ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ….
«…..Άραγε, γνωρίζουν οι πιστοί, ότι η Θ. Λειτουργία είναι πρόγευση της Βασιλείας των Ουρανών;» Πόσο επίκαιρος ο λόγος του Αγίου! Νομίζει κανείς, ότι τα λόγια αυτά αφορούν τους Χριστιανούς πιστούς σήμερα. Γνωρίζουμε οι πιστοί, ότι η Θ. Λειτουργία είναι πρόγευση της Βασιλείας των Ουρανών («Μεμνημένοι τοίνυν της σωτηρίου ταύτης εντολής.., της δευτέρας και ενδόξου πάλιν παρουσίας»); Την Θ. Λειτουργία προσφέρει ο Ίδιος ο Χριστός στον Θεό Πατέρα μαζί με το πλήρωμα της Εκκλησίας « συ ει ο προσφέρων και προσφερόμενος…»; Κατανοούμε τον ευαγγελικό λόγο «και τους της διανοίας ημών οφθαλμούς διάνοιξον εις την των ευαγγελικών σου κηρυγμάτων κατανόησιν….»; Γνωρίζουμε ότι ο Χριστός προσωποποιείται στο πρόσωπο του κάθε Ιερουργού που είναι «εις τύπον και τόπον Χριστού»; Γνωρίζουμε, ότι κατά Χάριν θεωρούμαστε άγιοι κατά την Θ. Μετάληψη «τα άγια τοις αγίοις», ενώ «εις άγιος, εις Κύριος Ιησούς Χριστός.». Γνωρίζουμε ότι έχουμε αυτούσιο τον Χριστό, από τη στιγμή της αναπομπής της ευχής « Μεταβαλών τω Πνεύματί σου το αγίω»;
…..Άραγε, γνωρίζουν οι πιστοί, ότι όταν κοινωνούμε το Σώμα και το Αίμα του Θεανθρώπου Χριστού, κοινωνούμε τον Θεό μας Χριστό, «εις άφεσιν αμαρτιών»; Γνωρίζουμε όλα αυτά τα καταπληκτικά μυστήρια, που συντελούνται και ότι όταν μετέχουμε της Θ. Κοινωνίας, οι πιστοί «θεούνται» γενόμενοι κατά χάριν ανθρωποθεοί κατά τον Άγ. Μάξιμο τον Ομολογητή; Αν τα γνωρίζουμε όλα αυτά, τότε οφείλουμε να προσερχόμαστε μόνο με φόβο κατά το «Ένθες ημίν και τον των μακαρίων σου εντολών φόβον….» οφείλουμε να έχουμε Πίστη «ώστε όρη μεθιστάνειν» και Αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο που «μακροθυμεί, χρηστεύεται, ου ζηλοί, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν...», και τότε και μόνο τότε θα βρισκόμαστε ήδη από τώρα στη Βασιλεία των Ουρανών.»
«…..Παραπονιέται ο Άγιος για την συμπεριφορά των πιστών μέσα στο Ναό, για τις πολλές απουσίες και για την αδιαφορία τους: «Σήμερα όλοι σας έχετε μεγάλη χαρά. Μόνον εγώ έχω απέραντη λύπη. Κι αυτό, γιατί όταν αναλογισθώ πως όταν περάσει η εορτή και αυτό το πλήθος πάλι θα εξαφανισθεί. Καίγομαι και λυπούμαι κατάκαρδα. Τόσα παιδιά γέννησε η Εκκλησία και όμως δεν τα βλέπει για να τα απολαύσει σε κάθε σύναξη, αλλά μόνον όταν υπάρχει κάποια μεγάλη εορτή. Πόση αγαλλίαση πνευματική, πόση χαρά, πόση δόξα για τον Θεό, πόση ωφέλεια για τις ψυχές θα υπήρχε, αν σε κάθε σύναξη βλέπαμε να είναι γεμάτη η Εκκλησία; Τι μπορώ, για πες μου, να σε διδάξω για όλα τα αναγκαία της πίστεως, όταν έρχεσαι στην Εκκλησία 1 ή 2 φορές τον χρόνο; Για την ψυχή, για το σώμα, για την αθανασία, για την Βασιλεία των Ουρανών, για την κόλαση, για την γέεννα, για την μακροθυμία του Θεού, για την συγχώρηση, για την μετάνοια, για το βάπτισμα, για την άφεση των αμαρτιών, για την δημιουργία, την ουράνια και την επίγεια, για την φύση των αγγέλων, για την κακουργία των δαιμόνων, για τα τεχνάσματα του διαβόλου, για τον τρόπο ζωής των Χριστιανών, για τα δόγματα, για την ορθή πίστη, για τις διεφθαρμένες αιρέσεις;……….» (Λόγος εις το Άγιο Βάπτισμα).
«…..Παραποιείται για την αδιαφορία των Χριστιανών για τα πνευματικά. Ερμηνεύοντας το του Κυρίου «Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνη αὐτοῦ καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ἡμῖν» (Ματθαίου ΣΤ’, 33), αναφέρει: «Προσέξτε, μη ζητείτε, λέγει ο Κύριος, τα τού παρόντος βίου διόλου. Εμείς όμως συνεχώς αυτά ζητούμε. Λέγει να επιζητείτε τα επουράνια. Εμείς όμως ούτε για λίγη ώρα δεν τα επιζητούμε. Ίσα ίσα όση μέριμνα επιδεικνύουμε για τα βιωτικά, τόσην ολιγωρία και αδιαφορία έχουμε για τα πνευματικά. Μάλλον δε η αδιαφορία μας είναι πολύ περισσότερη» (Ομιλία ΚΒ’ εις τον Ματθαίον). Είχε δε ο ιερός Πατήρ πρόβλημα με το ακροατήριό του. Άλλοτε συνωθούντο, άλλοτε εξαφανίζονταν. Κάποια Μεγ. Τεσσαρακοστή συνέβη το εξής: Αρχίζει την Καθαρά Δευτέρα την ερμηνεία εις την εξαήμερο τού Μωυσέως, τις έξι δηλαδή ημέρες της δημιουργίας. Ομιλία 1η : «Χαίρω και ευφραίνομαι γιατί βλέπω να στολίζεται η Εκκλησία του Θεού με το πλήθος των παιδιών της. Σάς βλέπω όλους να τρέχετε προς τον ναό με πολλή την χαράν». Έρχεται η Καθαρά Τρίτη: «Είμαι γεμάτος σήμερα με χαρά μεγάλη, βλέποντας τα αγαπημένα σας πρόσωπα».
«…..Τα ίδια και την Καθ. Πέμπτη: «Βλέποντας, αγαπητοί, την μεγάλη σας προθυμία στο να συγκεντρώνεστε στην σύναξή μας στον Ναό, διακατέχομαι από μεγάλη χαρά και δεν παύω να δοξάζω τον φιλάνθρωπο Θεό για την προκοπή σας». Έρχεται όμως και το Σάββατο: «Θέλω να αρχίσω την συνηθισμένη μου διδασκαλία, αλλά διστάζω και υποφέρω. Λίγο φύσηξε ο διάβολος και ξεχάσατε όλη την προηγούμενη διδασκαλία και την καθημερινή παραίνεση. Τρέξατε οι πάντες στην σατανική εκείνη πομπή, στον Ιππόδρομο. Βγάλατε από τις ψυχές σας την σύνεση της Αγ. Τεσσαρακοστής και πέσατε στα δίχτυα του διαβόλου». Κρίμα στα τόσα κηρύγματα. Συμβαίνανε και διάφορα παράξενα πράγματα. Πολλοί από τους ακροατές νύσταζαν, άλλοι δεν πρόσεχαν ή πρόσεχαν αλλού. «Αλλά ξυπνήστε και αφήστε την βαρυεστημάρα. Σας κηρύττουμε ερμηνεύοντες την Αγ. Γραφή, και σεις αντί να προσέχετε παίρνετε τα μάτια σας από μένα και κοιτάτε προσεκτικά τις λαμπάδες και τον νεωκόρο που τις ανάβει. Δεν βλέπετε τίποτε το παράξενο. Βλέπετε έναν άνθρωπο που κάνει συνηθισμένα πράγματα. Και όμως στρέφετε προς τα εκεί τα πρόσωπα σας» (Λόγος Δ’ εις την Γένεσιν). Πολλοί βαριόντουσαν τα συνεχή κηρύγματα. Πήγαιναν στα πρώτα και σιγά-σιγά αραίωναν: «Τι συμβαίνει; Όσο προχωρούν οι εορτές, τόσον και οι συγκεντρώσεις γίνονται αραιότερες. Μη βαριόμαστε οι παρόντες. Αυτές οι συνάξεις γίνονται αραιότερες ως προς το πλήθος, αλλά όχι ως προς την προθυμία. Λιγότερες σε αριθμό, αλλά όχι και στον ιερό πόθο» (Ομιλία προς τους εγκαταλείψαντας την σύναξιν της Εκκλησίας).