας μέ τήν λογική αὐτήν ὁδοδεῖκτες γιά τήν ἐπίλυση κοινωνικῶν προβλημάτων τοῦ ἀμέσου ἀλλά καί τοῦ ἀπωτέρου μέλλοντος, συμπυκνώνοντας τόν προβληματισμό, τίς ἐμπειρίες, τήν πεῖρα, τούς ἀγῶνες καί τίς ἀγωνίες τῆς Ὀρθοδοξίας καί περιωνύμων ταγῶν της ἑνός περίπου αἰῶνος.
Στό Μήνυμά Του ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος ἔθεσε καί τό φλέγον ἀνθρωπιστικό θέμα τῆς ἐνίσχυσης τῶν λαῶν τοῦ λεγομένου Τρίτου Κόσμου μέ ἀπαραίτητο φαρμακευτικό ὑλικό: «Ἐνῷ ὁ λιμὸς ὁ ὑλικὸς ἀκολουθεῖ κατὰ πόδας τὸν λοιμὸν τῆς πανδημίας, κυρίως εἰς τὰς οἰκονομικῶς χαμηλοτέρας κοινωνικὰς τάξεις ὅλων τῶν χωρῶν, καὶ ὄχι μόνον τῶν πενεστέρων τοῦ λεγομένου Τρίτου Κόσμου. Διὰ τὰς τελευταίας ταύτας Χώρας, αἱ ὁποῖαι στεροῦνται καὶ πόρων καὶ ὑποδομῶν, φρονοῦμεν ὅτι αἱ εὐρωστότεραι οἰκονομικῶς καὶ ἰατροφαρμακευτικῶς ἐπαρκέστεραι Χῶραι ὀφείλουν νὰ ἐπιδείξουν ἀμελητί ηὐξημένην ἀλληλεγγύην, κυρίως προμηθεύουσαι αὐτάς δωρεάν ἱκανάς ποσοτήτας ἐμβολίων καὶ θεραπευτικῶν σκευασμάτων».
Ἔχει τεθεῖ ἀπό ὀρθοδόξους θεολόγους τό ἐρώτημα: «ποιά εἶναι τά οὐσιαστικά αἴτια τῆς ἐμφάνισης τῆς πανδημίας καί ποιά θετικά στοιχεῖα εἶναι δυνατόν νά ἀποκομίσουμε ἀπό αὐτά».
Βασικό στοιχεῖο τοῦ προβλήματος εἶναι ὁ ἄτυπος, ὅπως χαρακτηρίζεται, ἀνταγωνισμός τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν φύση καί οἱ δράσεις ὑπέρβασής της, οἱ ὁποῖες τελικῶς λειτουργοῦν ὡς ἀπειλή κατά τοῦ ἰδίου τοῦ ἀνθρώπου. Ἀναλύοντας τά δεδομένα κάθε ὀρθόδοξος ἀντιλαμβάνεται ὅτι μόνον αὐτός εἶναι ὑπεύθυνος γιά ὅσα συμβαίνουν στόν κόσμο καί στρέφεται στήν ἐξαγωγή συμπερασμάτων, τά ὁποῖα θά ἀποβοῦν χρήσιμα ἐν προκειμένῳ.
Βεβαίως αὐτό συμβαίνει, ὅταν ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός ἔχει ἀρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ὥστε νά δικαιοῦται νά διακηρύξει «ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζεῖ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» νά διαδηλώσει ἀλλά καί νά ἐπιτύχει τήν ὁλοκληρωτική ἀπαξίωση τῶν δεσμῶν τῆς καθημερινότητας, νά ἀγαπήσει τόν Χριστό καί νά ἀφιερωθεῖ στά χέρια του χωρίς «κρατούμενα».
Ἀντικειμενικά ἡ Ἐκκλησία ἀντέδρασε καί ἀντιδρᾶ μέ μεγάλη ψυχραιμία στήν πανδημία τοῦ ἰοῦ Covid-19. Αὐτό ἐξηγεῖται ἀπό τό ἱστορικά ἑρμηνευόμενο γεγονός τῆς πολύ μεγάλης διαχρονικῶς ἐμπειρίας δύο χιλιάδων ἐτῶν λειτουργίας, ἀντίθετα ἀπό τό Κράτος, τό ὁποῖο ἔχει σήμερα ἐμπειρία μόνον διακοσίων ἐτῶν. Γιά τόν λόγο αὐτό ἡ Ἐκκλησία ἀντέδρασε μέ ὑπευθυνότητα καί σοβαρότητα, ἐπειδή ἀντιλαμβάνεται τόν ἄνθρωπο ὡς κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ, τόν πάσχοντα ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀναμφισβήτητα βιολογικές ἀνάγκες, ἀλλά κυρίως καί προπάντων ψυχολογικές καί πνευματικές καί μέ αὐτές ὡς γνώμονα ἀντιμετωπίζεται κάθε πρόβλημα.
Ἡ ἀπόφαση νά ληφθοῦν σκληρά μέτρα, ὅπως τό κλείσιμο τῶν Ναῶν ἀπό μέρους τῆς Πολιτείας γιά τόν περιορισμό τῆς διασπορᾶς τοῦ Covid-19, ἐπέφερε σύγχυση καί διχασμό στό σῶμα τῶν πιστῶν.
Ἦταν φυσικό. Κάτι τέτοιο εἶχε συμβεῖ μόνον σέ περιπτώσεις διωγμῶν. Ἔτσι προέκυψαν καί οἱ «ζηλωτές τῶν πατρώων παραδόσεων». Ἡ ἔλειψη εὐθύνης καί συνειδητοποίησης τῆς σοβαρότητας τῆς κατάστασης ἀπό μερίδα τῶν πολιτῶν ὁδήγησε σέ τραγελαφικές καταστάσεις. Ὅταν ἡ Πολιτεία θεσπίζει μέτρα προστασίας τοῦ Λαοῦ κανείς δέν μπορεῖ νά τά ἀγνοεῖ ἐπιδεικτικά ἤ νά τά καταπολεμᾶ ἤ καί νά ἐμποδίζει ἄλλους νά τά τηροῦν στό ὄνομα τῆς Ὀρθοδοξίας.
Τά μέτρα αὐτά ἀποσκοποῦν στήν ἀντιμετώπιση τῆς πανδημίας καί δέν προσκρούουν σέ καμία πτυχή τῆς πίστης καί τοῦ ὀρθόδοξου ἤθους. Παρουσιάζεται ἔντονη ἡ ἀνάγκη νά προσεχθεῖ καί νά καταπολεμηθεῖ τό φαινόμενο τό ὁποῖο ἐμφανίσθηκε κατά τήν ἐξέλιξη τῆς ἐπιδημίας Covid-19, δηλαδή τά ἀποτελέσματα πού προκαλοῦνται ἀπό τόν ἐκκλησιαστικό φονταμενταλισμό. Πρόκειται γιά καταστροφικές ἐπιδόσεις φανατικῶν καί φονταμενταλιστῶν πού ὡς «ζῆλος οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν», ἀποτελεῖ, σύμφωνα μέ τό «Μήνυμα» τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, «ἔκφρασιν νοσηρᾶς θρησκευτικότητος».
Εἶναι γεγονός ὅτι κάθε σοβαρή ἀσθένεια, πόσο μᾶλλον κάθε πρωτοεμφανιζόμενη, ἀποτελεῖ φοβερή δοκιμασία γιά τόν ἄνθρωπο, ὄχι μόνον ἐξ αἰτίας τοῦ πόνου καί τῶν δυσχερειῶν πού τοῦ προκαλεῖ ἀλλά καί τοῦ φόβου τοῦ θανάτου πού τοῦ προξενεῖ. Ἡ ἐπίγνωση ὅτι ὁ Θεός τόν ἔπλασε ὑγιή γιά τήν αἰωνιότητα τοῦ δημιουργεῖ ἐνδόμυχα ἀντίδραση στήν ἀπροσδόκητη καί ἀφύσικη κατάσταση στήν ὁποία τόν καθηλώνει ἡ ἀσθένειά του. Ἡ ἀντίδραση αὐτή, φυσική ὥς ἕνα σημεῖο ἐξαιτίας τοῦ πόνου καί τῆς κάθε εἴδους ταλαιπωρίας, ἀπαιτεῖ παράλληλα μέ τίς ἰατρικές φροντίδες καί σωστή πνευματική ἀντιμετώπιση τῆς ἀσθένειας.
Ἡ μέριμνα τῆς Ἐκκλησίας γιά τούς ἀσθενεῖς ἀποτελεῖ μίμηση τοῦ κατ’ ἐξοχήν προτύπου τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀνιδιοτελοῦς προσφορᾶς στόν ἄνθρωπο τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ συντελεῖται, ὥστε τό σχέδιο τῆς Θ. Οἰκονομίας γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου νά καταστεῖ πραγματικότης καί ὁ ἄνθρωπος νά ἀνακτήσει τήν δυνατότητα τῆς ἄμεσης κοινωνίας μέ τόν Θεό.
Στό πλαίσιο αὐτό κυριαρχικό ρόλο ἐπιτελεῖ ἡ ἀνιδιοτελής διακονία τῶν ἀνθρώπων πρός τούς ἀσθενεῖς ἀδελφούς τους. Ἡ Ἐκκλησία, ὡς σῶμα Χριστοῦ, ἔχει ὡς ἀποστολή νά καθοδηγήσει τόν ἄνθρωπο στήν σωτηρία του. Ἡ εὐχή κατά τήν Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου «Σύ γάρ εἶ, Κύριε, ἡ βοήθεια τῶν ἀβοηθήτων, ἡ ἐλπίς τῶν ἀπηλπισμένων, ὁ τῶν χειμαζομένων σωτήρ, ὁ τῶν πλεόντων λιμήν, ὁ τῶν νοσούντων ἰατρός. Αὐτός τοῖς πᾶσι τά πάντα γενοῦ, ὁ εἰδώς ἕκαστον, καί τό αἴτημα αὐτοῦ, οἶκον, καί τήν χρείαν αὐτοῦ».
Ὁπωσδήποτε ὀφείλομε νά μή λησμονοῦμε ὅτι ἀνέκαθεν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Νύσσης, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἔδειχναν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον ὄχι μόνον γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς ἀσθένειας ἀλλά καί γιά τήν περίθαλψη τῶν ἀσθενῶν πού ἔπασχαν καί ὅταν ἡ λέπρα ἐθεωρεῖτο μεταδοτική ὁ Μέγας Βασίλειος ἀσπαζόταν τούς λεπρούς γιά νά τούς δείξει τήν ἀγάπη του!.
Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱ. Μ. Ἐσφιγμένου Ἁγίου Ὄρους Βαρθολομαῖος ἔγραφε μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος: «Οἱ ἀρνητές τῆς ἐπιστήμης εἶναι ἀρνητές τῆς ὁρατῆς πραγματικότητας. Ἀπό τόν πολύ ἐγωισμό τους εἶναι ἕτοιμοι νά πιστέψουν σέ κάθε διαβολική φαντασία, κάθε ψεῦδος. Ἀμετακίνητοι στά στρεβλά πιστεύω τους εἶναι ἱκανοί νά πιστέψουν σέ τσαρλατάνους, ψευδογιατρούς καί σύγχρονους “σαμάνους”». Μέ βάση τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία οἱ Πατέρες συχνά συμβουλεύουν ὅτι ὁ χριστιανός πού γνωρίζει τήν μεγάλη ἀξία τόσο τῆς ψυχῆς ὅσο καί τοῦ σώματός του, τό ὁποῖο εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος χρησιμοποιεῖ μόνο τά θεραπευτικά μέσα καί δῶρα τοῦ Θεοῦ, ἔμψυχα καί ἄψυχα, ὑλικά καί πνευματικά: τούς γιατρούς, τά φάρμακα, τήν προσευχή, τά Μυστήρια καί τίς ἁγιαστικές τελετές τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἀπό τά ξεχωριστά προβλήματα τῆς πανδημίας συνιστᾶ ἡ χρήση τῆς μάσκας. «Ἡ ἐναντίωση στή μάσκα καί στό ἐμβόλιο ἔγκειται κυρίως στό ὅτι ὁ κορωνοϊός θεωρεῖται ἀπό πολλούς σάν κάποια κατασκευή ἀνθρώπων πανούργων πού θέλουν νά καταλύσουν τήν ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων ἤ ὅτι, στήν καλύτερη περίπτωση, πρόκειται γιά ἕνα τεράστιο λάθος, ὅτι ὁ κορωνοϊός εἶναι μιά ἁπλῆ γρίπη».
Ἕνα πολύ ἐπιτυχημένο σχόλιο ἀπό τόν ἠλεκτρονικό τύπο εἶναι τὸ ἑξῆς: «ἐξαιρετική ἡ ἀπό ψυχῆς κατάθεση τοῦ Δεσπότη (πρόκειται γιά τόν Σεβ. Μητροπολίτη Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας κ. Παντελεήμονα) γιά ὅλους αὐτούς τούς «ψεκασμένους», εἰδικά τούς κληρικούς, πού πλανῶνται καί πλανοῦν τούς «πιστούς-ὀπαδούς» τους, μέ τά κηρύγματά τους, τά ὁποῖα εἶναι γεμᾶτα «μεσαίωνα». Καιρός εἶναι, ὅσοι κατακρίνουν τήν ἐπίσημη Ἐκκλησία γιά τήν σώφρονα θέση της γιά τήν πανδημία, νά ἐπιστρέψουν στήν ὀρθόδοξη ἀλήθεια, ἀλλά καί τήν πραγματικότητα. Πού δέν ἔχει καμιά σχέση μέ ὅλα αὐτά τά ἀλλοπρόσαλλα κηρύγματα, πού τόση «πέραση» ἔχουν στίς μέρες μας».
Αναφέρθηκε σέ προηγούμενο σημεῖο ἡ καθολική ἀναστολή ὅλων τῶν Λειτουργιῶν κάθε δόγματος καί θρησκείας. Αὐτό ἀποτέλεσε σκληρό πλῆγμα στή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, διότι οἱ πιστοί ἐκεῖ συναντῶνται μέ τόν Χριστό, χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι ἡ κατ’ οἶκον προσευχή ἐμποδίζει τήν συνεχῆ μέ τόν Χριστό κοινότητα, ἀλλά «ἡ Εκκλησία ταυτίζεται μέ τή θεία Εὐχαριστία καί ὑπάρχει ἀκριβῶς ἐπειδή κατ’ αὐτήν τελοῦμε κάθε Κυριακή τήν θεία Λειτουργία καί ἐπειδή γνωρίζουμε ὅτι αὐτό θά τό ἐπαναλαμβάνουμε». Φυσικά καί ὁ ὑποχρεωτικός περιορισμός κατ’ οἶκον προξένησε καί ἄλλα μεγάλα προβλήματα, τά ὁποῖα προκάλεσαν μεγάλα ψυχολογικά προβλήματα σέ κάθε ὁμάδα τῶν πολιτῶν.
Ἐργασίες σταμάτησαν, τά ἐκπαιδευτικά ἱδρύματα ἔπαυσαν νά λειτουργοῦν, οἱ οἰκογένειες περιορίσθηκαν σέ τηλεφωνικές ἐπικοινωνίες. Πολλά τά ἀδιέξοδα, τά ὁποῖα ὅμως ἐάν ἐξετασθοῦν ψύχραιμα εἶχαν καί τά θετικά τους ἀποτελέσματα. Ὁπωσδήποτε σέ κάθε ἐποχή καί σέ κάθε ἔκφανση τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων, σέ περιόδους κρίσεων, συχνά παρατηροῦνται τελείως ἀντικρουόμενες ἀπόψεις γιά τόν τρόπο λύσεως τοῦ ἑκάστοτε προβλήματος. Στήν δημιουργία αὐτῶν τῶν καταστάσεων χρειάζεται ψυχραιμία καί λογική. Ὁ ἀσθενής προκειμένου νά ἰαθεῖ θά σπεύσει στόν γιατρό του, ὄχι στόν παντοπώλη τῆς γειτονιᾶς.
Ἡ θεραπεία τῆς νόσου κατευθυνόμενη ἀπό τό συναίσθημα ἔχει ἀνάγκη, παρά τά ὑπό τῆς ἐπιστήμης παρεχόμενα μέσα, καί ἀπό ἄλλα τά ὁποῖα ἀποβλέπουν στήν διέγερση τοῦ συναισθήματος τῆς πίστης. Ἀπαραίτητη προϋπόθεση πρός ἐπίτευξη κάθε θεραπείας, πρός ἐπιτυχῆ ἀπόδοση τοῦ φάρμακου ἤ ἄλλου θεραπευτικοῦ μέσου εἶναι ἡ πρός αὐτό πίστη, ἡ πίστη ὅτι αὐτό θά φέρει τό ποθούμενο ἀποτέλεσμα. Στήν Σοφία Σειράχ διαβάζομε: «Τίμα ἰατρὸν πρὸς τὰς χρείας αὐτοῦ τιμαῖς αὐτοῦ, καὶ γὰρ αὐτὸν ἔκτισε Κύριος· παρὰ γὰρ ῾Υψίστου ἐστὶν ἴασις, καὶ παρὰ βασιλέως λήψεται δόμα· ἐπιστήμη ἰατροῦ ἀνυψώσει κεφαλὴν αὐτοῦ, καὶ ἔναντι μεγιστάνων θαυμασθήσεται. Κύριος ἔκτισεν ἐκ γῆς φάρμακα, καὶ ἀνὴρ φρόνιμος οὐ προσοχθιεῖ αὐτοῖς».
Ἡ περίπτωση αὐτή μᾶς ὁδηγεῖ στό ἀσφαλές συμπέρασμα ὅτι ἡ νόσος, προκαλοῦσα τό αἴσθημα τοῦ κινδύνου τῆς ζωῆς, ὁδηγεῖ σέ ἀναγνώριση τοῦ σκοποῦ καί τῆς ἀξίας της, σέ ἀναγνώριση δηλαδή τοῦ πνευματικοῦ κόσμου, ἐκ τοῦ ὁποίου ἡ ζωή προέκυψε καί μετά τοῦ ὁποίου εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη. Πρόκειται γιά ἀναγνώριση τῆς «ποιητικῆς καὶ τελικῆς αἰτίας τοῦ παντός» (Θεοφάνης Νικαίας), πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν Θεό τῆς ἀγάπης, τῆς εἰρήνης καί τῆς καταλλαγῆς τῶν λαῶν.
Σᾶς εὐχαριστῶ.